CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

31.5.09

Μαύροι Ποιητές και Τρομεροί Αλχημιστές - indieannalog set #27

Γη… Κάτι στοιχειώνει την Αγγλία –το φάντασμα του Joy Divisionισμού. Είναι απίστευτο το πώς, ενώ ο καθένας στο Λονδίνο εκθέτει με τον πιο εκκεντρικό τρόπο τη μοναδικότητα του, όταν τα άτομα λειτουργούν μέσα σε μπάντες βγαζουν την …ίδια μουσική. Ευτυχώς –τουλάχιστον- μου αρέσουν οι Joy Division!

Νερό… Πήρα το cd τους τζάμπα στη συναυλία των Joy Formidable (αν μη τι άλλο με 7.80 λίρες είδαμε 5 συγκροτηματα, ήπια μια μπύρα και πήρα το cd)! Οι Black Poets, βέβαια, αντιγράφουν περισσότερο από τους μαθητές παρά από τους ίδιους τους δασκάλους, έτσι θυμίζουν τελικά κάτι ανάμεσα National & Interpol –και όχι στα πιο εμπνευσμένα τους.

Φωτιά… Ενώ τούτοι ανακαλουν στη μνημη όλα τα αγαπημένα σου συγκροτήματα στις καλύτερες στιγμές τους (η μπασογραμμή των Joy Division, οι μελωδίες των my bloody valentine, η ενέργεια των Cure, η ένταση των Sonic Youth κλπ). Και το κάνουν με έναν τρόπο που στο τέλος δε θυμίζουν κανέναν. Αυτο δεν ειναι τρόμος αγαπητοι μου Horrors, αυτό ειναι αλχημεία (να παιρνεις τις επιρροές σου, να τις βραζεις στο καζάνι και να φτιάχνεις νεα μουσική). Άντε, να σας καμαρωσουμε και live, επιτέλους!

Αέρας…
Και μιας και με έχει πιάσει συναυλιακο παραλήρημα, έρχονται και οι Nine inch nails, που επισης τρέφουν μεγάλη συμπαθεια στους
Joy Division (εξου και η απίστευτη διασκευή τους στο dead souls). Αν και μου αρέσει πολυ και η εκδοχή τους για το Hurt του Johnny Cash...

24.5.09

η αγάπη ειναι βαθύτερη εποχή * - indieannalog set #26

(Νερό) «Οι Πάγοι λιώνουν στην Ανταρκτική, κι εδώ χιονίζει Μάη μήνα μες στο σπίτι», μονολογεί η Α. καθώς τρίβει τα μπράτσα της να ζεσταθεί. Ο Γ. κοιμάται στο στρώμα, η Α. ανοίγει το ψυγείο. Μια μυρωδιά σήψης την ενοχλεί «να μούχλιασαν πάλι τα λεμόνια; Δεν κρατάνε καθόλου αυτή την εποχή». Ανοίγει την κατάψυξη. Στρώμα πάγου έχει πιάσει στα τοιχώματα. Το ξύνει με το δάχτυλο. Σκληρό. «Άουτς»- κόβεται πάνω του. «Πώς βρέθηκε τόσος πάγος ανάμεσά μας»; Το αίμα στάζει στα κατεψυγμένα κρέατα. Τραβάει έξω την βότκα. Μόνη μπρος στ’ ανοιχτό ψυγείο. Σκοτάδι και στέκεται στ’ αρρωστημένο φως του. Κοιτά τα δυο ερωτευμένα βατράχια στον μαγνήτη, στην πόρτα του. «Τα βατράχια ψοφάνε στον βαρύ χειμώνα. Αλλαγές στην κλιματική ισορροπία φέρνουν αλλαγές στην βιοποικιλότητα». Πίνει μια μεγάλη γουλιά βότκα και γυρνάει στο στρώμα. «Πού ήσουν» τη ρωτά ο Γ. μισοκοιμισμένος, καθώς ξαπλώνει δίπλα του. «Τίποτα, δεν είχα ύπνο» λέει η Α. «Και μου λείπεις ήδη» σκέφτεται καθώς ακούει τον Trentemoller μέσα στο κεφάλι της. Βλέποντας το χιόνι να πέφτει. Να πέφτει ανάμεσά τους, Μάη μήνα στην Αττική.

(Φωτιά) Η Τ. χορεύει πίσω από τη μπάρα- δεν έχει κόσμο απόψε. Καθημερινή βαθιάς άνοιξης. Μόλις ανοίξει ο καιρός τραβιούνται όλοι προς παραλία. Μα τέλη Ιούνη τη συνηθίζουν και τη ζέστη. Δεν έχει ενδιαφέρον πια. Ξαναγυρνάνε στα στέκια τους στο κέντρο. Αν και αυτός ο Ιούλης θα είναι περίεργος. Κόβουν και το κάπνισμα. «Γαμιούνται» μονολογεί η Τ. καθώς χορεύει μόνη της πίσω από τη μπάρα. «Μας κόβουν το κάπνισμα, μας κόβουν τα καρτοκινητά, γιατί δε μας φοράνε κι ένα τσιπάκι στον εγκέφαλο να μας αλλάξουν και τα μυαλά». Κοιτά και ξανακοιτά το κινητό. Γιατί δεν χτυπάει; Αυτό το κινητό ποτέ δε χτυπάει. Όχι δε θα στείλει μήνυμα αυτή. Όχι δεν. Άμα θέλει, ξέρει πού θα τη βρει. Ξέρει που είναι και δεν θα πάρει. «Δε θα ξαναπάρω κινητό» δηλώνει με σιγουριά. Με την ίδια σιγουριά που δηλώνει ότι κόβει το κάπνισμα, εδώ και πέντε χρόνια. «Άμα δεν έχω κινητό δε θα με νοιάζει που δε μου τηλεφωνεί. Θα σταματήσουν αυτές οι γαμημένες νύχτες που ποτέ δε σου τηλεφωνεί αυτός που θες». «Jameson?» Ρωτάει τον τύπο στη μπάρα, για να επιβεβαιώσει ότι άκουσε σωστά. Βάζει πάγο στο ποτήρι ενώ συνεχίζει να κουνιέται, στο Desire του Jose James.

(Αέρας) Ο Κ. βάφει το δωμάτιο της Μ. – γιατί η Μ. του το ζήτησε. Και ξέρει ότι η Μ. τα έχει με τον Σ. -που είναι ένα άχρηστο κολεγιόπαιδο. Αλλά αυτός θα της την κάνει τη δουλειά. Γιατί πιάνουν τα χέρια του, και ελπίζει να πιάσει κι εκείνην σε αυτά, καθώς θα περάσει όλη τη μέρα μαζί της, βάφοντας. Μόνο που ο Κ. αγνοούσε μια βασική λεπτομέρεια: η Μ. είναι αλλεργική στη μυρωδιά της μπογιάς, έτσι μόλις του άνοιξε την πόρτα, του έδειξε με το χέρι το δωμάτιο, τον φίλησε στο μάγουλο και πήρε το σάκο της στον ώμο: θα φύγουν με τον Σ. ένα διήμερο- μέχρι να ξεμυρίσει το σπίτι. Το βάψιμο τελειώνει και ο Κ. έχει κάτσει στη μέση του δωματίου. Κοιτάζει τη στοίβα με τα πράγματα της που έχει σπρώξει εκεί, και τα ‘χει σκεπάσει με πλαστικό. Χαζεύει τις φωτογραφίες, το γραφικό της χαρακτήρα, τα μικροπράγματα στα συρτάρια- ένα λιωμένο κραγιόν, ένα σπασμένο μενταγιόν, μολύβια χωρίς μύτη, ένα λουκέτο χωρίς κλειδί… Τις σκισμένες σελίδες περιοδικών με συγκριτικά τεστ προϊόντων αδυνατίσματος. Ανοίγει το ραδιόφωνο- παπάκι της. Όπως γυρνάει το κουμπί και περνάει σταθμού, το ακούει «Ι wanna spend my life with a girl like you». Γελάει. Ξαπλώνει στο πάτωμα, παίρνει την κορνίζα με τη φωτογραφία της και τη βάζει δίπλα του. Ξαπλώνει έτσι –επιτέλους- πλάι της! Κοιτάει στο ταβάνι. Και βλέπει τα αστέρια. Ναι, βλέπει τα αστέρια. Στ’ αλήθεια.

