CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

17.10.10

weekend tongue!

Αέρας… Κοιτάζει το ρολόι στον υπολογιστή. 4.20μ.μ. Εδώ και δύο ώρες περίπου έχει κολλήσει μεταξύ 4 και 5 το χρονόμετρο. Άντε κουνήσου ώρα, προχώρα! Κοιτάζει γύρω του, παντού γύρω του ένα άλλο γραφείο κι ένας άλλος συνάδελφος που κοιτάζει τον υπολογιστή με την ίδια ανυπολόγιστη ανυπομονησία. Παρασκευή απόγευμα και αν δεν είσαι υπάλληλος πολυεθνικής, δεν ξέρεις πώς είναι να περιμένεις να πάει 5.00μμ., και να εξαφανιστείς από εκεί μέσα.
«Το γραφείο του ενός είναι τόσο κοντά στου άλλου, που αναρωτιέμαι γιατί δεν αγόραζαν δεκάμετρα, μοναστηριακού τύπου τραπέζια, να δουλεύουμε όλοι μαζί- αφού κι έτσι δεν υπάρχει καθόλου προσωπικός χώρος και δεν υπάρχει και συνεργασία. Τουλάχιστον, τότε, ίσως να συνεργαζόμασταν» σκέφτεται καθώς ξεκρεμάει το σακάκι του από την καρέκλα και χαιρετάει τον διπλανό του συνάδελφο. «Τώρα είμαστε σαν ηλίθια γκέτο, μιλάμε μόνο με τους διπλανούς, ενώ με τους υπόλοιπους, μια «καλημέρα», Ούτε το όνομά δεν ξέρω από κάποιους καινούριους». Η πόρτα του ασανσέρ ανοίγει και μπαίνει μέσα. Κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη. «Φίλε μου, 8 ώρες δουλειά και δείχνεις ακόμα… ουάου» και κλείνει το μάτι στο είδωλό του. «Ισόγειο» λέει η ψυχρή φωνή στο ασανσέρ. «Τίποτα δε μας σταματάει πια»! λέει καθώς βγαίνει και χαμογελάει στον απογευματινό ήλιο!

Γη… Το βαλιτσάκι έτοιμο και τον περιμένει. Βγάζει από μέσα την πρίζα και φορτίζει την «μηλιά». Παράλληλα ανοίγει θερμοσίφωνα, στερεοφωνικό και χώνει το τάπερ στον φούρνο μικροκυμάτων. Μία ώρα μετά βρίσκεται φρεσκοπλυμένος, με τα πόδια πάνω στο γραφείο του, να βλέπει βιντεάκια στη «μηλιά» και να τρώει ένα πελώριο κομμάτι μουσακά. «Μάνούλα μου, αυτό είναι ζωή! Και δε μπορείς να την χορτάσεις»!

Φωτιά… Μηνύματα έρχονται στο «μήλο», τι θα κάνουν το βράδυ, πού θα πάνε τα κορίτσια, πού θα πάνε οι φίλοι του, τι να βάλει πάλι, πού να παρκάρει, διαβάζει κι ένα βιβλίο του Χόρνμπι παίζει μια Άννι και μια Τζουλιέτ μέσα- «θα μείνω με την Άννι και την Τζουλιέτ σπίτι», λέει σε όλους. Και το Σαββατοκύριακο περνάει πανηγυρικά, ραδιόφωνο να εκπέμπει, παλιά επεισόδια του six feet under στη «μηλιά», «η Τζούλιετ γυμνή» και η Άννι ντυμένη, κοκκινιστό με χυλοπίτες διαδέχονται τον μουσακά, ουίσκι τους καφέδες και είναι τρομερό το πόσο γρήγορα περνάνε οι ώρες και τα λεπτά και το ξυπνητήρι χτυπάει στις επτά το πρωί της Δευτέρας.

Νερό… «Πώς πήγε το Σαββατοκύριακο» του λέει ο μπροστινός του συνάδελφος μόλις γυρνάνε στη δουλειά; «Σούπερ» απαντάει, «έγινε της κολάσεως, μακάρι να ήταν κάθε μέρα έτσι». Το μεσημέρι βγάζει για γεύμα ένα ταπεράκι με κινέζικο. «Η Άννι δούλευε σε εστιατόριο στην Τσάινα – Τάουν» διευκρινίζει στους διπλανούς του, που γνέφουν με θαυμασμό, ενώ εκείνος τρώει το κινέζικο που παράγγειλε το προηγούμενο βράδυ. Μασάει αργά και μεταφέρεται εκεί που θέλει, μασάει με κλειστά μάτια και περιμένει το επόμενο εξωτικό Σαββατοκύριακό.

Μηλιά και μήλο: apple mac & apple iphone, αντίστοιχα.

10.10.10

Τα ευγενή κίνητρα της τέχνης

Γη… Μέρες τώρα προσπαθώ να γράψω ένα σενάριο. Διότι καλή η λογοτεχνία και ακόμα καλύτερη η ποίηση, αλλά δεν γεμίζει την κοιλιά. Και μετά τα 35 βαριέσαι να υπηρετείς την τέχνη, θες να βγάλει και λεφτά.

Φωτιά… Το καλό σενάριο θέλει απαραίτητα ρομάντζο. Όχι μόνο ένα, πολλά love stories περιφερειακά, αλληλοεπιδρώντα, που θα σβήνουν σιγά- σιγά όσο περνά ο καιρός, και θα αναζωπυρώνονται και θα σβήνουν κ.ο.κ.

Νερό… Καλό είναι επίσης να υπάρχει μια γερή δόση θυμού. Κάθε σήριαλ έχει μια νευρωτική μαμά ή μια υστερική γκόμενα ή έναν τσαμπουκά τύπο. Αν γράψεις και αστυνομική περιπέτεια ακόμα καλύτερα (Σικάγο θα γίνουμε). Και φυσικά δώσε λίγο γυμνό στον κοινό (τουλάχιστον μέχρι να καταφέρει ο κ. Μπουτάρης να δώσει πορνοσπάνι να φάει ο λάος).

Αέρας… Οι χαρακτήρες είναι σημαντικοί για την υπόθεση. Και επίσης τα ονόματά τους. Φαντάζεστε το true blood χωρίς μια νεράιδα που λέγεται Suki ή πώς το όνομα Tara εκφράζει με το καλημέρα το γιατί αυτή η ηρωίδα είναι τόσο θυμωμένη (ξέρεις τι είναι να είσαι μαύρη και αν σε ονομάζουν από το όνομα μας φυτείας; Μεγάλη ειρωνεία)! Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να λένε τον πρωταγωνιστή του Californication εκτός από Hank Moody (Παίδαρο Κακόκεφο); Devon θα μπορούσαν λένε τον David στο Six fit under –αλλά παραήταν γκέι όνομά, το Ντέιβιντ είναι πιο ουδέτερο.
Τέλος, το καλό σήριαλ κρίνεται από την ανταπόκρισή του στον κόσμο. Από το πόσο το αγάπησες και πόσο το νοσταλγείς όταν έχει τελειώσει η σεζόν. Για να το πετύχεις αυτό χρειάζεσαι είτε δυνατή υπόθεση και ατακαδόρους χαρακτήρες ή χαρισματικό casting. Με λίγα λόγια χρειάζεσαι είτε ταλέντο στο γράψιμο ή απλώς έναν καλό παράγωγο, να πληρώσει ηθοποιούς που ο ένας να είναι πιο ωραίος απ’ τον άλλο. Τότε δε χρειάζεσαι τίποτε άλλο! Είναι άπειρα τα σήριαλ με ηλίθιους, χαζούς, εκνευριστικούς ρόλους που τα βλέπουμε για τα όμορφα μάτια του πρωταγωνιστή. Και μεταξύ μας, και την Κοκκινοσκουφίτσα θα έβλεπα φανατικά αν έκανε τον Λύκο ο Hugh Jackman και τον κυνηγό ο Alexander Skarsgard!
Αλλά επειδή δεν τους βλέπω να παίζουν σε κάτι τόσο απλοϊκό, πρέπει να γράψω ένα σενάριο της προκοπής. Να βγάλουμε λεφτά και να γνωρίσουμε και τα παιδιά!

2.10.10

Πευκοβελόνα στ' άχυρα

Αέρας… να ψάχνεις να νοικιάσεις φθηνό σπίτι στα νότια προάστια, είναι σα να ψάχνεις βελόνα μέσα στ’ άχυρα. Το πόσα διαμερίσματα βρήκα με ενοίκιο από 1000 – 1400 ευρώ, ήταν απίστευτο. Τελικά κατάφερα να νοικιάσω μια γκαρσονιέρα στην Κρυστάλλινη Λίμνη. Αν και επιπλωμένη ήταν αρκετά οικονομική, υποθέτω επειδή φημολογείται ότι η περιοχή εκεί, είναι εξαιρετικά ευπαθής σε σεισμούς. Σκασίλα μου, δε θα μείνω για πάντα εκεί.
Η κατάσταση περιφερειακά της λίμνης ήταν τραγική –μαύρα κλαδιά σε δέντρα ξερά «η έκταση της φωτιάς ήταν μεγάλη» είπε η ιδιοκτήτρια, μια νοσηλεύτρια (πλέον προϊσταμένη σε ιδιωτική κλινική, μισθός αρκετός ώστε να έχει τρία διαμερίσματα). Αυτό δε μείωνε άλλο την τιμή του ενοικίου, έτσι κι αλλιώς δεν είχα θέα στο πρώην δάσος από το ισόγειο που θα έμενα. Μονάχα στις πόρτες ασφαλείας των απέναντι γκαράζ και σ’ όλα τα ντομπερμαν στις αυλές που μου έδειχναν τα δόντια τους- και δε νομίζω ότι μου χαμογελούσαν, για να με καλωσορίσουν στη γειτονία.


Γη… Το διαμέρισμα ήταν επιπλωμένο ψυχρά και αστικά –ένα στυλ που δε θα υιοθετούσα ποτέ εγώ. Για να το συνηθίσω προσποιούμουν ότι έχω κάνει διάρρηξη και ζω στο σπίτι ενός ξένου. Μου άρεσε να κάθομαι και να σκέφτομαι τι άνθρωπος θα έμενε εδώ. Τι μουσική θα άκουγε, τι θα έβλεπε στην τι-βι. Πέρασε έτσι ο καιρός και άρχισαν οι βροχές. Κι ένα πρωί που κατέβηκα να πάω στη δουλειά, κατάλαβα πώς κανένα αυτοκίνητο δεν κινούταν. «Όταν βρέχει η Κρυστάλλινοι δρόμοι γλιστρούν σαν υγρό γυαλί -δε θες να το ρισκάρεις, πιστεύω». Κατάλαβα γιατί όλοι οι γείτονες είχαν ελικόπτερα και τζιπ με ρόδες σαν τρακτέρ.


Φωτιά… Γύρισα ξανά στο σπίτι και πήρα τις επιγονατίδες μου. Τις φόρεσα, κούμπωσα το αδιάβροχό μου, έκανα το σταυρό μου κι ένα μπλον-ζον: άρχισα να γλιστρώ στους δρόμους, έχοντας για φρένα τις επιγονατίδες μου. Όπως με κοιτούσαν οι αφιλόξενοι κάτοικοι, ντυμένοι στις γούνες και τις δερμάτινες ομπρέλες τους, ένιωθα σαν φώκια κυνηγημένη από πεινασμένους Εσκιμώους. Όσο σκεφτόμουν τους γύρω μου, έχανα τον ρυθμό μου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, λίγο πριν την τελευταία κατηφόρα, στα σύνορα Γλυφιτζουράδας – Ταψιθέας να μη γείρω το σώμα μου καλά στη στροφή. Το πεύκο με είδε να πηγαίνω καταπάνω του, σήκωσε γοργά τις ρίζες του και τραβήχτηκε στο πλάι: «μαλακισμένοι άνθρωποι, μας καίτε, σιγά που θα σας σώσω -χα»!


