CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

29.7.07

φιλA MME! ΒesΑΜΜΕ mucho - Λίστα Άμμου 21

Something old... Sixpence non the richer - Κiss me. Αστέρια, μυρωδιές, καλοκαιρινές διακοπές, «φίλα με» λες, τι κακό μπορεί να κάνει ένα φιλί;

Something new… Killers - Mr. Brightside. Ναι ξέρω, «ήταν μόνο ένα φιλί, ήταν ένα φιλί». Εμ, τα φιλιά είναι εθιστικά –όλοι με ένα φιλί ξεκινήσαμε την κουτρουβάλα στα έγκατα του έρωτα. Δεν ήξερες, δε ρώταγες;

Something borrowed Τώρα ποιος σου φταίει που στριφογυρνάς στο στρώμα παραμιλώντας «φίλα με, φίλα με πολύ», που ψήνεσαι στον φλογισμένο πυρετό των Beatles και λιώνεις σαν κεράκι στην ερωτική ικεσία της Consuelo Velasquez (δημιουργός και πρώτη ερμηνεύτρια του Besame Mucho, που οι περισσότεροι αγαπήσαμε με τη φωνή της Cesaria Evora).

Something blue«Κυκλοφορώ κι αδιαφορώ κι ούτε που θέλω της αλήθειας το νερό/ κι αν ήταν ψέμα το φιλί/ εγώ που το ‘θελα πολύ, το συγχωρώ…». Aφού συγχωρείς σαν καλός Χριστιανός, άντε, γύρνα και το άλλο μάγουλο… Για φιλάκι ντε! Ελένη Δήμου - Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ

26.7.07

Οικειότητα


(Μας τον έφαγε η Αθήνα τον Άμμο, όσοι πιστοί μαζί μου θα ξεκαλοκαιριάσετε. Για να σας βάλω στο τριπ προχωράω σε μια freestyle extravaganza -από Swayzak μεχρι Cinderella παίζει σήμερα το μαγαζί, από New Pornographers μέχρι Mazzy Star, όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω, το καλοκαίρι με έχει βαρέσει κατακούτελα. Aλλά όσο περίεργα και να σας φαίνονται τα συγκροτήματα, τα τραγούδια ακούγονται αρμονικότατα με αυτή τη σειρά )!

Eπινα πολύ είναι η αλήθεια. Θα ήθελα να του ρίξω το φταίξιμο, γιατί το τρελό πιώμα ξεκίνησε απ’ όταν πήρα το δάνειο, αλλά η αλήθεια είναι ότι έπινα από καιρό. Απ’ όταν γνώρισα την Κάτια. Απλά τελευταία είχα αρχίσει να πίνω και μόνος. Απ’ όταν έφυγε η Κάτια. Να βγαίνω, να βγάζω ρίζες μπροστά στη μπάρα και να παραγγέλνω το ένα ποτό πάνω στ' άλλο. Αυτό νομίζω ήταν το πιο οξύμωρο: ότι είχα μείνει απένταρος για να αγοράσω το σπίτι αλλά πια δεν άντεχα να μείνω μέσα του σαν νύχτωνε. Με έσφιγγαν οι τοίχοι, με πλάκωνε το ταβάνι. Και έπαιρνα τους δρόμους.
Εκείνο το ξημέρωμα γύρισα παραπατώντας και πραγματικά δεν έβλεπα να βάλω το κλειδί στην κλειδαριά. Όταν πια μπήκα και ξάπλωσα ανάσκελα στο κρεβάτι, το σπίτι πήγαινε κι ερχόταν.
«Δεν το πιστεύω» μονολόγησα, «σταμάτα κι εσύ να με βασανίζεις! Σταμάτα να πηγαίνεις πάνω- κάτω, μπορείς;»
«Α, έχεις και απαιτήσεις! Που όλη μέρα μια κουβέντα δε μου λες και τα βράδια με παρατάς μόνο και γυρνάς ως τα ξημερώματα. Και κατά τ’ άλλα να μην έχω νεύρα και να μην πηγαίνω πάνω κάτω»!

Ήταν γεγονός: είχα καταρρίψει κάθε ρεκόρ. Όχι απλά είχα πιει πολύ αλλά βρισκόμουν και σε ένα είδος παραληρήματος –δε δικαιολογούταν αλλιώς ότι οι τοίχοι που πηγαινοέρχονταν και το ταβάνι που γύριζε μιλούσαν με ανθρώπινη λαλιά. Γύρισα στο πλάι σε στάση εμβρύου –η μόνη ενδεδειγμένη για να με αφήσει στοιχειωδώς το hangover να κλείσω μάτι. Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου ελπίζοντας να με πάρει στην αγκάλη του και ο ύπνος.

Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει όταν άκουσα να χτυπούν την πόρτα. Ήταν πρωί, πολύ πρωί και σκέφτηκα πως ήρθε το συνεργείο καθαρισμού – ο διαχειριστής έλειπε σε διακοπές και μου είχε αφήσει χρήματα να τους πληρώσω. Σηκώθηκα σε μια κατάσταση ρευστού που προσπαθεί να παραστήσει το στερεό και τρέκλισα ως την πόρτα. Ίσιωσα λίγο το μποξεράκι μου και άνοιξα πέφτοντας πάνω σε μια μύτη. Που παρατηρώντας λίγο καλύτερα είδα πώς πίσω της είχε κι ένα πρόσωπο. Ανήκε σε μια γυναίκα οστεώδη που την συνόδευαν δυο τύποι κοντοπίθαροι και μάλλον άξεστοι –αν επιτρέπεται να κρίνεις τόσο αυστηρά κάποιον επειδή δε σου λέει «καλημέρα».

«Καλημέρα. Ορίστε;» είπα κάπως αιφνιδιασμένος και τότε «μμμ» άκουσα να λέει η γυναίκα και είδα την πελώρια γαμψή μύτη της να επιμηκύνεται ανεπαίσθητα και να κινείται ελαφρώς δεξιά- αριστερά.
«Συγγνώμη» και με έκανε στη μπάντα, εισβάλλοντας μέσα ρουθουνίζοντας σα λαγωνικό.
«Παρακαλώ τι θέλετε» είπα αλλά εκείνη σήκωσε το χέρι να σιωπήσω και συνέχισε, με τα ρουθούνια της τεράστιες χοάνες να φιλτράρουν τον αέρα. Οσφράνθηκε ενδελεχώς το σαλόνι τοίχο τοίχο και προχώρησε προς το υπνοδωμάτιο. Μα ανοίγοντας την πόρτα του έβγαλε μια κραυγή τρόμου και σφάλισε τα μάτια της με δύναμη, λες και έβλεπε κάτι αποτρόπαιο.
«Τι;» τη ρώτησα.
«Είναι κόκκινο! Το καημένο, έχει γίνει κατακόκκινο απ’ το αλκοόλ».
«Η Κάτια έβαψε μπορντώ τον τοίχο, έλεγε ότι ήταν καλό φενγκ σούι –εν προκειμένω φεύγ- σούι διότι έφυγε μετά» –της εξήγησα.
Εκείνη σα να μην άκουγε πήγε στον τοίχο και τον ακούμπησε με το χέρι της.
«Πώς αισθάνεσαι χρυσό μου» του είπε κι εκείνο «με καίει το δέρμα μου και τα μαλλιά μου με ζεσταίνουν, τσούζουν τα μάτια μου» απάντησε.
Κάγχασα με την ιστορία του και
πήγα ν’ ανοίξω το παντζούρι.
«Μα τι κάνετε; Είστε τρελός; Το ενοχλεί το φως. Έχει και ναυτία, νιώθει το στομάχι του βαρύ και κεντριά
μελισσών να το κεντούν».
«Μα τι λέτε επιτέλους; Ακόμα κι αν αισθάνεται το στομάχι του βαρύ είναι γιατί κουβαλάει ένα σωρό έπιπλα. Και αυτό που το τσιμπάει είναι τα τακούνια σας! Μην το ακούτε –λέει ψέματα, μου έχει θυμώσει που το αφήνω μόνο».
«Α, ώστε το αφήνεται και μόνο! Μωρό οίκημα –Ενός; Δύο; Πόσων ετών είναι;».
«Πέρσι πρωτοκατοικήθηκε».
«Ντροπή σας, μόνο αυτό έχω να πω! Το πήρατε με τους τοίχους άσπρους και γαλακτερούς, να ευωδιάζουν πλαστικό χρώμα και γύψο και το έχετε καταντήσει μέσα στην κιτρινίλα και τη μπόχα απ’ τα τσιγάρα. Τόσο γερό, τόσο καλό και νέο σπίτι και η συναναστροφή με εσάς και τους αλκοολικούς φίλους σας το έχει οδηγήσει να ζέχνει σαν μπεκρής και να μη μπορεί να σταθεί στα θεμέλιά του. Λυπάμαι, θα πρέπει να σας το πάρουμε».
«Τι λέτε τώρα; Το δωμάτιο μυρίζει επειδή εγώ έπινα μέχρι αργά και κοιμάμαι με κλειστά παράθυρα και πόρτες -και το ουίσκι, ξέρετε, μεταβολίζεται αργά. Είναι οι αναθυμιάσεις μου αυτό που μυρίζετε, όχι οι δικές του! Η δική μου παρακμή με έχει φτάσει στον αλκοολισμό
, το σπίτι μου όμως είναι μια χαρά. Το προσέχω, το φροντίζω, να κοιτάξτε το μπάνιο –είπα για να δικαιολογηθώ μέσα στον πανικό.

