CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

29.7.07

φιλA MME! ΒesΑΜΜΕ mucho - Λίστα Άμμου 21

Something old... Sixpence non the richer - Κiss me. Αστέρια, μυρωδιές, καλοκαιρινές διακοπές, «φίλα με» λες, τι κακό μπορεί να κάνει ένα φιλί;

Something new… Killers - Mr. Brightside. Ναι ξέρω, «ήταν μόνο ένα φιλί, ήταν ένα φιλί». Εμ, τα φιλιά είναι εθιστικά –όλοι με ένα φιλί ξεκινήσαμε την κουτρουβάλα στα έγκατα του έρωτα. Δεν ήξερες, δε ρώταγες;

Something borrowed Τώρα ποιος σου φταίει που στριφογυρνάς στο στρώμα παραμιλώντας «φίλα με, φίλα με πολύ», που ψήνεσαι στον φλογισμένο πυρετό των Beatles και λιώνεις σαν κεράκι στην ερωτική ικεσία της Consuelo Velasquez (δημιουργός και πρώτη ερμηνεύτρια του Besame Mucho, που οι περισσότεροι αγαπήσαμε με τη φωνή της Cesaria Evora).

Something blue«Κυκλοφορώ κι αδιαφορώ κι ούτε που θέλω της αλήθειας το νερό/ κι αν ήταν ψέμα το φιλί/ εγώ που το ‘θελα πολύ, το συγχωρώ…». Aφού συγχωρείς σαν καλός Χριστιανός, άντε, γύρνα και το άλλο μάγουλο… Για φιλάκι ντε! Ελένη Δήμου - Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ

26.7.07

Οικειότητα


(Μας τον έφαγε η Αθήνα τον Άμμο, όσοι πιστοί μαζί μου θα ξεκαλοκαιριάσετε. Για να σας βάλω στο τριπ προχωράω σε μια freestyle extravaganza -από Swayzak μεχρι Cinderella παίζει σήμερα το μαγαζί, από New Pornographers μέχρι Mazzy Star, όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω, το καλοκαίρι με έχει βαρέσει κατακούτελα. Aλλά όσο περίεργα και να σας φαίνονται τα συγκροτήματα, τα τραγούδια ακούγονται αρμονικότατα με αυτή τη σειρά )!

Eπινα πολύ είναι η αλήθεια. Θα ήθελα να του ρίξω το φταίξιμο, γιατί το τρελό πιώμα ξεκίνησε απ’ όταν πήρα το δάνειο, αλλά η αλήθεια είναι ότι έπινα από καιρό. Απ’ όταν γνώρισα την Κάτια. Απλά τελευταία είχα αρχίσει να πίνω και μόνος. Απ’ όταν έφυγε η Κάτια. Να βγαίνω, να βγάζω ρίζες μπροστά στη μπάρα και να παραγγέλνω το ένα ποτό πάνω στ' άλλο. Αυτό νομίζω ήταν το πιο οξύμωρο: ότι είχα μείνει απένταρος για να αγοράσω το σπίτι αλλά πια δεν άντεχα να μείνω μέσα του σαν νύχτωνε. Με έσφιγγαν οι τοίχοι, με πλάκωνε το ταβάνι. Και έπαιρνα τους δρόμους.
Εκείνο το ξημέρωμα γύρισα παραπατώντας και πραγματικά δεν έβλεπα να βάλω το κλειδί στην κλειδαριά. Όταν πια μπήκα και ξάπλωσα ανάσκελα στο κρεβάτι, το σπίτι πήγαινε κι ερχόταν.
«Δεν το πιστεύω» μονολόγησα, «σταμάτα κι εσύ να με βασανίζεις! Σταμάτα να πηγαίνεις πάνω- κάτω, μπορείς;»
«Α, έχεις και απαιτήσεις! Που όλη μέρα μια κουβέντα δε μου λες και τα βράδια με παρατάς μόνο και γυρνάς ως τα ξημερώματα. Και κατά τ’ άλλα να μην έχω νεύρα και να μην πηγαίνω πάνω κάτω»!

Ήταν γεγονός: είχα καταρρίψει κάθε ρεκόρ. Όχι απλά είχα πιει πολύ αλλά βρισκόμουν και σε ένα είδος παραληρήματος –δε δικαιολογούταν αλλιώς ότι οι τοίχοι που πηγαινοέρχονταν και το ταβάνι που γύριζε μιλούσαν με ανθρώπινη λαλιά. Γύρισα στο πλάι σε στάση εμβρύου –η μόνη ενδεδειγμένη για να με αφήσει στοιχειωδώς το hangover να κλείσω μάτι. Αγκάλιασα το μαξιλάρι μου ελπίζοντας να με πάρει στην αγκάλη του και ο ύπνος.

Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει όταν άκουσα να χτυπούν την πόρτα. Ήταν πρωί, πολύ πρωί και σκέφτηκα πως ήρθε το συνεργείο καθαρισμού – ο διαχειριστής έλειπε σε διακοπές και μου είχε αφήσει χρήματα να τους πληρώσω. Σηκώθηκα σε μια κατάσταση ρευστού που προσπαθεί να παραστήσει το στερεό και τρέκλισα ως την πόρτα. Ίσιωσα λίγο το μποξεράκι μου και άνοιξα πέφτοντας πάνω σε μια μύτη. Που παρατηρώντας λίγο καλύτερα είδα πώς πίσω της είχε κι ένα πρόσωπο. Ανήκε σε μια γυναίκα οστεώδη που την συνόδευαν δυο τύποι κοντοπίθαροι και μάλλον άξεστοι –αν επιτρέπεται να κρίνεις τόσο αυστηρά κάποιον επειδή δε σου λέει «καλημέρα».

