[Πριν τρεις μέρες στο εξαιρετικό μπλογκ «Η ζωή στην κατηραμένη νήσο» άφησα ένα αρκετά πολιτικό σχόλιο σε μια μάλλον πικρή αλλά καλογραμμένη προσωπική ιστορία της Στάσσας. Χτες η Τανίλα σχολίασε για το σχόλιό μου «Kυρ Άμμε, έχει σημασία; Μια ωραία ιστορία είναι πάντα μια ωραία ιστορία. Ψοφάω για ιστορίες.» κι έτσι ένα ωραιότατο φλας έσκασε στο μυαλό μου με αφορμή την Τανίλα.]Α. Βιωματική αφορμή – Βασικό αφηγηματικό υλικόΠέφτοντας στην Κυριακή πάνω στο τσοντοκιμαντέρ «Ο οίκος της ηδονής» του Σκάι, παρακολούθησα κυριολεκτικά με ανοιχτό το στόμα έναν πατέρα και ένα γιο να έχουν πάει μαζί σε ένα πορνείο, για να συνευρεθούν ταυτόχρονα με την ίδια πόρνη. Κατά τη διάρκεια της συνεύρεσης αλλά και στη συνέχεια, δήλωσαν χαρούμενοι στην κάμερα πόσο απήλαυσαν την εμπειρία τους, αφού δουλεύουν πολύ και οι δυο τους, οπότε περνούν λίγο χρόνο ο ένας με τον άλλο.
Β. Του ύφους – Με τον τρόπο του παλαιού «άμμου»Το κομψό πορνογραφικό βλέμμα: Κάθισαν ταυτόχρονα στο κρεβάτι, δίπλα δίπλα πατέρας και γιος, με βλέμματα ηλεκτρισμένα από τον πόθο, με σώματα ξαναμμένα από την προσμονή και ανοιγμένα τα γόνατα. Η νεαρή πόρνη άρχισε να βγάζει αργά τα ρούχα της, λικνίζοντας νωχελικά το σώμα της μπροστά τους, πότε τρίβοντας τις θηλές της, πότε αγγίζοντας φευγαλέα τα χείλη και το λαιμό τους. Είχε μείνει μόνο με τα εσώρουχα, όταν στερέωσε ένα πόδι της μπροστά από κάθε πέος και είπε: «Άντε βρε, μην ντρέπεστε... Μόνο για μάτι ήρθατε;» Συγχρονισμένα ξεκίνησαν να βγάζουν τα πουκάμισά τους, ενώ αυτή είχε μοιράσει τα χέρια της, να χαϊδεύουν από ένα στέρνο και κοιλιά, σκυμμένη ώστε το στήθος της να στέκεται διαγώνια μπροστά από τα πρόσωπά τους. Ξεκούμπωναν ήδη τη ζώνη και τα κουμπιά του παντελονιού, όταν τα χάδια της έγιναν σπρωξιές, ρίχνοντας και τους δύο κορμούς πίσω στο κρεβάτι. «Από εδώ και πέρα αναλαμβάνω εγώ...» ψιθύρισε, ξάπλωσε κάθετα από πάνω τους, ανέσυρε το πέος του πατέρα, που υπολόγισε ότι θα χρειαζόταν λίγο περισσότερη βοήθεια και το έφερε στο στόμα της, ενώ τα στήθη της τριβόταν πλέον πάνω από το υπογάστριο και το πέος του γιου. Δε χρειάστηκε παραπάνω από μισό λεπτό για να ερεθιστούν πλήρως, να βγάλουν με βιασύνη παντελόνια, σώβρακο και μποξεράκι, να τη ρίξουν μπρούμυτα και να σπρωχτούν ποιος θα πέσει πρώτος επάνω της. «Σιγά γαμιάδες, σιγά, για μια ώρα πληρώσατε, δε θα σας ξεπετάξω στο δεκάλεπτο» διαμαρτυρήθηκε και ξεγλίστρησε ανάμεσα στα ιδρωμένα τους σώματα. Οι δύο άντρες ανασηκώθηκαν, στάθηκαν αντικριστά και κοιτάχτηκαν για μια στιγμή από πάνω ως κάτω, σταματώντας το βλέμμα λίγο περισσότερο στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, με αυτή να σχολιάζει «Όλα σου τα πήρε ο μικρός, πουτσαρά μου, όλα. Λοιπόν μείνετε όπως είστε.» Προχώρησε, ανακάθισε στα γόνατα και στάθηκε ανάμεσά τους, οδηγώντας με τα χέρια το πέος του πατέρα στον πρωκτό της και του γιου στο αιδοίο της. Προσπάθησαν και οι δύο να μπουν ταυτόχρονα μέσα της, ο γιος με μια απότομη ώθηση, ο πατέρας πιο αργά για να μην πονέσει ο ίδιος ή και την τραυματίσει, το λιπαντικό όμως που είχε χρησιμοποιηθεί παντού άφθονο από πριν, τους διευκόλυνε όλους. Αργά, ηδονικά, προσέχοντας