Αέρας… Κοιτάζει το ρολόι στον υπολογιστή. 4.20μ.μ. Εδώ και δύο ώρες περίπου έχει κολλήσει μεταξύ 4 και 5 το χρονόμετρο. Άντε κουνήσου ώρα, προχώρα! Κοιτάζει γύρω του, παντού γύρω του ένα άλλο γραφείο κι ένας άλλος συνάδελφος που κοιτάζει τον υπολογιστή με την ίδια ανυπολόγιστη ανυπομονησία. Παρασκευή απόγευμα και αν δεν είσαι υπάλληλος πολυεθνικής, δεν ξέρεις πώς είναι να περιμένεις να πάει 5.00μμ., και να εξαφανιστείς από εκεί μέσα.
«Το γραφείο του ενός είναι τόσο κοντά στου άλλου, που αναρωτιέμαι γιατί δεν αγόραζαν δεκάμετρα, μοναστηριακού τύπου τραπέζια, να δουλεύουμε όλοι μαζί- αφού κι έτσι δεν υπάρχει καθόλου προσωπικός χώρος και δεν υπάρχει και συνεργασία. Τουλάχιστον, τότε, ίσως να συνεργαζόμασταν» σκέφτεται καθώς ξεκρεμάει το σακάκι του από την καρέκλα και χαιρετάει τον διπλανό του συνάδελφο. «Τώρα είμαστε σαν ηλίθια γκέτο, μιλάμε μόνο με τους διπλανούς, ενώ με τους υπόλοιπους, μια «καλημέρα», Ούτε το όνομά δεν ξέρω από κάποιους καινούριους». Η πόρτα του ασανσέρ ανοίγει και μπαίνει μέσα. Κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη. «Φίλε μου, 8 ώρες δουλειά και δείχνεις ακόμα… ουάου» και κλείνει το μάτι στο είδωλό του. «Ισόγειο» λέει η ψυχρή φωνή στο ασανσέρ. «Τίποτα δε μας σταματάει πια»! λέει καθώς βγαίνει και χαμογελάει στον απογευματινό ήλιο!
Γη… Το βαλιτσάκι έτοιμο και τον περιμένει. Βγάζει από μέσα την πρίζα και φορτίζει την «μηλιά». Παράλληλα ανοίγει θερμοσίφωνα, στερεοφωνικό και χώνει το τάπερ στον φούρνο μικροκυμάτων. Μία ώρα μετά βρίσκεται φρεσκοπλυμένος, με τα πόδια πάνω στο γραφείο του, να βλέπει βιντεάκια στη «μηλιά» και να τρώει ένα πελώριο κομμάτι μουσακά. «Μάνούλα μου, αυτό είναι ζωή! Και δε μπορείς να την χορτάσεις»!
Φωτιά… Μηνύματα έρχονται στο «μήλο», τι θα κάνουν το βράδυ, πού θα πάνε τα κορίτσια, πού θα πάνε οι φίλοι του, τι να βάλει πάλι, πού να παρκάρει, διαβάζει κι ένα βιβλίο του Χόρνμπι παίζει μια Άννι και μια Τζουλιέτ μέσα- «θα μείνω με την Άννι και την Τζουλιέτ σπίτι», λέει σε όλους. Και το Σαββατοκύριακο περνάει πανηγυρικά, ραδιόφωνο να εκπέμπει, παλιά επεισόδια του six feet under στη «μηλιά», «η Τζούλιετ γυμνή» και η Άννι ντυμένη, κοκκινιστό με χυλοπίτες διαδέχονται τον μουσακά, ουίσκι τους καφέδες και είναι τρομερό το πόσο γρήγορα περνάνε οι ώρες και τα λεπτά και το ξυπνητήρι χτυπάει στις επτά το πρωί της Δευτέρας.
Νερό… «Πώς πήγε το Σαββατοκύριακο» του λέει ο μπροστινός του συνάδελφος μόλις γυρνάνε στη δουλειά; «Σούπερ» απαντάει, «έγινε της κολάσεως, μακάρι να ήταν κάθε μέρα έτσι». Το μεσημέρι βγάζει για γεύμα ένα ταπεράκι με κινέζικο. «Η Άννι δούλευε σε εστιατόριο στην Τσάινα – Τάουν» διευκρινίζει στους διπλανούς του, που γνέφουν με θαυμασμό, ενώ εκείνος τρώει το κινέζικο που παράγγειλε το προηγούμενο βράδυ. Μασάει αργά και μεταφέρεται εκεί που θέλει, μασάει με κλειστά μάτια και περιμένει το επόμενο εξωτικό Σαββατοκύριακό.