«Καλημέρα. Ορίστε;» είπα κάπως αιφνιδιασμένος και τότε «μμμ» άκουσα να λέει η γυναίκα και είδα την πελώρια γαμψή μύτη της να επιμηκύνεται ανεπαίσθητα και να κινείται ελαφρώς δεξιά- αριστερά.
«Συγγνώμη» και με έκανε στη μπάντα, εισβάλλοντας μέσα ρουθουνίζοντας σα λαγωνικό.
«Παρακαλώ τι θέλετε» είπα αλλά εκείνη σήκωσε το χέρι να σιωπήσω και συνέχισε, με τα ρουθούνια της τεράστιες χοάνες να φιλτράρουν τον αέρα. Οσφράνθηκε ενδελεχώς το σαλόνι τοίχο τοίχο και προχώρησε προς το υπνοδωμάτιο. Μα ανοίγοντας την πόρτα του έβγαλε μια κραυγή τρόμου και σφάλισε τα μάτια της με δύναμη, λες και έβλεπε κάτι αποτρόπαιο.
«Τι;» τη ρώτησα.
«Είναι κόκκινο! Το καημένο, έχει γίνει κατακόκκινο απ’ το αλκοόλ».
«Η Κάτια έβαψε μπορντώ τον τοίχο, έλεγε ότι ήταν καλό φενγκ σούι –εν προκειμένω φεύγ- σούι διότι έφυγε μετά» –της εξήγησα.
Εκείνη σα να μην άκουγε πήγε στον τοίχο και τον ακούμπησε με το χέρι της.
«Πώς αισθάνεσαι χρυσό μου» του είπε κι εκείνο «με καίει το δέρμα μου και τα μαλλιά μου με ζεσταίνουν, τσούζουν τα μάτια μου» απάντησε.
Κάγχασα με την ιστορία του και
πήγα ν’ ανοίξω το παντζούρι.
«Μα τι κάνετε; Είστε τρελός; Το ενοχλεί το φως. Έχει και ναυτία, νιώθει το στομάχι του βαρύ και κεντριά
μελισσών να το κεντούν».
«Μα τι λέτε επιτέλους; Ακόμα κι αν αισθάνεται το στομάχι του βαρύ είναι γιατί κουβαλάει ένα σωρό έπιπλα. Και αυτό που το τσιμπάει είναι τα τακούνια σας! Μην το ακούτε –λέει ψέματα, μου έχει θυμώσει που το αφήνω μόνο».
«Α, ώστε το αφήνεται και μόνο! Μωρό οίκημα –Ενός; Δύο; Πόσων ετών είναι;».
«Πέρσι πρωτοκατοικήθηκε».
«Ντροπή σας, μόνο αυτό έχω να πω! Το πήρατε με τους τοίχους άσπρους και γαλακτερούς, να ευωδιάζουν πλαστικό χρώμα και γύψο και το έχετε καταντήσει μέσα στην κιτρινίλα και τη μπόχα απ’ τα τσιγάρα. Τόσο γερό, τόσο καλό και νέο σπίτι και η συναναστροφή με εσάς και τους αλκοολικούς φίλους σας το έχει οδηγήσει να ζέχνει σαν μπεκρής και να μη μπορεί να σταθεί στα θεμέλιά του. Λυπάμαι, θα πρέπει να σας το πάρουμε».
«Τι λέτε τώρα; Το δωμάτιο μυρίζει επειδή εγώ έπινα μέχρι αργά και κοιμάμαι με κλειστά παράθυρα και πόρτες -και το ουίσκι, ξέρετε, μεταβολίζεται αργά. Είναι οι αναθυμιάσεις μου αυτό που μυρίζετε, όχι οι δικές του! Η δική μου παρακμή με έχει φτάσει στον αλκοολισμό
, το σπίτι μου όμως είναι μια χαρά. Το προσέχω, το φροντίζω, να κοιτάξτε το μπάνιο –είπα για να δικαιολογηθώ μέσα στον πανικό.

Μα ανοίγοντας την πόρτα του μπάνιου εκτός από τις τρίχες στη μπανιέρα και τα άλατα στη βρύση είδε και το αποχαιρετιστήριο μήνυμα της Κάτιας στον καθρέφτη –πέντε μήνες δεν είχα αξιωθεί να το σβήσω: «μείνε βιδωμένος στον καναπε με το τηλεκοντρόλ –εγω θα βγω στον έξω κόσμο να βρω την ευτυχία»
Με κοίταξε στα μάτια.
«Λυπάμαι» μου είπε.
«Κι εγώ λυπάμαι» της είπα, «γι΄ εμάς το αγόρασα το σπίτι, για εμάς καταχρεώθηκα και δούλευα σε τρεις δουλειές και μετά δεν είχα κουράγιο να βγω και έμενα στον καναπέ και αυτή με βαρέθηκε και ύστερα έφυγε και άρχισα να πίνω και…»
«Δεν εννοούσα αυτό. Λυπάμαι μας σας παίρνουμε την κηδεμονία»
«Μου κάνετε …τι»;
«Χάνετε το σπίτι. Θα το κλείσουμε σε άσυλο να απεξαρτηθεί απ’ το αλκοόλ και ίσως σε ένα δυο χρόνια να σας αφήσουμε να το ξαναδείτε».
«Μα τι λέτε τώρα, σας παρακαλώ ξανασκεφτείτε το»!
«Δεν υπάρχει περίπτωση να σας αφήσουμε άλλο να μετατρέπετε αυτό το υπέροχο διαμέρισμα σε σπίτι του πόνου».
«Δεν έχετε δικαίωμα, δεν...» πήγα να τη σπρώξω αλλά εκείνη την ώρα ο ένας απ’ τους δύο συνοδούς της με πλησίασε και ένιωσα κάτι καυτό να διαπερνά το χέρι μου κι ακαριαία μια δόνηση σαν ηλεκτροσόκ τράνταξε τη ραχοκοκαλιά μου. Τιναζόμουν για λίγο όταν άνοιξα τα μάτια. Το κινητό ήταν κάτω από την πλάτη μου όπως ήμουν ανάσκελα στο κρεβάτι και χτύπαγε στη δόνηση. Το πάτησα χωρίς να βλέπω ποιος καλεί.