Νερό… Βρέθηκα στον αέρα. Είδα την πόλη από και σκέφτηκα «τι άσχημη» κι αμέσως μετά «και πού ζούσες σ’ αυτήν, χάλια περνούσες». Κι ενώ ήμουν προετοιμασμένη ψυχολογικά, να γίνω το μενού της ημέρας σε κάποιο πιάτο δορυφορικής, κάτι με γράπωσε από την κουκούλα με τόση φόρα, που με ξαναπέταξε πάνω. Δεν ξέρω τι ήταν, ξέρω μόνο ότι φώναζα «μη μ’ αφήσεις ξανά, μόνο μη μ’ αφήσεις ξανά κάτω»! Απέδειχθει πώς ήταν μια μπάλα τένις, που εξοστράκισε με μίσος προς τον ουρανό υιός γνωστού εφοπλιστή, επειδή ο εσπρέσο του κρύωσε μέχρι να τελειώσει το σετ. Να ‘ναι καλά ο οξύθυμος βουτυρομπεμπές, ξαναβρέθηκα πάω απ’ τον γκρεμό, στο ίδιο πεύκο. Το πέτυχα στην πλάτη, δε με είδε, το κοπάνησα γερά. Με το τράνταγμα μάδησε όλο με μιας: πράσινη πυκνή βελονοβροχή με τύλιξε. Έμεινα μέσα στην ευωδιά του ρετσινιού να κοιτάζω τον γκρίζο ουρανό και να σκέπτομαι πως το να βρεις νόημα σε αυτή τη ζωή είναι πευκοβελόνα, μέσα στ’ άχυρα.

Και άντε να εξηγήσεις και στο αφεντικό σου γιατί άργησες στη δουλειά…

19.9.10

Όλα, πάντα, για χάρη σου

Αέρας… Βροχή στους δρόμους, πρώτη του φθινοπώρου –ή τελευταία του καλοκαιριού, όπως το δει κανείς, οι δρόμοι μποτιλιαρισμένοι, το μπαρ πηγμένο, σπρώχνεις για να περάσεις, σπρώχνεις για να φτάσεις στη μπάρα, «το γνωστό» θα κάνεις νόημα με το χέρι σου στον φαλακρό με το σκουλαρίκι –μα πού πας και τα βρίσκεις αυτά τα μαγαζιά, οι άνθρωποι που δουλεύουν σε αυτά έχουν ξεμείνει δυο δεκαετίες πίσω στο στυλ, για τη μουσική πάνε και 4 δεκαετίες πίσω.
Βγαίνοντας έξω αργά βρωμοκοπάς τσιγάρο και ανθρωπίλα- καλά δεν ήσουν σπίτι σου, τι σ’ έπιασε να βγεις Σαββατόβραδο; Μπαίνεις στο αμάξι, η άσφαλτος γεμάτη λαμπερές κόκκινες γραμμές, –«άρχισε το κυνήγι φεγγαριού;» σκέφτεσαι, «αλλιώς τι τους έπιασε όλους απόψε κι έχουν κρεμάσει αιμόφυρτα φεγγάρια κάτω από τα πορτ-μπαγαζ τους»;

Ανεβαίνεις στο σπίτι και βάζεις ένα ακόμα ποτό, κλείνεις το φώς και κάθεσαι στον καναπέ, ο ήχος της βροχής σε νανουρίζει, κρυώνεις μα δε σηκώνεσαι να σκεπαστείς.

Φωτιά… θες να δεις αν ο περιβόητος «φύλακας- άγγελος»που όλοι υποτίθεται έχουν θα ασχοληθεί να σου φέρει κουβέρτα, αλλά ίσως και ο φύλακας άγγελος να κάθεται κάπου μόνος του εκείνη την ώρα διερωτώμενος αν θα πάει κάποιος να τον σκεπάσει, η αναμονή είναι κουραστική, εξουθενωτική ώρες- ώρες, γέρνεις στο μπράτσο του καναπέ, κοιμάσαι.

Γη… Την βλέπεις στον ύπνο σου, δείχνει τόσο ψηλή και αέρινη, γονατίζει μπροστά σου και γελάει, γελάει και αυτό το όνειρο είναι όλο φως, ένα υπέροχο φως που ζεσταίνει -όχι κανένα ξινό χειμωνιάτικο ηλιοξέβαμμα, τυλίγει τα πόδια της γύρω σου, τα πόδια της μακραίνουν, μακραίνουν και λεπταίνουν, σαν μακαρόνια από πλαστελίνη, φτιάχνουν μια φωλιά όπως κάθεστε, φτιάχνουν γύρω σας μια φωλιά. Νιώθεις τόσο καλά, κλείνεις τα μάτια μέσα στο φως, τα κλείνεις και δακρύζεις απ’ τη λάμψη.


Νερό… Το επόμενο πρωί η πλάτη σου είναι σαν αγγλικό ερωτηματικό, η γάτα σου έχει πιει το ξεχασμένο σου ποτό και κοιμάται του καλού καιρού, η βροχή δε λέει να σταματήσει –εκτός αν βεβαιωθεί ότι θα πνίξει εντελώς κάθε ίχνος καλοκαιριού, «τι κακία» που θα έλεγε και η 4χρονη κόρη σου, έχεις όλο το πρωινό άδειο και δεν ξέρεις τι να το κάνεις, κοιτάς το τηλέφωνο μας δεν παίρνεις κανέναν, αγοράζεις εφημερίδες και τις πετάς στον καναπέ, φτιάχνεις αλμυρό κέικ και το σπίτι μυρίζει για λίγο Κυριακή. «Θες να γίνονται όλα για χάρη σου» λες. Και δεν καταλαβαίνω αν μιλάς στον εαυτό σου ή αν της μιλάς πάλι. Τι σημασία έχει εξάλλου. Αφού εκεί δε τα χαλάμε όλοι. Ο καθένας θέλει να γίνονται όλα για χάρη του…

12.9.10

Bad diary days

Γη… Εν αναμονή της ομιλίας του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ και προκειμένου να αποφύγουν μια Κυριακή των Παπουτσιών (κατά την οποία όλοι γράφουν στα παλιά τους παπούτσια την νέα κυβέρνηση και κατόπιν τα πετούν στο κεφάλι του Πρωθυπουργού) ο Υπουργός Δημοσίας Τάξεως σκέφτηκε πως θα ήταν καλή ιδέα η άμεση πρόσληψη νυχτοφυλάκων Οι νυχτοφύλακες θα ήταν πιο ανοιχτομάτηδες από τους απλούς χωροφύλακες- διότι, άλλα τα μάτια του λαγού, κι άλλα της κουκουβάγιας-, και στόχος τους ήταν να περιφρουρούν την περιοχή γύρω από τον τόπο διαμονής των κρατικών στελεχών, να περιορίζουν τα ύποπτα μπες- βγες και να απομακρύνουν από τους θεατές της ΔΕΘ φονικά όπλα –όπως μυτερές γόβες, τακούνια στιλέτο, ποδοσφαιρικά σπορτέξ με καρφιά κλπ.

Φωτιά…
Όσο μεταδιδόταν το παραπάνω ρεπορτάζ, ο Νάσος έφυγε από το σαλόνι, όπου έβλεπαν οικογενειακώς τις ειδήσεις. Πήγε στο δωμάτιο του που δεν μολυνόταν από την πραγματικότητα, παρά ευωδίαζε εφηβικές φαντασιώσεις. Έπεσε στο κρεβάτι και συνέχισε να χαζεύει στο λαπτοπ τις δίμετρες αμαζόνες, με τα μυτερά νύχια και στητά στήθια, που οργίαζαν με καλογυμνασμένους σούπερ ήρωες- τόσο δυνατοί που μπορούσαν να σπάνε καρύδια με την κωλοτρυπίδα τους. Η μάνα του μπήκε απροειδοποίητα και πάτησε μια τσιρίδα «πάλι αυτά τα αισχρά καρτούν βλέπεις, τέλος το καλοκαίρι και η ανοχή σ’ αυτό το χάλι, αύριο ξεκινάς σχολείο» και του κοπάνησε με φόρα την οθόνη κάτω., τράβηξε το καλώδιο και έφυγε με το λαπτοπ ανα χείρας, ως λάβαρο. Ο Νάσος ακούμπησε το κεφάλι του πάνω στο σεντόνι- ήταν ζεστό εκεί που ακουμπούσε το μηχάνημα. Έμεινε έτσι μπρούμυτα, με κλειστά μάτια και μια τεράστια σκληρότητα να του τρυπάει την κοιλιά –όχι προς χάριν των ζωγραφισμένων άτριχων αιδοίων μα για το ολοζώντανο τριχωτό στέρνο του απέναντι ψιλικατζή, του Ντίνου –που, κι εκείνος, έμοιαζε να σπάει καρύδια -και μόνο με το βλέμμα του. Φαντάσου τι θα έκανε και με το κορμί του, λοιπόν…


Αέρας…
Την ίδια ώρα ο Ντίνος, ο σφίχτης, γαλανομάτης κρεολός –που μισούσε ότι δεν ήταν στρέιτ, λευκό και γαλανό-, θορυβήθηκε από τις υποψίες του Υπουργού, σχετικά με την φονική υποδηματοποιία: η Βαγγελιώ είχε πολλά παπούτσια μυτερά, χώρια το κόκκινο στις γόβες, χώρια τα τακούνια- καρφιά. Μήπως τόσα χρόνια υπέθαλπε καμιά αντικυβερνητική μέσα στο σπίτι του; Παράτησε το τσιγάρο να καίει στο τασάκι και εισέβαλε στο υπνοδωμάτιο, ρωτώντας την, γεμάτος μένος: «για λέγε, λοιπόν, τι τα χρειάζεσαι όλα αυτά τα παπούτσια, που τελικά δε φοράς και ποτέ έξω, ε»; Η Βαγγελιώ, που μόλις τελείωνε ένα σκανδιναβικό, κύλησε με νόημα το μολύβι ανάμεσα στα φρεσκοβαμμένα νύχια της και απάντησε: «μα τα φοράω στο κρεβάτι, μωρό μου». Η απάντηση κρίθηκε ικανοποιητική, η ύποπτη αθωώθηκε και τα στρώματα βόγκηξαν για ώρες, σε σκανδιναβικές και άλλες στάσεις.


Ο κυρ Βαγγέλης από κάτω, νανουρίστηκε από το τρίξιμο των σομιέδων. Κι εκείνη τη νύχτα είδε ένα όνειρο γλυκό: πώς έχανε τον ύπνο της για χάρη του η Καρολίνα Γεωργίου, η γυμνάστρια του γιου του στο Δημοτικό. Και το επόμενο πρωί ξύπνησε ανανεωμένος και αναψοκοκκινισμένος. Βρήκε τη γυναίκα του να τον περιμένει με μούτρα στην κουζίνα, έτοιμη να κάνουν την συζήτηση Νο.16 σχετικά το αν θα κόψει τα επαγγελματικά ταξίδια ή σκοπεύει να την αφήσει να περνάει όλα τα λούκια με το παιδί μόνη της. Κι εκείνος «γιατί τόσα νεύρα, πρωί -πρωί;» τη ρώτησε ήσυχα, κι εκείνη είπε «καλά, μας δουλεύεις; Λυσσάξανε οι από πάνω χτες βράδυ, δεν έκλεισα μάτι».


