Αρχικά σκόπευα να κάνω μια χιουμοριστική αναδρομή στην ιστορία των συμμετοχών Ελλάδας και Κύπρου, αφού άκουσα όμως όλα τα τραγούδια, ενθουσιάστηκα τόσο που αποφάσισα να το ρίξω στην κριτική κοινωνική ανάλυση της ποπ κουλτούρας (παραστρατημένοι του google, προχωράτε από εδώ και πέρα με δική σας ευθύνη). Ως «πολιτική Eurovision» δεν εννοώ τη συνήθεια ορισμένων χωρών να αλληλοψηφίζονται, ή τα οικονομικά συμφέροντα που μπορεί να κρύβονται πίσω από ένα διαγωνισμό ποπ μουσικής. Όλα αυτά είναι βέβαια πολιτικά ζητήματα με την ευρύτερη έννοια, αλλά δε συνδέονται στενά με τα ίδια τα τραγούδια, καθαυτό αντικείμενο ενός ammoscast. Σήμερα θα δώσω έμφαση σε τραγούδια που έχουν στείλει η Ελλάδα και Κύπρος με έντονη ιδεολογική φόρτιση, συνήθως εθνικοπατριωτική, αλλά όχι μόνο. Ο σύντομος σχολιασμός μου σε καθένα από αυτά δε σκοπεύει να λειτουργήσει ως αντι-προπαγάνδα, αλλά απλώς να υποψιάσει τον αναγνώστη σχετικά με την πονηρή αθωότητα του τραγουδιού.
Ελληνορθόδοξος πολιτισμός: «Σωκράτη εσύ σουπερστάρ» (Ελλάδα - 1979)
Ο Σωκράτης του τραγουδιού είναι αυτός ακριβώς που έχει στο μυαλό του και ο Παναγιότατος Άνθιμος Θεσσαλονίκης. Στο πρώτο κουπλέ ακούμε πως ήταν ο πρώτος Χριστός, γυρνούσε με κάπα ζητιάνου και πουλιά στα γένια του (σαν το Φραγκίσκο της Ασίζης) μιλώντας για αγάπη και φως, σοφός των σοφών βασιλιάς (για να πάρει και λίγο από Σολομώντα). Ο Σωκράτης ξαναγίνεται Χριστός στο δεύτερο κουπλέ, αφού δικάζεται από ένα λαό – Πιλάτο και ξεψυχάει για να βρεθεί μαζί με τον αιώνιο θεό. Εν κατακλείδι σε αυτό το τραγούδι ο Σωκράτης συναντά από τη μια μεριά το μιούζικαλ Jesus Christ Superstar και από την άλλη τη γνωστή ρητορική για τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους ως πρόδρομους του χριστιανισμού (προφανές πρωθύστερο, καθώς ο χριστιανισμός ήταν που δανείστηκε πολλά από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία), για να δημιουργήσει ένα ωραιότατο παράδειγμα μεταμοντέρνου χυλού.
Η αδιάσπαστη συνέχεια του Ελληνισμού: «Στη φωτιά» (Κύπρος – 1995)
Ήρωας του τραγουδιού αυτού είναι ο Έλληνας, ο οποίος στο πρώτο κουπλέ και ρεφρέν επιζεί μόνος του πολεμώντας και περνώντας μέσα από τη φωτιά, παρόλο που τον έχουν τρυπήσει καρφιά, παρόλο που οι άλλοι έλεγαν ότι ο Έλληνας χάθηκε. Στη συνέχεια στο δεύτερο κουπλέ, ο Έλληνας οφείλει να κρατήσει τη φωτιά στο στήθος του άσβεστη, προσπερνώντας τα λόγια που ακούει γύρω του, για να μη χάνει το κουράγιο του. Θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσουμε σε αυτό το τραγούδι τη δυνατότητα για μια πανανθρώπινη ερμηνεία, για το άτομο που επιβιώνει παρά τις αντιξοότητες που συναντά. Η επιλογή όμως του στιχουργού να ονομάσει αυτό το άτομο «Έλληνα» μας προτρέπει μάλλον να σκεφτούμε τον ελληνισμό που επιβίωσε παρά τις επιθέσεις και τις καταπιέσεις των εχθρών του, που προσπάθησαν να του στερήσουν την ταυτότητα και την κληρονομιά του. Η συζήτηση υπερβαίνει φυσικά την παράγραφο ενός ποστ, καλό είναι όμως να αναφέρω πως η πολιτισμική σύνδεσή των Νεοελλήνων με τους Αρχαίους Έλληνες διαμέσου των Βυζαντινών δεν είναι καθόλου δεδομένη για την επιστήμη της ιστορίας (ενώ αντίθετα είναι δεδομένη η προσπάθεια των κυβερνήσεων από καταβολής ελληνικού κράτους να μας πείσουν σχετικά με αυτήν).
