CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

30.10.08

Η Βενετία της Πάρου

Σήμερα φύγαμε απ’ την Πάρο. Περιμέναμε το καράβι τέσσερις ώρες και κουράστηκα πολύ όρθια. Έκατσα για λίγο στο σάκο, αλλά η μαμά φώναξε γιατί είχε μέσα δυο δώρα για συναδέλφους της και φοβήθηκε να μην τα σπάσω. Μούτρωσα και καθόμουν όρθια ακόμη κι όταν ήρθε το πλοίο και μπήκαμε και βρήκαμε και θέση να κάτσουμε. Η μαμά βρήκε δηλαδή. Με άφησε στην πόρτα με τα μπαγκάζια κι αυτή βρήκε τις θέσεις και ήρθε και με φώναξε. Οι θέσεις ήταν πιασμένες από δυο κοπέλες αλλά έβγαλαν από πάνω τις τσάντες τους και μας τις έδωσαν. Η μια ήταν με ίσια μαλλιά και η άλλη με σπαστά. Η μια είχε πράσινα μάτια και η άλλη καστανά. Αλλά έμοιαζαν για αδελφές.
Αυτή με τα πράσινα μάτια την έλεγαν Νατάσα και είχε τελειώσει φέτος το σχολείο και μίλαγε μ’ ένα παιδάκι, πολύ παιδάκι όμως, πιο μικρό κι από νηπιαγωγείου που ήταν αγόρι αλλά το έλεγαν Δήμητρα κι έτσι κατάλαβα ότι ήταν κοριτσάκι απλά είχε αγορίστικα μαλλιά. Η Νατάσα έτρωγε τοστ που το άνοιγε και μαζί με το ζαμπόν έχυνε μέσα και τσιπς και μου έδωσε να δοκιμάσω και ήταν πολύ ωραίο. Την άλλη την έλεγαν Βάσω αλλά άργησα πολύ να το μάθω γιατί άκουγε mp3 και δε μπορούσα να τη ρωτήσω. Κι όταν τα έβγαλε τα ακουστικά άρχισε να διαβάζει ένα χοντρό βιβλίο, πιο χοντρό κι απ’ την Οδύσσεια και δεν ήθελα να την διακόψω. Μέχρι να το πάρω απόφαση να τη ρωτήσω πως τη λένε είχε φτάσει απ’ τη σελίδα 48 στην 184. Μου είπε ότι τη λένε Βάσω και όταν την ρώτησα αν είναι ζωγράφος γέλασε σα να κορόιδευε και κορόιδευε, αλλά όχι εμένα, τον εαυτό της. Της είπα ότι εμένα με λένε Βενετία και αυτή είπε «τι ωραίο όνομα, όπως η Βενετία της Ιταλίας;» αλλά εγώ της είπα «όχι, όπως τη γιαγιά μου τη Βενετία και την ξαδέλφη μου, που κι αυτή Βενετία τη λένε».
Η Βάσω είναι διαφημίστρια αλλά δουλεύει στο σούπερ μάρκετ και δεν είναι αδελφή της Νατάσας αλλά είναι οι καλύτερες φίλες. Είχαν πάει διακοπές στην Αμοργό αλλά τώρα θα γυρίσουν στην Αθήνα και η Νατάσα θα πάει στην Κρήτη στο χωριό της και η Βάσω θα πάει στην Αντίπαρος. Της είπα να μην πάει στην Αντίπαρος γιατί έχει πολύ σαματά κι εμένα δε μ’ αρέσει η φασαρία και ο πολύς κόσμος, αλλά η Βάσω είπε ότι λατρεύει την Αντίπαρος και θα πάει για τρίτη χρονιά. Και άλλα παράξενα μου έλεγε όπως ότι δεν είναι σωστό να λες στην Αντίπαρος, αλλά στην Αντίπαρο, όπως δεν είναι σωστό να λες στον επικεφαλή, αλλά στον επικεφαλής και ότι συγκεκριμένα οι επικεφαλής δεν πρέπει να γράφονται με εψιλον- γιωτα γιατί δεν υπάρχουν επικεφαλείς, αφού όλοι έχουμε ένα κεφάλι. Μετά είπε ότι τα αρχαία είναι πιο ωραία να τα διαβάζεις απ’ το πρωτότυπο γιατί έτσι μαθαίνεις πολλές καινούριες λέξεις κι εγώ τη ρώτησα «και τι χρειάζονται οι καινούριες λέξεις άμα τις ξέρω μόνο εγώ, γιατί κανένας απ’ τους συμμαθητές μου δε διαβάζει τέτοια αρχαία». Και αυτή γέλασε και μου είπε «τουλάχιστον να διαβάζεις έστω κι απ’ τη μετάφραση» και μετά άρχισαν να μαλώνουν με τη Νατάσα, γιατί αυτή την είπε «δογματική» και η Βάσω μετά την είπε «ίσια γραμμή σε εγκεφαλογράφημα» και άρχισαν να λένε η μια στην άλλη όλο κάτι τέτοιες τρομερές βρισιές μέχρι που η Βάσω ξαναφόρεσε τα ακουστικά της και σταμάτησε εκεί η κουβέντα.
Και μετά εγώ ήθελα να ρωτήσω τι ακούει τόσες ώρες αλλά έτσι που είχε φουρκιστεί δεν τολμούσα. Και προσπαθούσα να δω τι έγραφε στην οθονη του mp3 αλλά είχε κάτι τοσοδούλικα γράμματα και δεν έβγαζα γρι. Έτσι συνέχισα να μιλάω με τη Νατάσα που ήταν καλή και γλυκιά αλλά λέγαμε για βλακείες, για το σχολείο και για τον μπαμπά που δεν είχε άδεια και έμεινε στην Αθήνα και για τη μαμά που μάλωνε συνέχεια μαζί του απ’ το τηλέφωνο γιατί νομίζει ότι ο μπαμπάς αγαπάει κι άλλη γυναίκα. Και εγώ της λέω ότι και να γίνεται αυτό, εγώ δε θα έχω ποτέ άλλη μαμά και σιγά τα αβγά δηλαδή, αλλά η μαμά κλαίει και ο μπαμπάς της λέει να μην κλαίει, αλλά αυτή κλαίει και ο μπαμπάς νευριάζει και φεύγει και όταν γυρνάει κανείς δεν τον βλέπει γιατί όλοι κοιμόμαστε πια. Και αυτά τα είπα στη Νατάσα όσο η μαμά έλειπε για καφέ γιατί αν το άκουγε ότι το είπα θα με έδερνε στα σίγουρα.
Τώρα η μαμά κοιμάται και εγώ έχω ζαλιστεί γιατί κούναγε το πλοίο, γιατί έχει και σήμερα πολλά μποφόρ. Κανονικά ήταν να φύγουμε χτες αλλά είχε απαγορευτικό. Η Νατάσα λέει ότι πριν που κούναγε περάσαμε το Κάβο Ντόρο κι ότι τώρα φτάνουμε στον Πειραιά. Της είπα να μου πει πριν φτάσουμε γιατί πρέπει να πάω τουαλέτα γιατί η μαμά είπε ότι θ’ αργήσουμε να βρούμε ταξί και θα κατουριέμαι. Και η Βάσω τότε που άκουσε γιατί πήδαγε τραγούδια στο mp3 είπε ότι θα με ειδοποιήσουν, αρκεί να τους υποσχεθώ πως, όταν πάω σπίτι θα ψάξω στο χάρτη να βρω ακριβώς πού πέφτει η Βενετία της Ιταλίας. Είπε ότι είναι ντροπή να μην ξέρω καν πού είναι η Ιταλία, γιατί υπάρχει και πλοίο που κάνει κατευθείαν τη διαδρομή Ιταλία- Πάρος και τότε εγώ την ρώτησα αν υπάρχει και τέτοια γραμμή για την Αντίπαρος. Δεν ξέρω γιατί αλλά κούνησε το κεφάλι της απογοητευμένη και μετά είπε στη Νατάσα «εντάξει, κι εμείς που σπουδάσαμε τι καταλάβαμε;» κι έβαλε τα ακουστικά και σταμάτησε πάλι να μιλάει.