Μα ανοίγοντας την πόρτα του μπάνιου εκτός από τις τρίχες στη μπανιέρα και τα άλατα στη βρύση είδε και το αποχαιρετιστήριο μήνυμα της Κάτιας στον καθρέφτη –πέντε μήνες δεν είχα αξιωθεί να το σβήσω: «μείνε βιδωμένος στον καναπε με το τηλεκοντρόλ –εγω θα βγω στον έξω κόσμο να βρω την ευτυχία»
Με κοίταξε στα μάτια.
«Λυπάμαι» μου είπε.
«Κι εγώ λυπάμαι» της είπα, «γι΄ εμάς το αγόρασα το σπίτι, για εμάς καταχρεώθηκα και δούλευα σε τρεις δουλειές και μετά δεν είχα κουράγιο να βγω και έμενα στον καναπέ και αυτή με βαρέθηκε και ύστερα έφυγε και άρχισα να πίνω και…»
«Δεν εννοούσα αυτό. Λυπάμαι μας σας παίρνουμε την κηδεμονία»
«Μου κάνετε …τι»;
«Χάνετε το σπίτι. Θα το κλείσουμε σε άσυλο να απεξαρτηθεί απ’ το αλκοόλ και ίσως σε ένα δυο χρόνια να σας αφήσουμε να το ξαναδείτε».
«Μα τι λέτε τώρα, σας παρακαλώ ξανασκεφτείτε το»!
«Δεν υπάρχει περίπτωση να σας αφήσουμε άλλο να μετατρέπετε αυτό το υπέροχο διαμέρισμα σε σπίτι του πόνου».
«Δεν έχετε δικαίωμα, δεν...» πήγα να τη σπρώξω αλλά εκείνη την ώρα ο ένας απ’ τους δύο συνοδούς της με πλησίασε και ένιωσα κάτι καυτό να διαπερνά το χέρι μου κι ακαριαία μια δόνηση σαν ηλεκτροσόκ τράνταξε τη ραχοκοκαλιά μου. Τιναζόμουν για λίγο όταν άνοιξα τα μάτια. Το κινητό ήταν κάτω από την πλάτη μου όπως ήμουν ανάσκελα στο κρεβάτι και χτύπαγε στη δόνηση. Το πάτησα χωρίς να βλέπω ποιος καλεί.


«Ναι» είπα.
«Σε ξύπνησα»;
«Ναι».
«Πού είσαι»;
«Εσύ που είσαι».
«Επιστρέφω».
«Πού Κάτια»;
«Έρχομαι σπίτι
μας».
«Δεν υπάρχει πια σπίτι».
«Εννοείς δεν υπάρχει «σπίτι μας»;
«Δεν υπάρχει κοινή οικεία. Μήτε οικειότητα. Γι' αυτό καλύτερα μείνε εκεί που είσαι. Μείνε ακριβώς εκεί που είσαι».
Και έκλεισα.

Πέταξα το κινητό στον τοίχο. Εκείνος μου φάνηκε σα να προσπάθησε να πει κάτι, μα «μην τολμήσεις να βγάλεις κιχ» τον απείλησα. Και δε μίλησε…


(προτείνω για καλοκαιρινό ανάγνωσμα το “Intimacy” (Οικειότητα) του Χανιφ Κιουρέισι (βλ. σεναριογράφος του Ωραίο μου πλυντήριο, ο Σάμμυ και η Ρόζυ κάνουν έρωτα) που στα ελληνικά βιβλιοπωλεία κυκλοφορεί με τον άσχετο τίτλο «οικείες απιστίες» απ’ τις εκδόσεις Καστανιώτη)

22.7.07

ΚαλοκαιρινΑ ΜΜΕσημέρια - Λίστα Άμμου 20

Something old… Boys of summer –Don Henley. Όταν ήμουν παιδί τα μεσημέρια του καλοκαιριού ήμουν αναγκασμένος να κάθομαι ήσυχος για να κοιμούνται οι μεγάλοι...


Something new… Summer here kids – Grandaddy. Τώρα απορώ πού βρίσκουν τόση ενέργεια τα πιτσιρίκια και βουτάνε μεσημεριάτικα στις πισίνες τσιρίζοντας και ουρλιάζοντας. Και δε με αφήνουν να κοιμηθώ!


Something borrowed… Στη συντριπτική πλειοψηφία των εκτελέσεών του, οι παρτιτούρες του Summertime του Gershwin φαίνονται γραμμένες με μελάνι γλυκόπικρης ραστώνης –επαρχιακοί δρόμοι του 30, χωράφια με καλαμπόκι, εξαντλητική κάψα του μεσημεριού... Απ’ τις ερμηνείες που δίνουν άλλο χαρακτήρα στη τζαζ ραθυμία ξεχωρίζουν μακράν εκείνη της Billy Holiday με την βαρύτιμη φωνή και την μοναδική εκφραστικότητα (προσέξτε το αριστουργηματικό εγώ-χαμογελάω-κι-ας-στάζει-ένα-δάκρυ γύρισμα όταν λέει το «hash little baby, dont you cry») καθώς και της Janis Joplin με την υγρή βραχνάδα και την διαβρωτική κιθάρα, που σου ξεσκίζει τα σπάραχνα.


Something blue… Jenny Wilson – Summertime- roughest time. «Βιβλία, πολλά βιβλία, σε έναν σκονισμένο δρόμο, ακολούθησε τα και θα με βρεις εκεί με τη μύτη ζουλιγμένη πάνω τους…». Το απόλυτο καλοκαιρινό μεσημέρι των σοφιστικέ κοριτσιών –και όχι μόνο…

19.7.07

Να μην ξεχνιόμαστε όμως με τα μπλογκοπαιχνίδια

Το παιχνίδι των ρήσεων και των αντιρρήσεων

Ο αγαπητός συμπλόγκερ Ανήσυχος και η λατρεμένη μου μαντάμ Σουσού με κάλεσαν στο ίδιο μπλογκοπαιχνίδι (ζητώ συγγνώμη από τον Ανήσυχο για την καθυστέρηση, με κάλεσε όμως εν μέσω της μετακόμισης μου στην Αθήνα). Οι κανόνες θέλουν λίγο προσοχή: σχολιάζουμε τέσσερις φράσεις με τη μορφή γνωμικού. Οι δύο πρώτες ανήκουν σε κάποιο διάσημο άτομο, οι δύο τελευταίες σε κάποιο άσημο. Και από τις δύο κατηγορίες (φράση διάσημου – φράση άσημου) έχουμε παραλάβει από τον/την προηγούμενό/ή μας μια πρόταση προς σχολιασμό. Εμείς συμπληρώνουμε τις άλλες δύο και τις σχολιάζουμε επίσης.

Ξεκινώ από τον Ανήσυχο, που με κάλεσε πρώτος αλλά κι εμπνεύστηκε το παιχνίδι, και συνεχίζω με τις φράσεις της μαντάμ Σουσού. Είναι σαφές ότι παίζω με διαφορετικό τρόπο το παιχνίδι, αναλόγως με αυτόν/ήν που μου έκανε την πρόσκληση.

[Παρέλαβα από τον Ανήσυχο τις ακόλουθες δύο φράσεις]

"Όταν θέλεις κάτι πάρα πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το πετύχεις". (Κοέλιο)

Θυμάμαι την εποχή που όλοι/ες μηρύκαζαν τη συγκεκριμένη φράση, δηλώνοντας επιπλέον ότι το αγαπημένο τους βιβλίο ήταν ο «Αλχημιστής». Τι να συμφωνήσεις και τι να διαφωνήσεις με την κακοχωνεμένη μεταφυσική; Αν θελήσει κάποιος/α να υπηρετήσει τις μαγικές τέχνες και να ζητήσει τη βοήθεια του σύμπαντος, χρειάζεται μακριά και κοπιαστική μαθητεία, μέχρι να ζητήσει αποτελεσματικά τη συνδρομή του. Εγώ έτσι κι αλλιώς πήρα διαφορετική διαδρομή στη ζωή μου και άφησα κατά μέρος τις συνωμοσίες του σύμπαντος, ώστε να αναλαμβάνω πιο εύκολα την ευθύνη που μου αναλογεί.

"Δεν πρέπει να ενθουσιάζεσαι όταν τυχαίνουν στιγμές ευτυχίας. Γιατί είναι παροδικές. Κράτα πάντα στάση άμυνας. Ακόμα και αυτό που σου δίνει πρόσκαιρη χαρά μπορεί να μην είναι αληθινό, να μην έχει διάρκεια, να μην επαληθευτεί." (του Ανήσυχου)
Οι στιγμές ευτυχίας δεν υπόσχονται τίποτα παραπάνω από το παρόν της βαθιάς τους απόλαυσης. Από το βάθρο των δικών μας μελλοντικών προβολών γκρεμιζόμαστε, όταν τα πράγματα δεν συνεχίσουν το ίδιο καλά. Συμφωνώ λοιπόν με το παραπάνω, αν δε σε οδηγεί στο φόβο της χαράς, ως άμυνα για πιθανές απογοητεύσεις.

[Συμπληρώνω τις ακόλουθες δύο φράσεις.]

«Πάντοτε βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων» (Τ. Ουίλιαμς – Λεωφορείον ο Πόθος»).
Η παλαιότερη ανεπάρκειά μου στο να κάνω βαθιές φιλικές σχέσεις, με είχε οδηγήσει να μυθολογώ την καλοσύνη των μη κοντινών μου ανθρώπων και να αναφέρω συχνότατα τη συγκεκριμένη ατάκα. Ξέρω πια ότι τίποτε δε συγκρίνεται με τη γενναιοδωρία του/της καλού/ής φίλου/ης και του/της συντρόφου που σε αγαπά. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι η συγκεκριμένη φράση εκστομίζεται από τη Μπλανς Ντυμπουά, καθώς την οδηγούν στο ψυχιατρείο.


1δ «Για τα υπόλοιπα διαβάστε τα κείμενα, όχι το προφίλ» («δική μου», αλλά δανεισμένη από την αγαπητή Ραφφινάτα)
Όσο περισσότερο εκτίθεμαι στο μπλογκ μου, τόσο λιγότερο με ενδιαφέρει να με περιγράψω με ακρίβεια στο προφίλ μου, ή να παίξω μπλογκοπαιχνίδια με αυτοπεριγραφές ή καταθέσεις απόψεων. Προτιμώ η γραφή μου να παίζει ανεξέλεγκτη, να της ξεφεύγουν πράγματα και να βανδαλίζει το πρόσωπο της. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, νιώθω και πολύ ασφαλέστερος με αυτόν τον τρόπο.



Συνεχίζω με τη λατρευτή μου μαντάμ Σουσού, αλλάζοντας άρδην και το κλίμα γνωμικών – απαντήσεων.

[Παρέλαβα από την Σουσού τις ακόλουθες δυο φράσεις.]

«Ο καθένας την κλανιά του μοσχοκύδωνο την έχει» (του γνωστού καλλιτέχνη και πολιτικού αναλυτή Urfurslaag)
Φοβούμαι ότι πίσω από τις ελάχιστες λέξεις του λιτού αυτού γνωμικού υποβόσκει ένας πολιτισμικός σχετικισμός, που στην ακραία του εκδοχή μπορεί να οδηγηθεί και σε υπερβολές, όπως η υπόθεση Shapir – Whorf για την κατασκευή της αντίληψης μέσω του γλωσσικού εργαλείου που χρησιμοποιεί η εκάστοτε κοινότητά. Προσωπικά προτιμώ θεωρητικά εργαλεία που τονίζουν τη σημασία της διυποκειμενικότητας και του αυτοπροσδιορισμού σε διαλεκτική σχέση με την κοινωνικο - ιστορική τοποθέτηση του υποκειμένου, κινούμενος δηλαδή κάπου ανάμεσα στο μεταδομισμό και το ύστερο έργο του Γιούργκεν Χάμπερμας.