Ο Θεός αγαπά την Ελλάδα και τιμωρεί τους εχθρούς της: «Ποια προσευχή» (Ελλάδα – 1995)
Άμεσα συγγενικό με το προηγούμενο τραγούδι (συνυπήρξαν μάλιστα την ίδια χρονιά στο διαγωνισμό), εδώ παρακολουθούμε τα βάσανα της Ελλάδας, που μοιάζει με αρχετυπική γυναίκα παραμυθιού. Της κλέβουν την περιουσία, το θρόνο και το αστέρι (ποιο αστέρι; ένα είναι το αστέρι, όπως μία και η Μακεδονία), αυτή όμως συγχωρεί τους εχθρούς της και αναρωτιέται ποια προσευχή να κάνει για να συγχωρεθούν από τις αμαρτίες τους και να σωθούν. Παρόλο που δε λέγεται ρητά, νομίζω υπονοείται με σαφήνεια πως για να σώσει μια προσευχή τους εχθρούς της Ελλάδας, μάλλον ο Θεός σκοπεύει να τους τιμωρήσει. Η εικονοποιία της Ελλάδας ως πληγωμένης και κουρελιασμένης που σέρνεται στα χώματα, όπως και η μυθική πίστη σε ένα Θεό που αγαπά ειδικά τους αυθεντικούς – χριστιανούς – Έλληνες – Ορθόδοξους, εκβάλλει από το 19ο αιώνα και τη Μεγάλη Ιδέα στα τέλη του εικοστού, με ένα ομολογουμένως ευχάριστο και λαμπερό περιτύλιγμα. Είναι σαφές ότι τα συμφέροντα της Ελλάδας έχουν συγκρουστεί και συγκρούονται κατά καιρούς με δυνάμεις μεγαλύτερες από αυτήν. Το γεγονός αυτό όμως δεν ακυρώνει ότι το ελληνικό κράτος υπερτριπλασίασε την έκταση του τα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια και είναι σχεδόν τριάντα χρόνια μέλος της ισχυρότερης οικονομικοπολιτικής κοινότητας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα ξενόφερτα στοιχεία απειλούν την αυθεντικότητα του ελληνικού πολιτισμού : «Ελλάδα, χώρα του φωτός» (Ελλάδα – 1993)
Οι στίχοι είναι άξιοι ρητής καταγραφής: «Ελλάδα χώρα του φωτός/ του κόσμου αρχή και γυρισμός/ τόπος που διάλεξε ο θεός/ κάτι τρέχει/ πέρα βρέχει/ έρχεται δύσκολος καιρός/ και σου φωνάζει ο ουρανός/ κάτσε σκέψου/ λογικέψου/ Τη μια μας παίζουν ροκ, την άλλη τσιφτετέλι/ παιδιά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη./ μας ξεγελάνε με σεκλέτι και μεράκι/ πνεύμα αθάνατο, σε τρώει το σαράκι. Ελλάδα, χώρα του φωτός/ πολεμιστής ειρηνικός/ κάνε άλλο ένα βήμα μπρος/ για προχώρα/ ήρθε η ώρα/ είσαι του κόσμου το κρασί/ κι ας μην το ξέρεις ούτε εσύ/ κάτσε βρες τα/ και έβγα πες τα/ Τη μια μας παίζουν ροκ κτλ.» Η Καίτη Γαρμπή, πιστή στην παράδοση του μπουζουκοπόπ είδους, όπου τραγουδάς κάτι με νόημα «με άφησες – την ταλαίπωρη – θέλω να πεθάνω», αλλά με μουσική και ύφος «περνάω τέλεια – είμαι θεά – πάρε με τώρα» μας κάνει ένα ταχύρρυθμο μάθημα στις αξίες του ελληνικού πολιτισμού και τις απειλές της ξενόφερτης κουλτούρας, τόσο από την Ανατολή, όσο και από τη Δύση. Από τη μεριά μου πολύ φοβάμαι ότι ο ελληνικός πολιτισμός (αν υπάρχει ως ενιαία οντότητα) ήδη από τα αρχαία χρόνια φημίζεται ακριβώς για την ικανότητα να ενσωματώνει δάνεια πολιτισμικά στοιχεία, αναδεικνύοντας πρωτότυπες συνθέσεις.