26.10.08

happy girls bang the drums - indieannalog set 50

Γη... Πάντα μισούσα την παρέλαση. Για τις πρόβες χάναμε ώρες από το μόνο μάθημα που διασκέδαζα, τη γυμναστική. Για χρόνια προσπαθούσα να τη γλυτώσω παίζοντας τύμπανο αντι να κάνω βήμα, αλλά μονιμως με έδιωχναν γιατι αντι για το στυλ «ταμπουρίνο» προτιμούσα το στυλ «ταμ- ταμ» -όπως Gloria Estefan- Rhythm is gonna get you

Νερό... Η φίλη μου η Χρυσούλα είχε αγοράσει ντραμς τότε- αν και η χαρά μας ήταν κουτσουρεμένη αφού η μπότα δεν ήταν pearl (όπως όλων των συγκροτημάτων που θαυμάζαμε). Καμιά μας δεν ήξερε ντραμς αλλά όποια πήγαινε σπίτι της ήθελε να δοκιμάσει ένα ρυθμό- και όλες παίζαμε αυτόν της παρέλασης Μάλλον και οι Tilly έτσι θα έμαθαν ντραμς, παίζοντας το rhyths is gonna get you για πρόβα- αυτόν ξέρουμε, αυτόν εμπιστευόμαστε. Tilly & the wall - Beat Control