(Γη) Ο Π. περπατά στο τσιμεντένιο μονοπάτι. Ησυχία πρωινού. Σκουπίζει με το χέρι του το μάρμαρο. Κάθεται αμίλητος για λίγο. «Είναι καλό το Eject φέτος» λέει ξαφνικά . «Αν και τους Pixies τους είχαμε ξαναδεί, έτσι κι αλλιώς. Αλλά έρχονται κι οι Klaxons, μετά το φιάσκο των Chemical που μας τάραξαν στο tape, θα χόρευες σίγουρα σε αυτούς. Θα μου πεις τώρα που το θυμήθηκαν να έρθουν, ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι…». Εκείνη βέβαια δεν του λέει κάτι. Τον κοιτά μόνο με τα χαμογελαστά ματάκια της. «Δεν ξέρω αν θα πάω κι εγώ. Εννοώ, δεν μπορώ να … Τι νόημα έχει η μουσική χωρίς εσένα. Η συναυλίες, οι ταινίες… Πώς να ξαναδώ τους Pixies που είχα δει μαζί σου. Και πια να ξέρω πώς δε θα σε ξαναδώ. Και δε θα είμαι ποτέ ξανά όπως τότε. Δε θα ξαναείμαι ποτέ τόσο ζωντανός, όσο μαζί σου»… Δυο δρόμους παρακάτω ο Π. βλέπει το μαυροφορεμένο πλήθος να προχωρά, στοιχισμένο. Τόσο μαύρο μέσα στο επερχόμενο καλοκαίρι. Τόσο μαύρο… Της αφήνει το εισιτήριο στο μάρμαρο, κάτω από το βάζο. «Δωσ’ το σε όποιον θες… Δωσ’ το στον Άγιο Πέτρο, δώσ’ το στην Τζανις Τζοπλιν, δώσ’ το σε όποιον πίνεις μαζί του τεκίλες εκεί πάνω, ρε μωρό. Δε μπορώ να πάω χωρίς εσένα…». Και ο Π. φοράει τα μαύρα του γυαλιά και της χαϊδεύει με το δάχτυλο τη μύτη, καθώς φεύγει. Η σκόνη απ’ το τζάμι, μένει στο δάχτυλό του. Το πρόσωπο της μένει καθαρό ξανά. Να του χαμογελά. Έξω από την πόρτα του Νεκροταφείου, μια νεκροφόρα παρκαρισμένη. Ο Οδηγός διαβάζει κυριακάτικες και πολύ χαμηλά, η φωνή του Hamilton στο ράδιο ρωτάει κάτω από τον καυτό ήλιο «do you feel me? Do you feel me»… Ο Π. προχωράει σκυφτός, κάτω από τον καυτό ήλιο. Κι απομακρύνεται. Σιγοτραγουδώντας «do you feel me , do you feel me, tell me am I getting through to you…”

* "το δυο ειναι ο σωστός καιρός
(όχι ο ένας ή ο άλλος)

η αγάπη ειναι βαθύτερη εποχή
απο τη λογική

γλυκια μου εσύ
(και ειναι όπου ειμαστε Απρίλης)"
e.e. cummings - 1x1 (poem #95)

21.5.09

Επόμενη στάση "Νέος Κόσμος"

Νέος Κόσμος είναι μια στάση στο ΜΕΤΡΟ. Για μερικούς μπορεί να είναι και στάση ζωής αφού η ζωή τους είναι εκεί, το σπίτι και ο κόσμος τους. Για εμένα ο κόσμος ήταν κάποτε εκεί. Ένας νέος κόσμος που γνώρισα τη μέρα που σε γνώρισα. Την πρώτη φορά που ήρθα σπίτι σου και μείναμε ως αργά στο pc να μου δείχνεις ppt για θάλασσες, ποτάμια και προϊστορικά πλάσματα που δεν είχα ξαναδεί.
Για ένα χρόνο ακριβώς έπαιρνα το ΜΕΤΡΟ και ερχόμουν Νέο Κόσμο. Κι όταν δεν ήμασταν μαζί κάθε που μου μίλαγες στο τηλέφωνο, κάθε που ένα mail έστελνες, μου έφτιαχνες το κέφι. Κι εγώ τις νύχτες πως ξαπλώνουμε μαζί ονειρευόμουν. Και πόσες φορές με φίλησες δεν μπορώ να μετρήσω. Και τα πρωινά μες στο ΜΕΤΡΟ να ακούω το brand new life και να χαμογελάω σαν χαζή –στραβά να με κοιτάνε όλοι οι μεροκαματιάρηδες που μουρτζούφληδες πάνε στη δουλειά τους. «Επόμενη στάση Νέος Κόσμος» να ανακοινώνει η γυναικεία φωνή στα μεγάφωνα. «Επόμενη στάση o νέος μου κόσμος!» και να λάμπω από ευτυχία.

Μα πέρασε ο καιρός. Κι αναρωτιόμουν αν καταλαβαίνεις πώς νιώθω όταν είμαι μαζί σου, και αναρωτιόμουν αν πρέπει να σου δείξω κάτι παραπάνω. Κι έτσι με ΜΕΤΡΟ, λεωφορεία και τραμ ερχόμουν. Σε ώρες παλαβές. Στάση: Νέος Κόσμος. Η στάση μου. Εσύ. Να περνάμε ωρες μαζί- να δουλεύουμε, να τρώμε, να πηγαίνουμε θέατρα, να πίνουμε ποτά. Μα ποτέ μοιρασμένο ύπνο μετά. Να με γυρνάς με το αμάξι- φιλί στο μάγουλο, «καληνύχτα δεσποινίς». Γιατί δε σε φίλησα ποτέ όπως ήθελα γαμώτο; Γιατί όλο στο μάγουλο; Τι περίμενα;

Και πέρασε κι άλλος χρόνος, χαθήκαμε με τον Τεκ, δεν πάω πια συχνά στα μέρη αυτά. Δεν σου λέω πια συχνά «γεια, έχω έρθει στον φίλο στην Μπακνανά, να περάσω πιο μετά;». Και όταν είμαι στο ΜΕΤΡΟ μετά τον Άγιο Ιωάννη ανεβάζω τον ήχο στα ipod και δεν κοιτάω έξω απ’ το παράθυρο. Δε θέλω να δω να προσπερνάμε με ταχυτητα. Τον κοσμο που εφερε το νεο σ' εμένα. Εσένα. ..
Κι αν κάποια στιγμή τύχει να δω την επιγραφή «Νέος Κόσμος», «μόνο στάση υπάρχει»- λέω. «Όχι στάθμευση». Γιατί αν μείνεις κάπου, μένεις στάσιμος. Κι ένας στάσιμος Νέος Κόσμος γίνεται Παλιός. Παλιόκοσμος. Ποτέ δε σε φίλησα γιατί δεν ήθελα να παλιώσουμε. Ελπίζοντας στο φιλί είχα ελπίδα κάθε μέρα. Ονειρευόμουν κάθε μέρα ένα Νέο Κόσμο να ζω. Μαζι σου ειχα πάντα κάτι να ονειρευομαι

Κι έτσι όταν παίρνω το ΜΕΤΡΟ, πάντα σε σκέφτομαι. Κι όταν φτάνουμε Νέο Κόσμο κοιτάω στις αποβάθρες μήπως σε δω. Μα βλέπω μόνο νέο κόσμο και κανέναν γνωστό. Και δεν κατεβαίνω από το βαγόνι. Και περιμένω την επόμενη νύχτα που θα μείνουμε ως αργά μπροστά στο pc να βλέπουμε φωτογραφίες και να μιλάμε για βλακείες και που μετά θα μου πεις «πρέπει να πάμε για ύπνο, ξυπνάω στις εφταμιση το πρωί» και θα με πας με το αμάξι σπίτι. Κι εγώ θα σε κοιτάξω. Κι εσύ το ίδιο. Μπορεί να έχεις πιει μπύρες κι εγώ τεκίλες, να έχω το ακαταλόγιστο ως μεθυσμένη, μα πάλι δε θα σε φιλήσω. Γιατί αγαπώ τον κόσμο σου. Και δε θέλω να με διώξεις από εκεί. Δε θέλω ποτέ να με διώξεις εκεί. Από τον κόσμο σου. Τον πάντα νέο για μένα, κόσμο σου…

