Μια από τις δυο ιστοριες είναι αληθινή
Ήταν στα 19 της που η Sylvia Tornado ερωτεύτηκε τον Giovanni Barteggi- άνδρα γλυκό και περιποιητικό, που ήξερε να υπερασπίζεται και να φροντίζει μια γυναίκα, να της γράφει ποιήματα και να την εκθειάζει στα γραπτά του. Μα ο Giovanni ποτέ δε ζήτησε κάτι παραπάνω από τη φιλία της και έφυγε να πάει να δουλέψει σε τυπογραφείο στη Φλωρεντία.
Η Sylvia παντρεύτηκε και μετακόμισε στον τόπο του συζυγου της. Εκει όμως δεν έπαψε, χρόνια πολλα μετά, να θυμάται και να σκέφτεται τον Giovanni και να τον φαντάζεται με λιγότερα μαλλια, με περισσότερα κιλά, μα με το ίδιο ζεστο βλέμμα να την τυλίγει.
Δέκα χρόνια αργότερα βρέθηκαν στη Φλωρεντία και πήγε στο τυπογραφειο να τον αναζητήσει. Της είπαν "πως άργησε να τον ψάξει". Ο Giovanni είχε αυτοκτονήσει δυο χρόνια πριν.
Τον ίδιο καιρό στη δουλεια έφεραν νέο διευθυντή πωλήσεων. Τον ερωτεύητκε με την πρώτη ματια και δε μπορούσε να καταλάβει πώς έγινε αυτο- δεν ήταν ο τύπος της ούτε και κανένας Αλεν Ντελόν, ώσπου μια μέρα που τον παρατηρούσε, εκεινος ανασηκωσε τα γυαλιά του με ένα τρόπο που εκεινη αναφώνησε "έχει τις κινησεις του Giovanni... Κάτω απ' το δέρμα μοιαζει στον Giovanni μου"!
O πωλητής ήταν εργένης και συναψε μαζι της σχέση ερωτική κι εκεινη επιτέλους, με 20 και βάλε χρόνια καθυστέρηση, ζούσε τον έρωτα που ειχε ονειρευτει. Γιατι ο Marcello έμοιαζε μετενσάρωση τους Giovanni της σε ένα ξένο κορμί.
Ώσπου ένα καλοκαίρι η Sylvia έφυγε οικογενειακώς για διακοπές και όταν γύρισε δυο μήνες μετά o Marcello είχε χαθει από το μαγαζί. Στο τηλέφωνο κανεις δεν απαντούσε, τα γράμματα είχαν γυρίσει πίσω κλειστά και στο σπίτι του ο νέος αγοραστής της είπε πως "αγόρασε το σπιτι από μεσίτη, δεν ξέρει τίποτα για τον παλιο ιδιοκτήτη".
Η Sylvia δεν πίστευε ότι έχασε για δεύτερη φορά τον Giovanni με τον ίδιο αλλοκοτο τρόπο. Απλα εξαφανίστηκε από προσώπου γης.
Πολλα χρόνια μετά, η μεγάλη κόρη της η Blanca που είχε γίνει αρχαιολόγος, της έστειλε φωτογραφίες από μια ανασκαφή σ' ένα Σικελικο χωριό. Η Sylvia είδε την κορη της σε πρώτο πλάνο και πίσω της είδε έναν ψηλό τύπο με γυαλιά, με ένα ρολόι με μπλε λουράκι και ένα πουκάμισο λινο σαν του Giovanni. Η Sylvia τον είδε και τον αναγνώρισε, τόσα χρόνια μετά, εκεινος δεν είχε αλλάξει.
Οι Ινδιάνοι φοβούνται τις φωτογραφίες γιατι λένε πως σου κλέβουν την ψυχή. Ήταν αλήθεια. Κι εκεινη η φωτογραφία είχε καταφέρει να απεικονήσει μια ψυχή: το φάντασμα του Giovanni της.
Η Sylvia πέθανε από τη συγκίνηση και πήγε επιτέλους να τον βρει.
Η κόρη της που νομισε ότι πέθανε απ΄τη χαρά για τα ευρυματά της, ποτέ δεν καταφερε να ξεπεράσει τις ενοχές της και τη θλίψη που επισκίαζε όλες τις κατοπινές επιτυχίες της...