«Η τσούλα θέλει γκόμενο κι ο πούστης φουστανάκι» (της Σουσού)
Διαφωνώ ριζικώς. Η τσούλα κατά πρώτον θέλει κι αυτή φουστανάκι, κατά δεύτερον δεν μπορεί να αρκεστεί σε ένα γκόμενο. Όσο για τον πούστη επικροτώ αμφιέσεις που κινούνται μεταξύ αρσενικού και θηλυκού (ώστε να κάνουν και μια ευρύτερη δήλωση για το ρευστό του κοινωνικού φύλου) όπως σκισμένο μπλουτζίν και από μέσα στρινγκ, εφαρμοστό λευκό φανελάκι που αφήνει να φαίνεται το τατουάζ «I love Mitsos» κτλ.


[Συμπληρώνω τις ακόλουθες φράσεις.]

«Το σεξ δεν είναι ροντέο, για να καλπάζω μόνη μου» (της γνωστής επικοινωνιολόγου και ηθοποιού Μαρίας Θανασσούλια)
Ένας από τους λόγους που θαυμάζω τη Μαρία είναι το λιτό και καίριο των παρατηρήσεών της. Τι να πρωτοεκτιμήσει κανείς; Την υφολογική ευφυία της συμπαράταξης του λαϊκού αγγλικού «ροντέο» δίπλα από το λόγιο ελληνικό «καλπάζω»; Το σεμνό υπαινιγμό της στάσης ιππαστί, χωρίς καμία πορνογραφική παρεκτροπή; Το πρόταγμα για μια σεξουαλικότητα στην οποία θα συναντιούνται το αρσενικό και το θηλυκό με οργιαστική δημιουργικότητα, χωρίς αναστολές και προαπαιτούμενα; Ας υποβάλλω τα σέβη μου, χωρίς να πω περισσότερα.


«Της κοντής ψωλής τα μαλλιά της φταίνε»
Πάντοτε απορούσα πώς προέκυψε η συγκεκριμένη έκφραση, παρόλο που γνωρίζω βέβαια πώς χρησιμοποιείται. Σκέφτηκα λοιπόν να την πασάρω σε πέντε συμπλόγκερ για να μαζέψω απόψεις επί του θέματος.


Οι επόμενοι 5 συμπλόγκερ θα προτιμούσα να σχολιάσουν τα 2γ-2δ (αν και δεν μπορώ να τους αποτρέψω από τα 1γ-1δ). Καλώ λοιπόν τους Nefelika, Isis Unveiled, Kabamaru, Idaki Βοργία και Gazaka (κι αν βρει χρόνο και ο Σαμμάνος).

17.7.07

Υμηττός SOS. Τι κάνουμε τώρα;

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΒΥΡΩΝΑ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΥΜΗΤΤΟΥ

Τον Μάρτιο του 2007 εμείς οι πολίτες του Βύρωνα αποφασίσαμε να δραστηριοποιηθούμε για την προστασία του Υμηττού, συνειδητοποιώντας το πλήθος και το μέγεθος των προβλημάτων που τον απειλούν.
Δυστυχώς, με τον εμπρησμό της 16ης Ιούλη αποδειχθήκαμε τραγικά καίριοι στο πώς πιθανόν αυτός σχετίζεται με τα κάτωθι σοβαρότατα ζητήματα που είχαμε εξ αρχής επισημάνει:

1. Η χάραξη της νέας περιφερειακής Υμηττού, μέσα από την κύρια δασική περιοχή με συνέπεια την καταστροφή μεγάλου μέρους του εναπομείναντος δάσους
2. Η δημοπράτηση για την κατασκευή πτέρυγας της μητρόπολης Καισαριανής, Βύρωνα και Υμηττού στο μοναστήρι του Άη-Γιάννη και η απειλή ανέγερσης από την Ιερά Σύνοδο συνοδικού μεγάρου στην ευρύτερη περιοχή του Καρέα.
3. Η απειλή μεταφοράς όλων των διοικητικών υπηρεσιών του Δήμου Βύρωνα, μέσα στο δάσος του Υμηττού και ειδικότερα στην περιοχή του υπό αναχώρηση στρατοπέδου Σακκέτα.
4. Η απειλή κατασκευής παιδικού σταθμού στην δασική περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής (Αναπηρικά).
5. Η καταπάτηση δασικών εκτάσεων από ιδιωτικές εταιρείες (π.χ. χωματουργικές εργασίες της εταιρείας «Λιοσάτος», αυθαίρετη χρήση της περιοχής «πικ-νικ» από την εταιρεία πώλησης αυτοκινήτων «Φιλοσίδης»).

Με τα νέα τραγικά δεδομένα (σε συνέχεια και των πρόσφατων της Πάρνηθας), επιβάλλονται πλέον άμεσα:
  • η ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση της βλάβης με επιστημονικό τρόπο
  • η θωράκιση εναντίον κάθε οικιστικής επέκτασης (παιδικός σταθμός και νέα πτέρυγα μητρόπολης)
  • η εύρεση όσων έχουν συμφέροντα από την καταστροφή και την καταπάτηση του δάσους και η παραδειγματική δίωξη τους
  • η μη αναθεώρηση του άρθρου 24 και η κατάρτιση εθνικού δασολογίου
  • η απομάκρυνση από τον Υμηττό όλων των χρήσεων-καταπατήσεων από ιδιώτες
  • η ματαίωση του σχεδιασμού της νέας περιφερειακής Υμηττού και του νέου Διοικητικού Κέντρου Βύρωνα

Τι μπορούμε να κάνουμε;
Ας αντιδράσουμε όλοι μαζί, φορείς και κάτοικοι!
  • Τετάρτη 18 Ιούλη στις 7.30 μ.μ. στο μοναστήρι του Άη-Γιάννη στο νεκροταφείοτης Καισαριανής
  • Πέμπτη 19 Ιούλη στις 6.30 μ.μ. στα φανάρια στην είσοδο του Κουταλά (στρατόπεδα Σακκέτα στο Βύρωνα)

ΤΗΛΕΦΩΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ: 6972616773, 6972414920, 6937954916

14.7.07

Θα γίνω ΒραζιλιΑΜΜΟς με το σομπρέρο μου -Λίστα Άμμου 19

Something old… Ελευθερία Αρβανιτάκη – Το μηδέν (live). Καταπληκτική ζωντανή ηχογράφηση, γεμάτη ενέργεια κι ενάργεια. Η φωνή της Αρβανιτάκη σχεδόν ακτινοβολεί…

Something new… Sergio Mendes ft Black Eyed Peas – Mas que Nada : OK, είναι περσινό, αλλά αυτή η κομματάρα αντέχει ήδη απ’ το 1963 που το πρωτοτραγούδησε ο Jorge Ben και αξίζει σκούφος Michelin σ’ όποιον σκέφτηκε τέτοια fusion κουζίνα κι ανακάτεψε Μέντες με Μαυρομάτικα!

Something borrowed… High and dry από El Lele de Los Van Van, που είναι μεν Κουβανοί αλλά για να χορέψεις βραζιλιάνικα, ε χρειάζεται και λίγη κουβανέζικη βενζίνα (i.e tequila)! Η διασκευή είναι όμορφη και δροσερή αλλά, πού πας ρε ΚαραLele να συγκριθείς στις αναμνήσεις μας με τέτοιο original: Radiohead - High and dry.

Something blue… Rosanna & Zelia – Azulamento. Πριν δυο χρόνια οι μαράκες τους απ’ το Ηalf Νote γέμισαν την νυχτερινή Αθήνα πολύχρωμες βραζιλιάνικες πεταλούδες…


Υ.Γ: Εκτός απ’ τους Sepultura και τις CSS, η Βραζιλία παράγει και μια χαρά indie –pop. Άκου να δεις: Pic Nic - Ano Novo

Σουσού και Συντροφία ή της διακειμενικότητας το κάγκελο

[Έταξα πρόσφατα στην αγαπητή συμπλόγκερ Σουσού ένα κείμενο με πρωταγωνίστρια την ίδια, στη συνέχεια όμως προβληματίστηκα για τη μορφή που θα είχε: δε με ενδιέφερε να την κολακεύσω μιμούμενος τη γραφή της, αλλά ούτε και να την εντάξω στις οικείες μυθολογίες του δικού μας μπλογκ. Αποφάσισα λοιπόν να ακολουθήσω την υποκείμενη λογική της και να σχηματίσω ένα κείμενο – bricolage, με βασικό υλικό τα λινκ της, την περσόνα της και ένα μουσικό συγκρότημα που νομίζω ότι της ταιριάζει.]

Η Σουσού τινάχτηκε από το κρεβάτι και πέταξε αλαφιασμένη τη μάσκα ύπνου της για να βεβαιωθεί ότι βρίσκεται πράγματι στο υπνοδωμάτιό του εξοχικού της. Μα τι χυδαίο, εκνευριστικό όνειρο! Πώς τόλμησε το υποσυνείδητό της να τη μεταφέρει σε ένα βουλκανιζατέρ, δεν είχε εμπεδώσει ακόμη σε ποιο κοινό απευθύνεται; Ευτυχώς η Σουσού παρενέβη άμεσα και τιμώρησε τους άξεστους που είχαν διαταράξει τον ύπνο της με τη φτώχια και την απλυσιά τους. Προσπάθησε να θυμηθεί το όνειρό της, για να βεβαιωθεί ότι τα είχε κάνει όλα σωστά.