Νερό…
Ο Βαγγέλης πήρε τον γιο του να τον συνοδεύσει στο σχολείο- πρωινό που όλες οι οικογένειες περιμένουν, να γίνει ο αγιασμός και τα βλαστάρια τους, επιτέλους, θα φύγουν από το σπίτι και θα πάνε να πρήζουν άλλους, 8.00πμ - 4.00μμ. Στο ραδιόφωνο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
ανακοίνωσε ότι, παρά της αισιόδοξες δηλώσεις του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, θα γίνονταν επιπλέον κρατήσεις στους μισθούς για την παροχή ξεματιάστρας και ονειροκρίτη στους πολίτες, αφού τα πάμε τόσο καλά στο πρόγραμμα λιτότητας, που το ΔΝΤ ενδέχεται να μας βασκάνει. Ο Βαγγέλης σκέφτηκε πώς οι κακές μέρες σ’ αυτό το ημερολόγιο δεν λένε να τελειώσουν, αλλά φτάνοντας στο σχολείο είδε την Καρολίνα τη γυμνάστρια. Και για λίγο, για πολύ λίγο, ξέχασε όλα τ’ άλλα. Πλησίασε, της έσφιξε το χέρι και χαμογελώντας της ευχήθηκε «καλή αρχή, καλή χρονιά να έχουμε». Κι ήταν σα να το ευχόταν στον εαυτό του.

11.9.10

Και πάνω που είχα αρχίσει να βαριέμαι στο γυμναστήριο

Βλέποντας το παρακάτω βίντεο, σκέφτηκα ταυτόχρονα τα παρακάτω:



1. Μάθε παιδί μου ενόργανη και ό,τι θέλεις κάν' την.
2. Αν μετά από αυτό υπάρχουν ακόμα αμφιβολίες για την καταγωγή του ανθρώπου από το τον πίθηκο...
3. Δε θέλω να σκεφτώ πόσες φορές έχουν πέσει μέχρι να το πετύχουν.
4. Και νόμιζα πως μόνο ο Spiderman μπορούσε να σκαρφαλώνει σε τοίχους.
5. Αν αποφασίσουν να γίνουν διαρρήκτες, δε σώζεσαι ακόμα κι αν μένεις στον 8ο όροφο.
6. Άγγλοι, παιδί μου, δεν έχουν ήλιο, δεν ξέρουν τι να κάνουν στη μίζερη ζωή τους.
7. Το πιθανότερο θα ήταν να βρίσκονταν μονίμως μεθυσμένοι σε παμπ, κι αν είναι να πάνε από κίρρωση ύπατος, ας πεθάνουν έτσι.
8. Θα πεθάνουν έτσι, είναι ζήτημα χρόνου, καλέ θα σκοτωθούν, κοίτα τι κάνουουουουν!
9. Γιατί δεν έχουν κορίτσια; Γαμάτα είναι, θέλω κι εγώ!
10. Επαγγελματικός προσανατολισμός: μπορούν να γίνουν stundman σε σκηνές ανθρωποκυνηγητών
11. Ή να τους προσλάβει καμιά εταιρία αθλητικών, για διαφήμιση αντιολισθητικών παπουτσιών.
12. Πάει ο καιρός που η τέχνη μιμούνταν τη ζωή: αν η ζωή μιμείται την τέχνη τότε καθόλου παράξενο που τούτοι μιμούνται τα κινηματογραφικά εφέ σε ταινίες τύπου matrix, τίγρης και δράκος και δε συμμαζεύεται
13.Που τη βρίσκουν τόση ενεργητικότητα
14. Ζηλεύω
15. Το τσιμέντο είναι τι νέο γκαζόν και το parcour το νέο ποδόσφαιρο

5.9.10

μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις σάλταρε...

Αέρας... Τον τελευταίο καιρό μίλαγε συνέχεια με κλισέ εκφράσεις. Τον ρώταγες για την Ελένη σου έλεγε «όπως έστρωσε να κοιμηθεί». Του έλεγες πώς πάει η δουλειά –θα μείνει εκει ή θα πάρει μετάθεση «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Πώς τα πάνε με την ανακαίνιση στο σπίτι «ο χρόνος είναι χρήμα αλλά δεν έχω τίποτα από τα δυο». Τον κοίταζα και ήθελα να σκίσω το σελοφάν απ’ τις κατεψυγμένες εκφράσεις του, να βρω από πίσω εκείνο το στόμα γεμάτο φρέσκο λέξεις, όπως το είχα γνωρίσει πριν 20 χρόνια, που ήμασταν διπλανοί στο σχολείο, τότε που έπιανε και χάλαγε την ορθογραφία σε όλες τις τετριμμένες υποσχέσεις όπως τα περιβόητα friends for ever και τα έκανε fries for everest.
Πέρασε, βέβαια, ο άνθρωπος, 15 χρόνια γάμου, τρεις δουλειές την ημέρα για χιλιάδες μέρες, υπέστην αφραγκίες, απιστίες, χωρισμούς, επανασυνδέσεις, αμφιβολίες, ψέματα, απογοητεύσεις. Εντάξει, η ανθρώπινη μηχανή έχει πολύχρονη εγγύηση, αλλά δε θέλει και πολύ να λασκάρει καμιά βίδα. Και αρκεί να λασκάρει μια βίδα. Το έριξε, λοιπόν, ξαφνικά στη θρησκεία. «Κάνε το σταυρό σου, την υγειά μας να 'χουμε» και «ο Θεός είναι μεγάλος», "θα έρθουν μέρες με χαρές, αρκει να περιμένεις" και με έσκασε να πληρώσει τους καφέδες, γιατί ήθελε να χαλάσει «δεν έχω ψιλά και θέλω να ανάψω ένα κερί, της Οσίας Ερμίνας σήμερα».

Νερό... Τον κοίταξα με συγκατάβαση, λες και μίλαγα σε αλλοδαπό στο φανάρι: «έχω ψιλά, θα σου δώσω εγώ». «Α, δεν πιάνει η ευχή αν σου δώσει τα λεφτά άλλος». Τον ακολούθησα στην εκκλησία, να φιλάει εικόνες, να ανάβει κεριά και να δείχνει τόσο απελπισμένος και μοιρολάτρης, που ήθελα να τον χαστουκίσω, μπα και ξυπνήσει από την ύπνωση» «Βάλε το κερί πίσω και τσακίσου έλα έξω μην αρχίσω να κατεβάζω καντήλια».

Γη... Δεν καταλαβαίνω, είπε. Κι αυτός τα κορόιδευε αυτά, είπε. Αλλά πήγε στο μοναστήρι του Όσιου Τάδε και πείστηκε. Τον δοκίμασε, είπε. «Ποιον δοκίμασες;» ρώτησα. Το Άγιο! Του είπα τα προβλήματα μου και τον προκάλεσα να με βοηθήσει. Και πέρασε τη δοκιμασία! Ο Όσιος, είπε, του έκανε καλό: τον τράκαρε κάποιος και του έφτιαξε το αμάξι- το παλιό, σαράβαλο αμάξι-, του το έκανε καινούριο! «Σύνελθε» του έλεγα, «τι άγιος είναι αυτός που για να κάνει καλό σ’ εσένα κάνει κακό σε κάποιον άλλο»- «όχι, όχι, γιατί ο άλλος είχε εταιρική ασφάλεια, τα πλήρωσε η εταιρία που δούλευε». Καλός Θεός, αγαθός, παίρνει από τους πλούσιους και δίνει στους φτωχούς, φαντάστηκα την Οσία Ερμίνα σαν την Παπαρήγα με φωτοστέφανο.

Φωτιά... Η ζωή είναι χάλια αν έχεις διαβάσει πολύ- όσο περισσότερα ξέρεις γι’ αυτήν, τόσο πιο απαισιόδοξος γίνεσαι. Η ζωή είναι χάλια και η θετική σκέψη και τα new age κουραφέξαλα είναι ζάχαρη άχνη να πασπαλίζονται οι βουτυρομπεμπέδες. Η θρησκεία είναι το όπιο των λαών –και όπως όλα τα ναρκωτικά, δεν είναι τσάμπα (φροντίζουν να πληρώσεις για τη δόση σου, τα μοναστήρια και οι εκκλησίες).
«Βλέπεις συνέχεια το ποτήρι μισοάδειο, αντί μισογεμάτο» λέει.
«Σταμάτα να μιλάς με λαϊκές ρήσεις και κλισέ, μου έχεις σπάσει τα νεύρα» λέω!
«Γιατί δε μου τα έχεις σπάσει εσύ; Άντε να σε δει κανένας γιατρός»
«Κι εσύ, άντε να σε διαβάσει ο Πνευματικός σου».
Γύρισε με κοίταξε και κούνησε το κεφάλι πάνω κάτω, σα να με λυπόταν
«Μοναχή σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα».
Εσυ, πάλι, που δεν πηδάς, έχεις σαλτάρει -ήθελα να του πω. Αλλά ήπια μια γουλιά καφέ και ξεφύσηξα.
"Τι;" ρώτησε εκεινος που περίμενε μιαν απάντηση.
"Του τρελού το μάτι, στο μεγάλο το κομμάτι" του είπα.
Ε, δε με παρατάτε, το ξέρω ότι ήταν άσχετο, αλλά δε μου ερχόταν άλλη παροιμια εκεινη την ώρα!

29.8.10

και η ζωή είπε "καταλαβαίνω τι ονειρεύεσαι, αλλά δεν θα το έχεις"

Φωτιά… Αν ήμασταν σε κινηματογραφική κομεντί, η ιστορία μου θα ήταν διαφορετική: εγώ θα γέλαγα, θα έβρισκα χαριτωμένο το τρέξιμο σε δεκάδες μαγαζιά -με είδη υγιεινής, πλακάκια και ηλεκτρικές συσκευές-, και θα έλαμπα από ενθουσιασμό ενώ θα έστελνα στον καλό μου φωτογραφίες από τα πλυντήρια πιάτων, για να μου πει ποιο προτιμάει στη φωλίτσα μας. Αλλά, επειδή η πραγματική ζωή απέχει μακράν του σινεμά, αυτή η ανακαίνιση δεν έχει ίχνος ρομαντισμού μέσα της, μόνο ψυχαναγκασμό και υποχρέωση, έχω κουραστεί αφάνταστα, έχω βαρεθεί να τρέχω για όλα μόνη μου ενώ ο καλός μου είναι 400 ναυτικά μίλια μακριά και, ίσως, να μη γκρίνιαζα τόσο αν μπορούσα, τουλάχιστον, να αγοράζω αυτά που μου αρέσουν. Αλλά τα νούμερα δε βγαίνουν… Οι αριθμοί στις τιμές των προϊόντων έχουν άλλη άποψη κι αισθητική γι’ αυτό το σπίτι, οδηγούν την ανακαίνιση σε κάτι που θυμίζει την παράγκα του Καραγκιόζη και όχι λοφτ του Μανχάταν.

Αέρας…
Το βράδυ μας βρήκε στο νέο σπίτι της Γιολάντας για φαγητό. Αφού μας έκανε ξενάγηση στα δωμάτια- κι εγώ την εξάντλησα να ρωτάω αν τα ντουλάπια είναι βακελίτης, οι πόρτες ημιμασιφ δρυς και πόσο κόστισε το λιστέλο περιμετρικά στο μπάνιο- χαλάσαμε τις μισές χαρτοπετσέτες στο τραπέζι, να σχεδιάζουμε πώς να κάνω την κουζίνα και τι χρώμα να γίνει το δάπεδο.
«Από χρήματα τι παίζει» ρωτά η Βιρτζίνια.
«Δάνειο» λέω.
«Οι ανακαινίσεις είναι το καλύτερο, τα σημερινά σπίτια είναι όλα φτηνοκατασκευές, πιο γερά θα ήταν να τα έφτιαχναν με τραπουλόχαρτα», λέει η Μάρα.