19.5.09

music & lyrics, the stories so far... Indieannalog set #25

(αλλαγή τακτικής, κατεβάζουμε απ' όπου βλέπουμε πράσινη λέξη! )

Το Νορβηγάκι χτες στην Eurovision έδειξε μεγάλη προτίμηση στα παραμύθια και η Ευρώπη απ’ ό,τι φαίνεται τσιμπάει στο παραμύθιασμα. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς: σε όλους αρέσει μια καλή ιστορία! Η πιο παλιά που μπορώ να θυμηθώ είναι με κάτι τύπους σε ένα κίτρινο υποβρύχιο, εγώ ήμουν τεσσάρων και στο βινύλιο ακουγόταν η θάλασσα, πιατικά στα μαγειρεία και η δημοτική μπάντα που έπαιζε ξαφνικά. Το συγκρότημα λεγόταν Beatles και οι ιστορίες τους μου έφτιαχναν το κέφι. Ίσως γι' αυτό από τότε ζητάω μια καλή ιστορία μέσα στη μουσική… Beatles – Ticket to ride (εντάξει, δεν είσαστε 4χρονα για να θέλετε Yellow Submarine φαντάζομαι)! εδώ

Αν η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος να ζήσεις αυτά που δεν μπορείς αλλιώς ή να εξοικειωθείς και να ξορκίσεις όσα φοβάσαι, τότε οι στίχοι στα τραγούδια συγκεκριμένων καλλιτεχνών αποτελούν μια τεράστια παρακαταθήκη στην παγκόσμια λογοτεχνία και ποίηση και ο Nick Cave –συγκεκριμένα- μπορεί να ανακηρυχθεί παμψηφεί ο Edgar Allan Poe της μουσικής . Πέρα βεβαια απο το να σφαγιάζει κοσμο στα murder ballads του, ενίοτε επιδεικνύει και γενναιες εξόδους από το αβυσσαλέο σκοτάδι που κρύβουν τα κατάστιχα του,και γράφει στιχους και μουσική που μπορουν να κάνουν έναν τυφλό να ΔΕΙ "την Ανοιξη του Μποτιτσέλι". Και όμως, ναι! Nick Cave & the Bad Seeds - Breathless. κι εδώ

«Αυτό που ακούμε, στην πραγματικότητα είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς αλυσίδας νοητικών γεγονότων που δημιουργούν μια εντύπωση, μια νοητική εικόνα του υλικού κόσμου. Αυτό που ονομάζουμε μουσική δημιουργείται όταν ο εγκέφαλος επιβάλλει τη δομή και τη σειρά σε μια αλληλουχία ήχων. Πρόκειται για μια αντιληπτική ψευδαίσθηση». Ναι όντως: φιλμ στο νου δημιουργεί η μουσική από μόνη της. Όχι τυχαία λοιπόν ο λόγος συνδέθηκε από παλιά με τη μουσική και οι καλές ιστορίες της εποχής (βλ. έπη) τραγουδιώντουσαν. Ο Colin Meloy γράφει διηγήματα και σαν σύγχρονος ραψωδός ανεβαίνει στην σκηνή να τα τραγουδήσει, ενώ οι We show up on radar φαίνονται - αν μη τι άλλο- να έχουν μάθει κάτι από αυτόν: έγραψαν μια απ’ τις καλύτερες ιστορίες που άκουσα τελευταία! Decemberists - Billy Liar &
We show up on radar - The growing girl εδώ & εκεί

Βέβαια υπάρχουν ιστορίες με καλό τέλος και ιστορίες με κακό. Μια ιστορία με κακή αρχή –τελετή ενός γάμου- και καλό τέλος -άντε, και καλή τύχη μάγκες-, πιθανολογώ ότι είναι εκείνη που με έχει κάνει να ακούω γάμο καινα βγάζω καντήλες (και το εννοώ, ξαφνικά απ’ τα τριάντα και μετά άρχισα να βγάζω σπυράκια ενώ δεν είχα ποτέ και πιθανολογώ ότι είναι επειδή με έχουν πρήξει να παντρευτώ)! :Ρ Για να σοβαρευτώ, η ιστορία του «μεγάλου βαρετού γάμου» είναι μακράν η αγαπημένη μου και χιλιάδες φορές με έχω σκεφτεί να το σκάω απ’ την τελετή με το νυφικό πιασμένη από αυτόν τον πολυέλαιο που αναφέρει ο Pollard και να πετάω πάνω από όλους- χε! Guided by voices - Big boring wedding κείθε

Και φυσικά, πέρα από το περιεχόμενο της ιστορίας σημαντικό είναι και το πώς θα την πεις. Υπάρχουν πολλοί τρόποι αφήγησης. Ο Tom Barman συνήθως περιγράφει τη σκηνή, το δρώμενο, σου λέει για το γεγονός και όχι τις αιτίες του. Ο Barman βλέπετε είναι και κινηματογραφικός σκηνοθέτης οπότε αυτό που ξέρει είναι να σου δίνει το στήσιμο (αυτός καθόταν εκεί και εκείνη απέναντι, φορούσε τούτο και έπινε το άλλο, της λέει, του λέει, αυτός γυρνάει…) κι εσύ μαζί με τη μουσική βλέπεις το έργο και συμπληρώσεις όσα βρίσκονται στη σκέψη των ηρώων. dEUS - Bad timing ( το τραγούδι παίζει για μερικούς που λένε πως δεν βρήκαν ούτε ένα καλό κομμάτι στο προηγούμενο LP των dEUS. Ε, ψυχραιμία, είχε τουλάχιστον 3 εξαιρετικά κομμάτια και αυτό είναι το ένα)! δώθε

Και υπάρχουν και οι θεατρικοί συγγραφείς. Αυτοί δεν φλυαρούν. Αυτοί έχουν μελετήσει καλά το κάθε τι και η κάθε πράξη αποκαλύπτει δομικά στοιχεία απ’ την προσωπικότητα του δράστη. Αν ο κινηματογράφος βασίζεται το θέαμα το θέατρο βασίζεται στους χαρακτήρες. Μπορεί τίποτα να μη γίνεται αλλά ο ήρωας σε κρατάει. Τέτοιους χαρακτήρες φτιάχνει ο Robert Smith. Πρώτο έτος στο Πανεπιστήμιο, είπα το πιο μεγάλο μεγάλο μου ψέμα με ηθικό αυτουργό εκείνον–επειδή ήθελα τόσο να έχω ζήσει μια ιστορία σαν κι αυτή που περιέγραφε, είπα στην αδερφή μου ότι συνάντησα έναν ζογκλέρ και τον ρώτησα «πώς το κάνεις αυτό το μαγικό» κλπ, κλπ «και του ζήτησα να φύγουμε μαζί» και της περιέγραψα όλη την ιστορία του just like heaven σαν να την είχα ζήσει εγώ. Μετά κατάλαβα ότι δεν μπορώ να λέω κατ εξακολούθηση ψέματα για πράγμα του δεν έζησα. Και ξεκίνησα να γράφω. Το πρώτο μου διήγημα λεγόταν «Όπως στον Παράδεισο» και έκτοτε η λογοτεχνία είναι το νομιμοποιημένο μου ψέμα. Αν και δεν θα με αποκαλούσα πιστοποιημένη ψεύτρα αφού αυτά που γράφω στο μυαλό μου τα έχω ζήσει σαν αληθινά.
Αυτό που με ανησυχεί δεν είναι τι γράφω εγώ, αλλά ο Smith. Γιατί συχνά φοβάμαι ότι έχω διαβάσει τόσες φορές τα «θεατρικά» του και τα έχω παίξει τόσες φορές στην εφηβεία μου, που απλά όταν η ζωή μου βρίσκεται μεταξύ δυο εκδοχών- μιας καλής και μιας κακής- επιλέγω την χάλια: γιατί αυτό το χάλια το έχω ξαναζήσει και στον Smith και στον Shakespeare και στον Ευριπίδη και αλλού. Ανησυχώ μήπως πηγαίνοντας πάντα στο ίδιο κακό τέλος, αυτό που κάνω είναι να πηγαίνω στα μέρη που γνωρίζω Σε αυτά που μου έχουν περιγράψει άλλοι καλά Οπότε ξέρω τι να περιμένω εκει… Cure - Disintegration έπαε!