Φωτιά... Την ίδα εποχή ερωτεύτηκα τον «ψηλό» (ακόμα και ο πατέρας του στο κινητό του, 15 χρόνια μετά, ως «ψηλο» τον είχε περασμένο)! Καταραμένος Σκορπιός -τι ξόρκι μου ριξε και από την Γ’ Γυμνασίου μόνο Σκορπιους ερωτεύομαι δεν ξέρω- και εμεις κάναμε κοπάνα για να πάμε να τον καμαρώσουμε να παρελαυνει με το Πολυκλαδικό. Και η καρδιά μου κάθε που τον έβλεπα χτύπαγε σαν της Emiliana Torrini -επακριβώς όμως! Emiliana Torrini - Jungle drum

Αέρας... Δεν έχω πάει ποτέ από τότε να δω παρέλαση- το θεωρώ απ’ τα πιο ηλίθια και καταθλιπτικά θεάματα- και το πόσο βαριέμαι δεν περιγράφεται. Και όταν ακούω την κομματάρα των Passion Pit –που έχουν πάρει φασόν τις Cocorosie αλλά καλά το πάνε, τους βλέπω να ανοίγουν και παράρτημα- σκέφτομαι όλες εκείνες τις νύχτες, τις παραμονές εθνικών εορτών, που χτυπιόμασταν σαν κουρδιστά τυμπανάκια στα club λες και δεν υπήρχε αύριο (και μεταξύ μας, δεν υπήρχε: ζούσαμε για το τώρα)! Passion Pit - Sleepyhead & CocoRosie - Rainbowarriors

25.10.08

Μνήμη Μάνου Χατζιδάκι

Πριν δυο μέρες κάποια λίγα μέσα ενημέρωσης θυμούνταν τη γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι, στις 23 Οκτώβρη του 1925. Τούτο δω το μικρό μέσο επικοινωνίας τη θυμάται σήμερα, λόγω μιας παροδικής κακής διάθεσης ανήμερα, αλλά και μιας μόνιμης κακής μνήμης. Ακούμε τη "Μαριάνθη των ανέμων" από τη Χαρούλα Αλεξίου, στο Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας το 1987.

Η ACTUP καταγγέλλει τη Δικαιοσύνη για κυνήγι μαγισσών εναντίον όσων έχουν κολλήσει ΣΜΝ

Ανακοίνωση της ACTUP HELLAS (20/10/08):

Αρχές του Φθινοπώρου (29 Σεπτεμβρίου) ο Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών κ. Σταύρου, προφανώς ένοιωσε την ανάγκη να εξορκίσει το κακό.! Απέστειλε στα νοσοκομεία του λεκανοπεδίου μέσω του Τμήματος Ηθών (!!) της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, ένα αίτημα με πρωτόγονο περιεχόμενο, ένα αίτημα που θυμίζει τις εποχές των ροζ τριγώνων (Ναζιστική Γερμανία 1933): ζητά από τους γιατρούς να «τους γνωρίσουν το ταχύτερο δυνατό, πλήρη στοιχεία ταυτότητας καθώς και διευθύνσεις κατοικίας, ατόμων-ασθενών στα οποία μεταδόθηκαν σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, HIV, ηπατίτιδας τύπου Β ή κ.α.» .
Προλαβαίνοντας την εύλογη και αναμενόμενη αντίδραση του ιατρικού κόσμου, προβαίνει στη διαβεβαίωση ότι ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων δεν ισχύει, αφού το «παράλογο» αίτημα κατατίθεται από δικαστική αρχή.
Εκτός από την περιφρόνηση του κώδικα ιατρικής δεοντολογίας Ν. 3418 ΦΕΚ 287 /28-11-05, που σαφώς ορίζει τις πιθανότητες άρσης ιατρικού απορρήτου τότε και μόνον όταν:
α) Ο ιατρός αποβλέπει στην εκπλήρωση νομικού καθήκοντος. Νομικό καθήκον συντρέχει, όταν η αποκάλυψη επιβάλλεται από ειδικό νόμο, όπως στις περιπτώσεις γέννησης, θανάτου, μολυσματικών νόσων και άλλες, ή από γενικό νόμο, όπως στην υποχρέωση έγκαιρης αναγγελίας στην αρχή, όταν ο ιατρός μαθαίνει με τρόπο αξιόπιστο, ότι μελετάται κακούργημα ή ότι άρχισε ήδη η εκτέλεσή του και, μάλιστα, σε χρόνο τέτοιο, ώστε να μπορεί ακόμα να προληφθεί η τέλεση ή το αποτέλεσμά του.
β) Ο ιατρός αποβλέπει στη διαφύλαξη έννομου ή άλλου δικαιολογημένου, ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος ή συμφέροντος του ίδιου του ιατρού ή κάποιου άλλου, το οποίο δεν μπορεί να διαφυλαχθεί διαφορετικά.
Ο κ. Σταύρου που δικαίως στερείται ιατρικών γνώσεων, είναι εμφανές ότι δεν μπήκε στον κόπο να συμβουλευθεί έναν/μία ειδικό γιατρό ή τον αρμόδιο κρατικό φορέα. Θα είχε πληροφορηθεί ότι ο κατάλογος χιλιάδων ανθρώπων που μολύνθηκαν από ένα Σ.Μ.Ν. σε τίποτα δεν του είναι χρήσιμος αφού δεν έχει κανένα τρόπο να στοιχειοθετήσει και να αποδείξει τη μετάδοση. Η πιθανότητα να ήταν ο ίδιος μάρτυρας χιλιάδων σεξουαλικών επαφών, απορρίπτεται ως απίθανη να έχει συμβεί. Είναι επίσης γνωστό, ότι εκτός από την περίπτωση βιασμού, σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις τα άτομα συνευρίσκονται με τη συναίνεσή τους και η χρήση ή όχι προφυλακτικού, είναι προσωπική τους επιλογή.
Η γενετήσια ελευθερία είναι κατοχυρωμένο Συνταγματικά ανθρώπινο δικαίωμα και αιτήματα σαν αυτό της εισαγγελίας πρωτοδικών, αποτελούν βάναυση παραβίασή τους. Αποτελούν επίσης, βέβηλη παρέμβαση στην ιερή σχέση ιατρού-ασθενή με απίστευτα καταστροφικές συνέπειες για τη δημόσια υγεία.
Είναι δεδομένο ότι απομακρύνουν τους πολίτες και ασθενείς από τα Δημόσια Νοσοκομεία, συμβάλλοντας αφενός στην περαιτέρω επιδείνωση της δικής τους υγείας και αφετέρου στην περαιτέρω μετάδοση νοσημάτων.
Ο αντιεισαγγελέας κ Σπύρου είναι επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία, για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για την ελευθερία. Η ποινικοποίηση της ερωτικής ζωής και ο διωγμός ασθενών, δεν μπορούν να αποτελούν πολιτική πρόληψης.
Το κυνήγι μαγισσών και αμαρτωλών, ανήκει σε άλλες εποχές και ο ρόλος της Ιεράς Εξέτασης δεν ταιριάζει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Περιμένουμε την άμεση αντίδραση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, του Υπουργού Δικαιοσύνης, της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, του Συνηγόρου του Πολίτη, του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, της ΕΙΝΑΠ αλλά και Σύσσωμου του πολιτικού κόσμου για την καταδίκη αυτής και παρόμοιων πράξεων και την απόσυρση αυτής της δίωξης.

