(Νερό) «Οι Πάγοι λιώνουν στην Ανταρκτική, κι εδώ χιονίζει Μάη μήνα μες στο σπίτι», μονολογεί η Α. καθώς τρίβει τα μπράτσα της να ζεσταθεί. Ο Γ. κοιμάται στο στρώμα, η Α. ανοίγει το ψυγείο. Μια μυρωδιά σήψης την ενοχλεί «να μούχλιασαν πάλι τα λεμόνια; Δεν κρατάνε καθόλου αυτή την εποχή». Ανοίγει την κατάψυξη. Στρώμα πάγου έχει πιάσει στα τοιχώματα. Το ξύνει με το δάχτυλο. Σκληρό. «Άουτς»- κόβεται πάνω του. «Πώς βρέθηκε τόσος πάγος ανάμεσά μας»; Το αίμα στάζει στα κατεψυγμένα κρέατα. Τραβάει έξω την βότκα. Μόνη μπρος στ’ ανοιχτό ψυγείο. Σκοτάδι και στέκεται στ’ αρρωστημένο φως του. Κοιτά τα δυο ερωτευμένα βατράχια στον μαγνήτη, στην πόρτα του. «Τα βατράχια ψοφάνε στον βαρύ χειμώνα. Αλλαγές στην κλιματική ισορροπία φέρνουν αλλαγές στην βιοποικιλότητα». Πίνει μια μεγάλη γουλιά βότκα και γυρνάει στο στρώμα. «Πού ήσουν» τη ρωτά ο Γ. μισοκοιμισμένος, καθώς ξαπλώνει δίπλα του. «Τίποτα, δεν είχα ύπνο» λέει η Α. «Και μου λείπεις ήδη» σκέφτεται καθώς ακούει τον Trentemoller μέσα στο κεφάλι της. Βλέποντας το χιόνι να πέφτει. Να πέφτει ανάμεσά τους, Μάη μήνα στην Αττική.
(Φωτιά) Η Τ. χορεύει πίσω από τη μπάρα- δεν έχει κόσμο απόψε. Καθημερινή βαθιάς άνοιξης. Μόλις ανοίξει ο καιρός τραβιούνται όλοι προς παραλία. Μα τέλη Ιούνη τη συνηθίζουν και τη ζέστη. Δεν έχει ενδιαφέρον πια. Ξαναγυρνάνε στα στέκια τους στο κέντρο. Αν και αυτός ο Ιούλης θα είναι περίεργος. Κόβουν και το κάπνισμα. «Γαμιούνται» μονολογεί η Τ. καθώς χορεύει μόνη της πίσω από τη μπάρα. «Μας κόβουν το κάπνισμα, μας κόβουν τα καρτοκινητά, γιατί δε μας φοράνε κι ένα τσιπάκι στον εγκέφαλο να μας αλλάξουν και τα μυαλά». Κοιτά και ξανακοιτά το κινητό. Γιατί δεν χτυπάει; Αυτό το κινητό ποτέ δε χτυπάει. Όχι δε θα στείλει μήνυμα αυτή. Όχι δεν. Άμα θέλει, ξέρει πού θα τη βρει. Ξέρει που είναι και δεν θα πάρει. «Δε θα ξαναπάρω κινητό» δηλώνει με σιγουριά. Με την ίδια σιγουριά που δηλώνει ότι κόβει το κάπνισμα, εδώ και πέντε χρόνια. «Άμα δεν έχω κινητό δε θα με νοιάζει που δε μου τηλεφωνεί. Θα σταματήσουν αυτές οι γαμημένες νύχτες που ποτέ δε σου τηλεφωνεί αυτός που θες». «Jameson?» Ρωτάει τον τύπο στη μπάρα, για να επιβεβαιώσει ότι άκουσε σωστά. Βάζει πάγο στο ποτήρι ενώ συνεχίζει να κουνιέται, στο Desire του Jose James.