να μην αγγιχτούν αλλά κοιτάζοντας συνέχεια ο ένας τον άλλο, μπήκαν και βγήκαν για αρκετή ώρα μέσα της, στην αρχή ανασηκωμένοι πάνω στο κρεβάτι, στη συνέχεια πέφτοντας κάτω, με το γιο ακόμα μέσα στον κόλπο της και ξαπλωμένο, τον πατέρα να ασθμαίνει και να βογκά πάνω από τους δυο τους. Τελείωσαν σχεδόν μαζί, πρώτος ο γιος γιατί δεν άντεχε άλλο, μετά ο πατέρας που ήξερε πια να κρατιέται όσο χρειάζεται. Αρκετά έξυπνη για να εκμεταλλευτεί την ευτυχισμένη τους αποχαύνωση, εκείνη ρώτησε χαμογελώντας: «Θα σας πείραζε να τραβήξουμε ένα μικρό βιντεάκι, όσο χαλαρώνετε;»
Η κλασική αφηγηματική τρικλοποδιά: Κάθισαν αμήχανα στο κρεβάτι, δίπλα δίπλα αλλά όχι κολλητά, με τα χέρια σφιγμένα πάνω στα σώματά τους, χαμογελώντας αμήχανα χωρίς να κοιτάζονται, τα πόδια κλειστά, σαν να ήθελαν να κρύψουν τα γεννητικά τους όργανα. Η νεαρή πόρνη άρχισε να βγάζει αργά τα ρούχα της, λικνίζοντας νωχελικά το σώμα της μπροστά τους και τρίβοντας τις θηλές της. Στην αρχή άγγιζε φευγαλέα τα χείλη και το λαιμό τους, αντιλήφθηκε όμως πως αντάλλασσαν αγχωμένα βλέμματα με την άκρη του ματιού τους και σταμάτησε, επιταχύνοντας το στριπτίζ. Είχε μείνει μόνο με τα εσώρουχα, όταν στάθηκε πια ακίνητη και είπε: «Άντε βρε, μη ντρέπεστε... Μόνο για μάτι ήρθατε;» Ξεκίνησαν να βγάζουν τα πουκάμισά τους, όσο πιο αργά μπορούσαν, ενώ αυτή χαϊδευόταν μόνη της, προσπαθώντας να σκεφτεί πως θα τους κινητοποιήσει. Ξεκούμπωναν επιτέλους τη ζώνη και τα κουμπιά του παντελονιού, όταν αυτή έσκυψε μπροστά από το μεγαλύτερο, απλώνοντας το χέρι στο πέος του μικρότερου. «Από εδώ και πέρα αναλαμβάνω εγώ...» ψιθύρισε, αρχίζοντας να θηλάζει το πέος του ενός και να μαλάζει το πέος του άλλου... Είχαν περάσει ήδη δέκα λεπτά, το στόμα της είχε πάρει να μουδιάζει και το χέρι της να πιάνεται, σταμάτησε για μια στιγμή, σήκωσε το κεφάλι της και διαμαρτυρήθηκε «Γαμιάδες, δε λέω, για μια ώρα πληρώσατε, αλλά δεν παίρνετε μπρος με τίποτα, κάνω κάτι λάθος; Δεν έχουμε και όλη τη μέρα δική μας». Οι δύο άντρες ανασηκώθηκαν από το κρεβάτι, με τα παντελόνια τους να πέφτουν στους αστραγάλους, στάθηκαν αντικριστά και κοιτάχτηκαν για μια στιγμή από πάνω ως κάτω, σταματώντας το βλέμμα για λίγο με τρόμο στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Ο μεγαλύτερος σχολίασε: «Πώς μας ήρθε να το κάνουμε αυτό;» και ο μικρότερος απάντησε: «Δεν ξέρω, κι εμένα μου φάνηκε ωραία ιδέα, αλλά τώρα έχω φρικάρει τελείως. Σε αγαπάω δε λεώ, αλλά όχι κι έτσι.» Προχώρησε, στάθηκε ανάμεσά τους, και άπλωσε τα χέρια της προς τα πέη τους, ελπίζοντας ότι τα χάδια της μπορεί να άλλαζαν γνώμη στο πάνω και γωνία στο κάτω κεφάλι. Ο μεγαλύτερος τραβήχτηκε προς τα πίσω και ο μικρότερος σχεδόν την χτύπησε απομακρύνοντας την παλάμη της μακριά. «Πατέρα πάμε να φύγουμε.» είπε κι ενώ αυτή τους κοιτούσε με απορημένα μάτια, ξεκίνησαν να ντύνονται όσο πιο γρήγορα γινόταν. Αρκετά εύστροφη για να εκμεταλλευτεί την απογοήτευσή για τα πεταμένα λεφτά, ξαφνικά τους ρώτησε: «Θα σας πείραζε να τραβήξουμε ένα μικρό βιντεάκι, αφού ετοιμαστείτε; Αν συμμετέχετε θα μπορέσω να σας κάνω και κάποια έκπτωση, δεν κάνατε που δεν κάνατε τίποτα...»
