CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

17.10.10

weekend tongue!

Αέρας… Κοιτάζει το ρολόι στον υπολογιστή. 4.20μ.μ. Εδώ και δύο ώρες περίπου έχει κολλήσει μεταξύ 4 και 5 το χρονόμετρο. Άντε κουνήσου ώρα, προχώρα! Κοιτάζει γύρω του, παντού γύρω του ένα άλλο γραφείο κι ένας άλλος συνάδελφος που κοιτάζει τον υπολογιστή με την ίδια ανυπολόγιστη ανυπομονησία. Παρασκευή απόγευμα και αν δεν είσαι υπάλληλος πολυεθνικής, δεν ξέρεις πώς είναι να περιμένεις να πάει 5.00μμ., και να εξαφανιστείς από εκεί μέσα.
«Το γραφείο του ενός είναι τόσο κοντά στου άλλου, που αναρωτιέμαι γιατί δεν αγόραζαν δεκάμετρα, μοναστηριακού τύπου τραπέζια, να δουλεύουμε όλοι μαζί- αφού κι έτσι δεν υπάρχει καθόλου προσωπικός χώρος και δεν υπάρχει και συνεργασία. Τουλάχιστον, τότε, ίσως να συνεργαζόμασταν» σκέφτεται καθώς ξεκρεμάει το σακάκι του από την καρέκλα και χαιρετάει τον διπλανό του συνάδελφο. «Τώρα είμαστε σαν ηλίθια γκέτο, μιλάμε μόνο με τους διπλανούς, ενώ με τους υπόλοιπους, μια «καλημέρα», Ούτε το όνομά δεν ξέρω από κάποιους καινούριους». Η πόρτα του ασανσέρ ανοίγει και μπαίνει μέσα. Κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη. «Φίλε μου, 8 ώρες δουλειά και δείχνεις ακόμα… ουάου» και κλείνει το μάτι στο είδωλό του. «Ισόγειο» λέει η ψυχρή φωνή στο ασανσέρ. «Τίποτα δε μας σταματάει πια»! λέει καθώς βγαίνει και χαμογελάει στον απογευματινό ήλιο!

Γη… Το βαλιτσάκι έτοιμο και τον περιμένει. Βγάζει από μέσα την πρίζα και φορτίζει την «μηλιά». Παράλληλα ανοίγει θερμοσίφωνα, στερεοφωνικό και χώνει το τάπερ στον φούρνο μικροκυμάτων. Μία ώρα μετά βρίσκεται φρεσκοπλυμένος, με τα πόδια πάνω στο γραφείο του, να βλέπει βιντεάκια στη «μηλιά» και να τρώει ένα πελώριο κομμάτι μουσακά. «Μάνούλα μου, αυτό είναι ζωή! Και δε μπορείς να την χορτάσεις»!

Φωτιά… Μηνύματα έρχονται στο «μήλο», τι θα κάνουν το βράδυ, πού θα πάνε τα κορίτσια, πού θα πάνε οι φίλοι του, τι να βάλει πάλι, πού να παρκάρει, διαβάζει κι ένα βιβλίο του Χόρνμπι παίζει μια Άννι και μια Τζουλιέτ μέσα- «θα μείνω με την Άννι και την Τζουλιέτ σπίτι», λέει σε όλους. Και το Σαββατοκύριακο περνάει πανηγυρικά, ραδιόφωνο να εκπέμπει, παλιά επεισόδια του six feet under στη «μηλιά», «η Τζούλιετ γυμνή» και η Άννι ντυμένη, κοκκινιστό με χυλοπίτες διαδέχονται τον μουσακά, ουίσκι τους καφέδες και είναι τρομερό το πόσο γρήγορα περνάνε οι ώρες και τα λεπτά και το ξυπνητήρι χτυπάει στις επτά το πρωί της Δευτέρας.

Νερό… «Πώς πήγε το Σαββατοκύριακο» του λέει ο μπροστινός του συνάδελφος μόλις γυρνάνε στη δουλειά; «Σούπερ» απαντάει, «έγινε της κολάσεως, μακάρι να ήταν κάθε μέρα έτσι». Το μεσημέρι βγάζει για γεύμα ένα ταπεράκι με κινέζικο. «Η Άννι δούλευε σε εστιατόριο στην Τσάινα – Τάουν» διευκρινίζει στους διπλανούς του, που γνέφουν με θαυμασμό, ενώ εκείνος τρώει το κινέζικο που παράγγειλε το προηγούμενο βράδυ. Μασάει αργά και μεταφέρεται εκεί που θέλει, μασάει με κλειστά μάτια και περιμένει το επόμενο εξωτικό Σαββατοκύριακό.