22.10.08

Το μάτι του Picasso

Το μάτι του Picasso σα να βρίσκεται πάνω στο μέτωπό μου και σε βλέπει.
Όλα τα μέλη σου αναλύει- ανασυνθέτει.
Αλλόκοτο πολύ.

Βλέπω τη μπλούζα σου μα εκείνο τη φιγούρα.
Εγώ το χρώμα αυτό τη σκιά της ραχοκοκαλιάς.
Βλέπω τα μάτια σου το μάτι βλέπει Εσένα.
Τρελαίνομαι;

Γυρνάς απότομα. Δεν προλαβαίνω. Μένω εκεί.
ΟΚ, σε θέλω. Άλλη εξήγηση δεν.
«Μπάντα που την τραβάνε οι μαγνήτες» μου λες.
«Metallic falcons»!
«…των 70ς» λες, «είναι κάποιες πεταλούδες που τις τραβάνε οι μαγνήτες»
«Metallic... butterfly”
“Iron butterfly –έλεγα θα το ήξερες, μου είπες πώς ξέρεις από μουσική»!

Κενό
Το μάτι ξεκουράζεται
ανασυντάσσει δυνάμεις

Ενώ τα άλλα δυο, τα άλλα δυο κοινά άθλια μάτια μουσκεύουν.
«Είσαι μικρή για να τους ξέρεις, μην τρελαίνεσαι» μου λες!

Ηλίθιε
Που είμαι μικρή για όλα λυπάμαι
Που δεν είμαι αναπόδραστη
Που δε μπορώ να σ’ αναγκάσω να 'μαι αναγκη σου
Να μη μπορείς αλλιώς παρά μαζί μου
Που είσαι τόσο έξυπνος
Τόσο Κύριος
Και τόσο γαμημένα πληθυντικός μέσα στην ενικότητά μου
(3μελή φαμίλια εσύ κι εγώ μονάχη)

Το μάτι του Picasso σε θυμάται
Το χρώμα της κόρης, το σχήμα των νυχιών
Τον τρόπο που ανασηκώνεις τα γυαλιά σου θυμάται
Εγώ
Αφήνω στο πλάι τον κυβισμό

Σε ονειρεύομαι πάνω μου ολόκληρο...

