«Αχ, Άντα μου η ζώη δεν είναι παραμύθι»! λέει η μια και η άλλη συμπληρώνει «αυτό με το γάμο είναι μεγάλος μύθος: όσοι είναι απέξω θέλουν να μπουν μέσα και όσοι είναι ήδη μέσα θέλουν να βγουν». «Και το μωρό, το μωρό να το αργήσετε πολύ» λέει η τελευταία.
«Είστε σίγουρες ότι η ζωή, η δική μου η συγκεκριμένη, όχι οι άλλες, η δική μου δεν είναι παραμύθι», θέλω να τις ρωτήσω. «Γιατί αν δεν είναι πώς έχει γίνει να βρίσκομαι στη μέση του τραπεζιού της καφετέριας σαν την νεογέννητη βασιλοπούλα που την ραίνουν χάρες οι καλές τις Μοίρες. Που μου δίνουν συμβουλές, ευχές και κατάρες»;
Δυο μέρες μετά χτυπάει το κινητό, «έλα» λέω. «έεεεεεεεεεελα!!!» λένε οι φίλες μου όλες μαζί. «Μπα που να σκάσετε!» τους κάνω νόημα. Βγαίνω έξω να του μιλήσω. Γυρνάω λίγο μετά, με το που κάθομαι ξαναχτυπάει. Η αδερφή μου είναι. «Έλα» λέω. Ξεκαρδίζονται οι άλλες. «Τι πάλι;» λέω. « Όχι τίποτα, απλά αυτό ήταν το κανονικό σου «έλα», του νταλικέρη, το άλλο ήταν σαν τη φωνή που έκανε ο Λύκος για να πείσει τα κατσικάκια ότι είναι η μαμά τους και να του ανοίξουν την πόρτα να τα φάει»!
Γι΄ αυτό σας ρωτάω, είστε σίγουρες ότι η ζωή, η δική μου η συγκεκριμένη, όχι οι άλλες, η δική μου δεν είναι παραμύθι, γιατί κι εγώ κάπως έτσι νιώθω: σε ένα κυκεώνα μεταμορφώσεων, μαγικών μεταλλάξεων και με το χέρι καλών νεράιδων και κακών μαγισσών να μετακινεί άλλοτε κοντά άλλοτε μακριά τον στόχο μου.
«Λοιπόν, πώς τα πάτε» ρωτάει ο Μιχάλης; «Ε, καλά… Για την ώρα… Δεν ξέρω τι θα γίνει με την άλλη…». «Έχει κι άλλη»;! «Ναι, αλλά δεν είναι τόσο αυτή το πρόβλημα, όσο η μητέρα του. Φημολογείται ότι είναι σαν την μητριά της Χιονάτης ένα πράγμα. Αυτός ο καημένος έχει όλο σταθερές σχέσεις αλλά καμιά τους δεν άρεσε στην περιβόητη μητέρα». «Ε, εντάξει, εσένα όμως σε συμπαθούν συνήθως και τα πιο στριμάδια μαμάδες»! «Ναι, ε, υπάρχει και άλλο ένα θεματάκι. Δε μένει στην Αθήνα. Το καλοκαίρι μένει στη Χίο και τον χειμώνα στην Αυστρία…». «Αμάν ρε Άντα», ουρλιάζει ο Μιχάλης, «δηλαδή μια φορά δε μπορείς να βάλεις στόχο η σχέση σου να μην μοιάζει με arcade game; Δηλαδή πόσες πίστες πρέπει να περάσεις για να είσαι μαζί του;»!
Έλα μου ντε!
Αλλά και αγάπη δίχως βάσανα δεν έχει νοστιμάδα και, εξάλλου, σε όλα τα παραμύθια περνάς εμπόδια για να επέλθει ισορροπία, δικαιοσύνη και να ευοδωθούν οι κόποι σου
«Άντα, σύνελθε, η ζωή δεν είναι παραμύθι».