Η εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο: «Παναγιά μου, Παναγιά μου» (Ελλάδα 1976)
Το τραγούδι αυτό κουβαλά πολλά πλεονεκτήματα, πέρα από την κρυστάλλινη φωνή της Μαρίζας Κωχ. Παίροντας μορφολογικά στοιχεία από λαϊκά μοιρολόγια και θρήνους, οι στίχοι οικοδομούν την αντίθεση «πληγές της Κύπρου που μοιάζουν με χάρες της Κύπρου»: οι σκηνές δεν είναι κάμπινγκ αλλά κατασκηνώσεις προσφύγων, τα ερείπία δεν είναι αρχαία μνημεία αλλά γκρεμισμένα σπίτια, τα σκαμμένα χωράφια δεν ετοιμάζονται για σπορά αλλά για τάφους. Αν το τραγούδι ήταν γραμμένο αλλιώς θα όφειλα να επισημάνω ότι η τουρκική εισβολή στην Κύπρο εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο τραγικών πολιτικών επιλογών από τη μεριά τουλάχιστον των Ελλαδιτών και φυσικά την ισχυρή εμπλοκή του αμερικανικού παράγοντα. Σε αυτή του τη μορφή όμως αναγνωρίζω στο στιχουργό τη μαγκιά να μιλήσει για το δράμα των προσφύγων και των πολεμικών καταστροφών, αλλά ούτε μια στιγμή για εχθρούς, σε εποχές μάλιστα μαχητικά φορτισμένες, με νωπές τις μνήμες από την εισβολή.
Ο πλανήτης πεθαίνει, αλλά οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα: «S.O.S.» (Κύπρος 1991)
Οι οικολογικές εμμονές αυτού του μπλογκ είναι γνωστές στους σταθερούς αναγνώστες, οπότε θα περίμενε κανείς να επικροτήσω μια συμμετοχή τραγουδιού που καταγράφει πολλά και σημαντικά οικολογικά προβλήματα (πυρκαγιές, πυρηνικά, φαινόμενο του θερμοκηπίου, ατμοσφαιρική ρύπανση, όξινη βροχή, εξαφάνιση ειδών) εκπέμποντας S.O.S. εκ μέρους του πλανήτη Γη. Δυστυχώς στους στίχους περιλαμβάνεται η συνηθέστερη δικαιολογία του μέσου πολίτη για την έλλειψη περιβαλλοντικής συνείδησης και δράσης από τη μεριά του: «οι άνθρωποι σωπαίνουν και δεν ξέρουν τι να κάνουν πια». Να ανακυκλώνουν, να μετακινούνται με μέσα μαζικής μεταφοράς, να μην αγοράζουν πράγματα που δε χρειάζονται, να μη χτίζουν ενεργοβόρα σπίτια, να ψηφίζουν κόμματα που ενδιαφέρονται για το περιβάλλον, αν έχουν χρόνο να μπουν σε καμιά οικολογική ομάδα. Αυτά να κάνουν, για αρχή.
Το αστέρι της Βεργίνας και η μπότα του φαντάρου: «Όλου το κόσμου η ελπίδα» (Ελλάδα 1992) και «S.A.G.A.P.O» (Ελλάδα 2002)
Σε αντίθεση με όλα τα προηγούμενα τραγούδια που παρουσιάστηκαν, σε αυτά τα δύο η όποια ιδεολογική φόρτιση δεν ανήκει στο στιχουργό. Ένα συμπαθές τραγούδι, όπως το «΄Ολου του κόσμου η Ελπίδα», το οποίο μάλλον μιλά για την ανασφάλεια του σύγχρονου ανθρώπου σε καιρούς έντονων αλλαγών, επενδύεται με πολεμικά τύμπανα, τριήρη, ασπίδες που θυμίζουν τον ήλιο της Βεργίνας και κόσμημα στην τραγουδίστρια τον ήλιο της Βεργίνας. Από την άλλη η καλτ τραγικότητα του S.A.G.A.P.O. προσπαθεί να πείσει κάποια να εκφράσει την αγάπη της, με στολές μηχανόβιου ματατζή ρόμποκοπ και στρατιωτικό βηματισμό. Ο Μιχάλης Ρακιτζής έχει στο ενεργητικό του και βιντεοκλίπ με εικόνες του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και της Αγιάς Σοφιάς χωρίς μιναρέδες, οπότε το πιο εύκολο θα ήταν να τον εντάξουμε ιδεολογικά στον εθνικισμό και το μιλιταρισμό. Ευτυχώς στην προκειμένη περίπτωση το αποτέλεσμα καταλήγει τόσο γελοίο, ώστε να χαιρόμαστε για το υφολογικό αυτογκόλ του καλλιτέχνη.