(Αέρας) Ο Κ. βάφει το δωμάτιο της Μ. – γιατί η Μ. του το ζήτησε. Και ξέρει ότι η Μ. τα έχει με τον Σ. -που είναι ένα άχρηστο κολεγιόπαιδο. Αλλά αυτός θα της την κάνει τη δουλειά. Γιατί πιάνουν τα χέρια του, και ελπίζει να πιάσει κι εκείνην σε αυτά, καθώς θα περάσει όλη τη μέρα μαζί της, βάφοντας. Μόνο που ο Κ. αγνοούσε μια βασική λεπτομέρεια: η Μ. είναι αλλεργική στη μυρωδιά της μπογιάς, έτσι μόλις του άνοιξε την πόρτα, του έδειξε με το χέρι το δωμάτιο, τον φίλησε στο μάγουλο και πήρε το σάκο της στον ώμο: θα φύγουν με τον Σ. ένα διήμερο- μέχρι να ξεμυρίσει το σπίτι. Το βάψιμο τελειώνει και ο Κ. έχει κάτσει στη μέση του δωματίου. Κοιτάζει τη στοίβα με τα πράγματα της που έχει σπρώξει εκεί, και τα ‘χει σκεπάσει με πλαστικό. Χαζεύει τις φωτογραφίες, το γραφικό της χαρακτήρα, τα μικροπράγματα στα συρτάρια- ένα λιωμένο κραγιόν, ένα σπασμένο μενταγιόν, μολύβια χωρίς μύτη, ένα λουκέτο χωρίς κλειδί… Τις σκισμένες σελίδες περιοδικών με συγκριτικά τεστ προϊόντων αδυνατίσματος. Ανοίγει το ραδιόφωνο- παπάκι της. Όπως γυρνάει το κουμπί και περνάει σταθμού, το ακούει «Ι wanna spend my life with a girl like you». Γελάει. Ξαπλώνει στο πάτωμα, παίρνει την κορνίζα με τη φωτογραφία της και τη βάζει δίπλα του. Ξαπλώνει έτσι –επιτέλους- πλάι της! Κοιτάει στο ταβάνι. Και βλέπει τα αστέρια. Ναι, βλέπει τα αστέρια. Στ’ αλήθεια.
(Γη) Ο Π. περπατά στο τσιμεντένιο μονοπάτι. Ησυχία πρωινού. Σκουπίζει με το χέρι του το μάρμαρο. Κάθεται αμίλητος για λίγο. «Είναι καλό το Eject φέτος» λέει ξαφνικά . «Αν και τους Pixies τους είχαμε ξαναδεί, έτσι κι αλλιώς. Αλλά έρχονται κι οι Klaxons, μετά το φιάσκο των Chemical που μας τάραξαν στο tape, θα χόρευες σίγουρα σε αυτούς. Θα μου πεις τώρα που το θυμήθηκαν να έρθουν, ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι…». Εκείνη βέβαια δεν του λέει κάτι. Τον κοιτά μόνο με τα χαμογελαστά ματάκια της. «Δεν ξέρω αν θα πάω κι εγώ. Εννοώ, δεν μπορώ να … Τι νόημα έχει η μουσική χωρίς εσένα. Η συναυλίες, οι ταινίες… Πώς να ξαναδώ τους Pixies που είχα δει μαζί σου. Και πια να ξέρω πώς δε θα σε ξαναδώ. Και δε θα είμαι ποτέ ξανά όπως τότε. Δε θα ξαναείμαι ποτέ τόσο ζωντανός, όσο μαζί σου»… Δυο δρόμους παρακάτω ο Π. βλέπει το μαυροφορεμένο πλήθος να προχωρά, στοιχισμένο. Τόσο μαύρο μέσα στο επερχόμενο καλοκαίρι. Τόσο μαύρο… Της αφήνει το εισιτήριο στο μάρμαρο, κάτω από το βάζο. «Δωσ’ το σε όποιον θες… Δωσ’ το στον Άγιο Πέτρο, δώσ’ το στην Τζανις Τζοπλιν, δώσ’ το σε όποιον πίνεις μαζί του τεκίλες εκεί πάνω, ρε μωρό. Δε μπορώ να πάω χωρίς εσένα…». Και ο Π. φοράει τα μαύρα του γυαλιά και της χαϊδεύει με το δάχτυλο τη μύτη, καθώς φεύγει. Η σκόνη απ’ το τζάμι, μένει στο δάχτυλό του. Το πρόσωπο της μένει καθαρό ξανά. Να του χαμογελά. Έξω από την πόρτα του Νεκροταφείου, μια νεκροφόρα παρκαρισμένη. Ο Οδηγός διαβάζει κυριακάτικες και πολύ χαμηλά, η φωνή του Hamilton στο ράδιο ρωτάει κάτω από τον καυτό ήλιο «do you feel me? Do you feel me»… Ο Π. προχωράει σκυφτός, κάτω από τον καυτό ήλιο. Κι απομακρύνεται. Σιγοτραγουδώντας «do you feel me , do you feel me, tell me am I getting through to you…”