Το ρεαλιστικό κλείσιμο του ματιού: Η πενηντάχρονη καλοδιατηρημένη τσατσά μέτρησε για άλλη μια φορά με προσοχή τα δολάρια, οκέι, ήταν ακριβώς χίλια. Της άρεσε της Πίτσιζ η νέα της θέση στο “Happy bunnies’ ranch”, από παλιά αυτό γούσταρε στα πορνεία, το ζουζούνισμα των αντρών, τις χαζοκουβέντες με τις άλλες γυναίκες, τα άπειρα λεφτά που περνούσαν από το χέρια σου και κάποια έμεναν σε εσένα. Το ίδιο το σεξ δεν της έλεγε πια και πολλά χωρίς συναίσθημα, πιθανόν εκεί να ήταν από την αρχή το πιπέρι στην όλη ιστορία, αλλά πώς να το ήξερε τότε, που να το έβρισκε πλέον; Να καλή ώρα η Σάνσετ, έλαμπε από περιέργεια που θα έκανε το πρώτο της τρίο με συγγενείς, είχε φορέσει και τα πιο ακριβά της εσώρουχα για να το γιορτάσει. Προσπάθησε να θυμηθεί πριν πόσο καιρό ήταν η πρώτη φορά που είχε κάνει κάτι τέτοιο, πόσες φορές μετά το είχε βαρεθεί. Δεν μπόρεσε, μια ολόκληρη παρέλαση από σώματα, πούτσους, στήθη και μουνιά πέρασαν από μπροστά της, σαν σάρκινο καλειδοσκόπιο που δε δημιουργούσε κανένα συγκεκριμένο σχήμα. Χάζεψε λίγο στο κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης τη Σάνσετ με τους δύο άντρες, γούστο είχε, τώρα που γδύθηκαν πατέρας και γιος έμοιαζαν ακόμη πιο πολύ, γέλασε. Τα καμπανάκια σε σχήμα βυζιού κουδούνισαν και της τράβηξαν την προσοχή μακριά από την οθόνη. Πρώτος μπήκε ο φαλακρός καμεραμάν, μετά ο δημοσιογράφος με το χαμόγελο της κολγκέιτ.
- Καλώς τα τα παιδιά! Δεν είχατε τελειώσει με τα γυρίσματα;
- Γεια σου Πίτσιζ! Κι εμείς αυτό νομίζαμε, αλλά μας είπαν οι παραγωγοί ότι το κάναμε πολύ βαρετό με τις αφηγήσεις των κοριτσιών και την καθημερινότητα του πορνείου. Θέλουν περισσότερο βυζί, κώλο, βίτσια, ξερεις, για να το πουλήσουν πιο εύκολα. Εκείνη η νάνισσα που δουλεύει για σας έχει έρθει; Μήπως να τη βάζαμε να μας κάνει κανένα στριπτίζ;
- Μπα, η Μαρία Ντολόρες έχει ρεπό σήμερα. Να σου πω όμως, πατέρας και γιος που το κάνουν με την ίδια γυναίκα σε ενδιαφέρει;
- Το συζητάς; Που είναι, πότε, με ποια;
«Περίμενε» είπε η Πίτσιζ και πάτησε το record για το κανάλι 4, αφού έλεγξε σε το φάση βρίσκονταν. «Μια χαρά», σκέφτηκε, «λίγο πριν το τέλος τους πέτυχα, εκεί που τα δίνουν όλα τα ζώα».