Αντι επιλόγου, κάπως αφελής, πλην όμως υγιής, φιλοπατρία: «Μάνα μου» (Κύπρος 1997), «Γένεσις» (Κύπρος 1998) «Ντίρι ντίρι» (Ελλάδα – 1994)
Τα σχόλιά μου μέχρι τώρα υπήρξαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία δηλητηριώδη, τόσο που να φαίνεται ότι είμαι αντίθετος με οποιαδήποτε συμμετοχή μιλά για την Ελλάδα και την Κύπρο ή γενικότερα για την πατρίδα και την πολιτική. Η αντίθεσή μου δεν είναι όμως αισθητική, αλλά ιδεολογική: προσπάθησα να κάνω σύντομες, σχεδόν επί τροχάδην κριτικές, σε πολιτικές απόψεις που βρήκα να κρύβονται πίσω από τα συγκεκριμένα τραγούδια, από τη σκοπιά πάντα ήπιου αντιεθνικιστή, αλλά όχι και άπατρι. Για να κάνω ακόμη σαφέστερη αυτή τη θέση μου, σας παρουσιάζω αμέσως μετά τρία τραγούδια που δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα, αλλά δε διαφωνώ ιδεολογικά με τους στίχους ή την παρουσίασή τους. Μιλούν και τα τρία για τις όμορφες χάρες της Ελλάδας και Κύπρου, είτε εκφράζοντας την αγάπη των δημιουργών για την πατρίδα τους (Γένεσις και Μάνα μου) είτε τον έρωτα του αφηγητή για μια γυναίκα που συναντά σε ένα ελληνικό νησί (Ντίρι ντίρι). Κάπου εδώ τελειώνει λοιπόν αυτό το μάλλον πρωτότυπο αφιέρωμα στην πολιτική Eurovision.
Ελληνορθόδοξος πολιτισμός: «Σωκράτη εσύ σουπερστάρ» (Ελλάδα - 1979)
Ο Σωκράτης του τραγουδιού είναι αυτός ακριβώς που έχει στο μυαλό του και ο Παναγιότατος Άνθιμος Θεσσαλονίκης. Στο πρώτο κουπλέ ακούμε πως ήταν ο πρώτος Χριστός, γυρνούσε με κάπα ζητιάνου και πουλιά στα γένια του (σαν το Φραγκίσκο της Ασίζης) μιλώντας για αγάπη και φως, σοφός των σοφών βασιλιάς (για να πάρει και λίγο από Σολομώντα). Ο Σωκράτης ξαναγίνεται Χριστός στο δεύτερο κουπλέ, αφού δικάζεται από ένα λαό – Πιλάτο και ξεψυχάει για να βρεθεί μαζί με τον αιώνιο θεό. Εν κατακλείδι σε αυτό το τραγούδι ο Σωκράτης συναντά από τη μια μεριά το μιούζικαλ Jesus Christ Superstar και από την άλλη τη γνωστή ρητορική για τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους ως πρόδρομους του χριστιανισμού (προφανές πρωθύστερο, καθώς ο χριστιανισμός ήταν που δανείστηκε πολλά από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία), για να δημιουργήσει ένα ωραιότατο παράδειγμα μεταμοντέρνου χυλού.
Η αδιάσπαστη συνέχεια του Ελληνισμού: «Στη φωτιά» (Κύπρος – 1995)
Ήρωας του τραγουδιού αυτού είναι ο Έλληνας, ο οποίος στο πρώτο κουπλέ και ρεφρέν επιζεί μόνος του πολεμώντας και περνώντας μέσα από τη φωτιά, παρόλο που τον έχουν τρυπήσει καρφιά, παρόλο που οι άλλοι έλεγαν ότι ο Έλληνας χάθηκε. Στη συνέχεια στο δεύτερο κουπλέ, ο Έλληνας οφείλει να κρατήσει τη φωτιά στο στήθος του άσβεστη, προσπερνώντας τα λόγια που ακούει γύρω του, για να μη χάνει το κουράγιο του. Θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσουμε σε αυτό το τραγούδι τη δυνατότητα για μια πανανθρώπινη ερμηνεία, για το άτομο που επιβιώνει παρά τις αντιξοότητες που συναντά. Η επιλογή όμως του στιχουργού να ονομάσει αυτό το άτομο «Έλληνα» μας προτρέπει μάλλον να σκεφτούμε τον ελληνισμό που επιβίωσε παρά τις επιθέσεις και τις καταπιέσεις των εχθρών του, που προσπάθησαν να του στερήσουν την ταυτότητα και την κληρονομιά του. Η συζήτηση υπερβαίνει φυσικά την παράγραφο ενός ποστ, καλό είναι όμως να αναφέρω πως η πολιτισμική σύνδεσή των Νεοελλήνων με τους Αρχαίους Έλληνες διαμέσου των Βυζαντινών δεν είναι καθόλου δεδομένη για την επιστήμη της ιστορίας (ενώ αντίθετα είναι δεδομένη η προσπάθεια των κυβερνήσεων από καταβολής ελληνικού κράτους να μας πείσουν σχετικά με αυτήν).