Πράγματι όλα είχαν συνεχίσει και τελειώσει όπως έπρεπε, σκέφτηκε η Σουσού και σηκώθηκε για να φορέσει τη ρόμπα της από κινέζικο μετάξι, καθώς το Chanel no5 δεν ήταν επαρκής αμφίεση εκτός της κρεβατοκάμαρας. «Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα γίνει μάθημα στο υποσυνείδητό μου, ώστε να μην ξαναπάρει πρωτοβουλίες» σκέφτηκε και προχώρησε προς το ανατολικό καθιστικό, που έβλεπε στο ροδώνα. Έκπληκτη βρήκε εκεί τον αρραβωνιαστικό της Μαρκί να την περιμένει, κόκκινος από το θυμό και με τα μάτια του να πετούν αστραπές. Η Σουσού αναρωτήθηκε ποια θα ήταν η καταλληλότερη αντίδραση για να τον καλμάρει και αποφάσισε να δράσει δια της ομοιοπαθητικής μεθόδου ρωτώντας: «Πάλι πρόβλημα δυσκοιλιότητας έχετε Μαρκί; Τι μούτρα είναι αυτά;» Υπήρξε πράγματι μια κάποια αλλαγή στη διάθεση του Μαρκί, αφού πλέον απέκτησε και πράσινο χρώμα. Πετάχτηκε από την καρέκλα του με δύναμη και φώναξε: «Ξεδιάντροπη, τα γνωρίζω όλα για εσάς και την Tinkerbell! Περιμένατε ότι θα με απατάτε κατώ από τη μύτη μου, χωρίς να καταλάβω τίποτε; Με καταντήσατε τον περίγελω του Κολωνακίου, ο παράνομος δεσμός σας είναι το μόνο θέμα συζήτησης στο DaCapo!» Η Σουσού είχε πράγματι κολακευτεί από την πολιορκία της μικρής της φίλης, δε θυμόταν όμως να έχει συμβεί κάτι αξιόμεμπτο μεταξύ τους, πέρα από κάποια φιλιά, αγκαλιές και μια δυο νύχτες φλογερού πάθους. «Είναι όλα ψέματα, Μαρκί, σας το ορκίζομαι!» είπε και πέταξε τη ρόμπα της για να του αποσπάσει την προσοχή. Ο Μαρκί χαμογέλασε και απάντησε επιτιμητικά: «Τα τεχνάσματά σας δε με ξεγελούν πλέον Σουσού. Θα τιμωρηθείτε σκληρά για το ατόπημά σας!»
Σπάζοντας το τζάμι της δυτικής μπαλκονόπορτας εισέβαλλε στο δωμάτιο ένας μουτζαχεντίν με άσπρη κελεμπία και κραδαίνοντας ένα δαμασκηνό γιαταγάνι. Η Σουσού κάγχασε βροντερά «χοχοχο», που ήταν βέβαια το σύνθημα για την εμφάνιση του προσωπικού της σωματοφύλακα. Ένας μαυροφορεμένος νίντζα εμφανίστηκε στην πόρτα της κουζίνας, με ένα μακαρόνι να κρέμεται ακόμη από το στόμα του. «Όλα καλά μανταμίτσα;» ρώτησε, αλλά αμέσως συνειδητοποίησε τι συμβαίνει και εκσφενδόνισε ένα σουρικέν προς τη μεριά του μουτζαχεντίν (το οποίο βέβαια αυτός απέφυγε, κάνοντας μια εναέρια κωλοτούμπα).
Η μάχη υπήρξε τιτάνια ανάμεσα στους δύο γενναίους μαχητές, αλλά το αποτέλεσμα ισόπαλο. Όντας και οι δύο απόλυτα ισοδύναμοι πολέμησαν επί ένα τρίωρο, με συντροφιά τις ιαχές του Μαρκί και τα παλαμάκια της Σουσούς, για να καταρρεύσουν στο τέλος από την εξάντληση και τον καύσωνα. Καθώς η καμαριέρα έλειπε, ο προσωπικός της βοηθός περιμάζεψε τα δύο λιπόθυμα σώματα και τα μετέφερε στον ξενώνα για να αναλάβουν δυνάμεις. Η Σουσού του ζήτησε να ετοιμάσει δύο τζιν φις για αυτήν και το Μαρκί και στράφηκε προς τον αρραβωνιαστικό της.
«Μπορούμε λοιπόν να θεωρήσουμε το ζήτημα λήξαν;» τον ρώτησε, ο Μαρκί όμως κίνησε το κεφάλι του συνοφρυωμένος. «Αδύνατον, Σουσού, η ματαιοδοξία και ο εγωισμός σας έχουν γίνει πλέον αφόρητα. Ακόμη κι αν καταπιώ την εξωμνηστηριακή σας περιπέτεια, δεν μπορώ να υπομείνω άλλο τις ιδοτροπίες και τις παραξενιές σας. Φοβούμαι πως η σχέση μας δεν έχει κανένα μέλλον.» Η Σουσού έβγαλε αμέσως από την τσέπη της ρόμπας το κινητό της και κάλεσε έναν αριθμό. «Ναι, όαση Φαρφάρα εκεί; Θα μπορούσα να μιλήσω με τον Κώστα; … Καλημέρα αγαπητέ μου, εδώ Σουσού. Μπορείς να μου στείλεις εκείνους τους ηθοποιούς από το μιούζικαλ που ετοιμάζετε με το Σαμμάνο; … Ναι, ναι, το νούμερο που εμπνευστήκατε από εμένα… Σε ευχαριστώ πολύ Κώστα, πάντοτε βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων». Έκλεισε το τηλέφωνο και στρεφόμενη προς το Μαρκί του πρότεινε να πιουν το τζιν φις τους στη βορειοδυτική βεράντα, μέχρι να έρθουν οι ηθοποιοί που θα του εξηγούσαν πώς έχουν τα πράγματα στη σχέση τους. Δεν είχαν κυλήσει δέκα λεπτά και μια άμαξα εμφανίστηκε στον επαρχιακό δρόμο που περνούσε μπροστά από την έπαυλη.

Ο Μαρκί είχε μείνει εμβρόντητος, καθώς μέσα του πάλευαν δύο αντίρροπες δυνάμεις, η αναγνώριση του μεγαλείου της Σουσού, και ο πληγωμένος εγωισμός του. Έβγαλε μια γενειάδα από την τσέπη του, τη φόρεσε και δηλώνοντας «Θα αποσυρθώ για λίγες ημέρες στο Άγιον Όρος, ώστε να συλλογιστώ με ηρεμία για τη σχέση μας. Έχετε γεια Σουσού!» έτρεξε προς το ιδιωτικό του τζετ, το οποίο σύντομα απογειώθηκε.
Η Σουσού πίστευε ότι θα μπορούσε πλέον να ηρεμήσει και να απολαύσει ένα πουράκι εμποτισμένο με κονιάκ, όταν η καμαριέρα της η Ρουφλάνα, η οποία είχε πλέον επιστρέψει και φορούσε τη στολή εργασίας της, δηλαδή τις μαύρες ζαρτιέρες και το κόκκινο μπέιμπι ντολ, της έφερε το τηλέφωνο. «Σας ζητά η γιαγιά σας, Κυρία.» είπε γλείφοντας τα χείλη της και της έδωσε το ασύρματο τηλέφωνο. Η Σουσού εξεπλάγη, καθώς ήταν πολύ νωρίς το μεσημέρι για να έχει ξυπνήσει η γιαγιά της. Η έκπληξή της έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν άκουσε τη γιαγιά της να λέει: «Σουσού, ακριβή μου, πρέπει να φανείς δυνατή. Ο προπάππους σου ο Γοδεφρείδος μας άφησε χρόνους! Κι ήταν νεότατος, μόλις 120 ετών, πέσαμε από τα σύννεφα με το ξαφνικό γεγονός.» «Ο παππούς είναι καλά;» «Απαρηγόρητος κι αυτός, αλλά του έδωσα ένα μπάφο με καλαματιανό και κάπως έχει συνέλθει τώρα. Σε περιμένουμε στην κηδεία, ακριβή μου.» είπε η γιαγιά της και έκλεισε το τηλέφωνο.
Η Σουσού έπεσε σε βαθιά περισυλλογή, καθώς ο αιφνίδιος θάνατος του προπάππου της ανέτρεπε όλα τα σημερινά της σχέδια, και τη μεσημεριανή φωτογράφιση της για το Life & Style από το διάσημο φωτογράφο Μπάμπη Ζαβό, και τη συμμετοχή της στο βραδινό όργιο του Οίκου των Βοργιών. Τα μάτια της ξάφνου έλαμψαν: γνώριζε ακριβώς τι έπρεπε να κάνει. Έτρεξε προς τη βιβλιοθήκη και άνοιξε το βιβλίο «Ο δρ. Φλάντζας συμβουλεύει» στο κεφάλαιο που ήταν σχετικό με την ανάσταση νεκρών. Αναζήτησε την υποενότητα «100 ετών και άνω», αλλά εκεί συνοφρυώθηκε. Η θεραπεία ήταν κάπως ριψοκίνδυνη για τον θεραπευτή, δεν ήταν βέβαιη ότι αγαπούσε τόσο τον προπαππού της. «Χμμμ, οι Έλληνες ηθοποιοί ακούω ότι ψωμολυσσάνε, φαντάζομαι ότι θα έκαναν οτιδήποτε αν τους δώσω αρκετά χρήματα και τους πείσω ότι πρόκειται περί καλλιτεχνικού πρότζεκτ. Αυτοί από το μιούζικαλ δε θα έχουν απομακρυνθεί πολύ με την άμαξα…» σκέφτηκε έριξε επάνω της ένα πρόχειρο Ντιόρ και κατευθύνθηκε προς την Άστον Μάρτιν της. Συνάντησε γρήγορα τους ηθοποιούς πάνω στην άμαξα, να τραγουδούν το «Καροτσέρη τράβα να πάμε στα Ταταύλα», τους είπε την πρόταση της, αρνήθηκαν, ανέφερε την αμοιβή και δέχτηκαν με ενθουσιασμό. Ευτυχώς το νεκροταφείο ήταν κοντά.