Μηλιά και μήλο: apple mac & apple iphone, αντίστοιχα.
«Το γραφείο του ενός είναι τόσο κοντά στου άλλου, που αναρωτιέμαι γιατί δεν αγόραζαν δεκάμετρα, μοναστηριακού τύπου τραπέζια, να δουλεύουμε όλοι μαζί- αφού κι έτσι δεν υπάρχει καθόλου προσωπικός χώρος και δεν υπάρχει και συνεργασία. Τουλάχιστον, τότε, ίσως να συνεργαζόμασταν» σκέφτεται καθώς ξεκρεμάει το σακάκι του από την καρέκλα και χαιρετάει τον διπλανό του συνάδελφο. «Τώρα είμαστε σαν ηλίθια γκέτο, μιλάμε μόνο με τους διπλανούς, ενώ με τους υπόλοιπους, μια «καλημέρα», Ούτε το όνομά δεν ξέρω από κάποιους καινούριους». Η πόρτα του ασανσέρ ανοίγει και μπαίνει μέσα. Κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη. «Φίλε μου, 8 ώρες δουλειά και δείχνεις ακόμα… ουάου» και κλείνει το μάτι στο είδωλό του. «Ισόγειο» λέει η ψυχρή φωνή στο ασανσέρ. «Τίποτα δε μας σταματάει πια»! λέει καθώς βγαίνει και χαμογελάει στον απογευματινό ήλιο!
Γη… Το βαλιτσάκι έτοιμο και τον περιμένει. Βγάζει από μέσα την πρίζα και φορτίζει την «μηλιά». Παράλληλα ανοίγει θερμοσίφωνα, στερεοφωνικό και χώνει το τάπερ στον φούρνο μικροκυμάτων. Μία ώρα μετά βρίσκεται φρεσκοπλυμένος, με τα πόδια πάνω στο γραφείο του, να βλέπει βιντεάκια στη «μηλιά» και να τρώει ένα πελώριο κομμάτι μουσακά. «Μάνούλα μου, αυτό είναι ζωή! Και δε μπορείς να την χορτάσεις»!
Φωτιά… Μηνύματα έρχονται στο «μήλο», τι θα κάνουν το βράδυ, πού θα πάνε τα κορίτσια, πού θα πάνε οι φίλοι του, τι να βάλει πάλι, πού να παρκάρει, διαβάζει κι ένα βιβλίο του Χόρνμπι παίζει μια Άννι και μια Τζουλιέτ μέσα- «θα μείνω με την Άννι και την Τζουλιέτ σπίτι», λέει σε όλους. Και το Σαββατοκύριακο περνάει πανηγυρικά, ραδιόφωνο να εκπέμπει, παλιά επεισόδια του six feet under στη «μηλιά», «η Τζούλιετ γυμνή» και η Άννι ντυμένη, κοκκινιστό με χυλοπίτες διαδέχονται τον μουσακά, ουίσκι τους καφέδες και είναι τρομερό το πόσο γρήγορα περνάνε οι ώρες και τα λεπτά και το ξυπνητήρι χτυπάει στις επτά το πρωί της Δευτέρας.
Νερό… «Πώς πήγε το Σαββατοκύριακο» του λέει ο μπροστινός του συνάδελφος μόλις γυρνάνε στη δουλειά; «Σούπερ» απαντάει, «έγινε της κολάσεως, μακάρι να ήταν κάθε μέρα έτσι». Το μεσημέρι βγάζει για γεύμα ένα ταπεράκι με κινέζικο. «Η Άννι δούλευε σε εστιατόριο στην Τσάινα – Τάουν» διευκρινίζει στους διπλανούς του, που γνέφουν με θαυμασμό, ενώ εκείνος τρώει το κινέζικο που παράγγειλε το προηγούμενο βράδυ. Μασάει αργά και μεταφέρεται εκεί που θέλει, μασάει με κλειστά μάτια και περιμένει το επόμενο εξωτικό Σαββατοκύριακό.
Μηλιά και μήλο: apple mac & apple iphone, αντίστοιχα.