«Είσαι σίγουρος; Δεν λέω για τις άλλες ζωές, λέω για τη δική μου συγκεκριμένα , είσαι σίγουρος ότι η δική μου ζωή δεν είναι ένα παραμύθι»;
Μαγειρεύουμε ταϊλανδέζικο στην κουζίνα σου. Εσύ δηλαδή μαγειρεύεις- εγώ είμαι πνευματικός άνθρωπος- σου απαγγέλω Cummings. «Αφού το αίσθημα είναι πρώτο- όποιος και λίγο νοιάζεται για των πραγμάτων τη σύνταξη…». «Το κάρυ είναι πρώτο» λες. «το κάρυ;» λέω, «το κάρυ βάλαμε πρώτο και μετά το γάλα καρύδας» και γελάς» είναι νηστίσιμο το γάλα καρύδας»; «Ναι!» λέω. «Ο Cummings είναι νηστίσιμος με τέτοιο όνομα ε;» λες. «Και το seminal milk που αναφέρει επιτρέπεται να το διαβάζεις αλλά όχι να το γεύεσαι; Μα τι τυπολατρία»! «Ανοίγεις τον απορροφητήρα;» σου λέω, «δε μου αρέσει ο θόρυβος του» λες, «μου αρέσει όμως το φως του». Και με φιλάς, τα ζαρζαβατικά βράζουν κι εμείς το ίδιο, γυμνοι ξαφνικα μέσα στη ζέστα των υδρατμών του φαγητου και στο ημιφως, «καλά που τρίζει το κρεβάτι, τρίζει και το τραπέζι» λες, «μέχρι να πας στο νησί θα τρίζει όλο το σπίτι» λέω, «δε θέλω να πάω στο νησί χωρίς εσένα». Είστε σίγουροι ότι η ζωή μου δεν είναι παραμύθι;
«Θα της το πω» λες, «σιγά μην της το πεις» λέω. Σκέφτομαι την άλλη σαν Αρετούσα στο παραθύρι να τον περιμένει κεντώντας και εντάξει, ο ιππότης μου καλός –χρυσός αλλά είναι λίγο κότα και πιο ευαίσθητος από κορίτσι ώρες- ώρες, οπότε πάλι εγώ πρέπει να καθαρίσω: με βλέπω να φοράω την πανοπλία μου σαν άλλη Ζαν Ντ΄Αρκ «εγώ θα πάω στον πόλεμο» σκέφτομαι, «εις το όνομα του Έρωτα και των Ονείρων και της Υπόσχεσης για νέα ζωή που η Άνοιξη φέρνει, εγώ θα πάω να πολεμήσω και οι ουρανοί θα είναι μαζί μου, ο ήλιος και τα αστέρια, γιατί πιστεύω εις ένα Theo πατέρα παντοκράτορα ποιητή ουρανού και γης ορατών τε πάντων και αοράτων και στο ipod μου που το γεμίζει μουσική και στις τσέπες που μου κρύβει τα σοκολατάκια που φτιάχνει και έτσι δε θα εγκαταλείψω- χωρίς μάχη δεν κερδίζεται τίποτα και όποιος πιστεύει ότι ο έρωτας είναι κάτι εύκολο, αυτός ζει σε Άρλεκιν και όχι σε παραμύθι. Στα παραμύθια ποτέ τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Ξόρκια, μάγια, αίμα, αγώνας, πόνος, θλίψη, οργή, όλα στο μίξερ μέχρι να βρεις το φως.
Είμαι σίγουρη ότι η δική μου ζωή, η δική μου συγκεκριμένα είναι ένα παραμύθι- παρότι κανείς δε με πιστεύει και κανείς δε με καταλαβαίνει. Και καβάλα στον φτερωτό μου δράκοντα θα έρθω να σε κλέψω αγόρι από σοκολάτα , μια μέρα δίχως ήλιο (να μη μου λειώσεις πριν προλάβω να σε φιλήσω) και μετά θα γυρίσουμε όλο τον κόσμο μαζί- μέχρι να βρούμε ποια γη μπορεί να μας χωρέσει.
Δικη μου είναι η ζωή, δικό μου είναι το παραμύθι.
Θα κάνω ό,τι θέλω κι ό,τι θέλει ας γίνει.