Ποιος θέλει να γίνει Πρόεδρος στη θέση του Προέδρου;

Ο αγαπητός φίλος Έλικας με προσκάλεσε χθες σε ένα εξαιρετικής έμπνευσης μπλογκοπαιχνίδι, το οποίο από τη μια μεριά σατιρίζει τον πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Χρηστών Ίντερνετ, Νίκο Βασιλάκο (και συγκεκριμένα το βιογραφικό του σημείωμα), και από την άλλη ζητά από τους συμμετέχοντες να εκτροχιαστούν σε ματαιοδοξία και υπερρεαλισμό, γράφοντας το βιογραφικό τους.
Αντιγράφω τις οδηγίες του παιχνιδιού από το σύντροφο και αδελφό εν διαδικτύω +ευλόγησον+ Polsemannen.
«Α. Διαβάστε πρώτα το «Κάτω τα χέρια από το Βασιλάκο» στης Ντίβας. Ακολουθήστε και το link για τα βιογραφικά
B. Πηγαίντε στο blog σας και γράψτε αντίστοιχης μορφής βιογραφικό.
Γ. Καλέστε κατά προτίμηση 5 άτομα να το κάνουν και αυτοί. (το 5 είναι συμβολικό, όσα και τα δάχτυλα της μούτζας)…»
Ο Έλικας είχε την πολύ καλή ιδέα να προσθέσει έπαθλα στο μπλογκοπαιχνίδι, οπότε συμπληρώνω τις οδηγίες με αυτά:
«Σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού, το έπαθλο για το καλύτερο βιογραφικό σημείωμα είναι η θέση του Προέδρου της Ένωσης Ελληνικού Διαδικτύου, με ράνερ απ τη θέση του Προέδρου Ελλήνων Βλόγερς (μπλόγκερς στην καθαρεύουσα). Ο τρίτος παίρνει λούτρινο αρκουδάκι και πολύ του είναι.»
Σκέφτηκα προς στιγμήν να γράψω ένα ακόμη πικρόχολο πολιτικό κείμενο, όπου θα επεσήμαινα ότι ο κ. Βασιλάκος, ό,τι και να κάνει, το κάνει θεσμικά εκτός διαδικτύου, και ότι αν κρίνουμε σκόπιμο να αντιδράσουμε αποτελεσματικά σε αυτόν, δεν αρκούν τα group στο Facebook, τα banner και τα σατιρικά μπλογκοπαιχνίδια, αλλά μία επώνυμη καταγγελία ή ακόμη και μια Ένωση Ελλήνων/ίδων Ιστολόγων που θα εκφέρει αντισυστημικό λόγο (επαναλαμβάνω, αν το κρίναμε σκόπιμο να αντιδράσουμε αποτελεσματικά σε αυτόν).
Αγαθή τύχη όμως με έφερε να έχω πολλές και ανειλημμένες υποχρεώσεις αυτήν την περίοδο, οπότε ανέθεσα στον υπηρέτη μου Κωστή – Μιχάλη Μανωλάκη να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην ελληνική μπλογκόσφαιρα και να σας παρουσιάσει το βιογραφικό του. Από τη μεριά μου θέλω να δηλώσω την αμέριστη υποστήριξή μου στο άτομό του, ενώ τόσο εγώ όσο και η Ινδιάννα είμαστε πρόθυμοι να του παρέχουμε τις απαραίτητες συστατικές επιστολές, οι οποίες θα πιστοποιούν τα αναγραφόμενα από τον ίδιο.
Κώστας Σπηλιώτης - άμμος