- Λοιπόν, ετοιμαστείτε να τους πάρετε από δίπλα, γιατί σε λίγο τελειώνουν, δωμάτιο 4. Κρυφή κάμερα έχετε μαζί, αν δε θέλουν να δείξουν το πρόσωπό τους;
- Ναι ρε Πίτσιζ, τι, για χτεσινούς μας πέρασες; Να πάρε κι αυτό για την καλή συνεργασία...
Η Πίτσιζ γύρισε το μάγουλό της, για να εισπράξει ένα φιλάκι μαζί με το πενηνταδόλαρο. «Τελικά, ποτέ δεν είναι αργά για λίγο συναίσθημα» μουρμούρισε και έχωσε το χαρτονόμισμα κάτω από το αριστερό της στήθος.
Το σηκωμένο διανοούμενο δάχτυλο: Ιδίως οι άντρες αναγνώστες είναι πιθανό να έχετε δει τις μικρές ώρες της Κυριακής ένα ντοκιμαντέρ του Σκάι με τίτλο «Ο οίκος της ηδονής», που αφηγείται ιστορίες εκδιδομένων γυναικών, προαγωγών και πελατών σε αμερικάνικα πορνεία. Οι είτε γυμνές είτε ημίγυμνες κοπέλες προσφέρουν άφθονη απόλαυση για το βλέμμα, ενώ κάποιες ιστορίες έχουν και ικανό ανθρωπολογικό ενδιαφέρον, τίποτα πιο αναμενόμενο δηλαδή ως θέαμα για έναν μορφωμένο νεαρό άντρα (με την κοινωνική συνήθεια της πορνογραφίας εγγεγραμμένη στην ταυτότητά του φύλου του, αλλά και με καλή δικαιολογία να το παρακολουθήσει, όντας ντοκιμαντέρ του Σκάι). Το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ κατάφερε όμως προχτές βράδυ να μου προκαλέσει δύο αλλεπάλληλα κύματα ενόχλησης, για τα οποία θα ήθελα να πω αντίστοιχα δυο λόγια. Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, η σκηνή που με άφησε άναυδο παρουσίαζε έναν πατέρα και ένα γιο να έχουν επισκεφθεί από κοινού ένα πορνείο, ώστε να κάνουν έρωτα και οι δύο ταυτόχρονα με την ίδια πόρνη. Η κάμερα παρακολούθησε τους δύο άντρες ντυμένους ακόμη να δηλώνουν πόσο χαρούμενοι ήταν που βρίσκονταν επιτέλους με αυτόν τον τρόπο, κατά τη φάση που έβγαζαν τα ρούχα τους μαζί με τη νεαρή πόρνη, αλλά και αμέσως μετά τη συνεύρεσή τους, όπου εξηγούσαν ότι βρήκαν αυτόν τον τρόπο για να περάσουν ευχάριστα χρόνο μαζί ο ένας με τον άλλον, καθώς δούλευαν πολύ και οι δύο τους, οπότε βλέπονταν ελάχιστα. Έχω μεγαλώσει χωρίς αδελφό και πατέρα, οπότε η συγκαλυμμένη αιμομιξία της συγκεκριμένης συνεύρεσης υπερβαίνει τη φαντασία μου, το όποιο οιδιπόδειο βίωσα ψυχαναλυτικά με τη μητέρα μου, δεν έδωσε ποτέ τροφή σε τέτοιες φαντασιώσεις. Βρίσκω σίγουρα στη συγκεκριμένη οικογενειακή σχέση μια πολύ χαλαρή οριοθέτηση ανάμεσα σε πατέρα και γιο, πιθανά επικίνδυνη (όταν ξέρουμε μάλιστα απλές φιλίες, τις οποίες αποσυντόνισε ή διέλυσε η ανάπτυξη της σεξουαλικής τους πλευράς), δε θα ήθελα όμως να κρίνω περαιτέρω μια οικογένεια που δε γνωρίζω, αλλά απλώς είδα στην τηλεόραση. Το ότι όμως είδα αυτήν την οικογένεια στην τηλεόραση είναι ακριβώς το δεύτερο ζήτημα που ήθελα να θίξω. Λέγεται ευρέως και είναι πιθανόν αλήθεια ότι στην Αμερική η τηλεόραση είναι πολύ πιο κανιβαλική και φασίζουσα από την αντίστοιχη δική μας ευρωπαϊκή. Το ότι όμως βρέθηκε ένα τηλεοπτικό κανάλι να καταγράψει έναν πατέρα και γιο που συνευρίσκονται ερωτικά με μία πόρνη, ενώ αυτοί δεν είχαν κανένα απολύτως πρόβλημα να μοιραστούν την εμπειρία τους με το τηλεοπτικό κοινό με κάνει να τρομάζω. Η έλλειψη οριοθέτησης ανάμεσα σε πατέρα και γιο επενδύεται επιπλέον με την έλλειψη οριοθέτησης ανάμεσα στο ιδιωτικό και το δημόσιο, τόσο πολύ και τόσο έντονα, που θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ένα χάος που οι μόνοι συνεκτικοί αρμοί που του απομένουν είναι τελικά το θέαμα μέσα από το οποίο παρουσιάζεται.