Ο Θεός αγαπά την Ελλάδα και τιμωρεί τους εχθρούς της: «Ποια προσευχή» (Ελλάδα – 1995)
Άμεσα συγγενικό με το προηγούμενο τραγούδι (συνυπήρξαν μάλιστα την ίδια χρονιά στο διαγωνισμό), εδώ παρακολουθούμε τα βάσανα της Ελλάδας, που μοιάζει με αρχετυπική γυναίκα παραμυθιού. Της κλέβουν την περιουσία, το θρόνο και το αστέρι (ποιο αστέρι; ένα είναι το αστέρι, όπως μία και η Μακεδονία), αυτή όμως συγχωρεί τους εχθρούς της και αναρωτιέται ποια προσευχή να κάνει για να συγχωρεθούν από τις αμαρτίες τους και να σωθούν. Παρόλο που δε λέγεται ρητά, νομίζω υπονοείται με σαφήνεια πως για να σώσει μια προσευχή τους εχθρούς της Ελλάδας, μάλλον ο Θεός σκοπεύει να τους τιμωρήσει. Η εικονοποιία της Ελλάδας ως πληγωμένης και κουρελιασμένης που σέρνεται στα χώματα, όπως και η μυθική πίστη σε ένα Θεό που αγαπά ειδικά τους αυθεντικούς – χριστιανούς – Έλληνες – Ορθόδοξους, εκβάλλει από το 19ο αιώνα και τη Μεγάλη Ιδέα στα τέλη του εικοστού, με ένα ομολογουμένως ευχάριστο και λαμπερό περιτύλιγμα. Είναι σαφές ότι τα συμφέροντα της Ελλάδας έχουν συγκρουστεί και συγκρούονται κατά καιρούς με δυνάμεις μεγαλύτερες από αυτήν. Το γεγονός αυτό όμως δεν ακυρώνει ότι το ελληνικό κράτος υπερτριπλασίασε την έκταση του τα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια και είναι σχεδόν τριάντα χρόνια μέλος της ισχυρότερης οικονομικοπολιτικής κοινότητας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα ξενόφερτα στοιχεία απειλούν την αυθεντικότητα του ελληνικού πολιτισμού : «Ελλάδα, χώρα του φωτός» (Ελλάδα – 1993)
Οι στίχοι είναι άξιοι ρητής καταγραφής: «Ελλάδα χώρα του φωτός/ του κόσμου αρχή και γυρισμός/ τόπος που διάλεξε ο θεός/ κάτι τρέχει/ πέρα βρέχει/ έρχεται δύσκολος καιρός/ και σου φωνάζει ο ουρανός/ κάτσε σκέψου/ λογικέψου/ Τη μια μας παίζουν ροκ, την άλλη τσιφτετέλι/ παιδιά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη./ μας ξεγελάνε με σεκλέτι και μεράκι/ πνεύμα αθάνατο, σε τρώει το σαράκι. Ελλάδα, χώρα του φωτός/ πολεμιστής ειρηνικός/ κάνε άλλο ένα βήμα μπρος/ για προχώρα/ ήρθε η ώρα/ είσαι του κόσμου το κρασί/ κι ας μην το ξέρεις ούτε εσύ/ κάτσε βρες τα/ και έβγα πες τα/ Τη μια μας παίζουν ροκ κτλ.» Η Καίτη Γαρμπή, πιστή στην παράδοση του μπουζουκοπόπ είδους, όπου τραγουδάς κάτι με νόημα «με άφησες – την ταλαίπωρη – θέλω να πεθάνω», αλλά με μουσική και ύφος «περνάω τέλεια – είμαι θεά – πάρε με τώρα» μας κάνει ένα ταχύρρυθμο μάθημα στις αξίες του ελληνικού πολιτισμού και τις απειλές της ξενόφερτης κουλτούρας, τόσο από την Ανατολή, όσο και από τη Δύση. Από τη μεριά μου πολύ φοβάμαι ότι ο ελληνικός πολιτισμός (αν υπάρχει ως ενιαία οντότητα) ήδη από τα αρχαία χρόνια φημίζεται ακριβώς για την ικανότητα να ενσωματώνει δάνεια πολιτισμικά στοιχεία, αναδεικνύοντας πρωτότυπες συνθέσεις.
Η εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο: «Παναγιά μου, Παναγιά μου» (Ελλάδα 1976)
Το τραγούδι αυτό κουβαλά πολλά πλεονεκτήματα, πέρα από την κρυστάλλινη φωνή της Μαρίζας Κωχ. Παίροντας μορφολογικά στοιχεία από λαϊκά μοιρολόγια και θρήνους, οι στίχοι οικοδομούν την αντίθεση «πληγές της Κύπρου που μοιάζουν με χάρες της Κύπρου»: οι σκηνές δεν είναι κάμπινγκ αλλά κατασκηνώσεις προσφύγων, τα ερείπία δεν είναι αρχαία μνημεία αλλά γκρεμισμένα σπίτια, τα σκαμμένα χωράφια δεν ετοιμάζονται για σπορά αλλά για τάφους. Αν το τραγούδι ήταν γραμμένο αλλιώς θα όφειλα να επισημάνω ότι η τουρκική εισβολή στην Κύπρο εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο τραγικών πολιτικών επιλογών από τη μεριά τουλάχιστον των Ελλαδιτών και φυσικά την ισχυρή εμπλοκή του αμερικανικού παράγοντα. Σε αυτή του τη μορφή όμως αναγνωρίζω στο στιχουργό τη μαγκιά να μιλήσει για το δράμα των προσφύγων και των πολεμικών καταστροφών, αλλά ούτε μια στιγμή για εχθρούς, σε εποχές μάλιστα μαχητικά φορτισμένες, με νωπές τις μνήμες από την εισβολή.