«Είστε σίγουρες ότι η ζωή, η δική μου η συγκεκριμένη, όχι οι άλλες, η δική μου δεν είναι παραμύθι», θέλω να τις ρωτήσω. «Γιατί αν δεν είναι πώς έχει γίνει να βρίσκομαι στη μέση του τραπεζιού της καφετέριας σαν την νεογέννητη βασιλοπούλα που την ραίνουν χάρες οι καλές τις Μοίρες. Που μου δίνουν συμβουλές, ευχές και κατάρες»;
Δυο μέρες μετά χτυπάει το κινητό, «έλα» λέω. «έεεεεεεεεεελα!!!» λένε οι φίλες μου όλες μαζί. «Μπα που να σκάσετε!» τους κάνω νόημα. Βγαίνω έξω να του μιλήσω. Γυρνάω λίγο μετά, με το που κάθομαι ξαναχτυπάει. Η αδερφή μου είναι. «Έλα» λέω. Ξεκαρδίζονται οι άλλες. «Τι πάλι;» λέω. « Όχι τίποτα, απλά αυτό ήταν το κανονικό σου «έλα», του νταλικέρη, το άλλο ήταν σαν τη φωνή που έκανε ο Λύκος για να πείσει τα κατσικάκια ότι είναι η μαμά τους και να του ανοίξουν την πόρτα να τα φάει»!
Γι΄ αυτό σας ρωτάω, είστε σίγουρες ότι η ζωή, η δική μου η συγκεκριμένη, όχι οι άλλες, η δική μου δεν είναι παραμύθι, γιατί κι εγώ κάπως έτσι νιώθω: σε ένα κυκεώνα μεταμορφώσεων, μαγικών μεταλλάξεων και με το χέρι καλών νεράιδων και κακών μαγισσών να μετακινεί άλλοτε κοντά άλλοτε μακριά τον στόχο μου.
«Λοιπόν, πώς τα πάτε» ρωτάει ο Μιχάλης; «Ε, καλά… Για την ώρα… Δεν ξέρω τι θα γίνει με την άλλη…». «Έχει κι άλλη»;! «Ναι, αλλά δεν είναι τόσο αυτή το πρόβλημα, όσο η μητέρα του. Φημολογείται ότι είναι σαν την μητριά της Χιονάτης ένα πράγμα. Αυτός ο καημένος έχει όλο σταθερές σχέσεις αλλά καμιά τους δεν άρεσε στην περιβόητη μητέρα». «Ε, εντάξει, εσένα όμως σε συμπαθούν συνήθως και τα πιο στριμάδια μαμάδες»! «Ναι, ε, υπάρχει και άλλο ένα θεματάκι. Δε μένει στην Αθήνα. Το καλοκαίρι μένει στη Χίο και τον χειμώνα στην Αυστρία…». «Αμάν ρε Άντα», ουρλιάζει ο Μιχάλης, «δηλαδή μια φορά δε μπορείς να βάλεις στόχο η σχέση σου να μην μοιάζει με arcade game; Δηλαδή πόσες πίστες πρέπει να περάσεις για να είσαι μαζί του;»!
Έλα μου ντε!
Αλλά και αγάπη δίχως βάσανα δεν έχει νοστιμάδα και, εξάλλου, σε όλα τα παραμύθια περνάς εμπόδια για να επέλθει ισορροπία, δικαιοσύνη και να ευοδωθούν οι κόποι σου
«Άντα, σύνελθε, η ζωή δεν είναι παραμύθι».