14.5.09

high speed breed

Θόρυβος στο δρόμο. Στ’ αμάξι παράθυρα κλειστά και ο ανηλεής χτύπος του beat. Βρέχει καθαρό νερό. Το φανάρι κόκκινο κι εκείνος ανοίγει ξαφνικά την πόρτα. «Περίμενε με πιο κάτω» φωνάζει και διασχίζει τρέχοντας τη βρεγμένη άσφαλτο. Το φανάρι αλλάζει, η μουσική ουρλιάζει, το αγόρι τρέχει και το ξενοδοχείο πλάι κοιμάται πλακωμένο απ’ τη μαρμάρινη σιωπή του.
Προχωράω μπροστά, τα αλάρμ μου αναβοσβήνουν, φρενάρω μες στη μέση στην Καραγιώργη Σερβίας. Κάποιος μου κορνάρει -σχεδόν δοξαστικά- την ώρα που το αγόρι ξαναμπαίνει τρέχοντας μέσα. «Μούσκεμα έγινες» λέω, «ναι» λέει, «βρήκες;» ρωτάω καθώς σπινιάρω στη γλιτσιασμένη άσφαλτο, «ναι, εντάξει» λέει και μου δείχνει το ασημένιο περιτύλιγμα. «Προλαβαίνω μια δόση μέχρι να φτάσουμε»; «Εξαρτημένε!» και ανοίγω το παράθυρο.
Η βροχή ησυχάζει, η μουσική φεύγει πίσω μαζί με τον αέρα, ο κοσμικός της βόμβος σταματάει να χτυπάει μες στο κεφάλι μου, δραπετεύει έξω απ’ το μισάνοιχτο τζάμι. Κοιτάζω καλύτερα. Δεν είμαστε στο Εδιμβούργο, δεν ζω στους ρυθμούς ενός προσωπικού trainspotting και «κοίτα να χαλαρώσεις Άντα» σκέφτομαι, «ακόμα και ο Boyle χαλάρωσε και σάρωσε τα Όσκαρ»! «Τα Όσκαρ δεν είναι μακράν τα χειρότερα σοκολατοειδή;» μου λέει, «μπα, τα Αστήρ είναι νομίζω». «Θα σου φτιάξω εγώ σοκολάτακια να δεις» λέει. Χαμογελάω.
Ναι, αυτή η νύχτα είναι ακόμα μια συνηθισμένη νύχτα: εγώ, αυτός, το ΡΟΡ, βιαστική στάση για σοκολάτα στο Σύνταγμα και μετά μια νωχελική αργή βραδιά με τον Νίκο να βάζει μουσικές, εγώ να μιλάω ακατάπαυστα ενώ αυτός με κοιτά κι όλο γελά. «Τι γελάς; Βλέπεις κάτι αστείο;».
Κάποτε έπαιρνα το ΡΟΡ σαν prozak, σχεδόν κάθε βράδυ. Το κατάπινα μαζί με βότκα και μετά γέλαγα για ώρες. Πια καθόμαστε περισσότερο σπίτι και το σοκολατένιο αγόρι με ταΐζει βαλεριάνες σε digital μορφή («που τα βρίσκεις πια αυτά τα downtempo mp3»;). Σα να προσπαθεί διαρκώς να με καταστείλει. «Χαλάρωσε λίγο βρε ιπτάμενη τρεχάλα» λέει! Θέλω να ουρλιάξω όταν τον βλέπω τόσο χαλαρό. Το χαλαρός για εμένα ίσον νωθρός. Κι εγώ γεννήθηκα γκαζωμένη. Και θυμωμένη.
Ο Παππούς ο Βάτραχος λέει πως είμαι τραγική τεμπέλα αφού δεν προσπαθώ να αλλάξω ότι με θυμώνει. Απλά κάθομαι και κλαίγομαι: «Άκου Μιράντα, δε θέλω να ακούω μαλακίες, εγώ έτσι είμαι και τέτοια. Να αλλάξεις, άμα δε σ’ αρέσει να είσαι υστερική και να χαλιέσαι με όλα, να ηρεμίσεις. Να αλλάξεις τρόπο σκέψης».
Δεν είμαι σίγουρα τεμπέλα γιατί εργάζομαι σκληρά για τον επιούσιον και επιπλέον "δουλεύω" πολύ τις σχέσεις μου μπας και τσουλήσουν –αλλά ποτέ και καμία. Στα τρία χρόνια βγαίνουν μαζεμένα τα προβλήματα και η εγγύηση δε με καλύπτει «δε σας συμφέρει η επισκευή, καλύτερα να πάρετε καινούριο μοντέλο» -μου λένε οι ειδικοί. Και φτου κι απ’ την αρχή. Κι εγώ διαλέγω με επιμέλεια τους πιο ακατάλληλους, τους ερωτεύομαι και παιδεύομαι -χωρίς καν να εκπαιδεύομαι και να βελτιώσω τις επόμενες επιλογές. Έτσι νομίζω είναι λογικό που καταλήγω με τόσα νεύρα, λες και έχω 25 μέρες το μήνα περίοδο –τις υπόλοιπες έτσι κι αλλιώς έχω ωορρηξία.
Σήμερα είμαι μάλλον στην ωορρηξία. Απ’ την ώρα που είδα το choco-boy μου να τρέχει στη βροχή, με το τρελό χαμόγελο κι αυτά τα ροδαλά του μάγουλα σαν άγγελος του Raphael, με αυτό το τζιν που κολλάει στα σημεία ακριβώς που πρέπει (ή για να το θέσω σωστότερα: με αυτό το κορμί που σε κάνει να ξεχνάς ότι τον έβρισες που πλήρωσε μια μικρή περιουσία για το Dsquared2 τζιν και να ευλογείς τους δυο αδελφούς που το σχεδίασαν) ομολογώ ότι έχω αρχίσει να βλέπω νέα τρέιλερ στο μυαλό μου. Και όχι για κομεντί!
-Τι λες; Την κάνουμε σιγά σιγά;
Βγαίνουμε απ’ το μαγαζί, με κρατάει απ’ το χέρι, με τραβάει, χορεύουμε μέσα στο δρόμο, με σπρώχνει στο αμάξι, γλιστράει το χέρι του κάτω απ' τη φούστα μου και ευτυχώς, ευτυχώς που δεν έχει κίνηση, σε δέκα λεπτά το πολύ, σε δέκα λεπτά θα είμαστε σπίτι. Περίπου έντεκα λεπτά δε χρειάζεται μια γυναίκα για να φτάσει σε οργασμό;

11.5.09

Birthday log: Δημιουργικός και όχι αισιόδοξος

[Πριν δύο χρόνια, στις 10 Μάη του 2007, όταν το μπλογκ ακόμη λεγόταν “Σκουπίζοντας στην έρημο, αλλάζεις το τοπίο” και εγώ έμενα άπραγος στη Θεσσαλονίκη, είχα ανεβάσει αυτό το κειμενάκι. Αν το έχετε διαβάσει και το θυμάστε, προχωρήστε στα αμέσως επόμενα άσπρα γράμματα.]