Ο πλανήτης πεθαίνει, αλλά οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα: «S.O.S.» (Κύπρος 1991)
Οι οικολογικές εμμονές αυτού του μπλογκ είναι γνωστές στους σταθερούς αναγνώστες, οπότε θα περίμενε κανείς να επικροτήσω μια συμμετοχή τραγουδιού που καταγράφει πολλά και σημαντικά οικολογικά προβλήματα (πυρκαγιές, πυρηνικά, φαινόμενο του θερμοκηπίου, ατμοσφαιρική ρύπανση, όξινη βροχή, εξαφάνιση ειδών) εκπέμποντας S.O.S. εκ μέρους του πλανήτη Γη. Δυστυχώς στους στίχους περιλαμβάνεται η συνηθέστερη δικαιολογία του μέσου πολίτη για την έλλειψη περιβαλλοντικής συνείδησης και δράσης από τη μεριά του: «οι άνθρωποι σωπαίνουν και δεν ξέρουν τι να κάνουν πια». Να ανακυκλώνουν, να μετακινούνται με μέσα μαζικής μεταφοράς, να μην αγοράζουν πράγματα που δε χρειάζονται, να μη χτίζουν ενεργοβόρα σπίτια, να ψηφίζουν κόμματα που ενδιαφέρονται για το περιβάλλον, αν έχουν χρόνο να μπουν σε καμιά οικολογική ομάδα. Αυτά να κάνουν, για αρχή.
Το αστέρι της Βεργίνας και η μπότα του φαντάρου: «Όλου το κόσμου η ελπίδα» (Ελλάδα 1992) και «S.A.G.A.P.O» (Ελλάδα 2002)
Σε αντίθεση με όλα τα προηγούμενα τραγούδια που παρουσιάστηκαν, σε αυτά τα δύο η όποια ιδεολογική φόρτιση δεν ανήκει στο στιχουργό. Ένα συμπαθές τραγούδι, όπως το «΄Ολου του κόσμου η Ελπίδα», το οποίο μάλλον μιλά για την ανασφάλεια του σύγχρονου ανθρώπου σε καιρούς έντονων αλλαγών, επενδύεται με πολεμικά τύμπανα, τριήρη, ασπίδες που θυμίζουν τον ήλιο της Βεργίνας και κόσμημα στην τραγουδίστρια τον ήλιο της Βεργίνας. Από την άλλη η καλτ τραγικότητα του S.A.G.A.P.O. προσπαθεί να πείσει κάποια να εκφράσει την αγάπη της, με στολές μηχανόβιου ματατζή ρόμποκοπ και στρατιωτικό βηματισμό. Ο Μιχάλης Ρακιτζής έχει στο ενεργητικό του και βιντεοκλίπ με εικόνες του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και της Αγιάς Σοφιάς χωρίς μιναρέδες, οπότε το πιο εύκολο θα ήταν να τον εντάξουμε ιδεολογικά στον εθνικισμό και το μιλιταρισμό. Ευτυχώς στην προκειμένη περίπτωση το αποτέλεσμα καταλήγει τόσο γελοίο, ώστε να χαιρόμαστε για το υφολογικό αυτογκόλ του καλλιτέχνη.
Αντι επιλόγου, κάπως αφελής, πλην όμως υγιής, φιλοπατρία: «Μάνα μου» (Κύπρος 1997), «Γένεσις» (Κύπρος 1998) «Ντίρι ντίρι» (Ελλάδα – 1994)
Τα σχόλιά μου μέχρι τώρα υπήρξαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία δηλητηριώδη, τόσο που να φαίνεται ότι είμαι αντίθετος με οποιαδήποτε συμμετοχή μιλά για την Ελλάδα και την Κύπρο ή γενικότερα για την πατρίδα και την πολιτική. Η αντίθεσή μου δεν είναι όμως αισθητική, αλλά ιδεολογική: προσπάθησα να κάνω σύντομες, σχεδόν επί τροχάδην κριτικές, σε πολιτικές απόψεις που βρήκα να κρύβονται πίσω από τα συγκεκριμένα τραγούδια, από τη σκοπιά πάντα ήπιου αντιεθνικιστή, αλλά όχι και άπατρι. Για να κάνω ακόμη σαφέστερη αυτή τη θέση μου, σας παρουσιάζω αμέσως μετά τρία τραγούδια που δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα, αλλά δε διαφωνώ ιδεολογικά με τους στίχους ή την παρουσίασή τους. Μιλούν και τα τρία για τις όμορφες χάρες της Ελλάδας και Κύπρου, είτε εκφράζοντας την αγάπη των δημιουργών για την πατρίδα τους (Γένεσις και Μάνα μου) είτε τον έρωτα του αφηγητή για μια γυναίκα που συναντά σε ένα ελληνικό νησί (Ντίρι ντίρι). Κάπου εδώ τελειώνει λοιπόν αυτό το μάλλον πρωτότυπο αφιέρωμα στην πολιτική Eurovision.