«Ναι» είπα.
«Σε ξύπνησα»;
«Ναι».
«Πού είσαι»;
«Εσύ που είσαι».
«Επιστρέφω».
«Πού Κάτια»;
«Έρχομαι σπίτι
μας».
«Δεν υπάρχει πια σπίτι».
«Εννοείς δεν υπάρχει «σπίτι μας»;
«Δεν υπάρχει κοινή οικεία. Μήτε οικειότητα. Γι' αυτό καλύτερα μείνε εκεί που είσαι. Μείνε ακριβώς εκεί που είσαι».
Και έκλεισα.

Πέταξα το κινητό στον τοίχο. Εκείνος μου φάνηκε σα να προσπάθησε να πει κάτι, μα «μην τολμήσεις να βγάλεις κιχ» τον απείλησα. Και δε μίλησε…


(προτείνω για καλοκαιρινό ανάγνωσμα το “Intimacy” (Οικειότητα) του Χανιφ Κιουρέισι (βλ. σεναριογράφος του Ωραίο μου πλυντήριο, ο Σάμμυ και η Ρόζυ κάνουν έρωτα) που στα ελληνικά βιβλιοπωλεία κυκλοφορεί με τον άσχετο τίτλο «οικείες απιστίες» απ’ τις εκδόσεις Καστανιώτη)

22.7.07

ΚαλοκαιρινΑ ΜΜΕσημέρια - Λίστα Άμμου 20

Something old… Boys of summer –Don Henley. Όταν ήμουν παιδί τα μεσημέρια του καλοκαιριού ήμουν αναγκασμένος να κάθομαι ήσυχος για να κοιμούνται οι μεγάλοι...


Something new… Summer here kids – Grandaddy. Τώρα απορώ πού βρίσκουν τόση ενέργεια τα πιτσιρίκια και βουτάνε μεσημεριάτικα στις πισίνες τσιρίζοντας και ουρλιάζοντας. Και δε με αφήνουν να κοιμηθώ!


Something borrowed… Στη συντριπτική πλειοψηφία των εκτελέσεών του, οι παρτιτούρες του Summertime του Gershwin φαίνονται γραμμένες με μελάνι γλυκόπικρης ραστώνης –επαρχιακοί δρόμοι του 30, χωράφια με καλαμπόκι, εξαντλητική κάψα του μεσημεριού... Απ’ τις ερμηνείες που δίνουν άλλο χαρακτήρα στη τζαζ ραθυμία ξεχωρίζουν μακράν εκείνη της Billy Holiday με την βαρύτιμη φωνή και την μοναδική εκφραστικότητα (προσέξτε το αριστουργηματικό εγώ-χαμογελάω-κι-ας-στάζει-ένα-δάκρυ γύρισμα όταν λέει το «hash little baby, dont you cry») καθώς και της Janis Joplin με την υγρή βραχνάδα και την διαβρωτική κιθάρα, που σου ξεσκίζει τα σπάραχνα.


Something blue… Jenny Wilson – Summertime- roughest time. «Βιβλία, πολλά βιβλία, σε έναν σκονισμένο δρόμο, ακολούθησε τα και θα με βρεις εκεί με τη μύτη ζουλιγμένη πάνω τους…». Το απόλυτο καλοκαιρινό μεσημέρι των σοφιστικέ κοριτσιών –και όχι μόνο…

19.7.07

Να μην ξεχνιόμαστε όμως με τα μπλογκοπαιχνίδια

Το παιχνίδι των ρήσεων και των αντιρρήσεων

Ο αγαπητός συμπλόγκερ Ανήσυχος και η λατρεμένη μου μαντάμ Σουσού με κάλεσαν στο ίδιο μπλογκοπαιχνίδι (ζητώ συγγνώμη από τον Ανήσυχο για την καθυστέρηση, με κάλεσε όμως εν μέσω της μετακόμισης μου στην Αθήνα). Οι κανόνες θέλουν λίγο προσοχή: σχολιάζουμε τέσσερις φράσεις με τη μορφή γνωμικού. Οι δύο πρώτες ανήκουν σε κάποιο διάσημο άτομο, οι δύο τελευταίες σε κάποιο άσημο. Και από τις δύο κατηγορίες (φράση διάσημου – φράση άσημου) έχουμε παραλάβει από τον/την προηγούμενό/ή μας μια πρόταση προς σχολιασμό. Εμείς συμπληρώνουμε τις άλλες δύο και τις σχολιάζουμε επίσης.

Ξεκινώ από τον Ανήσυχο, που με κάλεσε πρώτος αλλά κι εμπνεύστηκε το παιχνίδι, και συνεχίζω με τις φράσεις της μαντάμ Σουσού. Είναι σαφές ότι παίζω με διαφορετικό τρόπο το παιχνίδι, αναλόγως με αυτόν/ήν που μου έκανε την πρόσκληση.