Βιογραφικό σημείωμα Κωστή – Μιχάλη Μανωλάκη
Γεννήθηκα πριν από ένα χρόνο και δέκα μήνες στη νύμφη του Θερμαϊκού, την όμορφη Θεσσαλονίκη, και συγκεκριμένα στην ιστορική πλατεία του Κουλέ Καφέ, λίκνο του συγγραφέα Κώστα Ταχτσή αλλά και της αναρχικής κατάληψης Βίλα Βαρβάρα. Οι μαγνητικοί κραδασμοί που είχαν προσφέρει στον τόπο της γέννησης μου αυτά τα δύο γεγονότα με ώθησαν ώστε τα πρώτα μου λόγια ως βρέφους να είναι «Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει, μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι» αλλά και να αποφασίσω ήδη από την ηλικία των δύο μηνών ότι είμαι αμφιφυλόφιλος. Από τα συμφραζόμενα θα έχετε καταλάβει ήδη ότι είχα μάλλον πρόωρη ανάπτυξη.
Ο εργοδότης μου Κώστας Σπηλιώτης είναι άτομο σοβαρό και πολιτικοποιημένο, επομένως περίμενε υπομονετικά μέχρι να φτάσω στην ηλικία των τριών μηνών, προτού να με απασχολήσει σε οποιοδήποτε έργο, μην επιθυμώντας να γίνει εκμεταλλευτής παιδικής εργασίας. Η πρώτη αποστολή που μου ανέθεσε ήταν εξάλλου σχετικά απλή: έπρεπε να συναντηθώ με κάποιους φίλους του ιστολόγους που τον είχαν προσκαλέσει σε ένα μπαρ στη Διαγώνιο, ενώ ο ίδιος αντιμετώπιζε υπερβολικό φόρτο εργασίας από τις αναρτήσεις που είχε σχεδιάσει για το ιστολόγιό του. Ομολογώ πως δυσκολεύτηκα ελαφρά από το εξαντλητικό πρόγραμμα γυμναστηρίου που προηγήθηκε, τις επισκέψεις στον οδοντίατρο για τις απαραίτητες κίτρινες κεραμικές θήκες, αλλά ιδίως από την αρχική δυσφορία που μου προκάλεσε η έναρξη του καπνίσματος και η χρήση γυαλιών, ο εργοδότης μου όμως επέμεινε ότι ένα προφίλ λογοτέχνη – διανοούμενου – αξιέραστου άντρα απαιτούσε όλες αυτές τις εικόνες και συνήθειες, οπότε δεν είχα άλλη λύση από το να υποταχθώ στις οδηγίες του. Τον υποδύθηκα σε αυτήν τη συνάντηση με εξαιρετική επιτυχία, όπως και σε όλες όσες ακολούθησαν: κυρίως σε προσωπικούς καφέδες με ιστολόγους για τους οποίους έτρεφε συμπάθεια, αλλά και στη συνάντηση ελλήνων ιστολόγων που διοργανώθηκε την άνοιξη του 2007 (ο εργοδότης μου είναι ένας συγγραφέας ταλαντούχος και ακάματος, οπότε δεν είχε ποτέ το χρόνο για κατ’ ιδίαν συναντήσεις, πόσο μάλλον για νυχτερινές διασκεδάσεις). Από τα παραπάνω συνάγω ότι θα ήμουν πολύ χρήσιμος στη μπλογκόσφαιρα ως εκπρόσωπός της, καθώς θα μπορέσω με ευκολία να εξηγήσω στους αδαείς μη χρήστες του διαδικτύου τις δυσκολίες και τις ευθύνες που περικλείει η διαχείριση μιας περσόνας. Επίσης ως πρόεδρος πιστεύω ότι θα σταθώ με κατανόηση και υποστήριξη δίπλα στους νέους ιστολόγους που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην αυτοπαρουσίασή τους, συμβουλεύοντάς τους καταλλήλως κάθε φορά που θα με χρειαστούν.
Επιπλέον, όταν η μπλογκόσφαιρα αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί κινηματικά και πολιτικά πέραν της ανάρτησης καταγγελιών και banner, καλώντας τους πολίτες του διαδικτύου σε διαμαρτυρίες εκτός διαδικτύου, ο εργοδότης μου αποφάσισε να με εκπαιδεύσει κατάλληλα στην πολιτική σκέψη, ώστε να μην τον εξευτελίζω με την άγνοιά μου, όταν τον εκπροσωπώ σε πολιτικές εκδηλώσεις. Τα κλασικά έργα του μαρξισμού – λενινισμού και του αναρχισμού δεν με δυσκόλεψαν ιδιαίτερα (φαντάζομαι επειδή απευθύνονταν τα περισσότερα σε απλοϊκούς εργάτες όπως εγώ), οι θεωρίες όμως για τη Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας του Κορνήλιου Καστοριάδη, η κριτική στην Κοινωνία του Θεάματος του Γκύ Ντεμπόρ και η Κοινωνική Οικολογία του Μάρεϊ Μπούκτσιν υπήρξαν μάλλον απαιτητικές για το φτωχό μυαλό μου. Ευρισκόμενος όμως πλέον στην ευχάριστη θέση να κατανοώ με ακρίβεια και πληρότητα όλες τις πολιτικές θεωρίες που εκφράζουν τον εργοδότη μου, πιστεύω ότι θα φανώ επαρκής ως Πρόεδρος στην οργάνωση αντίστοιχων κινητοποιήσεων, αν και όταν η μπλογκόσφαιρα τις επιλέξει εκ νέου, ή όποτε ο εργοδότης μου κρίνει ότι ανακύπτει ιστορική αναγκαιότητα για αυτές.