9 σχόλια:
Χαρά στο κουράγιο σου Αμμος !(στα ελληνοχριστιανικά τα χαλάμε - ο χριστιανισμός βασίστηκε σε μία σχολή ελληνικής φιλοσοφίας)
Δε συμφωνώ μαζί σου για τη σχέση των σημερινών Ελλήνων με τους αρχαίους και τους Βυζαντινούς. Κατ' αρχήν, θεωρώ οτι τα εθνικά σύνορα κι οι φυλετικές διαφορές είναι συμβατικές διαφορές, από την άποψη οτι έχουμε συμφωνήσει όλοι μεταξύ μας να τις παίρνουμε στα σοβαρά. Απ' αυτήν την άποψη, για μένα, διαφορά ανάμεσα σε νεοέλληνες και αρχαιοέλληνες, δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε Έλληνα, Πακιστανό, Αλβανό, Βούλγαρο και Τούρκο.
Εφ' όσον όμως σήμερα ζούμε ακόμη στο βάρβαρο μεσαίωνα που έχουμε διαλέξει να ζούμε, κι εφόσον σ' αυτόν η επιβίωσή μας κι η υλική μας ευμάρεια εξαρτάται σε τόσο μεγάλο βαθμό από τους πόρους που έχουμε στη διάθεσή μας, και αυτούς με τη σειρά τους τους διαχειριζόμαστε ως έθνη, φοβάμαι οτι, για το καλό μου και το καλό όλων των 11.000.000 πιο κοντινών μου συγγενών, πρέπει να προβάλλω την συγγένειά μου με τους αρχαιοέλληνες, κι όχι με τους αρχαίους Αφρικανούς, για παράδειγμα (αν και είναι κι αυτοί το ίδιο πρόγονοί μου όσο οι αρχαίοι).
Από πρακτικής άποψης δηλαδή, θεωρώ οτι χρειάζεται και λίγη προπαγάνδα, για να μήν ξεχνιόμαστε. Ποιός μένει πού και σε ποιόν ανήκει τί, είναι σημαντικά πράγματα. Έχουμε δεί άλλωστε εξοντώσεις πληθυσμών ολόκληρων γι' αυτόν ακριβώς το λόγο... Δεν είναι κάτι που θα ήθελα να δώ να συμβαίνει και σ' εμένα, ή στους γύρω μου.
Αγαπητέ Herr K. νομίζω ότι ο χριστιανισμός αξιοποίησε κυρίαρχα ρεύματα της ελληνικής φιλοσοφίας που ταίριαζαν με τη διδασκαλία του, όπως ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας και οι στωικοί. Αν θεωρείς ότι η συμβολή κάποιου ήταν περισσότερο κυρίαρχη, καλό θα ήταν να το γράψεις.
Στάσσα, το σχόλιο σου είναι εξαιρετικά ενδαφέρον, καλό είναι όμως να το πάρουμε από την αρχή. Η πρώτη θέση σου ότι οι εθνικές και φυλετικές διαφορές ειναι συμβατικές (και ως ένα βαθμό "κατασκευασμένες" θα προσέθετα), προέκυψε την τελευταία τριακονταετία στην επιστήμη της ιστορίας - πρόχειρα μου έρχονται οι "φαντασιακές κοινότητες" του Άντερσον και γενικά το έργο του Χόμπσμπάουμ, αλλά ένας ειδικευμένος ιστορικός θα έχει να σου αναφέρει ολόκληρο κατεβατό. Μέχρι και τη δεκαετία του '70 ήταν κοινός τόπος ότι τα έθνη προϋπάρχουν ως ομάδες ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά που κάποια στιγμή αφυπνίζονται και διεκδικούν αυτονομία και έδαφος για τον εαυτό τους.Σε αυτό λοιπόν συμφωνούμε και χαίρομαι που συμφωνούμε.