[Παρέλαβα από τον Ανήσυχο τις ακόλουθες δύο φράσεις]

"Όταν θέλεις κάτι πάρα πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το πετύχεις". (Κοέλιο)

Θυμάμαι την εποχή που όλοι/ες μηρύκαζαν τη συγκεκριμένη φράση, δηλώνοντας επιπλέον ότι το αγαπημένο τους βιβλίο ήταν ο «Αλχημιστής». Τι να συμφωνήσεις και τι να διαφωνήσεις με την κακοχωνεμένη μεταφυσική; Αν θελήσει κάποιος/α να υπηρετήσει τις μαγικές τέχνες και να ζητήσει τη βοήθεια του σύμπαντος, χρειάζεται μακριά και κοπιαστική μαθητεία, μέχρι να ζητήσει αποτελεσματικά τη συνδρομή του. Εγώ έτσι κι αλλιώς πήρα διαφορετική διαδρομή στη ζωή μου και άφησα κατά μέρος τις συνωμοσίες του σύμπαντος, ώστε να αναλαμβάνω πιο εύκολα την ευθύνη που μου αναλογεί.

"Δεν πρέπει να ενθουσιάζεσαι όταν τυχαίνουν στιγμές ευτυχίας. Γιατί είναι παροδικές. Κράτα πάντα στάση άμυνας. Ακόμα και αυτό που σου δίνει πρόσκαιρη χαρά μπορεί να μην είναι αληθινό, να μην έχει διάρκεια, να μην επαληθευτεί." (του Ανήσυχου)
Οι στιγμές ευτυχίας δεν υπόσχονται τίποτα παραπάνω από το παρόν της βαθιάς τους απόλαυσης. Από το βάθρο των δικών μας μελλοντικών προβολών γκρεμιζόμαστε, όταν τα πράγματα δεν συνεχίσουν το ίδιο καλά. Συμφωνώ λοιπόν με το παραπάνω, αν δε σε οδηγεί στο φόβο της χαράς, ως άμυνα για πιθανές απογοητεύσεις.

[Συμπληρώνω τις ακόλουθες δύο φράσεις.]

«Πάντοτε βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων» (Τ. Ουίλιαμς – Λεωφορείον ο Πόθος»).
Η παλαιότερη ανεπάρκειά μου στο να κάνω βαθιές φιλικές σχέσεις, με είχε οδηγήσει να μυθολογώ την καλοσύνη των μη κοντινών μου ανθρώπων και να αναφέρω συχνότατα τη συγκεκριμένη ατάκα. Ξέρω πια ότι τίποτε δε συγκρίνεται με τη γενναιοδωρία του/της καλού/ής φίλου/ης και του/της συντρόφου που σε αγαπά. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι η συγκεκριμένη φράση εκστομίζεται από τη Μπλανς Ντυμπουά, καθώς την οδηγούν στο ψυχιατρείο.


1δ «Για τα υπόλοιπα διαβάστε τα κείμενα, όχι το προφίλ» («δική μου», αλλά δανεισμένη από την αγαπητή Ραφφινάτα)
Όσο περισσότερο εκτίθεμαι στο μπλογκ μου, τόσο λιγότερο με ενδιαφέρει να με περιγράψω με ακρίβεια στο προφίλ μου, ή να παίξω μπλογκοπαιχνίδια με αυτοπεριγραφές ή καταθέσεις απόψεων. Προτιμώ η γραφή μου να παίζει ανεξέλεγκτη, να της ξεφεύγουν πράγματα και να βανδαλίζει το πρόσωπο της. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, νιώθω και πολύ ασφαλέστερος με αυτόν τον τρόπο.



Συνεχίζω με τη λατρευτή μου μαντάμ Σουσού, αλλάζοντας άρδην και το κλίμα γνωμικών – απαντήσεων.

[Παρέλαβα από την Σουσού τις ακόλουθες δυο φράσεις.]

«Ο καθένας την κλανιά του μοσχοκύδωνο την έχει» (του γνωστού καλλιτέχνη και πολιτικού αναλυτή Urfurslaag)
Φοβούμαι ότι πίσω από τις ελάχιστες λέξεις του λιτού αυτού γνωμικού υποβόσκει ένας πολιτισμικός σχετικισμός, που στην ακραία του εκδοχή μπορεί να οδηγηθεί και σε υπερβολές, όπως η υπόθεση Shapir – Whorf για την κατασκευή της αντίληψης μέσω του γλωσσικού εργαλείου που χρησιμοποιεί η εκάστοτε κοινότητά. Προσωπικά προτιμώ θεωρητικά εργαλεία που τονίζουν τη σημασία της διυποκειμενικότητας και του αυτοπροσδιορισμού σε διαλεκτική σχέση με την κοινωνικο - ιστορική τοποθέτηση του υποκειμένου, κινούμενος δηλαδή κάπου ανάμεσα στο μεταδομισμό και το ύστερο έργο του Γιούργκεν Χάμπερμας.


«Η τσούλα θέλει γκόμενο κι ο πούστης φουστανάκι» (της Σουσού)
Διαφωνώ ριζικώς. Η τσούλα κατά πρώτον θέλει κι αυτή φουστανάκι, κατά δεύτερον δεν μπορεί να αρκεστεί σε ένα γκόμενο. Όσο για τον πούστη επικροτώ αμφιέσεις που κινούνται μεταξύ αρσενικού και θηλυκού (ώστε να κάνουν και μια ευρύτερη δήλωση για το ρευστό του κοινωνικού φύλου) όπως σκισμένο μπλουτζίν και από μέσα στρινγκ, εφαρμοστό λευκό φανελάκι που αφήνει να φαίνεται το τατουάζ «I love Mitsos» κτλ.


[Συμπληρώνω τις ακόλουθες φράσεις.]