Έχει έρθει πια η άνοιξη στη Θεσσαλονίκη, στην Άνω Πόλη απλώνεται ένα υπέροχο φως και φυσάει γλυκό αεράκι. Άνοιξα όλα τα παράθυρα του σπιτιού και κυκλοφορώ γυμνός, αφήνω τον αέρα να με χαϊδεύει, νιώθω ήρεμα, καλά.
Έφτιαξα μια παραλία μέσα μου και ξαπλώνω σε αυτήν. Παίρνω στη χούφτα μου την άμμο και την αφήνω να κυλήσει ανάμεσα στα δάχτυλα, δηλώνω πως ο χρόνος κυλάει, δεν τον μετράω όμως, τον επανατοποθετώ. Σήμερα έτσι αλλάζει το τοπίο, με χάδια και αγγίγματα, μπήκε η σκούπα στη γωνιά της.
Ανοίγω ένα αγαπημένο βιβλίο, ίσως το πιο καθοριστικό στη συγκρότηση του ύφους μου, διαβάζω σ' αυτό: "Tης πήραν τα παιγνίδια και τον εραστή της. Έσκυψε λοιπόν το κεφάλι και παρ' ολίγον να πεθάνη. Mα τα δεκατρία ριζικά της σαν τα δεκατέσσερά της χρόνια εσπάθισαν την φευγαλέα συμφορά. Kανείς δεν μίλησε. Kανείς δεν έτρεξε να την προστατεύση κατά των υπερποντίων καρχαριών που την είχαν ήδη ματιάξει όπως ματιάζει η μυίγα ένα διαμάντι μια χώρα μαγεμένη. K' έτσι ξεχάστηκε ανηλεώς αυτή η ιστορία όπως συμβαίνει κάθε φορά που ξεχνιέται από τον δασοφύλακα το αστροπελέκι του στο δάσος." Πάντα αισθανόμουν συγγενικός κι ερωτευμένος με αυτό το ανώνυμο κορίτσι, φανταζόμουν να είναι μικρή ψυχή μέσα μου, να είμαι κι εγώ καυλωμένος εραστής μέσα της, μαζί να χαιρετάμε τις φευγαλέες συμφορές καθώς οργάζουμε.
Ίσως το καλύτερο δώρο των χρόνων μου να υπήρξε ο τσαμπουκάς της αβεβαιότητας, ξέρω πως δεν ξέρω, μα ορμάω πια παρόλ' αυτά. Κρύφτηκα πολύ καιρό σαν χαζός πίσω από το έξυπνο μυαλό μου, ονομάζοντας την έλλειψη ξεκάθαρης στάσης μετριοπάθεια, σχετικισμό, μεταμοντερνισμό, κραδαίνοντας και τη σχετική βιβλιογραφία.
Επιστρέφω στην εικόνα της παραλίας, αφήνοντας τον απολογισμό για μέρες που είναι καταλληλότερες για αυτόν, που δεν είναι επέτειοι. Βλέπω τα εικοσιεννιά μου ριζικά να ξεπροβάλλουν σιγά σιγά γυμνά μέσα από το κύμα. Στα μακριά μαλλιά τους είναι μπλεγμένα κοχύλια και θραύσματα από αγγεία, διαβάζω ονόματα εσωστρακισμένα: "Γιάννης, Μαρία, Εύη, Γιώργος, Ιωάννα, Νίκος, Δώρα, Αγγελική". Κοιτάζουν γύρω με γκρίζο, κεραυνοβόλο βλέμμα, όλα όμως είναι ήσυχα, ειρηνικά. Αρχίζουν να χορεύουν γύρω από το γυμνό μου σώμα. Καυλωμένος, με λυμένα τα μαλλιά μου, σηκώνομαι και περπατάω αργά προς τη θάλασσα. Στο πρώτο άγγιγμα με το νερό, τα πόδια μου γεμίζουν λέπια και χάνονται, βουτάω όλο και πιο βαθιά, όλο και πιο μακριά. Ξέρω ότι προορισμός μου είναι η Αθήνα τον Ιούλιο, αναρωτιέμαι πού να ταξιδέψω μέχρι τότε.
Θυμάμαι το στίχο του Σαββόπουλου: "Γεννήθηκα στη Σαλονίκη, να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ, στο υπόγειο νησί τους ταξίδεψα ως εδώ". Δε γεννήθηκα στη Σαλονίκη, μεγάλωσα όμως καλά, βαθιά και άγρια εδώ. Συνειδητοποιώ τη μέσα θάλασσα, το σώμα - βυθό, παραλία, έρημο, άμμο. Συνεχίζω να κολυμπάω, γυμνός, καυλωμένος, γοργόνα, αντιφατικός, προς τα χρόνια που έρχονται.
Σήμερα έγινα τριάντα.

Μέσα σε δύο χρόνια άλλαξαν πολλά στη γραφή και στο κεφάλι μου, δε με ενδιαφέρουν όμως ούτε πλέον, ούτε εδώ οι αναλυτικές αυτοβιογραφήσεις. Αν κάτι αισθάνομαι ως αλλαγή σημαντική, είναι πως έπαψα να με οραματίζομαι ευτυχή, να αυτοπροσδιορίζομαι κατ' αρχήν ως ελπιδοφόρος. Οι μαλακίες μου, οι προδοσίες μου, τα project μου που βυθίστηκαν δεν είναι αντεπιχειρήματα για εμένα, είμαι εγώ που έμαθα να αγαπώ τα ζιγκ ζαγκ μου, να χαράζω ένα δρόμο λοξό: χώμα του κήπου που βλασταίνει και όχι άμμος της ερήμου που περιμένει τον κατακλυσμό.
Η ημερίδα της 9 Μάη στην Πάντειο (λεπτομέρειες εδώ) πήγε πολύ καλά, και πραγματικά απόλαυσα την ανακοίνωση με το φίλο και συνάδελφο Γιώργο. Του ζήτησα λοιπόν να μου προτείνει τέσσερα τραγούδια για τα γενέθλιά μου, να φτιάξουμε ένα ψευδο-Indieannalog με αφορμή την ωραία κοινή δουλειά μας, τα γενέθλιά μου και την απουσία της Ινδιάννας. Λόγω της επιτήρησης από τον Blogger, τα τραγούδια θα τα βρείτε στα σχόλια.
Sex is not the enemy (Garbage): Στην ομιλία της προχτές η Άννα Αποστολίδου επέμεινε ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να είσαι ορατός/η και θαρραλέος/α: περπατώντας σιωπηλός/η στο Athens Gay Pride, αποκαλύπτοντας τον εαυτό σου στους/τις φίλους/ες σου, μιλώντας για μη δημοφιλή και ίσως προκλητικά θέματα σε μια επιστημονική ημερίδα. Με αισθάνθηκα εκείνη τη στιγμή ενιαίο, σώμα – λόγο – νου, και ένιωσα περήφανος.
Lycanthropy (Patrick Wolf): Κάτι που αισθάνομαι να με συνδέει με το Γιώργο, όπως και με άλλους/ες φίλους/ες μου (την Άννα, την Ιωάννα, το Γιάννη, την Εύη, τον Παύλο, τη Σοφία, τη Δώρα) είναι η αίσθηση του/της αλλόκοτου/ης ή του διχασμένου/ης. Μεγαλώσαμε πάντως καλά όλοι/ες μας, φτάνοντας στην αναγνώριση ότι η πολυχρωμία και η πολυπλοκότητα είναι προτερήματα, ακόμα και για την ικανότητά τους να τρομάζουν του/τις απλοϊκούς/ές.
Satan rejected my soul (Morissey): Φυσικά ένας τέτοιος αυτοπροσδιορισμός είναι τσακωμένος με τις συνήθεις συνταγές επιτυχίας και ευτυχίας, θα προσέθετα όμως ότι δεν ακολουθεί εύκολα και τα συνήθη μονοπάτια της δυστυχίας. Το να μη σε θέλει ούτε καν ο Σατανάς παράγει αν μη τι άλλο μια ενδιαφέρουσα περιπλάνηση. Υπήρξαν παράξενα ωραία τα χρόνια τα δικά μου και των φίλων μου.
Stranger in Paradise (St. Etienne): Και υπήρξαν παράξενα ωραία, γιατί νωρίτερα ή αργότερα οδηγήθηκαν σε ευτυχή ροή. Δεν λέω κατάληξη, γιατί κανείς/μιά μας δε μπορεί να ξέρει (και οι περισσότεροι/ες ούτε καν θέλουμε να ξέρουμε) αν θα ξανάμαστε ή αν θα παραμείνουμε ευτυχισμένοι. Την έχουμε κάνει όμως όλοι/ες τη μικρή μας βόλτα στον Παράδεισο.