«Είσαι σίγουρος; Δεν λέω για τις άλλες ζωές, λέω για τη δική μου συγκεκριμένα , είσαι σίγουρος ότι η δική μου ζωή δεν είναι ένα παραμύθι»;
Μαγειρεύουμε ταϊλανδέζικο στην κουζίνα σου. Εσύ δηλαδή μαγειρεύεις- εγώ είμαι πνευματικός άνθρωπος- σου απαγγέλω Cummings. «Αφού το αίσθημα είναι πρώτο- όποιος και λίγο νοιάζεται για των πραγμάτων τη σύνταξη…». «Το κάρυ είναι πρώτο» λες. «το κάρυ;» λέω, «το κάρυ βάλαμε πρώτο και μετά το γάλα καρύδας» και γελάς» είναι νηστίσιμο το γάλα καρύδας»; «Ναι!» λέω. «Ο Cummings είναι νηστίσιμος με τέτοιο όνομα ε;» λες. «Και το seminal milk που αναφέρει επιτρέπεται να το διαβάζεις αλλά όχι να το γεύεσαι; Μα τι τυπολατρία»! «Ανοίγεις τον απορροφητήρα;» σου λέω, «δε μου αρέσει ο θόρυβος του» λες, «μου αρέσει όμως το φως του». Και με φιλάς, τα ζαρζαβατικά βράζουν κι εμείς το ίδιο, γυμνοι ξαφνικα μέσα στη ζέστα των υδρατμών του φαγητου και στο ημιφως, «καλά που τρίζει το κρεβάτι, τρίζει και το τραπέζι» λες, «μέχρι να πας στο νησί θα τρίζει όλο το σπίτι» λέω, «δε θέλω να πάω στο νησί χωρίς εσένα». Είστε σίγουροι ότι η ζωή μου δεν είναι παραμύθι;
«Θα της το πω» λες, «σιγά μην της το πεις» λέω. Σκέφτομαι την άλλη σαν Αρετούσα στο παραθύρι να τον περιμένει κεντώντας και εντάξει, ο ιππότης μου καλός –χρυσός αλλά είναι λίγο κότα και πιο ευαίσθητος από κορίτσι ώρες- ώρες, οπότε πάλι εγώ πρέπει να καθαρίσω: με βλέπω να φοράω την πανοπλία μου σαν άλλη Ζαν Ντ΄Αρκ «εγώ θα πάω στον πόλεμο» σκέφτομαι, «εις το όνομα του Έρωτα και των Ονείρων και της Υπόσχεσης για νέα ζωή που η Άνοιξη φέρνει, εγώ θα πάω να πολεμήσω και οι ουρανοί θα είναι μαζί μου, ο ήλιος και τα αστέρια, γιατί πιστεύω εις ένα Theo πατέρα παντοκράτορα ποιητή ουρανού και γης ορατών τε πάντων και αοράτων και στο ipod μου που το γεμίζει μουσική και στις τσέπες που μου κρύβει τα σοκολατάκια που φτιάχνει και έτσι δε θα εγκαταλείψω- χωρίς μάχη δεν κερδίζεται τίποτα και όποιος πιστεύει ότι ο έρωτας είναι κάτι εύκολο, αυτός ζει σε Άρλεκιν και όχι σε παραμύθι. Στα παραμύθια ποτέ τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Ξόρκια, μάγια, αίμα, αγώνας, πόνος, θλίψη, οργή, όλα στο μίξερ μέχρι να βρεις το φως.
Είμαι σίγουρη ότι η δική μου ζωή, η δική μου συγκεκριμένα είναι ένα παραμύθι- παρότι κανείς δε με πιστεύει και κανείς δε με καταλαβαίνει. Και καβάλα στον φτερωτό μου δράκοντα θα έρθω να σε κλέψω αγόρι από σοκολάτα , μια μέρα δίχως ήλιο (να μη μου λειώσεις πριν προλάβω να σε φιλήσω) και μετά θα γυρίσουμε όλο τον κόσμο μαζί- μέχρι να βρούμε ποια γη μπορεί να μας χωρέσει.
Δικη μου είναι η ζωή, δικό μου είναι το παραμύθι.
Θα κάνω ό,τι θέλω κι ό,τι θέλει ας γίνει.
1 σχόλιο:
Προτιμότερα τα παραμύθια γιατί έχουν καλό τέλος (τουλάχιστον έτσι λένε στο κλείσιμό τους). Πολύ πολύ δύσκολο σήμερα να τα βρεις αλλά αν τα καταφέρεις πρέπει να τα ζεις.
Δημοσίευση σχολίου