Αφού η ανάσταση του προπάππου Γοδεφρείδου στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία, η Σουσού έφυγε με κατεύθυνση το παλάτσο των Βοργιών (η φωτογράφηση είχε δυστυχώς αναβληθεί λόγω των ανειλημμένων υποχρεώσεων του Μπάμπη Ζαβου ως επίσημου φωτογράφου της προεκλογικής εκστρατείας του Δρος Φλάντζα.) Στο δρόμο συνειδητοποίησε ότι το πρωινό της όνειρο ήταν τελικώς προφητικό: οι άξεστοι εργαζόμενοι του βουλκανιζατέρ ήταν πανομοιότυποι με τρεις από τους ηθοποιούς που μετέπεισαν το Μαρκί και ανέστησαν τον προπάππου της. «Μήπως να κατασκευάσω καμία μαντική τράπουλα;» αναρωτήθηκε η Σουσού «Τι έχει δηλαδή παραπάνω από εμένα η Μάρα Μεϊμαρίδου;»
Τελικά όμως είχε αναβληθεί και το όργιο, καθώς η Idaki Βοργία αποχαιρετούσε εκείνη την ημέρα το σύντροφό της και ήταν σε μονογαμική διάθεση. Οι σεβαστοί Βοργίες προσέφεραν βέβαια ένα πλούσιο συμπόσιο με γκουρμέ εδέσματα και γλυκά, που είχαν ετοιμάσει ο καλύτερος σεφ και η καλύτερη ζαχαροπλάστρια της Νάπολης, όλοι οι καλεσμένοι όμως αισθάνονταν ότι το βράδυ δε θα ολοκληρώνονταν καλά, χωρίς μια γερή δόση σεξ. Τη λύση την έδωσε η παρτόβια φίλη της Σουσού, που πρότεινε να χρησιμοποιήσουν την ειδική συσκευή του δρος. Φλάντζα ώστε να καλέσουν εξωγήινους που θα τους έκαναν σεξουαλικά πειράματα. Η Σουσού το σκέφτηκε καλά και αποφάσισε ότι είχε μια πολύ δύσκολη μέρα, για να την τελειώσει με εξωγήινο σεξ. Αποχαιρέτησε τους άλλους καλεσμένους κι όπως απομακρυνόταν με την Άστον Μάρτιν της, είδε το πρώτο διαστημόπλοιο να προσγειώνεται στη στέγη του παλάτσο.
Όταν έφτασε στο σπίτι δεν είχε καμιά διάθεση να κοιμηθεί, αφού της έβγαινε πλέον ή ένταση όλης της ημέρας. Αποφάσισε να ανοίξει για λίγο την τηλεόραση, τόσο αργά είχε μόνο πανάρχαιες επαναλήψεις και τηλεμάρκετινγκ, που την χαλάρωναν πολύ. Στο δεύτερο πάτημα του τηλεκοντρόλ, τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα: Καλέ ποια ήταν αυτή η χυδαία που τη μιμούνταν;

Online Videos by Veoh.com

12.7.07

All that jazz

Περίοδος αλλαγών στη ζωή μου, πακετάρω στη Θεσσαλονίκη, μετακομίζω στην Αθήνα, διαβάσματα και τρεξίματα, αποχαιρετισμοί και νέες συναντήσεις, όλες οι παραξενιές και οι χαρές της μετάβασης. Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω δύο σκηνές από μια αγαπημένη μου ταινία, το "All that jazz" που αναφέρονται με διαφορετικούς όρους και στην αλλαγή και στη μετάβαση.

Δείτε πρώτα αυτή


Και μετά αυτή

10.7.07

Συναυλία την Παρασκευή: Οχι άλλο κάρβουνο

«Οχι Αλλο Κάρβουνο! Να σώσουμε όσο πράσινο έχει απομείνει στην Αττική», το κεντρικό σύνθημα της συναυλίας-συγκέντρωσης για τα καμένα δάση, που διοργανώνει στο Σύνταγμα την Παρασκευή, 13 Ιουλίου και ώρα 7.30 μ.μ., το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ, η δημοτική κίνηση «Ανοιχτή πόλη», η ΑΔΕΔΥ, το ΕΚΑ και οι συμβασιούχοι πυροσβέστες.

Στη συναυλία, που γίνεται με την υποστήριξη της «Ελευθεροτυπίας», των «Νέων» και τη στήριξη των ραδιοφωνικών σταθμών Μελωδία 105,5 στο Κόκκινο, Εν λευκώ και Best, συμμετέχουν οι καλλιτέχνες: Χρόνης Αηδονίδης, Φοίβος Δεληβοριάς, Ελελεύ, Χρήστος Θηβαίος, Γυμνά Καλώδια, Λοκομόντο, Γιάννης Ιωάννου, Καλλιόπη Βέττα, Σαβίνα Γιαννάτου, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Κίτρινα Ποδήλατα, Γιάννης Κούτρας, Κώστας Λειβαδάς, Σωκράτης Μάλαμας, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Μανόλης Μητσιάς, Θάνος Μικρούτσικος, Ανδριάνα Μπάμπαλη, Δανάη Παναγιωτοπούλου, Μιλτιάδης Πασχαλίδης, Ορφέας Περίδης, Σπυριδούλα, Διονύσης Τσακνής, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Μανώλης Φάμελλος.


[Πηγή: Εφημερίδα Ελευθεροτυπία 10/07/2007]

9.7.07

Δε φτάνει να θέλει η νύφη κι ο γαμπρός...

Τα μαύρα μαλλιά της στέγνωναν από το δυνατό ήλιο και ενώνονταν σε πυκνούς βόστρυχους, που έπεφταν πίσω από τους λεπτούς ώμους της ή κάλυπταν το μικρό αλλά σφριγηλό της στήθος, κατάλευκο με πορφυρές θηλές. Έτσι όπως ακουμπούσε στους αγκώνες της και χάζευε την πρασινογάλαζη θάλασσα, τον είδε να αναδύεται από μέσα της.
Στο δυνατό φως του ήλιου, η χρωματική τους αντίθεση φαινόταν ιδιαίτερα έντονη. Είχε κι αυτός μαύρα σγουρά μαλλιά, το δέρμα του όμως ήταν τελείως μελαχρινό, με πυκνές τρίχες να καλύπτουν όλο το στέρνο, τα χέρια και τα πόδια του. Τα μαύρα του μάτια έλαμψαν από χαρά και ένα χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό του, αποκαλύπτοντας δυο σειρές από καλοσχηματισμένα κίτρινα δόντια. «Ξέρεις πόσο όμορφη είσαι;» τη ρώτησε και ξάπλωσε δίπλα της στην άμμο, αρχίζοντας να της φιλά το λαιμό και το στήθος, ενώ το ερεθισμένο του πέος τριβόταν πάνω στο μηρό της.
«Έλα, σταμάτα, δεν προλαβαίνουμε,» δυσανασχέτησε αυτή, γουργουρίζοντας ταυτόχρονα από ευχαρίστηση, «η μητέρα μου θα με ψάχνει ήδη, είμαι σίγουρη». «Άσε με τώρα, ένα ολόκληρο μήνα έχουμε να βρεθούμε» της απάντησε σπρώχνοντας την απαλά από τους ώμους. Έχασε την ισορροπία της κι έπεσε προς τα πίσω, δίνοντάς του την ευκαιρία να πεταχτεί μπροστά από το αιδοίο της, να της σηκώσει γρήγορα τα πόδια και να μπει μέσα της με μια αποφασιστική ώθηση. Έσφιξε τους μυς του κόλπου της και έκλεισε τα μάτια, ψιθυρίζοντας «γαία πυρί μιχθήτω» και χώνοντας τα δάχτυλά της στην καυτή άμμο.

Τους είδε ξαφνικά όπως ξεπρόβαλλε μέσα από το μονοπάτι των βράχων, πλεγμένους μαζί να κάνουν έρωτα, ένα σύνολο φωτεινό και σκοτεινό να το λούζει ο δυνατός ήλιος. Τίναξε τα μακριά ξανθά μαλλιά της, που έπεφταν σα στάχυα μπροστά στο σταρένιο της πρόσωπο και τους παρακολούθησε για λίγη ώρα. Δεν την ενοχλούσε το θέαμα, στην οικογένειά τους δεν είχαν τέτοια προβλήματα, μόλις συνειδητοποιούσε μάλιστα ότι η κόρη της είχε κάνει πολύ καλή επιλογή εραστή. Αυτό που την εξόργιζε ήταν η αθέτηση της συμφωνίας, ο γαμπρός της την αψηφούσε κανονικά σαν να ήταν καμία ασήμαντη. Αποφάσισε να κάνει εντυπωσιακή εμφάνιση, πήδηξε τα εφτά μέτρα που τη χώριζαν από την παραλία και προσγειώθηκε τραντάζοντας το έδαφος.
Η μικρή σεισμική δόνηση δεν έκανε όμως την αναμενόμενη εντύπωση, καθώς συνέπεσε με τον οργασμικό σπασμό τους. Αναγκάστηκε να φωνάξει «Τι κάνεις εσύ εδώ;» για να σηκωθεί αλαφιασμένος από την κόρη της, με τις τελευταίες σταγόνες σπέρματος να κυλούνε ακόμη από το τεντωμένο πέος του. «Νομίζω πως είναι προφανές...» της απάντησε με ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο, δείχνοντας για άλλη μια φορά τα κίτρινα δόντια του. «Κάνουμε κι αστεία; Τώρα θα δεις!» τσίριξε αυτή και πέταξε μια χούφτα από σπόρους προς το μέρος του. Πυκνά κλαδιά βάτων πετάχτηκαν από το έδαφος και άρχισαν να τον τυλίγουν, αυτός όμως γέλασε δυνατά καθώς έβλεπε τα κλαδιά να ξεραίνονται και να θρυμματίζονται κάθε φορά που τον άγγιζαν.
Το σχόλιο του «Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς;» την εξόργισε. Άπλωσε τα χέρια της προς τα κάτω, καλώντας μπροστά της ένα μεγάλο όγκο από άμμο. Όταν μαζεύτηκε μπροστά της μια σφαίρα με διάμετρο δύο μέτρα, τίναξε ξαφνικά τα δάχτυλά της και την εκσφενδόνισε προς το μέρος του. Η συγκεκριμένη επίθεση ήταν ομολογουμένως πιο δύσκολη, αυτός πήρε όμως μια βαθιά αναπνοή και φύσηξε μια πυκνή στήλη φωτιάς προς τη σφαίρα, καθυστερώντας την ταυτόχρονα με ένα δυνατό κύμα ανέμου. Όταν σταμάτησε να φυσάει, μια όμορφη λίμνη από υγρό γυαλί απλωνόταν πλέον στην παραλία και κυλούσε αργά προς τη θάλασσα.
«Δε θέλω να παραμορφώνω το τοπίο, αλλά δε μου αφήνεις άλλη επιλογή» είπε εκείνη και χτύπησε με δύναμη το πόδι της κάτω. Ένα αβυσσαλέο ρήγμα άνοιξε ξαφνικά κάτω από τα πόδια του, ξαφνιάζοντας τον τόσο ώστε να προλάβει μόνο να πιαστεί από το χείλος του. Έβαλε όλη του τη δύναμη για να σκαρφαλώσει προς τα πάνω, ήξερε όμως ότι αυτή η μάχη ήταν χαμένη από την αρχή, η άβυσσος τον καλούσε προς τα κάτω με πολλή μεγαλύτερη δύναμη από τη δικιά του. Την άκουσε να λέει «Έλα κόρη μου, καιρός να πηγαίνουμε» και εγκατέλειψε την προσπάθεια. Η άβυσσος αντιλάλησε από την κραυγή του «Σ’ αγαπάωωωω! Θα γυρίσωωωω!» καθώς γκρεμιζόταν πίσω στα Τάρταρα.


[Αν συνεχίζετε να απορείτε για τα ονόματα των ηρώων, ακούστε αυτό.]