8.5.09

Ημερίδα: Σεξουαλικότητες και Φύλα: Λεσβιακές, Γκέι, Αμφί, Τρανς και Queer κοινότητες στην Ελλάδα

00% ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΑΒΒΑΤΟ 13 ΙΟΥΝΙΟΥ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΛΑΥΘΜΩΝΟΣ


ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ
Σεξουαλικότητες και Φύλα: Λεσβιακές, Γκέι, Αμφί, Τρανς και Queer κοινότητες στην Ελλάδα

Σάββατο 9 Μάη στο ΠΑΝΤΕΙΟ Πανεπιστήμιο
Λεωφόρος Συγγρού 136, Αμφιθέατρο Σάκη Καράγιωργα ΙΙ
10:30-14:30

Τα τελευταία χρόνια στο χώρο των κοινωνικών επιστημών στην Ελλάδα έχει αναπτυχθεί η έρευνα σχετικά με το φύλο και τη σεξουαλικότητα. Ακαδημαϊκές μελέτες, διδακτορικά, μεταπτυχιακές εργασίες και έρευνες «χρησιμοποιούν» τη σεξουαλικότητα ως επιστημονικό εννοιολογικό εργαλείο με στόχο την κατανόηση των ταυτοτήτων και των σχέσεων που αναπτύσσονται σε αυτή καθώς και την ανάδειξη της πολυμορφίας της. Πολλές από τις έρευνες που πραγματοποιούνται στα ελληνικά πανεπιστήμια εστιάζουν στις λεσβιακές, γκέι, αμφί, τρανς και queer σεξουαλικές ταυτότητες και αποτελούν αντικείμενο θεωρητικής συζήτησης. Μέσα από τη διοργάνωση μιας ημερίδας θέλουμε να αναδείξουμε τις LGBTQ έρευνες και τη συζήτηση που έχει αναπτυχθεί γύρω από αυτές. Καθηγήτριες-ές πανεπιστημίου, ερευνήτριες-ές και ακτιβιστικές ομάδες θα παρουσιάσουν μελέτες σχετικές με τις LGBTQ κοινότητες στην Ελλάδα.


ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
10.45-11.00 Χαιρετισμοί – Έναρξη
Φιλίππα Διαμάντη, Μέλος του Athens Pride
Αλεξάνδρα Χαλκιά, Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

11.00-12.40 ΠΑΝΕΛ 1
Συντονίστρια: Αλεξάνδρα Χαλκιά
- Βενετία Καντσά, Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
«Ορατά αόρατες, αόρατα ορατές. Δύο όψεις της λεσβιακής παρουσίας στην Ελλάδα»
- Άννα Αποστολίδου, Υποψήφια Διδάκτορας, Τμήμα Ανθρωπολογίας, University College London
«Ενσώματη συμμετοχή: υποκειμενοποίηση και queer συλλογικότητα στη σύγχρονη Ελλάδα»
- Κώστας Γιαννακόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
«Πολιτισμικές εννοιολογήσεις της μοναξιάς: Συγγένεια, κοινότητα και πολιτικές του LGBT/ΛΟΑΤ κινήματος»
- Τerminal 119 για την κοινωνική και ατομική αυτονομία
«Τα καλιαρντά του Ηλία Πετρόπουλου: η ορατότητα και το περιθώριο της ομοφυλοφιλικής εμπειρίας»
ΣΥΖΗΤΗΣΗ

12.40-13.00 ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ (στο διάλειμμα προσφέρεται καφές)

13.00-14.40 ΠΑΝΕΛ 2
Συντονίστρια: Άννα Αποστολέλλη
Λίνα Λαχανιώτη, Υποψήφια Διδάκτορας, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
«Από τη λεσβιακή θεματική στο queer: η διαδρομή μιας εμπειρικής έρευνας»
Βασίλης Διαμαντόπουλος, Υποψήφιος Διδάκτορας, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο
«Κοινωνικές αναπαραστάσεις της ομοφυλοφιλίας στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο»
- Κωστής Σπηλιώτης, Υποψήφιος Διδάκτορας, Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Γιώργος Χαλάτσης, Διδάσκων Ισπανικού Πολιτισμού, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
«Αναπαραστάσεις για το κοινωνικό φύλο και το σεξουαλικό προσανατολισμό στις περσόνες των ελληνικών ΛΟΑΤ /LGBTQ μπλογκ»
- Κώστας Κανάκης, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
«Γλώσσα, αρσενικότητα και σεξουαλικότητα: Οι προσωπικές αγγελίες στο διαδίκτυο»
ΣΥΖΗΤΗΣΗ

*Για την ημερίδα συνεργάστηκαν:
Επιμελήτριες: Άννα Αποστελέλλη, Φοιτήτρια, Τμήμα Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Φιλίππα Διαμάντη, Απόφοιτη Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Επιστημονική Σύμβουλος: Αλεξάνδρα Χαλκιά, Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο.

[Η περίληψη για τη δική μας ανακοίνωση:
Υλικό της συγκεκριμένης παρουσίασης αποτέλεσαν μια σειρά από ελληνόφωνα blog (ιστολόγια - δημόσια διαδικτυακά ημερολόγια) στα οποία τα υποκείμενα των αφηγήσεων (περσόνες) αυτοπαρουσιάζονται ως γκέι, λεσβίες, αμφιφυλόφιλοι, τρανσέξουαλ/ transgendered ή queer. Λόγω του πολύ μεγάλου αριθμού των blog με γκέι θεματολογία, η ανακοίνωση θα παρουσιάσει κάποια γενικά χαρακτηριστικά αυτών των blog, τα σχετικά κυρίως με τον τρόπο γραφής και την κοινή θεματολογία τους. Από την άλλη μεριά, η παρουσίαση των λεσβιακών, αμφιφυλόφιλων, queer και τρανς περσόνων θα προχωρά σε πιο λεπτομερειακή ανάλυση ζητημάτων κοινωνικού φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, όπως για παράδειγμα η έλλειψη ορατότητας των λεσβιών στο δημόσιο χώρο, οι αναπαραστάσεις για τη λεσβιακή σχέση, η ποικιλία στους αυτοπροσδιορισμούς των τρανς γυναικών, η περιορισμένη παρουσία του queer στη μπλογκόσφαιρα. Αναφορά γίνεται και στα blog γκέι οροθετικών περσόνων, λόγω του ειδικού τους ενδιαφέροντος, αλλά και σε περσόνες που συνδυάζουν τη χριστιανική πίστη με την ομοφυλόφιλη σεξουαλική πρακτική.]



5.5.09

Μισοκρυμμένος στο blog μου για δυόμισι χρόνια (1): Ψυχολογικά της γραφής και της ανάγνωσης

[Είμαι ο Άμμος (όχι το Φάντασμά του) και πιθανόν επανέρχομαι στο blogging, αλλά με αρκετά διαφορετικό concept συγγραφής από όταν ξεκινούσα το Δεκέμβρη του 2006. Δύο τρεις ημερολογιακές αναρτήσεις την επόμενη περίοδο θα σας πουν προσωπικά και δημόσια νέα της τελευταίας διετίας, για να συνεχίσουμε από τέλη Μάη με το νέο μου/μας πρόγραμμα.]

Το blog αυτό κατέληξε από το Γενάρη και μετά να είναι της Ινδιάννας, αλλά ήδη τα ποστ μου είχαν αραιώσει από τότε που κατέβηκα στην Αθήνα, το Σεπτέμβρη του 2007. Συχνά ανέφερα ως λόγο των σποραδικών εμφανίσεών μου ότι έγραφα πολύ στον υπολογιστή, οπότε βαριόμουν να γράφω από διασκέδαση, αλλά αυτό ήταν πάντα η μισή αλήθεια. Σήμερα θα σας γράψω για την άλλη μισή, που έχει σχέση με το τι έγραφα και για ποιον λόγο.