«Το σεξ δεν είναι ροντέο, για να καλπάζω μόνη μου» (της γνωστής επικοινωνιολόγου και ηθοποιού Μαρίας Θανασσούλια)
Ένας από τους λόγους που θαυμάζω τη Μαρία είναι το λιτό και καίριο των παρατηρήσεών της. Τι να πρωτοεκτιμήσει κανείς; Την υφολογική ευφυία της συμπαράταξης του λαϊκού αγγλικού «ροντέο» δίπλα από το λόγιο ελληνικό «καλπάζω»; Το σεμνό υπαινιγμό της στάσης ιππαστί, χωρίς καμία πορνογραφική παρεκτροπή; Το πρόταγμα για μια σεξουαλικότητα στην οποία θα συναντιούνται το αρσενικό και το θηλυκό με οργιαστική δημιουργικότητα, χωρίς αναστολές και προαπαιτούμενα; Ας υποβάλλω τα σέβη μου, χωρίς να πω περισσότερα.


«Της κοντής ψωλής τα μαλλιά της φταίνε»
Πάντοτε απορούσα πώς προέκυψε η συγκεκριμένη έκφραση, παρόλο που γνωρίζω βέβαια πώς χρησιμοποιείται. Σκέφτηκα λοιπόν να την πασάρω σε πέντε συμπλόγκερ για να μαζέψω απόψεις επί του θέματος.


Οι επόμενοι 5 συμπλόγκερ θα προτιμούσα να σχολιάσουν τα 2γ-2δ (αν και δεν μπορώ να τους αποτρέψω από τα 1γ-1δ). Καλώ λοιπόν τους Nefelika, Isis Unveiled, Kabamaru, Idaki Βοργία και Gazaka (κι αν βρει χρόνο και ο Σαμμάνος).

17.7.07

Υμηττός SOS. Τι κάνουμε τώρα;

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΒΥΡΩΝΑ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΥΜΗΤΤΟΥ

Τον Μάρτιο του 2007 εμείς οι πολίτες του Βύρωνα αποφασίσαμε να δραστηριοποιηθούμε για την προστασία του Υμηττού, συνειδητοποιώντας το πλήθος και το μέγεθος των προβλημάτων που τον απειλούν.
Δυστυχώς, με τον εμπρησμό της 16ης Ιούλη αποδειχθήκαμε τραγικά καίριοι στο πώς πιθανόν αυτός σχετίζεται με τα κάτωθι σοβαρότατα ζητήματα που είχαμε εξ αρχής επισημάνει:

1. Η χάραξη της νέας περιφερειακής Υμηττού, μέσα από την κύρια δασική περιοχή με συνέπεια την καταστροφή μεγάλου μέρους του εναπομείναντος δάσους
2. Η δημοπράτηση για την κατασκευή πτέρυγας της μητρόπολης Καισαριανής, Βύρωνα και Υμηττού στο μοναστήρι του Άη-Γιάννη και η απειλή ανέγερσης από την Ιερά Σύνοδο συνοδικού μεγάρου στην ευρύτερη περιοχή του Καρέα.
3. Η απειλή μεταφοράς όλων των διοικητικών υπηρεσιών του Δήμου Βύρωνα, μέσα στο δάσος του Υμηττού και ειδικότερα στην περιοχή του υπό αναχώρηση στρατοπέδου Σακκέτα.
4. Η απειλή κατασκευής παιδικού σταθμού στην δασική περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής (Αναπηρικά).
5. Η καταπάτηση δασικών εκτάσεων από ιδιωτικές εταιρείες (π.χ. χωματουργικές εργασίες της εταιρείας «Λιοσάτος», αυθαίρετη χρήση της περιοχής «πικ-νικ» από την εταιρεία πώλησης αυτοκινήτων «Φιλοσίδης»).

Με τα νέα τραγικά δεδομένα (σε συνέχεια και των πρόσφατων της Πάρνηθας), επιβάλλονται πλέον άμεσα:
  • η ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση της βλάβης με επιστημονικό τρόπο
  • η θωράκιση εναντίον κάθε οικιστικής επέκτασης (παιδικός σταθμός και νέα πτέρυγα μητρόπολης)
  • η εύρεση όσων έχουν συμφέροντα από την καταστροφή και την καταπάτηση του δάσους και η παραδειγματική δίωξη τους
  • η μη αναθεώρηση του άρθρου 24 και η κατάρτιση εθνικού δασολογίου
  • η απομάκρυνση από τον Υμηττό όλων των χρήσεων-καταπατήσεων από ιδιώτες
  • η ματαίωση του σχεδιασμού της νέας περιφερειακής Υμηττού και του νέου Διοικητικού Κέντρου Βύρωνα

Τι μπορούμε να κάνουμε;
Ας αντιδράσουμε όλοι μαζί, φορείς και κάτοικοι!
  • Τετάρτη 18 Ιούλη στις 7.30 μ.μ. στο μοναστήρι του Άη-Γιάννη στο νεκροταφείοτης Καισαριανής
  • Πέμπτη 19 Ιούλη στις 6.30 μ.μ. στα φανάρια στην είσοδο του Κουταλά (στρατόπεδα Σακκέτα στο Βύρωνα)

ΤΗΛΕΦΩΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ: 6972616773, 6972414920, 6937954916

14.7.07

Θα γίνω ΒραζιλιΑΜΜΟς με το σομπρέρο μου -Λίστα Άμμου 19

Something old… Ελευθερία Αρβανιτάκη – Το μηδέν (live). Καταπληκτική ζωντανή ηχογράφηση, γεμάτη ενέργεια κι ενάργεια. Η φωνή της Αρβανιτάκη σχεδόν ακτινοβολεί…

Something new… Sergio Mendes ft Black Eyed Peas – Mas que Nada : OK, είναι περσινό, αλλά αυτή η κομματάρα αντέχει ήδη απ’ το 1963 που το πρωτοτραγούδησε ο Jorge Ben και αξίζει σκούφος Michelin σ’ όποιον σκέφτηκε τέτοια fusion κουζίνα κι ανακάτεψε Μέντες με Μαυρομάτικα!