Φοράει ένα φουστάνι που μοιάζει απίστευτα με της Αλίκης (στη Χώρα των Θαυμάτων) και, χωρίς να το θέλω, σκέφτομαι τη σκηνή του βιβλίου στο βασίλειο των τραπουλόχαρτων και γελάω νοσταλγικά.
Γυρνάω το κεφάλι προς τη μπαλκονόπορτα, κοιτάζω τη νυχτερινή Αθήνα. Τα πολύχρωμα φωτάκια της δεν βοηθάνε πια, μοιάζει πυχτή και πνιγερή, γεμάτη υποχρεώσεις και τρεχάματα. Μας βλέπω δέκα χρόνια πριν, ίδια περίοδος, διακοπές σε νησί, φάρσες, καζούρες, ανωριμότητες, γέλια τρελά, νύχτες καλοκαιριού ανάλαφρες που άφηναν μια θαμπάδα ονείρου στο μυαλό, γεύση τεκίλας με λεμόνι και αλάτι.
«…άλατα» πιάνω την τελευταία λέξη της Γιολάντας.
«Άλατα;» επανέρχομαι στην πραγματικότητα.
«Ο εμαγιέ νεροχύτης, λέω, είναι πιο άβολος απ’ τους μεταλλικούς, αλλά δεν φαίνονται οι λεκέδες από τα άλατα».
«…εξαντλήθηκαν τα αποθέματα της σε ηλεκτρολύτες, μεταλλικά στοιχεία και άλατα» ακούω να λέει μια ανδρική φωνή.


Νερό…
Είμαι δυο ώρες εκεί και μόλις παρατήρησα πως η τηλεόραση είναι αναμμένη, ενώ δεν παρακολουθεί το πρόγραμμα καμιά μας –τόση άσκοπη σπατάλη ενέργειας. Μια Μαραθωνοδρόμος τρέχει 540χλμ για να τιμήσει τον Φειδιππίδη, διαλυμένη σωματικά -μέσα σε επιδέσμους με πυρετό, εξάντληση, αφυδάτωση, τενοντίτιδες και άλλα πολλά. "Έχει σαλέψει ο κόσμος" σκέφτομαι, "αν και μας βλέπω όλους να παρατάμε τα αμάξια στην ακρη και να αρχιζουμε το τρέξιμο , εκει που έχει πάει η τιμή της βενζίνης".

Γη…
Η βενζίνη μου ειναι στη ρεζέρβα, με φτάνει δε με φτάνει ως το σπίτι. Στο δρόμο της επιστροφής χτυπάει το τηλέφωνο. «Μου λείπεις» λέει ο καλός μου από την άλλη γραμμή. «Κι εμένα» λέω καθώς τρέχω πάνω στον διάδρομο απογείωσης. Το γαλάζιο Ibiza μετατρέπεται σε μια οβάλ σφαίρα που ετοιμάζεται να τιναχτεί στο υπερπέραν –διανύοντας τα 400 ναυτικά μίλια σε 1, 06 λεπτά. Μα ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας μου κάνει νόημα να σταματήσω -«κατανοώ τι θες κοπελιά, αλλά δε συμφωνώ» κι ενώ του γνέφω «όχι, όχι», αυτός μου πασαλείβει το παρμπρίζ επαναλαμβάνοντας σαν κουρδισμένος «ντεν έκει ντουλειά, όκι ντουλειά». Το Ibiza γίνεται πάλι 1400άρι 6ετίας και θυμάμαι ότι θέλει σέρβις. Ο καλός μου πάει για ύπνο κι εγώ οδηγώ μόνη, απογοητευμένη και μπερδεμένη, πίσω στο σπίτι. Αν ήμασταν σε κινηματογραφική κομεντί, η ιστορία μου θα ήταν διαφορετική. Σας το είχα πει. Αλλά δεν...

22.8.10

μα πού πήγε η φρέσκια μουσική;

Γη… Θυμάμαι πριν δέκα χρόνια, όταν πρωτοέβαλα ίντερνετ, ήταν αργό σαν κάρο σε λασπόδρομο και κάθε λεπτό της διαδικτυακής βόλτας χρεωνόταν με τιμή μαύρου χρυσού σε εποχή κρίσης. Επειδή η χρονοχρέωση ήταν φθηνότερη και η ταχύτητα μεγαλύτερη το βράδυ, ο φίλος μου ερχόταν σπίτι άγριες νυχτερινές ώρες και κατέβαζε μουσική –την οποία μου άφηνε στο pc να την ακούσω την επομένη, αφού, στο μεταξύ, με είχε πάρει ο ύπνος. Τρελή μουσική, πολλή μουσική -τα πιο άγνωστα συγκροτήματα, οι πιο παλαβές μπάντες, τα αφτιά μας δεν χόρταιναν να ακούν, οι ανακαλύψεις ήταν φαντασμαγορικές και ο ενθουσιασμός κατέληγε στα πιο καυτά compilation της πόλης.

Νερό…Ο ενθουσιασμός μου κράτησε πολλά χρόνια, στην πάροδο των οποίων, όμως, μάλλον εξάντλησα το indie pop/ rock πηγάδι. Δεν πτοήθηκα, άκουσα κι άλλα είδη -και nu-folk και electro- rock και downtempo,- και πάντα περίμενα πως κάθε φορά θα βγαίνει ένα νέο είδος που θα μας συναρπάζει. Ε, δεν έγινε έτσι. «Νομίζω ότι απλώς μεγάλωσες» λένε οι φίλοι μου. Φυσικά μεγάλωσα. Και εξελίχθηκα. Η μουσική δε θα έπρεπε να μεγαλώνει μαζί μου; Να γίνεται πιο ώριμη, πιο πληθωρική, πιο ουσιαστική, να εξελίσσεται; Αντ’ αυτού μας έχει φάει η σκόνη από τα 60’ς και τα 80’ς… Ειδικά από τα 80’ς.

Φωτιά… Επιτέλους, πότε θα περάσει αυτή μόδα, δεν αντέχω άλλο τα like- a- virgin ντυσίματα, το νερόβραστο συνθεσάιζερ και τις μωρουδίστικες μελωδίες. Αν μη τι άλλο, τα 80ς έχουν να επιδείξουν πολύ καλύτερες μουσικές από αυτές τις γελοιότητες που αναπαράγουν οι πιτσιρικάδες σήμερα (μα, δηλαδή, έλεος: αντιγράφουν και τα χειρότερα!). Πραγματικά, οι μόνοι που διατηρούν στον ήχο τους εσάνς 80’ς χωρίς προκλητικά καρμπόν είναι οι Wild nothing -μακράν...

Αέρας… Από 800 (!) τραγούδια που άκουσα αυτό το καλοκαίρι, δεν κατάφερα να φτιάξω ένα καλό cd (απορώ, πώς άλλοι έκαναν ολόκληρα podcasts, με αυτό το μπαγιάτικο disco- thing). Μάλλον οι Morning Code έχουν απαυδήσει επίσης, εξ’ ου κι έκαναν τη μεγάλη έκπληξη αντιγράφοντας Smashing Pumpkins στο ρεφρέν. Τουλάχιστον αλλάξανε δεκαετία επιρροών -είναι μια παρηγοριά κι αυτό, εν αναμονή της φρέσκιας μουσικής. Αμποτε και να έρθει. Αμήν.

1.8.10

33 των Smashing pumpkins και 2 κεράκια ακόμα, παρακαλώ!

«Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού», έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι- σε μια εποχή που το «ανήρ» ήταν σχεδόν ταυτόσημο του «άνθρωπος». Η γυναίκα δεν συμπεριλαμβανόταν σε αυτό το ρητό, αφενός ήταν αδύνατον να είναι σοφή, αφετέρου δεν ήταν καν άνθρωπος, ήταν res, «αντικείμενο» θυμάστε; Πέρασαν χίλια χρόνια και μερικοί αιώνες από τότε, και από την αρχαία ελληνορωμαϊκή γραμματεία βρισκόμαστε στην βικτωριανή λογοτεχνία: στην επαρχία του Μίντλμαρτς της Τζορτζ Έλιοτ. Εκεί, η γυναίκα, αν δεν είναι πλούσια, είναι μονάχα μια ψαροκασέλα για να πετάνε τα αρσενικά τ’ απόνερα της ηδονή τους, κι αν, πάλι, είναι ευκατάστατη, αποτελεί ακόμα ένα εκλεπτυσμένο αντικείμενο, για τη συλλογή των κυρίων. Αιώνες ανθρώπινης ζωής και η γυναίκα ακόμα αντικείμενο! Για έναν καλό γάμο η κόρη πρέπει να είναι ομορφούλα, ματαιόδοξη και με αφοσίωση σκύλου- του σαλονιού, όχι κυνηγόσκυλου, δεν την ήθελαν «λαγωνικό», καταλαβαίνετε»!
Τα κορίτσια από κάτω χασκογελάνε, ήδη βλέπω δυο να φαντάζονται την μαραζωμένη σύζυγο να μυρίζεται από χιλιόμετρο την φρέσκια αντρική σάρκα, που πλησιάζει στο σπίτι.
«Εντάξει, αλλά πια καταφέρατε αυτό που θέλατε, χειραφετηθήκατε. Και πού καταλήξαμε, έχουμε πήξει στα διαζύγια».

-Πες μου ότι τον κοίταξες με ύφος «άλλη μια τέτοια ατάκα και δε θα περάσεις ποτέ μάθημα μου».
-θα το έκανα αν ήταν δικό μου μάθημα, και όχι της Πετρίδου!
-Αλήθεια, τι σου είπε η Ουρανία; Έχεις ελπίδες για Λέκτορας φέτος ή πάλι βοηθητικό προσωπικό θα σε έχουν; ρώτησε η Πέγκυ που κοίταξε την Μαργαρίτα και είπαν ταυτόχρονα «ως …res δηλαδή»!
Όπως κάθε γεροντοκόρη που σέβεται τον εαυτό της, έτσι κι εγώ, αφου το έβλεπα πως δε θα παντρευτώ, το έριξα στη μόρφωση. Πανεπιστήμιο, μεταπτυχιακα, διδακτορικό και λίγο παραμυθιασμα ότι το κυνηγάω για ακαδημαϊκή καριέρα- το στομάχι μου δεν άντεχε τέτοια, αλλά το έκανα για να εχει άλλοθι η μάνα μου "η Μελίνα δεν θέλει να κουκουλωθει κανέναν, ακόμα σπουδάζει" ενω την έτρωγε το σαράκι ότι θα μεινω στο ράφι, μαζι με τα βιβλιά μου.
-Απ’ ότι φαίνεται δεν θα δουλέψω του χρόνου.
-Τι, σε διώχνουν; Α τους μαλ…,πήγε να πει η Μαργαρίτα
-Είμαι έγκυος, την διέκοψα.
 
«Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού» και ο άνδρας με τον οποίο έβγαινα σίγουρα σοφός δεν ήταν. Η πρώτη εγκυμοσύνη από απροσεξία, έναν χρόνο πριν. Η δεύτερη από ατύχημα: έσκασε το «λάστιχο». Στην πρώτη εγκυμοσύνη συμπεριφέρθηκε ακριβώς όπως εκείνοι που αδειάζουν τα απόνερα στην ψαροκασέλα- σα να ήταν πρόβλημα της ψαροκασέλας που βρέθηκε με ένα βατράχι μέσα της και όχι και εκείνου που βοήθησε τον γυρίνο να μπει. Στην δεύτερη εγκυμοσύνη δεν είχε άποψη: δεν του το είχα πει. Γιατί, πλέον, με έβλεπε σαν χαριτωμένο μπιζουδάκι, που πρέπει να είναι λαμπερό, να γελάει, να είναι ανάλαφρο και σώνει πια με το διάβασμα, τα Καθηγητηλίκια και την πνευματικότητα. Όποτε έβρισκε ευκαιρία μου κοπάναγε ότι είμαι ανώριμη και τεμπέλα, όλο στον υπολογιστή κάθομαι αντι να τον βοηθάω στις ανακαινισεις σπιτιών που εκανε, αντι να τρίβω πατώματα και να στοκάρω τοίχους.
-Πολλοί πνευματικοί άνθρωποι είχαν τέτοιο χόμπι. Το ξέρεις ότι ο Τσώρτσιλ είχε ένα χώρο για να κτίζει και να γκρεμίζει τοίχους, για να χαλαρώνει;
-Και ο Κλιντον είχε ερωμένη -για την ίδια δουλειά. Εγώ προτιμώ το διάβασμα και το θέατρο για να χαλαρώνω, υπάρχουν πολλά χόμπι πέρα από το μαστόρεμα, ξέρεις, δεν είναι ανάγκη να αρέσουν σε όλους τα ίδια.