Μηλιά και μήλο: apple mac & apple iphone, αντίστοιχα.

10.10.10

Τα ευγενή κίνητρα της τέχνης

Γη… Μέρες τώρα προσπαθώ να γράψω ένα σενάριο. Διότι καλή η λογοτεχνία και ακόμα καλύτερη η ποίηση, αλλά δεν γεμίζει την κοιλιά. Και μετά τα 35 βαριέσαι να υπηρετείς την τέχνη, θες να βγάλει και λεφτά.

Φωτιά… Το καλό σενάριο θέλει απαραίτητα ρομάντζο. Όχι μόνο ένα, πολλά love stories περιφερειακά, αλληλοεπιδρώντα, που θα σβήνουν σιγά- σιγά όσο περνά ο καιρός, και θα αναζωπυρώνονται και θα σβήνουν κ.ο.κ.

Νερό… Καλό είναι επίσης να υπάρχει μια γερή δόση θυμού. Κάθε σήριαλ έχει μια νευρωτική μαμά ή μια υστερική γκόμενα ή έναν τσαμπουκά τύπο. Αν γράψεις και αστυνομική περιπέτεια ακόμα καλύτερα (Σικάγο θα γίνουμε). Και φυσικά δώσε λίγο γυμνό στον κοινό (τουλάχιστον μέχρι να καταφέρει ο κ. Μπουτάρης να δώσει πορνοσπάνι να φάει ο λάος).

Αέρας… Οι χαρακτήρες είναι σημαντικοί για την υπόθεση. Και επίσης τα ονόματά τους. Φαντάζεστε το true blood χωρίς μια νεράιδα που λέγεται Suki ή πώς το όνομα Tara εκφράζει με το καλημέρα το γιατί αυτή η ηρωίδα είναι τόσο θυμωμένη (ξέρεις τι είναι να είσαι μαύρη και αν σε ονομάζουν από το όνομα μας φυτείας; Μεγάλη ειρωνεία)! Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να λένε τον πρωταγωνιστή του Californication εκτός από Hank Moody (Παίδαρο Κακόκεφο); Devon θα μπορούσαν λένε τον David στο Six fit under –αλλά παραήταν γκέι όνομά, το Ντέιβιντ είναι πιο ουδέτερο.
Τέλος, το καλό σήριαλ κρίνεται από την ανταπόκρισή του στον κόσμο. Από το πόσο το αγάπησες και πόσο το νοσταλγείς όταν έχει τελειώσει η σεζόν. Για να το πετύχεις αυτό χρειάζεσαι είτε δυνατή υπόθεση και ατακαδόρους χαρακτήρες ή χαρισματικό casting. Με λίγα λόγια χρειάζεσαι είτε ταλέντο στο γράψιμο ή απλώς έναν καλό παράγωγο, να πληρώσει ηθοποιούς που ο ένας να είναι πιο ωραίος απ’ τον άλλο. Τότε δε χρειάζεσαι τίποτε άλλο! Είναι άπειρα τα σήριαλ με ηλίθιους, χαζούς, εκνευριστικούς ρόλους που τα βλέπουμε για τα όμορφα μάτια του πρωταγωνιστή. Και μεταξύ μας, και την Κοκκινοσκουφίτσα θα έβλεπα φανατικά αν έκανε τον Λύκο ο Hugh Jackman και τον κυνηγό ο Alexander Skarsgard!
Αλλά επειδή δεν τους βλέπω να παίζουν σε κάτι τόσο απλοϊκό, πρέπει να γράψω ένα σενάριο της προκοπής. Να βγάλουμε λεφτά και να γνωρίσουμε και τα παιδιά!

2.10.10

Πευκοβελόνα στ' άχυρα

Αέρας… να ψάχνεις να νοικιάσεις φθηνό σπίτι στα νότια προάστια, είναι σα να ψάχνεις βελόνα μέσα στ’ άχυρα. Το πόσα διαμερίσματα βρήκα με ενοίκιο από 1000 – 1400 ευρώ, ήταν απίστευτο. Τελικά κατάφερα να νοικιάσω μια γκαρσονιέρα στην Κρυστάλλινη Λίμνη. Αν και επιπλωμένη ήταν αρκετά οικονομική, υποθέτω επειδή φημολογείται ότι η περιοχή εκεί, είναι εξαιρετικά ευπαθής σε σεισμούς. Σκασίλα μου, δε θα μείνω για πάντα εκεί.
Η κατάσταση περιφερειακά της λίμνης ήταν τραγική –μαύρα κλαδιά σε δέντρα ξερά «η έκταση της φωτιάς ήταν μεγάλη» είπε η ιδιοκτήτρια, μια νοσηλεύτρια (πλέον προϊσταμένη σε ιδιωτική κλινική, μισθός αρκετός ώστε να έχει τρία διαμερίσματα). Αυτό δε μείωνε άλλο την τιμή του ενοικίου, έτσι κι αλλιώς δεν είχα θέα στο πρώην δάσος από το ισόγειο που θα έμενα. Μονάχα στις πόρτες ασφαλείας των απέναντι γκαράζ και σ’ όλα τα ντομπερμαν στις αυλές που μου έδειχναν τα δόντια τους- και δε νομίζω ότι μου χαμογελούσαν, για να με καλωσορίσουν στη γειτονία.