Something borrowed… High and dry από El Lele de Los Van Van, που είναι μεν Κουβανοί αλλά για να χορέψεις βραζιλιάνικα, ε χρειάζεται και λίγη κουβανέζικη βενζίνα (i.e tequila)! Η διασκευή είναι όμορφη και δροσερή αλλά, πού πας ρε ΚαραLele να συγκριθείς στις αναμνήσεις μας με τέτοιο original: Radiohead - High and dry.

Something blue… Rosanna & Zelia – Azulamento. Πριν δυο χρόνια οι μαράκες τους απ’ το Ηalf Νote γέμισαν την νυχτερινή Αθήνα πολύχρωμες βραζιλιάνικες πεταλούδες…


Υ.Γ: Εκτός απ’ τους Sepultura και τις CSS, η Βραζιλία παράγει και μια χαρά indie –pop. Άκου να δεις: Pic Nic - Ano Novo

Σουσού και Συντροφία ή της διακειμενικότητας το κάγκελο

[Έταξα πρόσφατα στην αγαπητή συμπλόγκερ Σουσού ένα κείμενο με πρωταγωνίστρια την ίδια, στη συνέχεια όμως προβληματίστηκα για τη μορφή που θα είχε: δε με ενδιέφερε να την κολακεύσω μιμούμενος τη γραφή της, αλλά ούτε και να την εντάξω στις οικείες μυθολογίες του δικού μας μπλογκ. Αποφάσισα λοιπόν να ακολουθήσω την υποκείμενη λογική της και να σχηματίσω ένα κείμενο – bricolage, με βασικό υλικό τα λινκ της, την περσόνα της και ένα μουσικό συγκρότημα που νομίζω ότι της ταιριάζει.]

Η Σουσού τινάχτηκε από το κρεβάτι και πέταξε αλαφιασμένη τη μάσκα ύπνου της για να βεβαιωθεί ότι βρίσκεται πράγματι στο υπνοδωμάτιό του εξοχικού της. Μα τι χυδαίο, εκνευριστικό όνειρο! Πώς τόλμησε το υποσυνείδητό της να τη μεταφέρει σε ένα βουλκανιζατέρ, δεν είχε εμπεδώσει ακόμη σε ποιο κοινό απευθύνεται; Ευτυχώς η Σουσού παρενέβη άμεσα και τιμώρησε τους άξεστους που είχαν διαταράξει τον ύπνο της με τη φτώχια και την απλυσιά τους. Προσπάθησε να θυμηθεί το όνειρό της, για να βεβαιωθεί ότι τα είχε κάνει όλα σωστά.