-Και πότε θα του το πεις; Ρώτησε η Πέγκυ
Τις κοίταξα αμίλητη
-Όοοοοχι, όχι, όχι, όχι, πρέπει να το πεις.
Την περασμένη φορά που το είπα είχαμε μια τέλεια σχέση, ήμασταν ερωτευμένοι ως το κόκαλο και με έβαλε να το ρίξω. Τώρα η πρώτη έξαψη του πάθους πέρασε, δεν βλέπω να πολυταιριάζουμε και ο γάμος μοιάζει όλο και περισσότερο με θηλιά γύρω από το λαιμό μου. Θέλω ένα παιδί αναπνέοντας, όχι πνιγμένη.
-ΟΚ, ανύπανδρη μητέρα με παιδί χωρίς πατέρα, μια χαρά, πολύ ευρωπαϊκό! Είπε η Μαργαρίτα προσπαθώντας να σώσει την κατρακύλα στη μιζέρια, που πλησίαζε αθόρυβα. Γονείς έχεις, αδέρφια έχεις, μια χαρά! Όλοι θα σε βοηθήσουν να το μεγαλώσεις, συμπλήρωσε, βλέποντας την Πέγκυ να μην μπορεί να αρθρώσει λέξη.
-Ναι, δεν είναι ακριβώς έτσι. Ήδη, από την προηγούμενη εγκυμοσύνη, η μάνα μου είπε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να βοηθήσει: μια κόρη χωρισμένη και μια με μπάσταρδο, δε θα το αντέξει. Είπε ότι τώρα που γέρασε και θέλει να αποσυρθεί στο χωριό, δε θα της καταστρέψω τ’ όνομα και το ησυχαστήριό της, εγώ.
-Οπότε πρέπει να παντρευτείς, λέει η Πέγκυ.
-Δε θέλω να παντρευτώ- δε με θέλει όπως είμαι και δε σκοπεύω να αλλάξω για να γίνω όπως με θέλει!
-Ε, ριξ’το και βρες κάποιον άλλο που να θες να παντρευτείς και να κάνετε παιδί.
-35 χρόνια τον ψάχνω και δεν τον βρήκα, τώρα θα τον βρω; Το σκέφτηκα καλά: διαμέσου των αιώνων, οι επιτυχημένοι γάμοι είναι ελάχιστοι σε σχέση με το τεράστιο ποσοστό των αποτυχημένων. Επίσης δεν είναι τυχαίο ότι μονάχα ένας Σαίξπηρ υπήρξε: η ευαισθησία και η αρρενωπότητα είναι δυο εξαιρετικά ασυμβίβαστα χαρίσματα. Α, και είμαι εντελώς κατά της έκτρωσης- μιας ήταν υπεραρκετή, δεν αντέχω ψυχολογικά άλλη.
-Θα πεις ότι χώρισες! είπε τότε η Μαργαρίτα, φωνάζοντας από τον ενθουσιασμό με την ιδέα που κατέβασε, κάτω από τις υπέροχες ξανθιές μπούκλες της. Με την αδερφή σου, κουτσά- στραβά το άντεξαν όλοι στο χωριό. Ε, θα πεις κι εσύ ότι παντρεύτηκες, αλλά μέχρι να γεννήσεις, χώρισες! Ο γάμος έγινε στην Αθήνα, σε Δημαρχείο, δεν κάλεσες κανέναν, αυτά. Ανέβασε φωτογραφίες στο facebook –τη χαρά της εικονικής πραγματικότητας!

Και ήταν Κυριακή, ημέρα των γενεθλίων μου, «ωραία μέρα για γάμο» είπε η Ίλια. Στηθήκαμε έξω από το Δημαρχείο με τον Κρις –γκέι φίλος που δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να παντρευτεί –γυναίκα, τουλάχιστον! «Έλα» του είπαμε, «θα είναι σαν φωτογράφηση μόδας». Στις φωτογραφίες στο facebook τον αναφέραμε σαν Ιάκωβο Παπαχρόνη- ήταν το επίθετο της μητέρας μου, αυτό θα έδινα στο παιδί- στους συγγενείς που θα το έπαιρναν είδηση θα μίλαγα για «τρομερή συνωνυμία»!

Έξη μήνες μετά, με μια κοιλιά σαν αερόστατο, πολλοί με ρωτούν αν είμαι ικανοποιημένη με την επιλογή μου. Η ερώτηση δεν απαντιέται με ναι ή όχι. Κάθε επιλογή εμπεριέχει ναι και όχι. Κάθε επιλογή αποκλείει άλλες, που θα ικανοποιούσαν άλλα ναι και θα είχαν δικά τους όχι. Φυσικά θα προτιμούσα ένα ροζ σύννεφο να ζω, έναν άντρα ποιητή να με συντροφεύει και μια ζωή χαρισάμενη, αλλά αφού τα χρόνια περνούν και αυτός ο σύντροφος δε λέει να φανεί, θα ήταν πολύ κρίμα επειδή δεν έχω ερωτική σχέση να μην μπορώ να βιώσω την μητρική σχέση. Εγωιστικό; Μπορεί. Αλλά από το να είμαι άλλη μια στερημένη, κομπλεξική αλτρουίστρια, προτιμώ να είμαι μια χαρούμενη, εγωίστρια μαμά. Στα 35 μου μπορώ να το αντέξω. Αν αντέχεις μια ολόκληρη εγκυμοσύνη μόνη, μπορείς να αντέξεις τα πάντα, πιστέψτε με!




20.6.10

να ξέρεις σημαίνει να σωπαίνεις όταν δεν ξέρεις

Αέρας…
«Μη φωνάζεις» λέει ο Τζέισον πρωί πρωί, τη στιγμή που η Μίμι προσπαθεί να του εξηγήσει για δέκατη φορά σε τρία λεπτά ότι δεν έχει πονοκέφαλο από τις αναθυμιάσεις του αλκοόλ που ανεβαίνουν στον εγκέφαλό του, αλλά από το υγρό αλκοόλ που έχει περάσει στο αίμα του.
«Μη φωνάζεις» της λέει, ενώ το κεφάλι της πάει να εκραγεί από οργή κι εκείνος επιμένει ότι οι αναθυμιάσεις φταίνε που μεθάς, ενώ εκείνη προσπαθεί να του εξηγήσει ότι το υγρό αλκοόλ εισρέει στα υγρά του σώματος και τους ιστούς και δρα τοξικά.
«Μη φωνάζεις» της λέει για τρίτη φορά,
«πώς να μη φωνάζω, αφού δεν ακούς! Σου εξηγώ και δεν με ακούς!» και πια τον στέλνει στον διάβολο μέσω διαβάσματος «Άει διαβάσου».
Μπαίνει στο μπάνιο και ενώσω βουρτσίζει μανιακά τα δόντια της αναρωτιέται «πού πήγε η μουσική που αρκούσε για να μη βλέπεις τα υπόλοιπα» και μονολογούσε, «να το βράσω που με έχει βασίλισσα άμα δε μπορεί να ξεχωρίσει ότι οι αναθυμιάσεις της βενζίνης και του αλκοόλ δεν είναι το ίδιο πράγμα»…


Φωτιά… Σηκώθηκε κι έφυγε από το σπίτι το πρωί και γύριζε στους δρόμους ως το βράδυ. Μισούσε να περιφέρεται χωρίς σκοπό, αλλά δε μπορούσε να γυρίσει σπίτι. Στο δρόμο, αυτό που κυρίως σκεφτόταν ήταν ότι ήθελε να βρίσει τον Φιλιπ Ροθ: στα περισσότερα βιβλία του οι ήρωες είναι ακαδημαϊκού επιπέδου και τα έχουν με αδαείς πιτσιρίκες. Ποιον κορόιδευε ο τύπος; Μπορεί η αμάθεια να είναι σέξι, η άγνοια γοητευτική; Κατέληξε ότι η μόνη περίπτωση είναι όταν έχεις συνείδηση της άγνοιας σου και άρα στέκεσαι με συστολή, κι όχι με έπαρση, μπροστά σε αυτόν που ξέρει. Τότε έχεις πετύχει ένα ωραιότατο σύνδρομο Πυγμαλίωνα που λειτουργεί ερωτικά: αυτός που ξέρει χαίρεται να σε πλάθει σε κάτι "ανώτερο" και εσύ που δεν ξέρεις χαίρεσαι που βρήκες κάποιον να ασχολείται μαζί σου. Ε, ο Τζέισον όχι απλώς δε με αντιμετώπιζε ως Πυγμαλίωνα, αλλά αγνοούσε επιδεικτικά και όλα τα επιστημονικά στοιχεία που κατέθετα, προς επίρρωση των ισχυρισμών μου


Γη…
Χωρίζεις κάποιον επειδή δεν ξέρει από επιστήμη; Όχι. Χωρίζεις κάποιον επειδή νομίζει ότι ξέρει από επιστήμη; Σαφώς! Γιατί αυτός που δεν ξέρει και νομίζει ότι ξέρει δεν πρόκειται ποτέ να κάτσει να μάθει- αφού όλα τα ξέρει. Κι ο δοκησίσοφος είναι επικίνδυνος γιατί παίρνει αποφάσεις που δεν πατάνε πουθενά- «ξέρω εγώ!»- και παίρνει στο λαιμό του όποιους είναι μαζί του (που μπορεί και να ξέρουν, αλλά δεν τους ακούει). Δεν είναι η επιστήμη το ζήτημα, είναι το αν έχεις μάθει όταν δεν ξέρεις να ψάχνεις αντί να κάνεις του κεφαλιού σου. Έχει να κάνει με την όλο και αυξανομένη ημιμάθεια γύρω μας που εξαπλώνεται σαν δηλητηριώδης κισσός και ταυτίζεται με την «γνώση»: μια αξιωματική, σίγουρη, μοναδική γνώση –ενώ αυτά τα χαρακτηριστικά αποδίδονται μονάχα στη βλακεία. Μόνο η αμάθεια μπορεί να είναι απόλυτη, σίγουρη και μοναδική. Η πραγματική γνώση αντέχει στον έλεγχο και επιδέχεται αποδείξεις, η αλήθεια της είναι υπό διαπραγμάτευση και ακόμα κι όταν όλα οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα, καλό είναι να θυμάσαι ότι αυτό ισχύει τώρα –αν σου μεταφυτεύσουν εξωγήινο DNA μπορεί να είναι και αλλιώς.
«Που είσαι όλη μέρα» τηλεφωνεί, νύχτα πια, ο Τζέισον.
«Ήθελα να φύγω, να πάρω λίγο αέρα. Θα μείνω στην Σαμάνθα απόψε, τα λέμε αύριο»
«Όλα αυτά για τις γαμω- αναθυμιάσεις;»
«Όλο αυτά για την γαμω- ξερολίαση σου»


Νερό…

«Τι θες ρε Μίμι, να σκύψει το κεφάλι και να δέχεται ό,τι του λες, να υποταχτεί στην αυθεντία σου».
«Όχι, θέλω απλά να δέχεται αυτά που ξέρω και να μην έχει άποψη για όλα! Όπως δεν του λέω πώς να φτιάχνει τον στόκο του ή πόσο να αραιώνει το χρώμα όταν βάφει, να το βουλώνει όταν κάνουμε κέικ και επιμένει ότι αν χτυπήσω πολύ το βούτυρο με τη ζάχαρη θα «κόψει»- το βούτυρο δεν κόβει, η κρέμα κόβει, το βούτυρο δεν κόβει, είναι ζήτημα γαμημένης χημείας, γιατί δεν το κατεβαίνει να το βουλώσει εκείνη τη στιγμή να με αφήσει να χτυπήσω το κέικ σαν άνθρωπος;»!