8.7.07

πΑΜΜΕ διακοπές! – Λίστα Άμμου 18

Something old… Dinosaur Jr - Take a run at the sun. Η μπάντα που μαζί με τους Mudhoney και τους Pixies ευλόγησε τα αμερικάνικα ύδατα και προφήτεψε το grange, σ’ ένα Βeach (psycho) Boys τραγούδι.

Something new… Apples in stereo – Energy. Οι «τρελοί του χωριού» εκτός από μήλα σε στερεοφωνικά κουβαλάνε πάντα κι ένα κομμάτι ήλιο στις βαλίτσες τους κι αφού το energy δεν πιάνεται ακόμα στις αμφεταμίνες είσαστε τυχεροί, πάρ’ τε το τώρα που είναι νόμιμο!

Something borrowed… Bob Dylan – I want you και Devendra Banhart – At the hop. Δυο τρόποι να πεις σε θέλω με μια κιθάρα και φωνή. Ο ένας απ’ την αθώα όχθη των 60’ς και ο άλλος απ’ την αιώνια λιακάδα ενός 25χρονου κάργα ερωτευμένου και ηδονισμένου μυαλού.

Something blue… Antony and the Johnsons – Cripple and the starfish. Από τα αριστουργήματα του αλλόκοτου Γήινου που σε κάνουν να βλέπεις με άλλο τρόπο την μειωμένη αυτοεκτίμηση και τους αστερίες…


6.7.07

Οι αγάπες των συγγραφέων

- Δε μ’ αγαπάς!
- Μα το ζήτημα δεν είναι η αγάπη. Θέλω να σε καταλάβω, να σε σεβαστώ.
- Δεν μπορείς να δίνεις αυτό το τέλος και να μ’ αγαπάς, δε γίνεται!
- Προσπάθησε να με ακούσεις. Άμα δε σκεφτώ τα πράγματα από τη μεριά σου, αν δε νοιαστώ τι είναι καλύτερο για σένα, δεν μπορώ να σε αγαπήσω. Μόνο να προβάλω τον εαυτό μου πάνω σου, να σε εξουσιάσω.
- Εξουσίασε με τότε και κάνε μόνο αυτό που θέλω περισσότερο!
- Συνεχίζεις να μην ακούς.
Έβγαλε το ελαφρό τζάκετ για να φανεί το υπέροχο στήθος της και άρχισε να κλαίει. Δεν ήξερα σε τι από τα δύο να προσηλωθώ, κατάλαβα το παιχνίδι, άναψα τσιγάρο.

Θα κρατούσε μόνο όσο εγώ το συνέχιζα, επέλεξα να παραλογιστώ λίγο ακόμα.
- Πες μου λοιπόν, γιατί θέλεις να πεθάνεις;
- Εκεί με οδηγεί ο μύθος μου, αυτό θέλω για εμένα.
- Είσαι πιο πολύπλοκη από αυτό, είμαι στην κατάλληλη θέση για να το βλέπω.
- Και ποιος νομίζεις ότι είσαι; Μαλάκα συγγραφέα!
Στάθηκε μπροστά μου με ηλεκτρισμένα μάτια και με δάχτυλα καμπουριασμένα, τα νύχια να πετάγονται σαν να ‘θελε να μου βγάλει τα μάτια. Αντανακλαστικά άπλωσα το χέρι μου για τη σταματήσω, τη διαπέρασα κι εξαφανίστηκε. Αναστέναξα κι επέστρεψα στο λάπτοπ μου. «Κι ενώ αυτός ρούφαγε τον καφέ του, αυτή μύρισε τον δικό της κι αηδίασε από την οσμή του ποντικοφάρμακου. Πήρε την τσάντα της και τον αποχαιρέτησε εμβρόντητο, μια να κοιτάζει το υπέροχο στήθος της και μια αυτήν να απομακρύνεται για πάντα.»

Πάτησα «ΔΗΜΟΣΊΕΥΣΗ ΑΝΆΡΤΗΣΗΣ» και ξεκίνησα να τσεκάρω για ορθογραφικά που μου είχαν ξεφύγει.

[Αφιερωμένο στη Renton Maelstrom.]

5.7.07

Σχετικά με την Πάρνηθα και το Ελληνικο

Με πρωτοβουλία του μπλογκ anadasosi θα υπάρχει στην πορεία της Κυριακής μια προσυγκέντρωση στο σιντριβάνι του Συντάγματος στις 19.00. Θα σας πρότεινα να επισκεφθείτε το μπλογκ τους για να ενημερωθείτε σχετικά με τις θέσεις - προτάσεις στις οποίες κατέληξε η χτεσινή συνάντηση της κινητοποίησης. [Από τη μεριά μου καλό είναι να αναφέρω ότι θα συμμετέχω στην προσυγκέντρωση και ότι συμφωνώ με τις περισσότερες θέσεις που καταγράφονται στο μπλογκ anadasosi.]

Διάβασα επίσης στο νεότατο μπλογκ castaway ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο για την ανάγκη άμεσης κατασκευής Μητροπολιτικού Πάρκου στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού. Αξίζει πιστεύω να το επισκεφθείτε.

Ακόμη, από το μπλογκ της Ρίτσας Μασούρα πληροφορήθηκα για την επικείμενη δημιουργία Παρατηρητηρίου στην Πάρνηθα με τη συνεργασία του WWF, του ΣΚΑΪ, της Καθημερινής και άλλων ΜΜΕ. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Τέλος, επειδή διαβάζω διάφορα αγωνιστικά στη μπλογκόσφαιρα (ιδίως σε σχόλια) οφείλω να παραθέσω κάποιες οδηγίες από ένα κείμενο του WWF σχετικά με την Πάρνηθα.

"...Τονίζουμε ότι το πρώτο ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι να επιτραπεί στο οικοσύστημα να ανακάμψει και να βρει τους φυσικούς ρυθμούς του. Το WWF καλεί για αυτόν τον λόγο τον κόσμο:
- Να αποφεύγει τις επισκέψεις στην Πάρνηθα, ώστε να μην ασκούνται περαιτέρω πιέσεις στο οικοσύστημα, αλλά και να μην ενοχλούνται τα ζώα που έχουν συνωστιστεί σε περιορισμένες περιοχές.
- Να μην προχωρά σε παρορμητικές κινήσεις, όπως το τάισμα των ελαφιών ή η φύτευση δέντρων, καθώς αυτό μπορεί να προκαλέσει σημαντικές περαιτέρω επιπτώσεις στο οικοσύστημα, ενώ δυσκολεύει το έργο των ειδικών.
- Να διατηρήσει έντονη την προσοχή του για τον εντοπισμό περιπτώσεων παράνομων δραστηριοτήτων και να ειδοποιεί άμεσα τις αρμόδιες υπηρεσίες...
- Να συμμετάσχει με φίλους και συγγενείς στην αυθόρμητη και ανεξάρτητη πρωτοβουλία πολιτών για διοργάνωση ανοιχτής διαμαρτυρίας την Κυριακή 8 Ιουλίου, στις 7.00 μ.μ., μπροστά από τη Βουλή..."
Τα bold προστέθηκαν από εμένα, ολόκληρο το ενδιαφέρον κείμενο εδώ.

[Υπενθυμίζω ότι τα ποστ μου έχουν ενημερωτικό χαρακτήρα, εκτός κι αν δηλώνω τη συμφωνία μου συγκεκριμένα με κάτι από αυτά που αναφέρω.]

4.7.07

Πόσα χιλιόμετρα λαμέ;