Γ. Περί ύφους: Με τον τρόπο του νέου «άμμου»Μια ιστορία ποτέ δεν είναι απλώς μια ιστορία. Ο/η συγγραφέας τη μορφοποιεί με το ύφος που θα χρησιμοποιήσει, ο/η αναγνώστης/τρια την παραμορφώνει με τον τρόπο που θα την καταλάβει κι έτσι γινόταν μάλλον από την αρχή της δημιουργικής γραφής. Κοινές συμφωνίες για τον τρόπο ανάγνωσης των κειμένων υπάρχουν βέβαια, τις οποίες περιγράφει (ή και κατασκευάζει) το ευγενές επάγγελμα των φιλολόγων, σταθεροποιεί η ανθρώπινη ιστορία, περιορίζει η φύση της ανθρώπινης αντίληψης. Θα μπορούσα να εξηγώ και να επιχειρηματολογώ για ώρα σχετικά με τα παραπάνω, μπήκα όμως στον κόπο και την απόλαυση να μιμηθώ τον Ραιημόν Καινώ, ακριβώς για να αποφύγω το ένα μοναδικό κείμενο και να αποσταθεροποιήσω τις ήδη ποικίλες αναγνώσεις σας.
Η όποια ιδιοτυπία μου ως ιστολόγου έγκειται μάλλον στο ότι κινούμαι εδώ και γύρω σας με μια τριπλή συνεκτική ιδιότητα, του εθισμένου στη γραφή αναγνώστη, του εμπλεκόμενου με τη γραφή συγγραφέα, του αποστασιοποιημένου από τη γραφή γλωσσολόγου, αυτού που μπορεί να χαρεί τα παιχνίδια του ύφους, να τα δημιουργήσει, αλλά και να τα αναλύσει, σαν έργα, συνήθειες και σκέψεις. Για τούτο το λόγο σπάνια θυμώνω με τα σχόλια που δεν «καταλαβαίνουν τι ήθελα να πω» στο ποστ μου, για αυτό το λόγο δεν είμαι σίγουρος ότι «κατάλαβα τα ποστ σας», μέχρι να απαντήσετε τα σχόλια μου. Δεν είμαι ευγενικός, αλλά αβέβαιος, αφού ο σκεπτόμενος ορθολογισμός μου δε μπορεί να μην αναγνωρίζει το συγγραφικό μου χάος και την αναγνωστική μου παρερμηνεία, χαρούμενα εγκλωβισμένος στην πολλαπλή μου ταυτότητα, όπως και συχνά αγχωμένος από αυτήν. Πιο ποιητικά, κουβαλώ μια γλώσσα αρκετά ηλεκτρική, τόσο όσο να με κινητοποιεί, όσο και να με βραχυκυκλώνει.
Αυτό το ποστ περιέχει ψήγματα από σχεδόν ολόκληρη τη γλώσσα μου, δε γράφτηκε όμως για να είναι αυτοαναφορικό. Σε αυτά τα παιχνίδια της γραφής και της ταυτότητας, εντέλει της επικοινωνίας, αισθάνομαι πολλούς/ές από εσάς συγγενικούς/ές μου, με τα πολλαπλά σας πρόσωπα ή το ένα και μοναδικό που κρύβει τα υπόλοιπα ανεπιτυχώς, στυλίστες/τριες μιας τέχνης ταπεινής, όπως η καθημερινή επικοινωνία. Αυτή την οικείοτητα μου τη χάρισε το μπλόγκινγκ, και την αφορμή για να την καταγράψω η αγαπημένη μου τσαμπουκαλού
Τανίλα.