Πράγματι όλα είχαν συνεχίσει και τελειώσει όπως έπρεπε, σκέφτηκε η Σουσού και σηκώθηκε για να φορέσει τη ρόμπα της από κινέζικο μετάξι, καθώς το Chanel no5 δεν ήταν επαρκής αμφίεση εκτός της κρεβατοκάμαρας. «Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα γίνει μάθημα στο υποσυνείδητό μου, ώστε να μην ξαναπάρει πρωτοβουλίες» σκέφτηκε και προχώρησε προς το ανατολικό καθιστικό, που έβλεπε στο ροδώνα. Έκπληκτη βρήκε εκεί τον αρραβωνιαστικό της Μαρκί να την περιμένει, κόκκινος από το θυμό και με τα μάτια του να πετούν αστραπές. Η Σουσού αναρωτήθηκε ποια θα ήταν η καταλληλότερη αντίδραση για να τον καλμάρει και αποφάσισε να δράσει δια της ομοιοπαθητικής μεθόδου ρωτώντας: «Πάλι πρόβλημα δυσκοιλιότητας έχετε Μαρκί; Τι μούτρα είναι αυτά;» Υπήρξε πράγματι μια κάποια αλλαγή στη διάθεση του Μαρκί, αφού πλέον απέκτησε και πράσινο χρώμα. Πετάχτηκε από την καρέκλα του με δύναμη και φώναξε: «Ξεδιάντροπη, τα γνωρίζω όλα για εσάς και την Tinkerbell! Περιμένατε ότι θα με απατάτε κατώ από τη μύτη μου, χωρίς να καταλάβω τίποτε; Με καταντήσατε τον περίγελω του Κολωνακίου, ο παράνομος δεσμός σας είναι το μόνο θέμα συζήτησης στο DaCapo!» Η Σουσού είχε πράγματι κολακευτεί από την πολιορκία της μικρής της φίλης, δε θυμόταν όμως να έχει συμβεί κάτι αξιόμεμπτο μεταξύ τους, πέρα από κάποια φιλιά, αγκαλιές και μια δυο νύχτες φλογερού πάθους. «Είναι όλα ψέματα, Μαρκί, σας το ορκίζομαι!» είπε και πέταξε τη ρόμπα της για να του αποσπάσει την προσοχή. Ο Μαρκί χαμογέλασε και απάντησε επιτιμητικά: «Τα τεχνάσματά σας δε με ξεγελούν πλέον Σουσού. Θα τιμωρηθείτε σκληρά για το ατόπημά σας!»
Σπάζοντας το τζάμι της δυτικής μπαλκονόπορτας εισέβαλλε στο δωμάτιο ένας μουτζαχεντίν με άσπρη κελεμπία και κραδαίνοντας ένα δαμασκηνό γιαταγάνι. Η Σουσού κάγχασε βροντερά «χοχοχο», που ήταν βέβαια το σύνθημα για την εμφάνιση του προσωπικού της σωματοφύλακα. Ένας μαυροφορεμένος νίντζα εμφανίστηκε στην πόρτα της κουζίνας, με ένα μακαρόνι να κρέμεται ακόμη από το στόμα του. «Όλα καλά μανταμίτσα;» ρώτησε, αλλά αμέσως συνειδητοποίησε τι συμβαίνει και εκσφενδόνισε ένα σουρικέν προς τη μεριά του μουτζαχεντίν (το οποίο βέβαια αυτός απέφυγε, κάνοντας μια εναέρια κωλοτούμπα).
Η μάχη υπήρξε τιτάνια ανάμεσα στους δύο γενναίους μαχητές, αλλά το αποτέλεσμα ισόπαλο. Όντας και οι δύο απόλυτα ισοδύναμοι πολέμησαν επί ένα τρίωρο, με συντροφιά τις ιαχές του Μαρκί και τα παλαμάκια της Σουσούς, για να καταρρεύσουν στο τέλος από την εξάντληση και τον καύσωνα. Καθώς η καμαριέρα έλειπε, ο προσωπικός της βοηθός περιμάζεψε τα δύο λιπόθυμα σώματα και τα μετέφερε στον ξενώνα για να αναλάβουν δυνάμεις. Η Σουσού του ζήτησε να ετοιμάσει δύο τζιν φις για αυτήν και το Μαρκί και στράφηκε προς τον αρραβωνιαστικό της.
«Μπορούμε λοιπόν να θεωρήσουμε το ζήτημα λήξαν;» τον ρώτησε, ο Μαρκί όμως κίνησε το κεφάλι του συνοφρυωμένος. «Αδύνατον, Σουσού, η ματαιοδοξία και ο εγωισμός σας έχουν γίνει πλέον αφόρητα. Ακόμη κι αν καταπιώ την εξωμνηστηριακή σας περιπέτεια, δεν μπορώ να υπομείνω άλλο τις ιδοτροπίες και τις παραξενιές σας. Φοβούμαι πως η σχέση μας δεν έχει κανένα μέλλον.» Η Σουσού έβγαλε αμέσως από την τσέπη της ρόμπας το κινητό της και κάλεσε έναν αριθμό. «Ναι, όαση Φαρφάρα εκεί; Θα μπορούσα να μιλήσω με τον Κώστα; … Καλημέρα αγαπητέ μου, εδώ Σουσού. Μπορείς να μου στείλεις εκείνους τους ηθοποιούς από το μιούζικαλ που ετοιμάζετε με το Σαμμάνο; … Ναι, ναι, το νούμερο που εμπνευστήκατε από εμένα… Σε ευχαριστώ πολύ Κώστα, πάντοτε βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων». Έκλεισε το τηλέφωνο και στρεφόμενη προς το Μαρκί του πρότεινε να πιουν το τζιν φις τους στη βορειοδυτική βεράντα, μέχρι να έρθουν οι ηθοποιοί που θα του εξηγούσαν πώς έχουν τα πράγματα στη σχέση τους. Δεν είχαν κυλήσει δέκα λεπτά και μια άμαξα εμφανίστηκε στον επαρχιακό δρόμο που περνούσε μπροστά από την έπαυλη.

Ο Μαρκί είχε μείνει εμβρόντητος, καθώς μέσα του πάλευαν δύο αντίρροπες δυνάμεις, η αναγνώριση του μεγαλείου της Σουσού, και ο πληγωμένος εγωισμός του. Έβγαλε μια γενειάδα από την τσέπη του, τη φόρεσε και δηλώνοντας «Θα αποσυρθώ για λίγες ημέρες στο Άγιον Όρος, ώστε να συλλογιστώ με ηρεμία για τη σχέση μας. Έχετε γεια Σουσού!» έτρεξε προς το ιδιωτικό του τζετ, το οποίο σύντομα απογειώθηκε.
Η Σουσού πίστευε ότι θα μπορούσε πλέον να ηρεμήσει και να απολαύσει ένα πουράκι εμποτισμένο με κονιάκ, όταν η καμαριέρα της η Ρουφλάνα, η οποία είχε πλέον επιστρέψει και φορούσε τη στολή εργασίας της, δηλαδή τις μαύρες ζαρτιέρες και το κόκκινο μπέιμπι ντολ, της έφερε το τηλέφωνο. «Σας ζητά η γιαγιά σας, Κυρία.» είπε γλείφοντας τα χείλη της και της έδωσε το ασύρματο τηλέφωνο. Η Σουσού εξεπλάγη, καθώς ήταν πολύ νωρίς το μεσημέρι για να έχει ξυπνήσει η γιαγιά της. Η έκπληξή της έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν άκουσε τη γιαγιά της να λέει: «Σουσού, ακριβή μου, πρέπει να φανείς δυνατή. Ο προπάππους σου ο Γοδεφρείδος μας άφησε χρόνους! Κι ήταν νεότατος, μόλις 120 ετών, πέσαμε από τα σύννεφα με το ξαφνικό γεγονός.» «Ο παππούς είναι καλά;» «Απαρηγόρητος κι αυτός, αλλά του έδωσα ένα μπάφο με καλαματιανό και κάπως έχει συνέλθει τώρα. Σε περιμένουμε στην κηδεία, ακριβή μου.» είπε η γιαγιά της και έκλεισε το τηλέφωνο.
Η Σουσού έπεσε σε βαθιά περισυλλογή, καθώς ο αιφνίδιος θάνατος του προπάππου της ανέτρεπε όλα τα σημερινά της σχέδια, και τη μεσημεριανή φωτογράφιση της για το Life & Style από το διάσημο φωτογράφο Μπάμπη Ζαβό, και τη συμμετοχή της στο βραδινό όργιο του Οίκου των Βοργιών. Τα μάτια της ξάφνου έλαμψαν: γνώριζε ακριβώς τι έπρεπε να κάνει. Έτρεξε προς τη βιβλιοθήκη και άνοιξε το βιβλίο «Ο δρ. Φλάντζας συμβουλεύει» στο κεφάλαιο που ήταν σχετικό με την ανάσταση νεκρών. Αναζήτησε την υποενότητα «100 ετών και άνω», αλλά εκεί συνοφρυώθηκε. Η θεραπεία ήταν κάπως ριψοκίνδυνη για τον θεραπευτή, δεν ήταν βέβαιη ότι αγαπούσε τόσο τον προπαππού της. «Χμμμ, οι Έλληνες ηθοποιοί ακούω ότι ψωμολυσσάνε, φαντάζομαι ότι θα έκαναν οτιδήποτε αν τους δώσω αρκετά χρήματα και τους πείσω ότι πρόκειται περί καλλιτεχνικού πρότζεκτ. Αυτοί από το μιούζικαλ δε θα έχουν απομακρυνθεί πολύ με την άμαξα…» σκέφτηκε έριξε επάνω της ένα πρόχειρο Ντιόρ και κατευθύνθηκε προς την Άστον Μάρτιν της. Συνάντησε γρήγορα τους ηθοποιούς πάνω στην άμαξα, να τραγουδούν το «Καροτσέρη τράβα να πάμε στα Ταταύλα», τους είπε την πρόταση της, αρνήθηκαν, ανέφερε την αμοιβή και δέχτηκαν με ενθουσιασμό. Ευτυχώς το νεκροταφείο ήταν κοντά.