«Σε καλό σημείο, αλλά όχι στο κέντρο. Ούτε πάνω πάνω... Ναι... Φυσικά το καταλαβαίνω. Από αυτά χόρτασα εξάλλου. Χμ... Λοιπόν, ξέρεις τι; Να γράψετε μόνο το όνομά μου... Ναι, γιατί, πιστεύεις ότι δε θα καταλάβει ο κόσμος;... Τη φωτογραφία μου και μόνο το όνομά μου, αυτό θέλω. Ναι... Οκέι, θα μιλήσουμε ξανά. Μπάι μπάι.»
Καθώς έκλεισε με δύναμη το τηλέφωνο, οι πολύχρωμες χάντρες στο βραχιόλι της κροτάλισαν μαζί με τα κουδουνάκια. Κοίταξε το βραχιόλι με προσοχή, σήκωσε αργά το χέρι και άρχισε να κουνά την παλάμη της όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Για ένα μυστήριο λόγο πάντα την ηρεμούσε το απαλό κροτάλισμα των κοσμημάτων, οι καστανιέτες, τα ζήλια, τα μικρά κρουστά και τα ξυλόφωνα. «Έτσι, για να φεύγουν τα κοράκια μακριά» σκέφτηκε, και μετά μελαγχόλησε. Τα κοράκια πετούσαν γύρω από τους ετοιμοθάνατους, δεν αισθανόταν έτσι, δεν έπρεπε να αισθάνεται έτσι.
Το τακούνι της χτυπούσε ρυθμικά το πλακάκι, καθώς πλησίαζε τον καθρέφτη, για την καθιερωμένη στάση μπροστά του. Όλα ήταν ακόμη τη θέση τους στο πρόσωπό της, θα χαιρόταν το καλοκαίρι της χωρίς επισκέψεις στο γιατρό, χωρίς γάζες, με τον ήλιο φίλο και όχι εχθρό. Έριξε την ασημί σατέν ρόμπα της προς τα πίσω και χάζεψε το γυμνό της σώμα. Τα στήθη της είχαν ξαναμπεί πρόσφατα στη θέση τους, η κοιλιά της χωρίς λίπος αλλά χαλαρή πλέον, αυτό δεν την πείραζε και τόσο, τα πόδια της όπως πάντα υπέροχα. Ένα δάκρυ κύλησε από την άκρη του ματιού της, σκέφτηκε ότι έμενε μόνη σε ένα άδειο σπίτι, ότι η λάμψη της μόνο την έντυνε πια και δε τη στόλιζε. Απέστρεψε το βλέμμα της από τον καθρέφτη, έκανε ένα βήμα και στάθηκε, προσπαθώντας να αποφασίσει για το βράδυ της. Συνειδητοποίησε ότι πατούσε πάνω στη ρόμπα της, σαν να την περιέβαλλε μια λιμνούλα από υγρό ασήμι. Χαμογέλασε κι αμέσως μετά σκυθρώπιασε. «Τόσα χιλιόμετρα λαμέ και δε σε νίκησα καημέ», ψιθύρισε, «καλά μου τα ‘λεγε ο Σταμάτης».
Προχώρησε γρήγορα προς το δωμάτιο με τη γκαρνταρόμπα, άνοιξε την έκτη ντουλάπα και διάλεξε το κόκκινο ολόσωμο μαγιό της, όπως και τα σανδάλια με τις μοβ πούλιες. Η χρυσή τσάντα για τη θάλασσα ήταν παρατημένη στο μπαλκόνι από το πρωί, φόρεσε το μαγιό με τα σανδάλια και προχώρησε γρήγορα προς τα έξω.
Κατέβηκε αργά τις σκάλες που οδηγούσαν από το σπίτι της στην παραλία, προσέχοντας μην παραπατήσει και πέσει από το φως που λιγόστευε. Στην ηλικία της δεν έπρεπε να παίζεις με την οστεοπόρωση, όποια κι αν ήταν η εξωτερική σου εμφάνιση. Καθώς άπλωνε την πετσέτα της, χαιρέτησε από μακριά μια οικογένεια που έμπαινε στο αυτοκίνητό. Δεν την ξεχνούσε το κοινό, δεν πα να έλεγαν ό,τι ήθελαν, και μόνη της γέμιζε μαγαζί άμα γούσταρε. Η αλήθεια ήταν βέβαια ότι είχε καιρό να το αποτολμήσει.
Κάθισε για ώρα στην παραλία, να απολαμβάνει τη βραδινή δροσιά και τα χρώματα του ουρανού που συνεχώς σκούραιναν όσο έδυε ο ήλιος. Σιγοτραγούδησε «ο ήλιος βασιλεύει και η μέρα σώνεται κι ο νους μου απ’ την αγάπη δε συμμαζώνεται». Αναρωτήθηκε γιατί λέμε ότι ο ήλιος βασιλεύει μόνο όταν δύει κι όχι όταν ανατέλλει, και κατέληξε ότι αυτό συμβαίνει μάλλον γιατί η δύση είναι ομορφότερη από την ανατολή. Της έφτιαξε τη διάθεση αυτή η σκέψη.
Είχε πέσει πλέον το σκοτάδι, όταν αποφάσισε να μπει στη θάλασσα. Προχώρησε με αργά βήματα προς το νερό και απόλαυσε τη χαλαρή, χλιαρή του αίσθηση. Της άρεσε το βραδινό μπάνιο, το νερό σε χάιδευε χωρίς να σε αγριεύει, σαν χέρι αγαπημένου εραστή. Δεκάδες εικόνες αντρών, γυμνών και ντυμένων, πέρασαν αστραπιαία από του νου της καθώς περπατούσε προς τα βαθιά. «Τη γλέντησα τη ζωή μου, δεν έχω παράπονο κανένα», είπε και ξεκίνησε να κολυμπάει.
Σταμάτησε για λίγο να πάρει μια ανάσα και είδε πως το φεγγάρι είχε βγει πια, απλώνοντας τον ασημένιο του διάδρομο. Για μια στιγμή, μια πολύ παράξενη στιγμή, φλέρταρε με την ιδέα να ακολουθήσει το αστραποβόλημά του, μακρύτερα όλο και μακρύτερα, ντυμένη το αιώνιο λαμέ, πραγματική βασίλισσα της νύχτας. Σήκωσε το χέρι της για την πρώτη κίνηση του ελεύθερου, το άφησε μετέωρο και άρχισε να γελάει. «Δεν πας καλά κοριτσάκι μου!» σχολίασε και κολύμπησε γρήγορα πίσω στην παραλία. Πώς είχε ξεχάσει ότι ήταν καλεσμένη στο πάρτι του Ηλία; Έπρεπε να ντυθεί, να βαφτεί, να οδηγήσει τόσο δρόμο μέχρι την Αθήνα. Τουλάχιστον η νύχτα ήταν ακόμη νεαρή, αυτό δεν έπρεπε ποτέ να το ξεχνάει.


[Έμπνευση για το συγκεκριμένο κείμενο στάθηκε αυτό το τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη, από το δίσκο «Πόσο σ’ αγαπώ».]

Σχετικά με την ευαισθητοποίηση των μπλόγκερ, και πρώτα πρώτα τη δική μου


Στα σφαγεία του Σικάγο

Η Αγία Ιωάννα πορεύεται επί των αιμάτων.
Θα νόμιζε κανείς ότι οι παντόφλες της
Χρησίμευαν σαν τα θαλάσσια πέδιλα
Και την έκαναν απρόσκοπτα να τρέχει
Πάνω στο κόκκινο ποτάμι από το αίμα των αθώων κτηνών.
Όμως αυτό δεν αληθεύει. Μήτε και πρόκειται περί οφθαλμαπάτης.
Πράγματι περπατούσε πάνω στα κόκκινα νερά.
Οι κοίτες του ποταμού ήσαν οι δύο τοίχοι
Του διαδρόμου και στο σημείο όπου τέλειωναν
Το αίμα χυνόταν πηχτό στους υπόνομους της πόλης
Ή προχωρούσε κι έβαφε τις πλατείες και τα υπόγεια των κτιρίων
Όταν η Αγία Ιωάννα θέλησε να γυρίσει
Πίσω στα σφαγεία συνάντησε κάποια δυσκολία.
Γιατί τα κύματα του ποταμού ανέβαιναν
Σαν σκαλοπάτια και έπρεπε να τα περάσει
Δίχως να βραχεί ή να βουλιάξει στον κόκκινο πυθμένα.
Τα κατάφερε μια χαρά και βράχηκε μόνο ο ποδοστράγαλος της.
Οι σφαγείς, εννεοί, ένας – ένας στη γραμμή την περίμεναν
Για να τους δικάσει...
- Εσύ, λέει στον πρώτο, γιατί έκοψες το λαιμό του αθώου προβάτου;
Ο σφαγέας έβγαλε το ματωμένο κασκέτο του
Έξυσε το κεφάλι του και απάντησε
- Δεν είμαι κακός άνθρωπος. Ό,τι
Κάνω το κάνω για να ζήσει η φαμίλια. μου...
- Και συ, ρωτά το δεύτερο σφαγέα.
Ό,τι κάνω το κάνω για την ερωμένη μου.
- Και συ, ρωτά τον τρίτο σφαγέα.
Και γω κι οι άλλοι σφαγείς δεν είμαστε αιμοχαρείς
Αλλά να, μας αρέσει το κόκκινο χρώμα. Καταλαβαίνεις;
Η Αγία Ιωάννα έγνεψε, πως ναι, καταλαβαίνει
Και ύψωσε τα χέρια της για ν’ ανοιχτεί η οροφή
Και να αναληφθεί στους ουρανούς.
Οι χασάπηδες έβλεπαν την Ιωάννα να αφίπταται
Ουρανομήκης και έτριψαν με ικανοποίηση τα χέρια τους
Γιατί μπορούσαν ακόμη να διακρίνουν
Την αιμάτινη βούλα στον ποδοστράγαλό της.


[Από την ποιητική συλλογή «Αμερική» του Νίκου Σπάνια, εκδόσεις «Οδός Πανός».]

2.7.07

SMSigedrosi, ΕΚΦ και διαδικτυακές κινητοποιήσεις

[Τις τελευταίες μέρες κυκλοφορεί από κινητό σε κινητό ένα γραπτό μήνυμα που καλεί σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τη Βουλή για το θέμα των δασών. Δεν μπόρεσα να εξακριβώσω από ποιον οργανώνεται και φαίνεται μάλλον να είναι μια κινητοποίηση "από τα κάτω". Αντιγράφω το γραπτό μήνυμα ακριβώς στη μορφή που μου ήρθε.]

ΚΥΡΙΑΚΗ 8 ΙΟΥΛΙΟΥ ΣΤΙΣ 19.00 ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΟΛΟΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΒΟΥΛΗ. ΑΠΑΙΤΗΣΕ ΑΝΑΔΑΣΩΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΜΕΝΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ. ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΕΣ - ΔΡΑΣΗ ΤΩΡΑ. ΜΗ ΜΕΙΝΕΙΣ ΑΠΡΑΓΟΣ ΑΥΤΗ ΤΗ ΦΟΡΑ. ΠΡΟΩΘΗΣΕ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΠΙΟ ΠΟΛΛΟΥΣ ΜΠΟΡΕΙΣ, ΚΑΤΕΒΑ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΜΑΖΙΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ.

[Σχετική δημοσίευση έγινε στο Indymedia και στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ.]

Επίσης την Τρίτη στις 19.00 το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ οργανώνει διαδήλωση στα Προπύλαια και πορεία προς τη Βουλή κατά της κυβέρνησης, με αιτήματα να μην αναθεωρηθεί το άρθρο 24 για τα δάση και να αναδασωθούν άμεσα οι καμένες εκτάσεις. Ακόμη, την επόμενη Πέμπτη 12 Ιουλίου το απόγευμα διοργανώνει εκδήλωση-συναυλία με την υποστήριξη και των «ΝΕΩΝ» στην Πάρνηθα, στην πλατεία που βρίσκεται στην είσοδο του Τελεφερίκ.

[Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε στο σχετικό δελτίο τύπου του Συνασπισμού.]

Επιπλέον το μπλογκ "Αθήνα - Οδηγός Επιβίωσης" ξεκινάει μια ηλεκτρονική διαμαρτυρία με οργανωμένη αποστολή e-mail την Πέμπτη 5 και Παρασκευή 6 Ιουλίου στις 12 το μεσημέρι. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Αλλα μπλογκ που έχουν κινητοποιηθεί για το ζήτημα είναι το anadasosi, το makeathensgreen αλλά και η Ελαφίνη, όσον αφορά συγκεκριμένα την προστασία των ζώων της Πάρνηθας.

Τέλος, την Κυριακή 8 Ιουλίου στις 9 το πρωί η ομάδα των φίλων του RunningNews.gr θα συγκεντρωθεί στην Αγία Τριάδα της Πάρνηθας να κάνει την καθιερωμένη της προπόνηση, σαν ύστατη ένδειξη διαμαρτυρίας.

Για όσους/ες ενδιαφέρονται να ενημερωθούν πληρέστερα για το ζήτημα, ο JustAnotherGoneOff πήρε την πρωτοβουλία να αποδελτιώνει διαρκώς τα σχετικά κείμενα που δημοσιεύονται.