Η δεύτερη θέση σου είναι ότι παρόλο που αυτές διαφορές αποτελούν προϊόν σύμβασης, μας είναι χρήσιμες γιατί πάνω σε αυτές έχουν δομηθεί οι κοινωνίες μας, με αυτά και με εκείνα δηλαδή δημιουργούν τις ομάδες κοιινών συμφερόντων στις οποίες ανήκουμε. Ούτε με αυτό διαφωνώ, απλά δε πιστεύω ότι χρειάζεται παραμύθιασμα, για να υποστηρίξουμε τα κοινά μας συμφέροντα. Για να σου φέρω ένα απλό παράδειγμα, είναι διαφορετικό να συζητάς για τον έλεγχο της μετανάστευσης και να λες ότι η χώρα σου δεν αντέχει από ένα έναν αριθμό ξένων εργατών και πάνω αλλά διαφορετικό να λες ότι δεν πρεπει να επιτρέπουμε ξένους στη χώρα μας επειδή κινδυνεύει η φυλετική σου καθαρότητα ή επειδή είναι από τη φύση τους εγκληματίες σε αντίθεση με την αθωότητα του δικού σου λαού.
Εν ολίγοις μια πατριωτική, αλλά αντιεθνικιστική λογική, προτάσσει την ψύχραιμη ανάλυση των κοινών συμφερόντων και προσπαθεί να συζητήσει πολιτικά, δε βασίζεται σε ευχάριστους μύθους. Δε με ενδιαφέρει αν στο αίμα μου κυλάει έστω και λίγο αίμα από το Θουκυδίδη, με ενδιαφέρει όμως να διαβάζουν οι μαθητές της χώρας μου την "Παθολογία του εμφύλιου πολέμου", κείμενο εξαιρετικό αλλά μονίμως εκτός ύλης.
ΟΚ, τους συγγραφείς που αναφέρεις, τους ξέρω ως ονόματα, αλλά μέχρι εκεί. Την ιδέα οτι έθνη και φυλές δεν υπάρχουν, κάπου την έπιασα "στον αέρα", από συζητήσεις η διαβάσματα, και μου άρεσε, οπότε την έκανα δικιά μου.
Λοιπόν, συμφωνούμε γενικώς. Εγώ πιστεύω μόνο οτι το παραμύθιασμα χρειάζεται, όχι για να χτίσουμε ταυτότητα πάνω του, αλλά γιατί, εεε, γιατί μου αρέσουν γενικώς τα παραμύθια! Έχω όμως και την ισορροπία να βλέπω που σταματάει το παραμύθι και που ξεκινάει η πραγματικότητα. Κι αυτήν, όμως, την ισορροπία, κάπου την ψάρεψα, κάπου την έμαθα (όπως κι αυτό για τα σύνορα κλπ).
Αυτό που θέλουμε λοιπόν, είναι να δώσουμε βάρος στην εκπαίδευσή μας (από κεί ξεκινάνε όλα) για να βγάζει λιγότερους εθνικισταράδες και περισσότερους πολίτες που να ξέρουνε να βάλουνε ένα όριο στη φιλοπατρία τους, πριν καταντήσει εθνικισμός...
Όπως είπες: ψυχραιμία.
oi systatikoi mythoi tu kathe kratus kala kratun...
kai syneisferun stin xenofobia, ton ratsismo, twn ethikokedrismo kai tin alazoneia...
anti na koitame na ginomaste kalliteroi
koitame na perifaneuomaste kai na oikeioumaste pramata allwn kai xilietiwn pisw
autoi oi ethnikoi mythoi den mas didaskun opws ta paramythia
alla mas kanun na ethelotyfloume
kai na diakrinume eis baros anthrwpwn, exostrakizontas kai miswntas oti den einai auto to emeis pou eimaste-pou stin pragmatikotita den eimaste...
dear ammos
poli kalo to flash back ta perissotera den ta eixa dei
arketa endiaferon
tah boruse na paratirisei kaneis oti i eurovision xrisimopoiithike kai ws turistiki kampania
makari omws na petyxaine kai to stoxo tis...
Αγαπητή τρακατρούκα έχεις δίκιο στην παρατηρησή σου για το τουριστικό σκέλος της Γιουροβίζιον. Τα τρία τραγούδια που έβαλα στο τέλος είναι τα πιο χαρακτηριστικά για αυτήν της την πλευρά και σκέφτηκα να τους ρίξω μια ανάλυση κι αυτών, αλλά μετά θα έβγαινε τελείως σεντόνι και το άφησα.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος του σχολίου σου, είναι η γενικότερη πολιτική διαφωνία πίσω από τις επιμέρους παρατηρήσεις μου. Χαίρομαι που σου άρεσε-εκτίμησες το ποστ μου!
Ναι Αμμος, το θέτεις πιο σωστά (αμάν πια !) δεν είναι μόνο μία σχολή.
Αγαπητέ Κ. αν σας καθησυχάζει, με πετυχαίνετε σε καλή στιγμή, λέω πολύ συχνά πολλές ανοησίες :-)
Δημοσίευση σχολίου