* "το δυο ειναι ο σωστός καιρός
(όχι ο ένας ή ο άλλος)
η αγάπη ειναι βαθύτερη εποχή
απο τη λογική
γλυκια μου εσύ
(και ειναι όπου ειμαστε Απρίλης)"
e.e. cummings - 1x1 (poem #95)
(Φωτιά) Η Τ. χορεύει πίσω από τη μπάρα- δεν έχει κόσμο απόψε. Καθημερινή βαθιάς άνοιξης. Μόλις ανοίξει ο καιρός τραβιούνται όλοι προς παραλία. Μα τέλη Ιούνη τη συνηθίζουν και τη ζέστη. Δεν έχει ενδιαφέρον πια. Ξαναγυρνάνε στα στέκια τους στο κέντρο. Αν και αυτός ο Ιούλης θα είναι περίεργος. Κόβουν και το κάπνισμα. «Γαμιούνται» μονολογεί η Τ. καθώς χορεύει μόνη της πίσω από τη μπάρα. «Μας κόβουν το κάπνισμα, μας κόβουν τα καρτοκινητά, γιατί δε μας φοράνε κι ένα τσιπάκι στον εγκέφαλο να μας αλλάξουν και τα μυαλά». Κοιτά και ξανακοιτά το κινητό. Γιατί δεν χτυπάει; Αυτό το κινητό ποτέ δε χτυπάει. Όχι δε θα στείλει μήνυμα αυτή. Όχι δεν. Άμα θέλει, ξέρει πού θα τη βρει. Ξέρει που είναι και δεν θα πάρει. «Δε θα ξαναπάρω κινητό» δηλώνει με σιγουριά. Με την ίδια σιγουριά που δηλώνει ότι κόβει το κάπνισμα, εδώ και πέντε χρόνια. «Άμα δεν έχω κινητό δε θα με νοιάζει που δε μου τηλεφωνεί. Θα σταματήσουν αυτές οι γαμημένες νύχτες που ποτέ δε σου τηλεφωνεί αυτός που θες». «Jameson?» Ρωτάει τον τύπο στη μπάρα, για να επιβεβαιώσει ότι άκουσε σωστά. Βάζει πάγο στο ποτήρι ενώ συνεχίζει να κουνιέται, στο Desire του Jose James.
(Αέρας) Ο Κ. βάφει το δωμάτιο της Μ. – γιατί η Μ. του το ζήτησε. Και ξέρει ότι η Μ. τα έχει με τον Σ. -που είναι ένα άχρηστο κολεγιόπαιδο. Αλλά αυτός θα της την κάνει τη δουλειά. Γιατί πιάνουν τα χέρια του, και ελπίζει να πιάσει κι εκείνην σε αυτά, καθώς θα περάσει όλη τη μέρα μαζί της, βάφοντας. Μόνο που ο Κ. αγνοούσε μια βασική λεπτομέρεια: η Μ. είναι αλλεργική στη μυρωδιά της μπογιάς, έτσι μόλις του άνοιξε την πόρτα, του έδειξε με το χέρι το δωμάτιο, τον φίλησε στο μάγουλο και πήρε το σάκο της στον ώμο: θα φύγουν με τον Σ. ένα διήμερο- μέχρι να ξεμυρίσει το σπίτι. Το βάψιμο τελειώνει και ο Κ. έχει κάτσει στη μέση του δωματίου. Κοιτάζει τη στοίβα με τα πράγματα της που έχει σπρώξει εκεί, και τα ‘χει σκεπάσει με πλαστικό. Χαζεύει τις φωτογραφίες, το γραφικό της χαρακτήρα, τα μικροπράγματα στα συρτάρια- ένα λιωμένο κραγιόν, ένα σπασμένο μενταγιόν, μολύβια χωρίς μύτη, ένα λουκέτο χωρίς κλειδί… Τις σκισμένες σελίδες περιοδικών με συγκριτικά τεστ προϊόντων αδυνατίσματος. Ανοίγει το ραδιόφωνο- παπάκι της. Όπως γυρνάει το κουμπί και περνάει σταθμού, το ακούει «Ι wanna spend my life with a girl like you». Γελάει. Ξαπλώνει στο πάτωμα, παίρνει την κορνίζα με τη φωτογραφία της και τη βάζει δίπλα του. Ξαπλώνει έτσι –επιτέλους- πλάι της! Κοιτάει στο ταβάνι. Και βλέπει τα αστέρια. Ναι, βλέπει τα αστέρια. Στ’ αλήθεια.