Η επόμενη πρόκληση που αντιμετώπισα όντας στην υπηρεσία του εργοδότη μου υπήρξε μάλλον πρόσφατη, καθώς έπρεπε να παρακολουθήσω την επιστημονική διημερίδα “Συμμετοχική δημοσιογραφία: Blogs και Νέα Μέσα” στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Παρόλο που κατείχα ήδη κάποιες βάσεις στην κοινωνιολογία, λόγω των πολιτικών κειμένων που είχα αναγκαστεί να διαβάσω κατά τις κινητοποιήσεις του περασμένου καλοκαιριού, ο εργοδότης μου επισήμανε ότι απαιτούνταν ειδικότερες γνώσεις για την παρακολούθηση της διημερίδας, τόσο κοινωνιολογίας όσο και σπουδών διαδικτύου (αγγλιστί web studies). Η ενδελεχής μελέτη της βιβλιογραφίας της σχετικής με τις κοινότητες και τα κοινωνικά δίκτυα όπως εμφανίζονται στα νέα μέσα και συγκεκριμένα στο διαδίκτυο και ακόμη πιο συγκεκριμένα στα ιστολόγια, με στήριξε επαρκώς στο δύσκολο έργο τόσο να χασμουριέμαι στις κοινότοπες ανακοινώσεις, όσο και να περπατώ γρήγορα προς τους συνέδρους που είχαν παρουσιάσει κάτι στοιχειωδώς πρωτότυπο, ώστε να γνωριστώ μαζί τους εκ μέρους του εργοδότη μου και να ανταλλάξω την ηλεκτρονική τους διεύθυνση με τη δική του. Είχα ευτυχώς στη συγκεκριμένη διημερίδα την ευχάριστη συντροφιά του συναδέλφου υπηρέτη από το ιστολόγιο «Μέσα στη Νύχτα», οπότε οι ώρες αυτές δεν πέρασαν μόνο με άγχος και κόπο, αλλά και με ενδιαφέρουσες συζητήσεις για τα προβλήματα της εργασίας μας και την ιδιαίτερη φύση της. Από όλα τα παραπάνω προκύπτει, πιστεύω, ότι παρόλο που η μπλογκόσφαιρα δεν έχει δείξει ιδιαίτερη διάθεση για αναστοχασμό πάνω στις πρακτικές της, όταν θα υπάρξει μια τέτοια ανάγκη, θα είμαι αμέσως έτοιμος ως Πρόεδρος να προσφέρω τις υπηρεσίες μου, αξιοποιώντας τα πιο πρόσφατα ρεύματα στην κοινωνιολογική και ανθρωπολογική βιβλιογραφία.
Θα ήθελα να κλείσω αυτό το σύντομο βιογραφικό σημείωμα με έναν ελαφρά πιο προσωπικό τόνο. Οι ιστολόγοι που κατά καιρούς συναντώ κατ’ ιδίαν συχνά μου έχουν μεταφέρει ότι κάποιοι ιστολόγοι (όχι οι ίδιοι βέβαια) κοινωνικοποιούνται μέσα από τη μπλογκόσφαιρα σε ερωτικό επίπεδο, χρησιμοποιούν δηλαδή άλλους ιστολόγους ως ερωτικούς συντρόφους για να προχωρήσουν σε σεξουαλικές πράξεις, ενίοτε και σε συντροφικές σχέσεις. Χωρίς να θέλω να περιαυτολογήσω, οι ικανές ώρες που έχω περάσει στο γυμναστήριο, με σκοπό την καλύτερη παρουσίαση του εργοδότη μου, το ελαφρά πάνω από το μέσο όρο μήκος του πέους μου (πιστεύω πως 22 εκ. είναι ένα αξιοπρεπές μέγεθος, παρόλο που δε μπορώ να συγκριθώ με τα 40 εκ. που διατείνεται ότι κατέχει ο εργοδότης του Πρόβατου), θα μου επιτρέψει να ικανοποιήσω ακόμη και τις επιθυμίες των ιστολόγων που υπερβαίνουν τις συνήθεις αρμοδιότητες και καθήκοντα ενός Προέδρου, και μάλιστα ανεξαρτήτως φύλου του ιστολόγου λόγω του αμφιφυλόφιλου σεξουαλικού μου προσανατολισμού.
Θεωρώ πώς όλα όσα ανέφερα πιστοποιούν μια σειρά από δεξιότητες και, θα τολμούσα να πω, ταλέντα που με αναδεικνύουν ως ικανό και κατάλληλο για τη θέση του Προέδρου της Ένωσης Ελληνικού Διαδικτύου. Θα αναμένω με θερμή προσμονή την απάντηση της ελληνικής μπλογκόσφαιρας απέναντι στο αίτημά μου.