Με τη λογοτεχνία έχω ασχοληθεί συστηματικά δύο φορές στη ζωή μου, και τις δύο για να ξορκίσω προσωπικούς δαίμονες, να προβάλλω σε φανταστικούς κόσμους θέματα που αρνιόμουν να αντιμετωπίσω. Όταν διαλυόταν η σχέση μου με την Εύα, από το φθινόπωρο ως την άνοιξη του 2005, έγραψα το ένα και μόνο μου μυθιστόρημα που αναφερόταν στις σχέσεις, τα σώματα και τη μοναξιά (αποφεύγοντας βέβαια εξολοκλήρου να συζητήσω με την Εύα για τις σχέσεις, τα σώματα και τη μοναξιά). Πήγα στρατό, επέστρεψα στην πολιτική ζωή, πρότεινα το μυθιστόρημα σε διάφορους εκδοτικούς οίκους, συνάντησα καθολική απόρριψη, κι έτσι οδηγήθηκα, σε συνδυασμό με την ερωτική απογοήτευση από μια Μαρία και την απαίσια δουλειά που έκανα τότε, σε μια αρκετά βαριά κατάθλιψη το καλοκαίρι του 2006. Θεωρώ πως βγήκα από αυτόν το βάλτο ξεκινώντας να δημοσιεύω ιστορίες μου στο blog το Δεκέμβρη του 2006: με πολύ θετικά σχόλια σχεδόν από την αρχή, ήταν δύσκολο να πιστεύω όλες αυτές τις αηδίες που μουρμούριζα για εμένα (δεν αξίζω τίποτα, η ζωή μου δεν έχει νόημα, θέλω να πεθάνω κτλ.) Ό,τι σκατά και να 'μουνα, τουλάχιστον έγραφα καλή λογοτεχνία, τι να καταλάβουν οι μαλάκες οι εκδοτικοί. (Από το Δεκέμβρη του 2006 ως τον Ιούλη του 2007 ήταν παρεμπιπτόντως η δεύτερη και τελευταία φορά που ασχολήθηκα συστηματικά με τη λογοτεχνία).

Κι ενώ η διαδικτυακή γραφή με έσωσε, εγώ της φέρθηκα αχάριστα, στερώντας την από χρόνο και διάθεση. Ανέβηκε η αυτοπεποίθησή μου, ερωτεύτηκα μια Αθηναία την Εύη, πήρα χαμπάρι ότι η Θεσσαλονίκη είχε κλείσει τον κύκλο της, κάπως έτσι αποφάσισα να κατέβω και στην Αθήνα. Εν μέσω της μετακόμισης ήρθε μισοτυχαία - μισοεσκεμμένα και το διδακτορικό στο τμήμα ΕΜΜΕ του Καποδιστριακού με το Σπύρο Μοσχονά. Είχα μια ιδέα για ανακοίνωση σχετικά με τα blog, πέρασα από το τμήμα για να του την πω, μου αντιπρότεινε να την κάνω αντί για ανακοίνωση διδακτορικό μαζί του, συμφωνήσαμε, και με ποικίλους κλυδωνισμούς δουλεύουμε καλά μαζί δύο χρόνια τώρα και ήδη τον ευγνωμονώ για την επιρροή του. Αυτή η θετική εξέλιξη ήταν όμως και η πρώτη φίμωση της γραφής μου στο blog: ένιωθα αμήχανος να δηλώσω ότι μας/σας μελετάω, φοβόμουν μη θεωρηθώ διανοούμενος της μπλογκόσφαιρας, ξενέρωνα όλο και περισσότερο να καταλαβαίνω τους μηχανισμούς που με οδηγούσαν να γράφω: οι ρητορικές μου έχασαν τον αυθορμητισμό τους, καταλήγοντας όλο και περισσότερο επαρκείς, όλο και λιγότερο απολαυστικές. Επιπλέον μπλέχτηκα από την αρχή της διαμονής μου και με τα οικολογικά του Υμηττού και του Βύρωνα, συζητώντας, διαβάζοντας, ενίοτε και γράφοντας πολιτικά κείμενα, τα οποία αφορούσαν την καθημερινότητά μου και τους φίλους γείτονες στο Βύρωνα, αλλά όχι και το γενικό κοινό στο blog μας, ενώ βρέθηκα να δουλεύω για πρώτη φορά στη ζωή μου με καλές συνθήκες σε ένα φροντιστήριο, όπου μου ζητήθηκε να γράψω σοβαρές σημειώσεις για το μάθημα της Έκθεσης (άλλο διάβασμα και γράψιμο από εκεί), ούτε κι αυτές όμως αφορούσαν το κοινό του blog μας, όπως θεωρούσα ότι ήταν διαμορφωμένο μέχρι τώρα. Μέσα σε όλα αυτά έδωσα για υποτροφία ΙΚΥ και την πήρα, περίοδος κατά την οποία δεν είχα χρόνο ούτε για να κατουρήσω (εντάξει υπερβολή, αλλά σας δίνει μια ιδέα).

Με αυτά και με εκείνα γράφτηκε πια η πιλοτική έρευνα για το διδακτορικό, γράφτηκαν και οι σημειώσεις για την Έκθεση, πήρα το ΙΚΥ, συνειδητοποίησα ότι δεν έχω καμία διάθεση προς το παρόν να γράφω λογοτεχνία ή προσωπικά ημερολόγια, και κάπου εκεί χαλάρωσα λίγο και σκέφτηκα ότι με όλες αυτές τις εξελίξεις είτε το παρατάω το blogging, είτε αναφωνώ “ο παλιός Άμμος πέθανε, ζήτω ο νέος Άμμος”.

Αφού λοιπόν αποφάσισα το δεύτερο, περάστε αν θέλετε το Σάββατο κατά τις 13.00 από την Πάντειο όπου κάνω μαζί με το φίλο και συνάδελφο Γιώργο Χαλάτση μια ανακοίνωση για τις αναπαραστάσεις του φύλου και της σεξουαλικότητας στα ελληνικα λεσβιακά, ομοφυλόφιλα, αμφιφυλόφιλα, τρανς και queer μπλογκ, στο πλαίσιο της ημερίδας του Athens Gay Pride. Το πώς κατέληξα να ασχοληθώ με το Athens Gay Pride και την Ομοφυλοφιλική Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας, θα είναι το αντικείμενο του επόμενου ποστ.


[Περισσότερα για την ημερίδα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.]

3.5.09

The "downloading" ice, is getting thinner - indieannalog set #22

τα λινκ είναι στα σχόλια (αν και απ' ότι κατάλαβα ΚΑΙ ΕΚΕΙ τα βρίσκει ο blogger και μου ακυρώνει τους "λογαριασμούς για ανέβασμα αρχείων"- γκρρρ

Γη...
Μουρτζουφλικο πρωινό στην Αθήνα, πάλι μου "έκλεισαν" τον λογαριασμό στο fileden επειδή μοιράζομαι δημοσίως τραγούδια, πάλι διαβάζω πράγματα που ανοίγουν το μυαλό αλλά κλείνουν την φαντασία μου, πάλι είμαι μέσα στο άγχος για το αν θα προλάβω, και αυτό που στ' αλήθεια θα ήθελα ήταν να μην είχε βλάβη το "πύρκαυλο" και να μπορούσα να τρέξω σε έναν αμερικάνικο επαρχιακό δρόμο. Να βρω την ησυχία μου οδηγώντας μέσα στην ερημιά μέχρι να καταλήξω σε ενα all night diner...
Modest Mouse- All night diner

Φωτιά... Εκεί μια μπάντα από το Birmingham, που κυνηγά το αμερικάνικο όνειρο, θα άφηνε την καταπιεσμένη στο εγγλέζικο φλέγμα οργή της να εκραγεί στη μέση της ερήμου και το ωστικό κύμα τους θα με έσπρωχνε ξανά στον πολιτισμό, στα αμερικάνικα προάστια... Johnny Foreigner - Absolut balance