(Γη) Ο Π. περπατά στο τσιμεντένιο μονοπάτι. Ησυχία πρωινού. Σκουπίζει με το χέρι του το μάρμαρο. Κάθεται αμίλητος για λίγο. «Είναι καλό το Eject φέτος» λέει ξαφνικά . «Αν και τους Pixies τους είχαμε ξαναδεί, έτσι κι αλλιώς. Αλλά έρχονται κι οι Klaxons, μετά το φιάσκο των Chemical που μας τάραξαν στο tape, θα χόρευες σίγουρα σε αυτούς. Θα μου πεις τώρα που το θυμήθηκαν να έρθουν, ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι…». Εκείνη βέβαια δεν του λέει κάτι. Τον κοιτά μόνο με τα χαμογελαστά ματάκια της. «Δεν ξέρω αν θα πάω κι εγώ. Εννοώ, δεν μπορώ να … Τι νόημα έχει η μουσική χωρίς εσένα. Η συναυλίες, οι ταινίες… Πώς να ξαναδώ τους Pixies που είχα δει μαζί σου. Και πια να ξέρω πώς δε θα σε ξαναδώ. Και δε θα είμαι ποτέ ξανά όπως τότε. Δε θα ξαναείμαι ποτέ τόσο ζωντανός, όσο μαζί σου»… Δυο δρόμους παρακάτω ο Π. βλέπει το μαυροφορεμένο πλήθος να προχωρά, στοιχισμένο. Τόσο μαύρο μέσα στο επερχόμενο καλοκαίρι. Τόσο μαύρο… Της αφήνει το εισιτήριο στο μάρμαρο, κάτω από το βάζο. «Δωσ’ το σε όποιον θες… Δωσ’ το στον Άγιο Πέτρο, δώσ’ το στην Τζανις Τζοπλιν, δώσ’ το σε όποιον πίνεις μαζί του τεκίλες εκεί πάνω, ρε μωρό. Δε μπορώ να πάω χωρίς εσένα…». Και ο Π. φοράει τα μαύρα του γυαλιά και της χαϊδεύει με το δάχτυλο τη μύτη, καθώς φεύγει. Η σκόνη απ’ το τζάμι, μένει στο δάχτυλό του. Το πρόσωπο της μένει καθαρό ξανά. Να του χαμογελά. Έξω από την πόρτα του Νεκροταφείου, μια νεκροφόρα παρκαρισμένη. Ο Οδηγός διαβάζει κυριακάτικες και πολύ χαμηλά, η φωνή του Hamilton στο ράδιο ρωτάει κάτω από τον καυτό ήλιο «do you feel me? Do you feel me»… Ο Π. προχωράει σκυφτός, κάτω από τον καυτό ήλιο. Κι απομακρύνεται. Σιγοτραγουδώντας «do you feel me , do you feel me, tell me am I getting through to you…”
* "το δυο ειναι ο σωστός καιρός
(όχι ο ένας ή ο άλλος)
η αγάπη ειναι βαθύτερη εποχή
απο τη λογική
γλυκια μου εσύ
(και ειναι όπου ειμαστε Απρίλης)"
e.e. cummings - 1x1 (poem #95)
7 σχόλια:
Όμορφο ποστ. Από αυτά τα συναισθηματικά σου που μ' αρέσουν.
2 fores katevasa to kommati tou dave sitek kai tis 2 fores itan petsokommeno :-(
omorfa tragoudia ola kai polu idiaiteri i fwni tou jose james alla kai to tragoudi tou anthony hamilton sto telos einai san mia sokolata kerasma
Κοριτσάκι, δεν ξέρω τι φταιει
το ανοιγεις με δεξι κλικ "αποθηκευση δεσμου" και στο κόβει παραυτα; Εγω το δοκιμασα και το κατεβασε μια χαρά. Τι να πω...
Όσο για το ποστ, επειδη ο ήλιος μας έχει λιώσει τελευταία, ήθελα λίγη χειμωνιάτικη δροσιά... :)
ο Ηαmilton με κόπο κράτησε τη θέση του: χτες ξαναειδα τον the Fountain του Aronofski και με εξίταρε περισσοτερο κι απο την πρώτη φορά. Πρόσεξα δε πολυ περισσοτερο την μουσικη του Mansell και σκεφτομουν μήπως βάλω το main theme του fountain στη θέση του "do you feel me". Αλλα το πρωι που το άκουσα ξανα με τη ζέστη, ήταν τόσο καλοκαιρινό, και συναισθηματικό, δεν μου έκανε καρδιά να το βγάλω! :)
Σε φόρμες είσαι αυτό τoν καιρό.
Με το κορίτσι του Sitek ήμουν πιο τυχερός γιατί έφτασε με την πρώτη.
Χάρι στα δικά σου θυμήθηκα και το κορίτσι του Edwyn Collins που είχα πολύ καιρό ν' ακουσω.
Sot μου
η αληθεια ειναι ότι όσο χειροτερευει η ζωή μου
τόσο περισσοτερο μουλαρώνω και λέω "δε θα σου περάσει, δε θα πάθω καταθλιψη: ας το γλεντησουμε". Κι αν αυτο το ποστ μου βγηκε χιονισμένο, περιμένω και πιο ...ηλιολουστες μέρες!
:)
Δημοσίευση σχολίου