[Να διευκρινίσω ότι μπορεί να έχω επιφυλάξεις ή και διαφωνίες όσον αφορά κάποιους από τους φορείς, πρωτοβουλίες ή μπλογκ που κινητοποιούνται. Προτιμώ όμως να παραπέμψω τους/τις επισκέπτες/τριες σε όλες τις σχετικές πηγές και να αποφασίσουν οι ίδιοι/ες για τους εαυτούς τους, παρά να επιλέξω μία από τις κινητοποιήσεις και να την προτείνω ως καταλληλότερη.
Από τη μεριά μου πιστεύω ότι μπορώ να κάνω δυο τρία απλά πράγματα: να ενημερώνω τους/τις επισκέπτες/τριες του μπλογκ μας, να κατεβώ σε συγκέντρωση/εις διαμαρτυρίας με των οποίων το πλαίσιο συμφωνώ και να συμμετάσχω σε δράσεις που θα προστατεύουν το δάσος, οι οποίες θα χαρακτηρίζονται από λογικές οικολογίας και όχι εντυπωσιασμού. Ο/η καθένας/μιά κρίνει όμως για τον εαυτό του/της.
Αντι επιλόγου, ο Allu Fun Marx το έθεσε πολύ καλά στα σχόλια ενός προηγούμενου πόστ του: Σε καμιά περίπτωση δεν πιστεύω ότι τα μπλογκ πρέπει να είναι στην αιχμή των όποιων κινητοποιήσεων. Υπάρχουν ομάδες, οργανώσεις, σύλλογοι, που έχουν “οργώσει” αυτά τα βουνά κι αυτά τα δάση. Αυτοί πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο, επειδή αυτοί έχουν την γνώση και την εμπειρία. Δεν χρειάζεται τα πάντα να ξεκινούν και να τελειώνουν μέσα στα μπλογκ. Τα μπλογκ μπορούν να συνεισφέρουν στην ενημέρωση για τις κινητοποιήσεις αυτές και οι μπλόγκερ θα πρέπει να παίρνουν μέρος σ΄αυτές, πρώτα ως πολίτες και ύστερα αν το θέλουν και ως μπλόγκερ. Οι μπλόγκερ δεν (πρέπει να) είναι δισδιάστατα καρτουνάκια που δρουν και κινούνται μόνο μέσα στα ιστολόγια. ]

1.7.07

2 A.M.+MIssing you – Λιστα Άμμου 17

Something old… Nicolette Larson – Lotta love. Νύχτα ζεστή στην έρημη Μητρόπολη, οι δρόμοι προς το κέντρο ανοιχτοί, στα στενά ερημιά, τα φώτα λάμπουν –δεν πάνε διακοπές τα φώτα, όπως οι δρόμοι, δεν πάνε ποτέ διακοπές. Αγαπάω αυτή την πόλη γιατί, αντιθέτως μ’ εσένα, δεν κάνει ποτέ διακοπές σ’ αυτό που ζούμε.

Something new BonoboNightlife. Περπατάω γρήγορα, δεν κοιτάζω γύρω, δε με νοιάζει τίποτα, νιώθω μια ανάγκη να τρέξω, μέσα στη νύχτα, με τους παλμούς να αναβαίνουν, δε μπορώ άλλο έτσι, θέλω να καρδιοχτυπήσω, θέλω κι αν δε γίνεται κοντά σου, μη με κρατάς, θα το κάνω, θα καρδιοχτυπήσω έστω και τρέχοντας, μακριά σου, μακριά…

Something borrowed Ο Terry Callier τραγουδά με βελούδινη αξιοπρέπεια τη θλίψη που ενορχήστρωσαν οι Massive Attack στο live with me. Απ’ την άλλη, μερικοί την έχουν γραμμένη την αξιοπρέπεια και πέφτουν στα πατώματα -γι’ αυτούς παίζει σήμερα η εκτέλεση των Twilight Singers: το μπάσο βαράει κατευθείαν στη καρδιά, η κιθάρα γδέρνει το μυαλό κι ο Lanegan τραγουδά σα να σέρνεται στα αγκάθια της απουσίας καταβρέχοντας τις πληγές του με ουίσκι. "Nothings right since you ain’t here, I’ ll give all that I have just to keep you near…I’ve been thinking about you baby, come live with me”.

Something blue... Thee more shallows - 2 a.m. Τι εννοείς οι φωνές που ακούγονται δεν είναι από δίπλα; Τι εννοείς οι δίπλα λείπουν; Και ποιος κάνει τόση φασαρία που δε μ’ αφήνει να κοιμηθώ; («Του έρωτά σου το στοιχειό/ στης μνήμης μου τη χώρα», τα 'λεγε ο Ρακίνας, αλλά ποιος τον άκουγε τότε...)

In a manner of speaking

Για την Ιω.
(με δυσκόλεψες πολύ που ζήτησες κείμενο για το In a manner of speaking, είναι ένα τραγούδι που έχω συνδυάσει με χωρισμό, έγραψα τρία καταθλιπτικά κείμενα και τα πέταξα, αυτό είναι το τέταρτο και ελπίζω να το βρεις αισιόδοξο)! :)

Δέκα μέρες καύσωνα και σήμερα βρέχει στην πόλη –έχει τρελαθεί το σύμπαν πια, σήμερα βρήκε να βρέχει και να έχουν μποτιλιαριστεί όλοι οι δρόμοι; Φτάνουμε αργοπορημένοι, παρκάρεις σ’ ένα στενό «έχεις πάει ξανά στο Θέατρο Ρεματιάς» ρωτάω, «όχι» λες, «άραγε θα έχει να κάτσουμε;», «δεν ξέρω!» -παίρνεις το φούτερ μαζί και κλείνεις το αμάξι. «Κρυώνεις;» σου λέω δείχνοντας τη μπλούζα, «όχι, την πήρα για να μην κάτσεις στα νερά -αν κάτσουμε» λες.

Η υγρασία καθυστερεί το sound-check. Έχω αρχίσει να διψάω. Σκοτώνω για μια κόκα. «Πάμε να πάρουμε» λες, «παιδιά τι θέλετε να φέρουμε» ρωτάς την παρέα, «δυο νερά, δυο μπύρες, κι άλλη μια, έλα πάμε» λες, «από εδώ» λέω, «από εδώ είναι αδιέξοδο» γελάς, «είσαι ψηλός, τα βλέπεις όλα, δεν είναι δίκαιο» και σε ακολουθώ. Μ’ αρέσουν τα ψηλά αγόρια.

«Πάρε» κάνω να σου δώσω τα λεφτά για το εισιτήριο, «είσαι χαζή;» μου λες, «δεν τα θέλω, εγώ σου είπα να ‘ρθουμε». «ΟΚ, θα πληρώσω τις μπύρες» αλλά τελικά με προλαβαίνεις, «να κρατάω τη σακούλα τουλάχιστον» προσπαθώ κάπως να συνεισφέρω , «με κάνεις να αισθάνομαι γάιδαρος, να κουβαλάει η κοπέλα;!» λες και μου την τραβάς, τραβάω κι εγώ, «άσε με» λέω, «δώσ’ τη μου» λες, «θα θυμώσω» λέω, την αφήνεις: «άμα είναι να σε δουν θυμωμένη οι Κοκορόζες, πάω πάσο»!

Πιάνουμε θέση στη μέση, «άραγε από πού θα βγει το φεγγάρι;» λέω, στέκεσαι λίγο, «νομίζω από εκεί» δείχνεις απέναντι –απίστευτη η αίσθηση προσανατολισμού που έχουν τα αγόρια, είναι άξιον απορίας πώς μετά χαλάει η πυξίδα, χάνονται και πελαγώνουν στις ερωτικές σχέσεις.

Και βγαίνουν οι μουρλές αδερφές, μες στα σκοτάδια και τις μουσικές, γλυκιές και λιλιπούτειες, το φεγγάρι ανεβαίνει σιγά, τα φύλλα χορεύουν με το θρόισμα τις άρπας, η νύχτα ευωδιάζει βροχή και η βότκα βρέχει το λαιμό μου κελαρυστή. Δεν κοιτάζω πια καθόλου στη σκηνή, ακούω μόνο τις μελωδίες και τις αλλόκοτες φωνούλες τους μα τίποτα δεν προσέχω, βλέπω την παράσταση του φεγγαριού ανάμεσα στα δέντρα και ξαφνικά το by your side. «Αχ μ’ αρέσει αυτό το τραγούδι» λέω και γελάω, «χαίρεσαι σαν παιδάκι» λες και γελάς κι εσύ, όχι το στόμα, τα μάτια σου. Πώς μπορούν και γελάνε τα μάτια σου!

Η συναυλία τελειώνει, «ε, τι!» λέω, «δε θα πουν το tekno lovesong; Σε πειράζει να τους φωνάξω να το πουν», «φώναξε τους!» λες, αλλά ντρέπομαι την παρέα σου και τελικά κιχ δε βγάζω, «καλά, άσε, θα φωνάξω εγώ» και φωνάζεις «tekno love song yeah alright –χα χα, έτσι κάνουν στον Καναδά, κάθε τρεις και λίγο φωνάζουν alright στις συναυλίες» χαμογελάς κι εγώ σε κοιτάω. «Τι κοιτάς;» λες. Σκέφτομαι «σ’ αγαπάω» αλλά μάλλον είναι ηλίθιο, δε μπορεί να αγαπάς κάποιον που ξέρεις δυο μήνες και δεν έχεις καν σχέση μαζί του. Όμως ποια λέξη εκφράζει όλη αυτή την ενθαρρυντική συναισθηματική ευφορική αναμπουμπούλα που αισθάνομαι; «Τι;» με ξαναρωτάς.

Σκέφτομαι πως με φροντίζεις και με νοιάζεσαι, πως είσαι έξυπνος κι ευαίσθητος και gentleman μαζί, που μου ανοίγεις την πόρτα στο αμάξι και μου βρίσκεις τρελά τραγούδια στο μαγικό σου το pc, που με έφερες στις Cocos χωρίς καν να στο ζητήσω και θα με γυρίσεις και σπίτι για να μην κουραστώ οδηγήσω. Θέλω να σου πω πόσο μαγικό βρίσκω τον τρόπο που εσύ λες τα πάντα για το πώς νιώθεις για μένα, χωρίς να λες τίποτα. Με τις πράξεις σου. Τις παύσεις σου. Το γέλιο, τις σιωπές σου.

«Γιατί δε μιλάς, με τιμωρείς για κάτι;» λες σαν κάπως αγχωμένος. «Δεν είναι περίεργο που συχνά η σιωπή μοιάζει με επίπληξη, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι πώς ό,τι νιώθω μέσα μου είναι απλώς αμετάφραστο»; «Α, είμαι καλός στις μεταφράσεις» λες. «Κι όμως, οι λέξεις μου δε λένε τίποτα, αυτές οι ίδιες λέξεις που μπορούν να πουν τα πάντα, δε λένε τίποτα» χαμηλώνω το κεφάλι. «Δεν είπα τίποτα για λέξεις».
Και σκύβεις.
Και με φιλάς.