Γη… Το διαμέρισμα ήταν επιπλωμένο ψυχρά και αστικά –ένα στυλ που δε θα υιοθετούσα ποτέ εγώ. Για να το συνηθίσω προσποιούμουν ότι έχω κάνει διάρρηξη και ζω στο σπίτι ενός ξένου. Μου άρεσε να κάθομαι και να σκέφτομαι τι άνθρωπος θα έμενε εδώ. Τι μουσική θα άκουγε, τι θα έβλεπε στην τι-βι. Πέρασε έτσι ο καιρός και άρχισαν οι βροχές. Κι ένα πρωί που κατέβηκα να πάω στη δουλειά, κατάλαβα πώς κανένα αυτοκίνητο δεν κινούταν. «Όταν βρέχει η Κρυστάλλινοι δρόμοι γλιστρούν σαν υγρό γυαλί -δε θες να το ρισκάρεις, πιστεύω». Κατάλαβα γιατί όλοι οι γείτονες είχαν ελικόπτερα και τζιπ με ρόδες σαν τρακτέρ.


Φωτιά… Γύρισα ξανά στο σπίτι και πήρα τις επιγονατίδες μου. Τις φόρεσα, κούμπωσα το αδιάβροχό μου, έκανα το σταυρό μου κι ένα μπλον-ζον: άρχισα να γλιστρώ στους δρόμους, έχοντας για φρένα τις επιγονατίδες μου. Όπως με κοιτούσαν οι αφιλόξενοι κάτοικοι, ντυμένοι στις γούνες και τις δερμάτινες ομπρέλες τους, ένιωθα σαν φώκια κυνηγημένη από πεινασμένους Εσκιμώους. Όσο σκεφτόμουν τους γύρω μου, έχανα τον ρυθμό μου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, λίγο πριν την τελευταία κατηφόρα, στα σύνορα Γλυφιτζουράδας – Ταψιθέας να μη γείρω το σώμα μου καλά στη στροφή. Το πεύκο με είδε να πηγαίνω καταπάνω του, σήκωσε γοργά τις ρίζες του και τραβήχτηκε στο πλάι: «μαλακισμένοι άνθρωποι, μας καίτε, σιγά που θα σας σώσω -χα»!


Νερό… Βρέθηκα στον αέρα. Είδα την πόλη από και σκέφτηκα «τι άσχημη» κι αμέσως μετά «και πού ζούσες σ’ αυτήν, χάλια περνούσες». Κι ενώ ήμουν προετοιμασμένη ψυχολογικά, να γίνω το μενού της ημέρας σε κάποιο πιάτο δορυφορικής, κάτι με γράπωσε από την κουκούλα με τόση φόρα, που με ξαναπέταξε πάνω. Δεν ξέρω τι ήταν, ξέρω μόνο ότι φώναζα «μη μ’ αφήσεις ξανά, μόνο μη μ’ αφήσεις ξανά κάτω»! Απέδειχθει πώς ήταν μια μπάλα τένις, που εξοστράκισε με μίσος προς τον ουρανό υιός γνωστού εφοπλιστή, επειδή ο εσπρέσο του κρύωσε μέχρι να τελειώσει το σετ. Να ‘ναι καλά ο οξύθυμος βουτυρομπεμπές, ξαναβρέθηκα πάω απ’ τον γκρεμό, στο ίδιο πεύκο. Το πέτυχα στην πλάτη, δε με είδε, το κοπάνησα γερά. Με το τράνταγμα μάδησε όλο με μιας: πράσινη πυκνή βελονοβροχή με τύλιξε. Έμεινα μέσα στην ευωδιά του ρετσινιού να κοιτάζω τον γκρίζο ουρανό και να σκέπτομαι πως το να βρεις νόημα σε αυτή τη ζωή είναι πευκοβελόνα, μέσα στ’ άχυρα.

Και άντε να εξηγήσεις και στο αφεντικό σου γιατί άργησες στη δουλειά…