Αφού η ανάσταση του προπάππου Γοδεφρείδου στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία, η Σουσού έφυγε με κατεύθυνση το παλάτσο των Βοργιών (η φωτογράφηση είχε δυστυχώς αναβληθεί λόγω των ανειλημμένων υποχρεώσεων του Μπάμπη Ζαβου ως επίσημου φωτογράφου της προεκλογικής εκστρατείας του Δρος Φλάντζα.) Στο δρόμο συνειδητοποίησε ότι το πρωινό της όνειρο ήταν τελικώς προφητικό: οι άξεστοι εργαζόμενοι του βουλκανιζατέρ ήταν πανομοιότυποι με τρεις από τους ηθοποιούς που μετέπεισαν το Μαρκί και ανέστησαν τον προπάππου της. «Μήπως να κατασκευάσω καμία μαντική τράπουλα;» αναρωτήθηκε η Σουσού «Τι έχει δηλαδή παραπάνω από εμένα η Μάρα Μεϊμαρίδου;»
Τελικά όμως είχε αναβληθεί και το όργιο, καθώς η Idaki Βοργία αποχαιρετούσε εκείνη την ημέρα το σύντροφό της και ήταν σε μονογαμική διάθεση. Οι σεβαστοί Βοργίες προσέφεραν βέβαια ένα πλούσιο συμπόσιο με γκουρμέ εδέσματα και γλυκά, που είχαν ετοιμάσει ο καλύτερος σεφ και η καλύτερη ζαχαροπλάστρια της Νάπολης, όλοι οι καλεσμένοι όμως αισθάνονταν ότι το βράδυ δε θα ολοκληρώνονταν καλά, χωρίς μια γερή δόση σεξ. Τη λύση την έδωσε η παρτόβια φίλη της Σουσού, που πρότεινε να χρησιμοποιήσουν την ειδική συσκευή του δρος. Φλάντζα ώστε να καλέσουν εξωγήινους που θα τους έκαναν σεξουαλικά πειράματα. Η Σουσού το σκέφτηκε καλά και αποφάσισε ότι είχε μια πολύ δύσκολη μέρα, για να την τελειώσει με εξωγήινο σεξ. Αποχαιρέτησε τους άλλους καλεσμένους κι όπως απομακρυνόταν με την Άστον Μάρτιν της, είδε το πρώτο διαστημόπλοιο να προσγειώνεται στη στέγη του παλάτσο.
Όταν έφτασε στο σπίτι δεν είχε καμιά διάθεση να κοιμηθεί, αφού της έβγαινε πλέον ή ένταση όλης της ημέρας. Αποφάσισε να ανοίξει για λίγο την τηλεόραση, τόσο αργά είχε μόνο πανάρχαιες επαναλήψεις και τηλεμάρκετινγκ, που την χαλάρωναν πολύ. Στο δεύτερο πάτημα του τηλεκοντρόλ, τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα: Καλέ ποια ήταν αυτή η χυδαία που τη μιμούνταν;

Online Videos by Veoh.com

12.7.07

All that jazz

Περίοδος αλλαγών στη ζωή μου, πακετάρω στη Θεσσαλονίκη, μετακομίζω στην Αθήνα, διαβάσματα και τρεξίματα, αποχαιρετισμοί και νέες συναντήσεις, όλες οι παραξενιές και οι χαρές της μετάβασης. Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω δύο σκηνές από μια αγαπημένη μου ταινία, το "All that jazz" που αναφέρονται με διαφορετικούς όρους και στην αλλαγή και στη μετάβαση.

Δείτε πρώτα αυτή


Και μετά αυτή