«Καλά, μαλώνετε για το βούτυρο και τη ζάχαρη, αλλά δεν έχετε πρόβλημα με τα αυγά, τη φαρίνα, το γάλα και η βανίλια. Οπότε μην τρελαίνεσαι. Εννοώ, πιθανολογώ ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που σας χωρίζουν αλλά υπάρχουν και πολλά που μας ενώνουν».

Η Μίμι την κοιτάει απορημένη.
«Ναι, κι εγώ εντυπωσιάστηκα που το σκέφτηκα. Άντε, πάμε για ύπνο, με έπιασε λιγούρα με τα κέικ και είμαι σε δίαιτα…»

13.6.10

Το πλοίο με τους σκλάβους στα καλιφορνέζικα ύδατα...

Γη… Προσωπικά δεν έχω πρόβλημα με τα σκουλήκια, εξάλλου είμαι μεγάλη φαν της ιστορίας που ο ψαράς έφαγε το ψάρι που έφαγε το σκουλήκι που έφαγε τον βασιλιά (η πιο ρεαλιστική θεωρία για τη μεταφορά ενέργειας και τη ζωή μετά θάνατον)! Με εκνευρίζουν μόνο οι συγκεκριμένες σκουληκαντέρες, που λες και ξεπήδησαν από το men in black, μπορούν να μεταμορφώνονται σε γλυκύτατες κι εξυπηρετικές συναδέλφους, οι οποίες ανάμεσα σε κολακείες και χαριτωμενιές έχουν κοτσάρει το όνομά τους στη δουλειά σου κι εσύ κοιμάαααασαι. Και πού είναι ο Will Smith με τα όπλο του να τις κάνει σκουληκοχλαπάτσα όταν τον χρειάζεσαι, ε; Εεε;;;

Αέρας...
Δε φτάνει, λοιπόν, που τελευταία έχω τιγκάρει στο εργασιακό παράσιτο έχω κι ένα διδακτορικό που σκέφτομαι να το ονομάσω «το Κουτί της Πανδώρας συναντά το Γιοφύρι της Άρτας»: κάθε θέμα που πιάνω να γράφω στην πορεία βγάζει δεκάδες υποθέματα, τα οποία δε λύνονται αυτοσχεδιάζοντας, αλλά διαβάζοντας δεκάδες άλλες θεωρίες. Τελικά, ολημερίς το γράφω και το βράδυ γκρεμίζεται. Αυτό δεν είναι μελέτη, είναι ψυχολογικό θρίλερ. «Αν σε παρηγορεί, κι εγώ σκλάβος στο ίδιο πλοίο είμαι…» λέει ο επίσης πηγμένος Καθηγητής μου. «God hates as all» που θα έλεγε και ο Hank Moody


Φωτιά… Θέλω διακοπές! Θέλω διακοπές!! Αληθινές όχι εικονικές, σαν κι αυτές που έκανα πέρσι- με την Γλωσσολογία και τη Σημειωτική παραμάσχαλα και με δυο μπάνια όλα κι όλα. Θέλω διακοπές, να λιώσω στον ήλιο, να γυρίσω με σενεγαλέζικο μαύρισμα και το μαλλί ράστα από το αλάτι, θέλω να ακούω τα κύματα να κυλούν και καμία ανθρώπινη φωνή, να ανταλλάξω το κινητό με κοχύλια και να το παραδώσω σ΄ έναν κάβουρα που αναζητάει την κυρία καβουρίνα –η οποία κάνει βόλτες με τον σπάρο στην Αθήνα…


Νερό...
«Μα, κάθεσαι και κάνεις solarium με την ακτινοβολία της οθόνης, γιατί δεν έρχεσαι για μπάνιο μαζί μας;» ρωτά η αδερφή μου.
Δε λέω, για κάποιους είναι μεγάλη τύχη που το ντόπιο L.A έχει την δική του Venice Beach στα Νότια - γεμάτη πλαστικές ξανθιές με brazilian μαγιό και μελαμψούς σφίχτες που παίζουν ρακέτες στην άμμο. Αν κάποιος θέλει να πάρει τη δόση του από καλοκαιρινή ελαφρότητα, η Γλυφάδα είναι δίπλα. Τώρα άμα βγάζεις φλύκταινες, σαν κι εμένα, με την καλιφορνιοποίηση, σου έχω καλύτερο: το μπαλκόνι μου βλέπει στο καλιφορνέζικο γαλάζιο και το pc είναι γεμάτο μουσικές για ένα indie beach bar. Θα ρίξω κάτω όλη την άμμο που έχω για τις γάτες κι εσύ φέρε το κουβαδάκι σου και βότκα. Αν δεν ακούω το κουδούνι, ξαναχτύπα: θα έχω πάει να κόψω lime από τον γειτονικό κήπο! Φίλε, θα γίνει της Caipiroskas σήμερα σου λέω!

6.6.10

βροχερό πρωινό στα προάστια

Αέρας… Ο Λόνυ μου γαργαλάει τη μύτη ακριβώς τη στιγμή που με φιλάει ο Τζέιμς. Κουνάω το χέρι μου νευριασμένη, «μμμ» μουγκρίζω «φύγε». Μέχρι να καταφέρω να με φιλήσει ο Τζέιμς έχω πηδήξει από ένα κτήριο (δε θυμάμαι γιατί), πασχίζω να γράψω στίχους στα αγγλικά για μια αλλόκοτη μουσική από βιολί (το πρότεινε μια φίλη), φοράω ένα 50ς φουστάνι και βρισκομαι να κανω δημόσιες σχέσεις στην παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου του Φιλιπ Ροθ (με έχει αναγκάσει να πάω ο εκδότης μου). Ακούω υπομονετικά τον Τζέιμς ΜακΑβόυ να με πρήζει για τη γυναίκα του και όταν του λέω «ποια φιλάει καλύτερα, η Κιρα Νάιτλι ή η Αντζελίνα Τζολί;» (είμαι σιγουρη ότι θα με ρωτησει κανενα τέτοιο κουτσομπολιό η Μαργκώ όταν γυρισω Ελλάδα, και πρέπει να έχω κάτι να της πω) μου λέει «μπορεί να συμμετάσχει και τρίτη διαγωνιζόμενη;» και με φιλάει. Και ο Λόνυ βρίσκει την ώρα, εκείνη τη στιγμή, να με γαργαλάει με την ουρά του, σκαρτς σκράτς με το πόδι του, «ξύπνησες»;. Μπα που να σκάσεις βρομογατο, λύσσαξες να μου το χαλάσεις. Ναι, ξύπνησα…
Βροχερό πρωινό στα προάστια, βούρτσισμα στα δόντια και κονσίλερ κάτω από τα μάτια, καφές μπας και συνέλθω και μετά αρχεία και επεξεργασία. Σε ποιον να βασιστούμε σήμερα, στον τύπο από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο ή στον παλαβό από το Κέμπριτζ; Ποιο κομμάτι της θεωρίας να γράψω- το κοινωνιολογικό ή το ψυχολογικό; Όχι Τζέιμς, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να χοροπηδάς μέσα στο κεφάλι μου, το ξέρω ότι έχουμε αφήσει κάτι στη μέση, αλλά δε θα κάτσω τώρα να γράψω για εσένα. Πρέπει να γράψω τη θεωρία του διδακτορικού, λέμε! «Moro mou, you have all the time in the world to do that» λέει εκείνος –και το «moro» με πολλά ρρρρρ, σαν γνήσιος Σκωτζέζος, «ain’t you taking this year off school»;


Φωτιά… «ο Βασίλης είναι σπαθί, ό,τι μπορεί να το κάνει θα το κάνει» είχε πει η Αντιγόνη , «αν είπε ότι θα πάρεις την άδεια που δικαιούσαι, θα την πάρεις». Ο Βασίλης είναι σπαθί και κανείς δεν αμφιβάλει, αλλά το Υπουργείο είχε διαφορετική άποψη και ξαφνικά μένω με το διδακτορικό στη μέση, σ’ ένα σχολειό στο πουθενά, με έναν καθηγητή που θέλει να βοηθήσω στα νέα προγράμματα, έναν εκδότη που με ρωτάει αν έχω ξεκινήσει το επόμενο βιβλίο κα ο Τζέιμς περιμένει να ξαναπάω για ύπνο για να τελειώσουμε ό,τι αφήσαμε στη μέση. Αχ, Βασίλη, αισθάνομαι ανασφάλεια και καθόλου σίγουρη για τον εαυτό μου, πες μου τι θα γίνει, δείχνεις τόσο σίγουρος για τον εαυτό σου- ποιο είναι το μυστικό σου-, νομίζω ότι ο χρόνος μου τελειώνει, τι θα γίνει με το θέμα μου»; «Τι θα κάνεις Βασίλη μου για το κορίτσι τώρα;» ρωτάει η Αντιγόνη; «Τι άλλο να κάνω; Ό,τι μπορούσα να κάνω για να της καταστρέψω τη ζωή το έκανα, πόσα πια να κάνω κι εγώ» λέει ο Βασίλης και γελάει αυτοσαρκαζόμενος.

Νερό… «Πώς είσαι έτσι; Λες και σου έχει πέσει ο ουρανός στο κεφάλι!» λέει η αδερφή μου. «Κοντά έπεσες, βασικά ο Ουρανός έχει πέσει στον Κριό και, μη ρωτάς λεπτομέρειες, αλλά αυτό δεν το λες καλό» λέει η Μαργκώ. «Κορίτσια, εδώ δε ζούμε στο sex & the city, η ζωή μου δεν έχει Monolo Blanhik κι αφήστε με στην κόκκινη περιστρεφόμενη καρέκλα μου (ΙΚΕΑ, 2007) μπροστά στο γραφείο μου (σκουπίδια, 2005) να γυρνάω γύρω- γύρω κοιτώντας το ταβάνι ( πολυκατοικία, 1987) και να πίνω καφέ με τον υπολογιστή μου (γείτονας, 2001). Ναι, ήθελα μια άλλη ζωή. Ναι, ήθελα να γίνω Ακαδημαϊκός ή συγγραφέας, να ξεφύγω από ηλίθιες συναδέλφους και πρωινά ξυπνήματα, να μπορώ να αγοράσω ένα τετραπύρηνο σφαιράτο pc και μια κρυστάλλινη οθόνη apple. Πήρα την απόφαση να κάνω απανωτά μεγάλα άλματα για το καινούριο, με τη σιγουριά ότι δε θα χτυπήσω πουθενά. Τελικά κατέληξα κλινήρης, με μερικά σπασμένα κόκαλα. Εντάξει, ας μην το κάνουμε θέμα. Προετοιμάσου απλά να πάθεις υπερκόπωση με το να επαναλάβεις όσα έκανες φέτος και σε διέλυσαν: να δουλεύεις σχολείο, να κάνεις την έρευνα σου, να γράφεις την θεωρία, να βοηθάς στα νέα προγράμματα, να προχωράς το νέο βιβλίο, να πηγαίνεις γυμναστήριο, να βγαίνεις με φίλους σου και να πηγαινοέρχεσαι Αθήνα – Σάμο, για να βλέπεις τον καλό σου.