Αέρας... μέσα στα garage καθωσπρεπισμένα αμερικανάκια που μεγάλωσαν ανάμεσα σε ξανθιές cheerleading αγελάδες και ανακάλυψαν τα "σκαθάρια" στην εφηβεία μαζί με τα blues και το rock, ανατέμνουν και ξεκοιλιάζουν τις μελωδίες τους ουρλιάζοντας τα αποτελέσματα των ερευνών "(εύρηκα- γιατί αυτό το κουπλέ αξίζει να το αντιγράψουμε") Crystal antlers- Andrew & Beatles - Don' t let me down

Νερό... Κι έπειτα μια βόλτα από California μεριά, στο σπίτι του Hank Moody να ακούω τις τρομερές ατάκες που πετάει η μικρομέγαλη Becca ("τι ακούς" την ρωτά ο άσωτος πατήρ Duchovny, "Death cab for cutie" απαντά η μικρή, "Well, you really know how to hurt a guy!), και παρότι ποτέ δεν βρήκα και πολύ σοβαρό συγκρότημα τους DCFC να σκέφτομαι ότι "ίσως πρέπει να δώσω κάποιο credit επιτέλους σε μπάντες που ακούν 13χρονες (μπε)Μπέκες, οι οποίες προσπαθούν να δημιουργήσουν έναν διαφορετικό εαυτό έναντι της πολυφορεμένη λαμπερής μουτσούνας των γύρω τους". Death cab for cutie - The ice is getting thinner

1.5.09

Πρωτομαγιά

Τα τελευταία χρόνια του Λυκείου τα πέρασα σε νησί. Μεγάλη πίκρα τους χειμώνες. Σαν μίκραιναν οι μέρες ήξερα πώς τίποτα δεν υπήρχε να αλλάξει την ζωή μου. Σχολείο- σπίτι- αγγλικά- σπίτι- τηλεόραση- φαντασιώσεις με τους ηθοποιούς στις αφίσες μου. Και μετά καληνύχτα. Και καλημέρα. Πάλι η ίδια μέρα. Και η ίδια νύχτα. Μέχρι να ‘ρθει το καλοκαίρι.
Απ' το Πάσχα και μετά, ως το καλοκαίρι, ερχόταν να μείνει μαζί μας η γιαγιά με τη θεία Αριστέα, τη μικρή αδερφή του πατέρα. Αυτές μέναν στο δωμάτιό μου κι εγώ μεταφερόμουν στην σοφίτα. Ηθελα ησυχία για τις τελικές εξετάσεις -τους έλεγα. Διάβαζα και τα βράδια ως αργά, τους έλεγα. Μα στο παράθυρο είχα δέσει ένα σκοινί. Κι από εκεί δραπέτευα τα βράδια. Το έσκαγα κι έμενε το φως μονάχο, αναμμένο.
Το σπίτι ήταν μακριά από την χώρα. Χωματόδρομος. Το φως στο δωμάτιο μου έδειχνε το δρόμο να γυρίσω.

Οι γονείς μου δεν το ΄ξεραν αυτό. Τίμιοι άνθρωποι- κοιμόνταν απ’ τις δέκα και παρτίδες δεν είχαν με τους χωριανούς. Μονάχα η θεία Αριστέα ήξερε. Δεν της είχα πει μα με είχε μυριστεί. Κυριολεκτικά. Μια μέρα μπήκε στη σοφίτα κάτι να δανειστεί και είπε «καπνίζεις»; «Όχι» ορκίστηκα. «Να αερίζεις τα ρούχα σου τότε», είπε, «μυρίζουν και θα καταλάβει η μάνα σου ότι ξεπορτίζεις τα βράδια».
Πολύ προχωρημένη η θεία. Η γιαγιά μου έλεγε στον πατέρα μου «τόσα λεφτά έχεις, τι την σπουδάζεις, 18 χρονών είναι πια, πότε θα παντρευτεί, στα 20 κανείς δε θα τη θέλει». Η θεία Αριστέα μου έκλεινε το μάτι –ήταν 36 και ανύπαντρη. Μα έδειχνε 60άρα, ήταν κοκαλιάρα, ξερακιανή και αλλόκοτη σαν την Πάττυ Σμιθ. «Αχ, ήντα να σε κάμουνε δα» έλεγε, «θα καταντήσεις σαν κι εμένα, γεροντοκόρη στέρφα» κι άναβε τσιγάρο κι ανέβαινε στο δωμάτιο που την περίμενε ο Μπατάιγ της.

Τα βράδια στο χωριό έπινα ποτά. Μου γύρναγαν τα άντερα αλλά γύρναγε και όλη μου η ζωή. Έφερνε δέκα σβούρες σε κάθε γουλιά. Στο γυρισμό ξερνούσα στα χωράφια και όταν πλησιαζα ξημέρωμα στο σπίτι, το φωτάκι μου περίμενε ανοιχτό. Έδειχνε το δρόμο στην αυγή που ακολουθούσε άλλη μια φωτεινή νύχτα.
«Καλημέρα» έλεγα στη θεία που κάπνιζε τυλιγμένη στο χίπικο σάλι της.
Κι εκείνη έγνεφε με τα δάχτυλα μαζεμένα γύρω από το τσιγάρο- σαν ευλογία Κυρίου περισσότερο παρά σαν «γεια χαρά».
Έκλεινα το φως και έπεφτα νεκρή για ύπνο. Ξύπναγα το επόμενο μεσημέρι. Κίτρινη απ’ το μεθύσι και χορτάτη από χαρές.
«Ανόρεχτο είναι το κοπέλι και ξενυχτισμένο» έλεγε η γιαγιά.
«Διαβάζει μάνα η Μαρίλια το βράδυ –εσύ κοιμάσαι μα εκείνη τη νύχτα που χει ησυχία διαβάζει για το σχολειό. Και το πρωί μονάχα σβήνει το φως και πέφτει για ύπνο, να ξεκουραστεί».
«Όφου Παναζία μου το κοπέλι, ήντα χει πάθει με το διάβασμα, όφου κι έχει κάνει φωτεινές και τσι νύχτες για να προλάβει» ξεφυσούσε η γιαγιά και σταυροκοπιώταν –που ήταν και πλούσιος ο πατέρας μου και παρόλα αυτά με χαλάλιζε στα βιβλία αντί σε έναν καλόν άντρα.

Και πέρασε το καλοκαίρι για άλλη μια χρονιά. Και μίκρυναν οι μέρες. Μεγάλωσαν οι νύχτες. Οι σκοτεινές. Και ήρθε ο χειμώνας. Και ήρθε η κλεισούρα. Και ήρθε η μοναξιά. Κι όλοι ζητούσαν δώρα απ’ τον Άη Βασίλη. Κι εγώ να πάρει μετάθεση ο πατέρας. Να πάρει μετάθεση σε μια πόλη, να φύγουμε απ’ το ερημονήσι πια.
Και μπήκε η νέα χρονιά και μπήκε ο Φλεβάρης και ύστερα η άνοιξη και ο Απρίλης και ο Μάης. Και έχουμε κάτσει στο περβόλι και φτιάχνουμε μαγιάτικο στεφάνι και η νύχτα πέφτει μενεξελιά και λέει τότε η γιαγιά «όφου πουλάκι μου και έρχεται πάλι το καλοκαίρι, όφου και θα αρχίσεις πάλι ν’ ανάβεις το φως τσι νύχτες να διαβάζεις. Όφου τσ' έρχονται πάλι οι νύχτες οι φωτεινές κακορίζικο» κι αναστέναξε σκασμένη η γιαγιά.
«Όφου το κακορίζικο μου» είπε κι η θεία και μάσησε ένα λουλούδι ανάμεσα στα δόντια της. Και μου χαμογέλασε.«Έρχονται τα Φώτα και ο Φωτισμός, τι χαρά μεγάλη κι ο ...»
«Ηντα λες ωρή, κουζουλάθηκες;» είπε η γιαγια.

Ξάπλωσα δίπλα στη θεία. Άρχισα να μαδάω μια μαργαρίτα. Γελώντας σαν χαζό!
Η συνενοχή είναι μεγάλη υποθεση...!