Η Stella Del Ettore ήταν κόρη παπά. Εκεινος ηλιου αχτιδα δεν άφηνε να τη δει, κι έτσι κανένας στο χωριο δεν την γνωρισε για να την παντρευτει. Μονάχα ο γιος του γείτονα καμια φορά την έβλεπε κρυφά, όταν ο πατέρας της τη συνόδευε στο Παρθεναγωγειο ή στην εκκλησιά. Ντυμένη ως το λαιμό, με μαντίλι στα μαλλιά, σαν θλιμμένη χλωμή Παναγιά.
ο Angelo Bruncci, του γείτονα ο γιος, σαν έγινε 18 πήγε και ζήτησε το χέρι της μα ο πατήρ- Frangellico τον ξαπόστειλε "που θαρρεις θα δώσω την κορη μου στον ξεβράκωτο, το παρταλι του χωριου". Κι έκλεισε την κόρη του σε μοναστηρι μέχρι να βρει γαμπρο να της αξίζει.
Μα εκεινη μην αντέχονταςνα ζει πια ζωη φυλακισμένης, κλέφτηκε μ' έναν μάστορα που επισκεύαζε τις στερνες στη Μονη. Εκανε μαζι του δυο παιδιά και έζησε ζωή θλιβερή -χωρις λεφτά, με μπεκρουλιασματα και ξυλοφορτώματα καθημερινά.
Ο Θεός έδωσε και ο Χάρος τονε πήρε στα 10 χρόνια γάμου μα έπειτα άρχισε δεύτερος Γολγοθας: να βρει δουλεια, να μεγαλώσει τα παιδιά της, να τα προικίσει -και ούτε να τολμησει βοηθεια να ζητησει απ' τον παπά, ούτε που έμενε δεν το χε πει μην τη βρει και την ξεκάνει να ξεπλύνει τη ντροπή.
Μα τα έβγαλε πέρα παληκαρίσια και πια, στα 50 της, που είχε παντρέψει τα παιδιά της και ζούσε μόνη με τα υφαντά της, πέθανε ο παπάς. Πήγε πίσω στο χωριο στην κηδεια του πατέρα της μα εκει είδε τον Angelo Bruncci. Χήρος αυτος και με ένα μεγάλο γραφειο τελετών δικο του.
Μόλις την είδε τα μάτια τού μούσκεψαν κι εκεινη χαμογέλασε κι έπεσε ο ένας στην αγκαλια του άλλου- σαν να είχαν ξαναγίνει παιδια, σα να είχαν ξαναγεννηθει. Την ειπε ότι θέλει να την παντρευτει και η ζωή η υπολοιπη θα ήταν δική τους. Κι εκεινη, που τόσα χρόνια δεν παντρεύτηκε "άλλο νταη δε βάζω εγώ στο κεφάλι μου" δέχτηκε.
Μα το μικρο θαυμα τρεις μέρες και το μεγάλο τέσσερις, και στο τρίμηνο πάνω ο Angelo μαθαινει πως έχει ηπατίτιδα C και ένα μηνα μετά, "φεύγει" απ τη ζωή της, όπως είχε μπει: αιφνιδίως.
Μα ο έρωτας πεθαινει τελευταιος. Η Stella έζησε τα υπολοιπα χρόνια της ευτυχισμένη που τον ξαναβρήκε, να μνημονευει τις λίγες στιγμές κοντα του σαν να έζησαν μια ολοκληρη ζωη μαζι.
ο Angelo Bruncci, του γείτονα ο γιος, σαν έγινε 18 πήγε και ζήτησε το χέρι της μα ο πατήρ- Frangellico τον ξαπόστειλε "που θαρρεις θα δώσω την κορη μου στον ξεβράκωτο, το παρταλι του χωριου". Κι έκλεισε την κόρη του σε μοναστηρι μέχρι να βρει γαμπρο να της αξίζει.