Γη…
«Αθήνα- Σκωτία εννοείς», λέει εκείνος. «Ρε Τζέιμς, δε μας φτάνουν οι ζωντανοί, θα μας κάνουν παράπονα και οι fiction ήρωες τώρα; Εμείς θα τα λέμε στον ύπνο μου, είναι πιο οικονομικό». «Μα είχες υποσχεθεί για Εδιμβούργο φέτος, δε μπορείς να με αφήσεις έτσι». «Ναι, θα ερχόμουν Εδιμβούργο φέτος, αλλά…». Δε μπορώ να πάω σε ένα τρίημερο γιατί δεν υπάρχουν απευθείας πτήσεις και χάνεις δυο μέρες στο πήγαινε-έλα. Ναι, θα πήγαινα Εδιμβούργο φέτος που θα είχα την άδεια, να κάτσω 5 μέρες, να με σέρνει στις λάσπες του σκωτσέζικου υπαίθρου και να μου δείχνει τον φούρνο που δούλευε και γκλασάριζε γλυκά –ναι, ξέρω, τη μισούσες αυτή τη δουλειά.
Ο Τζέιμς δε μιλάει κι εγώ πάω να κάνω δεύτερο καφέ. Ο καιρός είναι ακόμα βροχερός και τίποτα δεν πάει καλά…

30.5.10

Αιώνια ζωή -για βρικολακες και μη

Νερό… Τι ακριβώς συμβαίνει με τα βαμπίρ; Πριν 15 χρόνια είχαμε το Interview with a vampire και τον Dracula του Coppola, τώρα έχουμε τα Twilight –sequel κι άλλο sequel, δεν πεθαίνουν τα σιχαμένα, τα κάνεις όσες συνέχειες θες! Και δε μας έφτανε η Αμερική, ’γίναν παγκόσμια μόδα, από τη Σουηδία με το «Ασε το κακό να μπει» μέχρι την Κορέα -στη «Δίψα» του Τσαν- Γουκ Παρκ. Και, φυσικά, σειρά πήρε και η TV. Από την Buffy -προ δεκαετίας σχεδόν- μέχρι το πρόσφατο True blood, τα συναφή σήριαλ εκμεταλλεύονται τον μύθο των βρικολάκων που ενσαρκώνει το αιώνιο όνειρο: για πάντα νέοι και ωραίοι- χωρίς να επενδύουν περιουσίες σε πλαστικούς και είδη κοσμετολογίας-, με εσωτερικό βάθος και σταθερά συναισθήματα –κόντρα στην επιφανειακότητα της σύγχρονης εποχής- και χωρίς άγχος για δίαιτα, μαγείρεμα, δουλειά και άλλα προβλήματα της καθημερινότητας. Προσωπικά, βέβαια, ως γνωστός αρνητικός τύπος, όταν σκέφτομαι βρικόλακα δεν φαντασιώνομαι αψεγάδιαστους νεαρούς με εφηβικές ανησυχίες. Βλέπω ακαριαία στο μυαλό μου τον Νοσφεράτου του Μουρνάου και νιώθω όλο τον υπαρξιακό εφιάλτη του ήρωα αλλά και το αδιέξοδο των γύρω του- από τη μια η πανούκλα, από την άλλη αυτός –που δεν μπορείς και να τον σκοτώσεις αφού είναι πεθαμένος! Μπρρρ, ανατρίχιασα! Μακριά από εδώ συμφοριασμένε!

Αέρας… Στην πραγματική ζωή, αν θες να ζήσεις για πάντα το κάνεις μεταφορικά: δημιουργείς ένα αριστούργημα που μένει πίσω σου και ζεις μέσα από αυτό. Αν, πάλι, θες κάτι πιο χειροπιαστό, η κρυογονική κάνει θαύματα σε έμβρυα. Αλλά ακόμα δεν έχει βρει τον τρόπο να καταψύξει και να διατηρησει, νέους και ωραίους, ζωντανούς ενηλίκους (μια χαρά μπορεί να τους ψύξει, στην απόψυξη έχουν κολλήσει- όχι, τα μικροκύματα μάλλον δε εξυπηρετούν)! Άσε που με την κρυογονική, το μόνο που θα καταφέρεις, είναι να ζήσεις όσα χρόνια σου απομένουν μετά την απόψυξη.
Αυτό δεν βόλευε καθόλου τον Aubrey de Grey, που γνώρισε την σύζυγό του πριν 25 χρόνια, όταν αυτός ήταν 22 κι αυτή 41. Πλέον, αυτός είναι 46 κι αυτή 65 και όπως καταλαβαίνεται νιώθει έντονα το άγχος του οριστικού αποχωρισμού αφού σε 2-3 δεκαετίες η αγάπη του θα εγκαταλείψει αυτόν και τον μάταιο τούτο κόσμο.

Φωτιά… ο Aubrey de Grey , λοιπόν, ξεκινά να βρει το κλειδί για την είσοδο στην αιώνια ζωή. Βάζει σε κορνίζα το πτυχίο Η/Υ και πετάει στα σκουπίδια εργασίες 10 ετών στο πεδίο της Τεχνητής Νοημοσύνης. Διαβάζει του σκοτωμού βιολογία, χτυπάει Διδακτορικό στην γενετική και καταλήγει ότι οι ζημίες στα μιτοχόνδρια των κυτάρρων, είναι από τους πιο βασικούς λόγους που γερνάμε. Συνεχίζει τις μελέτες του στην βιο-γεροντολογία και φτάνει σήμερα να διατυπώσει 7 σημεία στο κύτταρο, που αν καταφέρουν να ελεγχθούν από την επιστήμη, τότε το φώς και το λευκό δωμάτιο που σε καλεί καθώς πεθαίνεις, δε θα το επισκεφτείς. Γιατί, απλώς, δεν πρόκειται να πεθάνεις. Ποτέ! Θα ζήσεις όσες χιλιάδες χρόνια θες. Για πάντα!

Γη… Το επιστημονικό περιοδικό του ΜΙΤ Technology Review έχει επικηρύξει τις ιδέες του Aubrey de Grey για $20.000 : τα κερδίζει όποιος καταφέρει να αποδείξει ότι ο τύπος λέει θεωρητικά μπουρμπούτσαλα και προσπαθεί να πάρει επιχορηγήσεις δισεκατομμυρίων με τσαρλατανισμούς. Κανείς όμως δεν πήρε το έπαθλο! Ο de Grey συνεχίζει να πετάει ψηλά και να ονειρεύεται ότι σε 10 χρόνια θα μπορεί να υποσχεθεί ρεαλιστικά την αιώνια ζωή- προφανώς κρατώντας και την τότε 75χρονη σύζυγό του, για πάντα δίπλα του. Θα το ομολογήσω: έχω συγκινηθεί με αυτόν τον άγγλο χίππη που έκανε τον έρωτα κινητήρια δύναμη για να φτιάξει μια εξωφρενική και συνάμα αληθοφανή θεωρία. Προσωπικά δε θέλω να ζήσω 1000 χρόνια, αλλά νομίζω ότι τα 100 θα ήταν καλά - μόνο μην το πείτε στον κύριο Παπακωνσταντίνου, γιατί θα μας ανεβάσει το όριο σύνταξης στα 95!

ΥΓ. Αν θέλετε να βρείτε πόσο θα ζήσετε, πάντως, χωρίς τη βοήθεια του κυρίου deGrey, πατήστε εδώ!

16.5.10

Άντρες. Πεταμένα λεφτά...

Νερό… Νιώθω πολύ τυχερή που είμαι ανύπαντρη και πρακτικώς μόνη (θεωρητικά υπάρχει κάποιος εκεί έξω για εμένα, αλλά είναι σε ασφαλή απόσταση από την Αττική ώστε να μην ξέρω τι κάνει πίσω από την πλάτη μου -και αυτό βοηθάει να συντηρώ μια ψευδαίσθηση ότι "είμαστε καλά"). Μου πήρε πολλά χρόνια, πολλούς φίλους και πολλές ατάκες τους, για να συνειδητοποιήσω την τύχη του να είσαι μακριά κι αλάργα, από όσους αγαπάς:

«δεν ξέρω τι θα γίνει, καλά τα πάμε αλλά δεν ξέρω αν αντέχω να ζήσω μια ζωή έτσι- χωρίς πάθος, χωρίς έρωτα. Εντάξει, υπάρχει αγάπη, αλλά και η μάνα μου με αγαπούσε, δεν την παντρεύτηκα!»

«απίστευτο πράγμα η συγκατοίκηση, τα διαλύει όλα, χάνεις ένα σωρό πράγματα- εντάξει, κερδίζεις άλλα, αλλά χάνεις και πολλά- ρε συ το πιστεύεις, δεν έχω εγώ σεξουαλική επιθυμία που σε άλλες εποχές…, θυμάσαι φαντάζομαι!»

«Πάει μια ώρα περίπου που ένα κουνούπι με παιδεύει αλλά το αγνοώ, η θερμοκρασία αυτή την ώρα είναι σχεδόν 30 και η ιδέα να γυρίσω στην προστασία του εσωτερικού μου φαίνεται χειρότερη απ τα σπυράκια και τη φαγούρα τους. Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω για να γεμίσω αυτές της γαμημένες ώρες της σαββατιάτικης νύχτας..»

«κάθε πρωί από τις 6 πάμε για τρέξιμο με τα παιδιά του συλλόγου, μετά πάω κατευθείαν δουλειά και ως το βράδυ έχω τα ιδιαίτερα- τι να κουράζομαι ρε, όλοι στο σύλλογο λέμε μήπως να τρέχουμε και το βράδυ -αν μπορούσαμε να μη γυρνάμε και καθόλου σπίτι...!»

Επίσης «αν ξυπνήσεις στις 4 και με βρεις να λείπω από το κρεβάτι, θα έχω πάει να δω μήπως πήρε ο αέρας την κουκούλα του αυτοκινήτου», «αν πάω τον σκύλο βόλτα και γυρίσω μυρίζονταν γυναικείο άρωμα να θυμάσαι ότι στο είχα πει πώς το παλιόσκυλο είναι "αδερφή"» και «αγάπη μου, αν καμιά μέρα δεις το μυαλό μου αλλού και το κεφάλι μου να λείπει, θα έχω πάει για κυνήγι»
Άντρες… Πεταμένα λεφτά.

Γη… Πάντα νόμιζα ότι το δύσκολο είναι να βρεις κάποιον, που να σου κάνει. Μετά κατάλαβα ότι το δύσκολο είναι να τον κρατήσεις. Και τελικά χαίρομαι που δεν τους κρατάω! Ζουν σε μια αιώνια νηπιακή ηλικία που κλαίνε, χτυπιούνται, κάνουν τα πάντα μέχρι να πάρουν το καινούριο παιχνιδάκι τους και σε έξι μήνες σε έχουν βαρεθεί. Το μυαλό λέει "δε μπορώ να ζήσω χωρίς την ένταση, το πάθος που ένωθα στην αρχή". Μα αν άκουγες και το σώμα σου, θα έλεγε πώς η συγκίνηση και το πάθος όλο και μειώνονται με το πέρασμα του χρόνου, γιατί είμαστε βιολογικά πλασμένοι να λειτουργούμε σε χαμηλότερες στροφές: μια ατέρμονη ορμονική έκρηξη μέσα σου θα έκαιγε το μηχάνημα, θα ήταν σαν να έπαιρνες κάθε μέρα υπερβολική δόση αμφεταμινών. Και τέλος πάντων, αν ονειρεύεσαι οικογένεια και παιδάκια, μπορούν αυτά να ζουν στο τεντωμένο σχοινί μιας καψούρας και να τραμπαλίζονται στα σκαμπανεβάσματα του πάθους σου;

Φωτιά… Πάντα αγαπούσα τους άντρες. Τους θαύμαζα για δεκάδες πράγματα. Δεν είναι τυχαίο που έχω περισσότερους φίλους παρά φίλες, ούτε που οι αφηγητές στα βιβλία μου είναι άντρες. Μ’ άρεσαν οι ιστορίες τους κι όταν τις έγραφα προσπαθούσα να καταλάβω τα κίνητρα τους, να τους δω, να τους δικαιολογήσω, να ανατρέψω το εφηβικό στερεότυπο «όλοι οι άντρες είναι μαλάκες». Αλλά πια καταλήγω ότι οι περισσότεροι, ενώ έχουν την πρόθεση να μην είναι, απέχουν της ικανότητας να το πετύχουν. Και το «μαλάκας» δεν το εκστομίζω ως βρισιά, αλλά ως εύστοχο χαρακτηρισμό: αν το σκεφτείς, μαλάκας είναι κάποιος που περνάει καλά μόνος του, είναι κάποιος που δε σε χρειάζεται για να περάσει καλά! Οπότε, είναι γυναικεία φαντασιοπληξία να περιμένουμε να δεσμευτούν οι άντρες, επειδή αυτό τους αρέσει - από επιλογή και όχι από κοινωνική επιβολή. Το κάνουν, φυσικά, δεσμεύονται μαζί σου στα δακτυλίδια και στα χαρτιά (αλλά πώς αλλιώς, αφού από μικρούς τους τριβελίζουν το μυαλό ότι "θα τυφλωθούν αν δεν κόψουν τις κακές συνήθειες")! Κι αν μπορούσες να ξέρεις όσα ξέρει η κολλητή τους, θα έβλεπες πως τα βράδια που γυρνάνε σπίτι και το κεφάλι τους δεν είναι εκεί, το έχασαν όντως στο κυνήγι: της παλιάς τους, ανέμελης ζωής...