Μα εκεινη μην αντέχονταςνα ζει πια ζωη φυλακισμένης, κλέφτηκε μ' έναν μάστορα που επισκεύαζε τις στερνες στη Μονη. Εκανε μαζι του δυο παιδιά και έζησε ζωή θλιβερή -χωρις λεφτά, με μπεκρουλιασματα και ξυλοφορτώματα καθημερινά.
Ο Θεός έδωσε και ο Χάρος τονε πήρε στα 10 χρόνια γάμου μα έπειτα άρχισε δεύτερος Γολγοθας: να βρει δουλεια, να μεγαλώσει τα παιδιά της, να τα προικίσει -και ούτε να τολμησει βοηθεια να ζητησει απ' τον παπά, ούτε που έμενε δεν το χε πει μην τη βρει και την ξεκάνει να ξεπλύνει τη ντροπή.
Μα τα έβγαλε πέρα παληκαρίσια και πια, στα 50 της, που είχε παντρέψει τα παιδιά της και ζούσε μόνη με τα υφαντά της, πέθανε ο παπάς. Πήγε πίσω στο χωριο στην κηδεια του πατέρα της μα εκει είδε τον Angelo Bruncci. Χήρος αυτος και με ένα μεγάλο γραφειο τελετών δικο του.
Μόλις την είδε τα μάτια τού μούσκεψαν κι εκεινη χαμογέλασε κι έπεσε ο ένας στην αγκαλια του άλλου- σαν να είχαν ξαναγίνει παιδια, σα να είχαν ξαναγεννηθει. Την ειπε ότι θέλει να την παντρευτει και η ζωή η υπολοιπη θα ήταν δική τους. Κι εκεινη, που τόσα χρόνια δεν παντρεύτηκε "άλλο νταη δε βάζω εγώ στο κεφάλι μου" δέχτηκε.
Μα το μικρο θαυμα τρεις μέρες και το μεγάλο τέσσερις, και στο τρίμηνο πάνω ο Angelo μαθαινει πως έχει ηπατίτιδα C και ένα μηνα μετά, "φεύγει" απ τη ζωή της, όπως είχε μπει: αιφνιδίως.
Μα ο έρωτας πεθαινει τελευταιος. Η Stella έζησε τα υπολοιπα χρόνια της ευτυχισμένη που τον ξαναβρήκε, να μνημονευει τις λίγες στιγμές κοντα του σαν να έζησαν μια ολοκληρη ζωη μαζι.
5 σχόλια:
Εμενα μου φαινεται η πρωτη αληθινη μιας και το χαπι εντ της δευτερης δεν θα την εκανε αρκετα γνωστη ετσι ώστε να ξεφυγει από το τοπικο περιβαλλον οπου ειχαν διαδραματιστει τα γεγονοτα.
Λεω χαπι εντ για την πρωταγωνιστρια βεβαια και όχι για τον κομπαρσο της ιστοριας.
Βεβαια στις δυο ιστοριες βλεπουμε την επιδραση μιας αναμνησης με εντελως αντιθετα αποτελεσματα , σαν να εχουν σχεση αντικειμενου ειδωλου.
Δε θα αποκαλύψω τίποτα μέχρι την επόμενη ανάρτηση- αλλα μετά θα ομολογήσω ποια είναι η αληθινή!
Καλά δεν ξεκουράζεσαι;
Πως καταφέρνεις και γράφεις για τόσο περίπλοκες ιστορίες τέτοια εποχή;
Φαντάζομαι τι θα μας έχεις στις 16 Αυγούστου αν έχεις τόση έμπνευση τώρα.
Αυτή τη φορά μάλλον δεν μπορώ να πω ποιά είναι αληθινή δίνοντας κάποιες περισσότερες πιθανότητες στη δεύτερη.
Κι επειδή δε βλέπω μεγάλη συμμετοχή στις απαντήσεις, και να μη σας κρατάω και σε αγωνία, η β' ιστορία είναι αληθινή (η πρώτη είναι μισό αληθινή, μέχρι εκει που έχασε άξαφνα και τον δεύτερο- μετά αυτοσχεδίασα)!
ναι τωρα που το λες λογικο φαινεται,
αυτης οποιον και να της εδειχνες εβλεπε το τζιοβανι
hawkeyed
Δημοσίευση σχολίου