Αέρας… Την επόμενη φορά που θα σκεφτείς την ευτυχία του να είσαι με κάποιον, σκέψου πώς τραγουδούν την ίδια θάλασσα της αγάπης, μια γυναίκα σαν την Cat Power (έλα για μια ρομαντική βαρκάδα σε διάφανα νερά, με φόντο το ηλιοβασίλεμα) κι ένας άντρας σαν τον Tom Waits (πνίγομαι και δε μπορώ να ανασάνω, κατεβάστε με από το κωλοπλοίο και αφήστε με σε ένα καπηλειό να γιάνω)! Τωρα, αν ακόμα θες να πετάξεις τα λεφτά σου...

ΥΓ. Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Προσωπικά ξέρω μόνο έναν φίλο μου, παντρεμένο 25 χρόνια και τρελό για τη γυναίκα του. Αλλά αυτός είναι τρελός, έτσι κι αλλιώς και η γυναίκα του επίσης. Πιάνεται;

9.5.10

f*ck you very, very much!

Γη... ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας παραδέχτηκε δημόσια πως με την προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης, η χώρα δέχτηκε μείωση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, πράγμα όχι μόνο ηθικά επιλήψιμο αλλά και κατάφωρα αντισυνταγματικό (άρθρο 28, παράγραφος 3). Φυσικά δεν είχα ιδέα περί ποιου άρθρου πρόκειται, κι έτσι έψαξα στο σχολικό μου βιβλίο, το οποίο βρισκόταν στο πατάρι- διότι στο σχολείο δε μας έμαθαν ότι ΜΠΟΡΕΙ και να το χρειαζόμαστε με τους γελοίους πολιτικούς μας και καλό είναι να το έχουμε πρόχειρο στη βιβλιοθήκη μας. Αν διαβάσει κανείς το συγκεκριμένο χωρίο δυσκολεύεται να εξηγησει με τι ΘΡΑΣΟΣ περνάνε τέτοια σχέδια και μηχανισμούς!

Αέρας... " η Ελλάδα προβαίνει ελεύθερα, με νόμο που ψηφίζεται με απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, δε θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος, και γίνεται με βάση τις αρχές της ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας". Κάθεται, λοιπόν, το λαμπερό σταρ συστεμ της Βουλής, με τις ρητορείες του και τις άψογες επιχειρηματολογίες του (ε, βέβαια το Αμερικάνικο Κολέγιο έχει και σχολικό μάθημα "ρητορείας", δεν γίνεται τυχαία αυτό- όταν ο υπόλοιπος λαός κάνει αμάν να μάθει δέκα κολλυβογράμματα στο ερειπωμένο δημόσιο σε τριτοκοσμικές συνθήκες, οι βουλευτές μας μάθαιναν πώς να μιλάνε για το καλό μας, χωρίς να δίνουν δεκάρα για εμάς)! Έτσι λοιπόν, για το "σπουδαίο εθνικό συμφέρον" (χα χα, εδώ γελάμε με τα χάλια μας), περνάνε σε σχέδια χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, ξεχνώντας τα ανθρώπινα δικαιώματα (εντάξει, σε αυτό φταίμε κι εμείς, αν τους ανεβάσαμε εκεί πάνω παίζει η πιθανότητα να μην είμαστε άνθρωποι αλλά μοσχάρια, πρόβατα, κλπ).

Φωτιά... Για να προσληφθεί το κάθε ανθρωπάκι στο δημόσιο περνάει εξετάσεις ΑΣΕΠ, διάβασμα κι άλλο διάβασμα, κι όταν οι εκπαιδευτικοί λένε ότι το θεωρούν ξεφτίλα να μην αρκούν τόσα χρόνια στο Πανεπιστήμιο και στα Μεταπτυχιακά για να διοριστούν τους λένε "α, πρέπει να πιστοποιηθούν τα προσόντα σας". Κι αναρωτιέμαι κυρία Διαμαντοπούλου μου, χάθηκε ένας ΑΣΕΠ και για τους βουλευτές πριν τον διορισμό τους; Με βασικά μαθήματα Πολιτική Οικονομία (και όχι μόνο τη Θεωρία Παιγνίων, που φαίνεται να γνωρίζουν φαρσί), Στοιχεία Δημοκρατικού Πολιτεύματος (το Σύνταγμα από στήθους και κατά γράμμα- διότι έχουν χάσει και το γράμμα και το πνεύμα του), Κοινωνική Ψυχολογία (και όμως υπάρχει κάτι που το λένε Κοινωνία και αποτελείται από ανθρώπους που έχουν την ψυχολογία τους) και τέλος Έκθεση ιδεών μέσω της τέχνης (θα εξετάζονται δίνοντας τους μια ιδέα την οποία θα πρέπει να απεικονίσουν εικαστικά και πρωτότυπα -σ' αυτό θα πέφτουν κεφάλια γιατί θα πρέπει να νιώθουν κιόλας πέρα από το να σκέφτονται και δε θα μπορούν να ξεμπερδέψουν με αριστοτεχνικούς βερμπαλισμούς).

Στο μεταξύ, f@ck you very, very much Prime MINIster (πιο mini δε γίνεται)

Νερό... Αν κάποιοι θυμώνουν να κατέβουν το απόγευμα στο Σύνταγμα, μαζί με το υπόλοιπο ποτάμι των εξοργισμένων, να φουσκώσει το ρέμα, να ανέβει η στάθμη, να ξεπλύνει την δυσωδία, να καθαρίσει το τοπίο. Σε όλη την Ευρώπη σήμερα οι άνθρωποι μαζεύονται για χάρη μας, διαμαρτυρίες παντού για όσα συμβαινουν στην Ελλάδα.

Οσοι ελπίζουν ακόμα θα κατέβουν στην καθιστική διαμαρτυρία
αντι να κάτσουν να κλαίνε μόνοι πάνω στη βαλίτσα,
που ετοιμάζουν για να φύγουν απ' τη χώρα.

2.5.10

η φτώχια θέλει καλοπέραση...

4 τρόποι να ξεφυγεις από την πραγματικοτητα που δεν αντέχεις

1. Απόλαυσε την ιδιοφυία των καλλιτεχνών.
Αέρας… Το ποδόσφαιρο είναι το όπιο των αρσενικών και η TV το όπιο των γυναικών –εκτός αν είσαι παντελώς λοξή σαν κι εμένα, που το μονό που μπορεί να με κρατήσει σε καταστολή ή σε κατάσταση διαρκούς μέθης είναι οι dEUS. Αυτή την Τρίτη, λοιπόν, πήγα και αγόρασα και, έκτοτε, έχω λιώσει να ακούω το deluxe edition του πρώτου E.P & L.P της μπάντας. Και δε χρειάζεται να εισαι διάνοια για να κατανοήσεις τον καταλυτικό ρόλο του «παραγωγού», αν ακούσεις Suds & Soda στην demo εκδοχη –που θυμιζει απροκάλυπτα πρώιμους Smashing Pumpkins και όταν το ακουσεις στην single εκδοχη, που έχει γινει ένα ντελιριακο συνονθυλευμα indie, punk, folk, psychedelic, grange,…., -θα μπορουσα να αναφέρω δεκάδες ακόμα μουσικα είδη που έχουν πετσοκοψει στο μπλεντερ τους! Είναι τρομερό πως αυτό το κομμάτι σταμάτησε να θυμιζει ότιδήποτε άλλο, με δυο πραγματικά avantgard και χαρισματικούς παραγωγούς και κατέληξε να γίνει ο καλοκαιρινος ύμνος του 1995 (πω, πω, πέρασαν 15 χρόνια που το χόρευα στον Πηγασο στην Ιο;; Νιωθω γριά)!

2. Ζήσε σα να μην υπάρχει αύριο, σα να είσαι ακόμα 20χρονο και να μη σε νοιαζει η συνταξη *που δε θα πάρεις, παρεμπιπτόντως!
Φωτιά… Μ’ άρεσαν παλιά οι Guillemots- είχαν κάτι ρομαντικό χωρίς να γίνονται νερόβραστοι , οι μελωδίες τους ήταν ενίοτε ήταν αφελείς αλλά όταν έβλεπες τα μουτράκια τους καταλάβαινες πως ηταν ακομα γαλαθηνά οπότε τους έδινες ελαφρυντικά. Άκουσα προχτές το Faster than the setting sun του τραγουδιστη τους, Fyfe Dangerfield *προφέρεται Φάιφ αλλά τον αποκαλώ Φίφη, του πάει το Φιφης αν τον δείτε! Αυτός πάλι δεν έχει καλλιτέχνη παραγωγό, ο παραγωγος του είναι έμπορος κι έχει μεινει στα ‘90ς κι αντι να του κάνει μια διεστραμμένα τρυφερή ενορχήστρωση αλά Magnetic Fields του κάνει ακόμα- μια- αφου- πουλάει brit pop ενορχηστρωση αλά Suede. Πάραυτα, έχω καιρό να ακουσω ένα pop ηφαιστειο όπως αυτό- πραγματικά σε τινάζει στα ουράνια με πολλαπλές εκρήξεις χαράς και φωτός. Φυσικά δεν κρατάει πολύ: καίγεται σύντομα. Αλλά μέχρι τότε … enjoy!

3. ‘Αραξε στην νυχτερινή άμμο και προσποιησου ότι θα είναι πάντα καλοκαίρι.
Νερό… Κι αν σε έκαψε τόσος ήλιος και θες κάτι να δροσιστείς να κάτσεις κάτω από τις μουριές δίπλα στα κελαριστά νερά του Bonobo. Για αυτόν δεν έχω λόγια, ποτέ δεν έχω αρκετά λόγια. Ιαπωνικός μινιμαλισμός παρέα με μεσαιωνικό πάθος ερωτοκαμένου τροβαδούρου. Ευθραυστη κλωστή αράχνης που λυγίζει κάτω από την πρωινή δροσιά –μην την πιάσης θα σπάσει, πλησιάζε μονο το πρόσωό σου κι άσε τις σταγόνες της να κυλήσουν πάνω σου.

4. Επέστρεψε στο ασφαλές μέρος των παιδικών σου ονείρων και συνεχισε να ονειρευεσαι κι όταν ξυπνας
Γη… Και αν τίποτε από αυτά δε σου έφτιαξε το κέφι, κι αν τίποτε δεν σε έκανε να ξεχαστείς, κάτσε μπροστα στην γυαλινη σφαιρα του Ulrich Schnauss και ευχησου ένα χειμωνιάτικο παραμύθι και θα το δεις –πασπαλισμένο με ασημόσκονη από τα ζαχαρένια συννεφα του pictures of you των cure, απαλό σαν χιονομπαλα απο παρφέ βανιλια που σε παρασέρνει στη χώρα του παγωτού, μια μέρα καυτη σαν και την σημερινή, που μας κόβει παντού η στενή καθημερινοτητα που μας φόρεσαν και μαζι της πρέπει να μάθουμε πια να ζούμε…