Υ.Γ. Αφού ο εργοδότης μου Κώστας Σπηλιώτης διάβασε το βιογραφικό μου σημείωμα, μου πρότεινε ένα τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου, από μια ζωντανή ηχογράφησή του στο Σείριο, ως κατάλληλη μουσική υπόκρουση για αυτό. Του ζήτησα επίσης τη συμβουλή του για τους συνάδελφούς του ιστολόγους στους οποίους θα έκρινε καλύτερο να περάσω τη σκυτάλη του παιχνιδιού, και μου υπέδειξε τους: Τανίλα, Sraosha, Συκιά, Περιούσιο και Herr K.

19.10.08

Ξέρεις κανένα καλο ψυχολόγο? - indieannalog set 48

Γη... Όλοι μου οι φίλοι την είδαν αλλιώς αυτό το φθινόπωρον Ο ένας "οικοσυστημικά", η άλλη "γιόγκα για διαχείριση της οργής" η τρίτη "ΖΕΝ". Και οι τρεις προσεγγίσεις είναι σαν να ακούς την Ella Fitzgerald αντι για τον Σινάτρα στο I get my kick out of you. Ήσυχες και ευγενικές. Πάνε οι παλιές καλές εποχές που μετά την ψυχανάλυση ήθελες να δείρεις κάποιον. Τώρα όλοι είναι cool!

Νερό... Εγώ πάλι αφού δε μπορώ να τα βγάλω πέρα αλληλεπιδραστικά, βρήκα τη λύση της "απομόνωσης" -μπορεί να μην είναι σικ και μοντέρνα, αλλά είναι παλιά και δοκιμασμένη συνταγή: δε μιλάς με κανέναν- δεν πλακώνεσαι με κανέναν! Το αποτέλεσμα με άλλα λόγια είναι το ίδιο (όπως οι Real Tuesday weld στο Kix πάνε από καινούριο δρόμο αλλά συναντιούνται με την Ella κάπου εκεί)!

Φωτιά... Οι Kay Kay and his weathered underground στο Hey Momma ενώ ξεκινούν μοιάζοντας με Richard Swift λίγο μετά από jazz γίνονται regge και καταλήγουν στα indie pop κατατόπια για να να επιστρέψουν στην jazz. Ποιος ξέρει τι ψυχολογικά θα χουν και αυτοί για να πηδάνε απ' το ένα είδος στο άλλο με τέτοια συχνότητα, κι άντε να βρεις και θεωρία να τους βοηθήσεις!

Αέρας... Άλλοι πάλι για να αποφύγουν την παραπάνω σχάση μουσικής προσωπικότητας αποφασίζουν να τηρήσουν μια "γραμμή" απαρέγκλιτα π.χ ο Jim Bianco θα ήθελε να γίνει Tom Waits και δε δέχεται αντιρρήσεις σε αυτό, παρότι του λέμε ότι είναι ανέφικτο να προσπαθείς να μοιάζεις με κάποιον που αλλάζει τόσο συχνά ώστε τελικά δε μοιάζει με κανέναν, ούτε καν με τον ίδιο του τον εαυτό -όπως ο μπάρμπα Τομ. Αλλά δε μας ακούει γιατρέ μου...

18.10.08

Συμμετοχική Δημοσιογραφία: Blogs και Νέα Μέσα

Όσοι/ες αναγνώστες/τριές μας είναι δημοσιογράφοι, επικοινωνιολόγοι ή ιστολόγοι, μπορεί να ενδιαφέρονται για τη διημερίδα με τίτλο "Συμμετοχική Δημοσιογραφία: Blogs και Νέα Μέσα" που θα γίνει τη Δευτέρα 20 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη και την Τρίτη 21 Οκτωβρίου στην Αθήνα (ίδια διημερίδα, διαφορετικές ανακοινώσεις: είναι τρελοί αυτοί οι ακαδημαϊκοί). Μπορείτε να ενημερωθείτε για το πρόγραμμα εδώ.

Ammoscast 10: Θες Σαλονίκη;

[Αυτό το Ammoscast από μουσικής - αισθητικής πλευράς μοιάζει με «τρικυμία εν κρανίω», κατάσταση όμως που περιγράφει με ακρίβεια τη δεκάχρονη διαμονή μου στη Θεσσαλονίκη :-) ]

Η διημερίδα στην οποία σας παραπέμπω αμέσως πιο πριν, θα με ανεβάσει στη Θεσσαλονίκη μετά από ένα περίπου χρόνο. Την προηγούμενη φορά, πέρσι το Νοέμβρη, είχα μεταφέρει επάνω απλώς την ελπίδα μου για μια καλύτερη ζωή στην Αθήνα («ετοιμάζω το υπόμνημα για το διδακτορικό και,
αν με δεχτούν, από Δεκέμβρη θα το ξεκινήσω», «δουλεύω ωρομίσθιος και κάποια στιγμή θα πληρωθώ» κτλ.). Οι Θεσσαλονικείς φίλοι μου, να είναι όλοι καλά, είχαν δηλώσει εν χορώ απολύτως αισιόδοξοι για την περίπτωσή μου, καταλάβαιναν όμως ότι θα την πάλευα δύσκολα πέρυσι, όπως και έγινε. Φέτος τα πράγματα είναι μάλλον αλλιώς, δουλειές ενδιαφέρουσες και διαφορετικές μεταξύ τους, πολιτικοποίηση σε σοβαρές ομάδες, η ήσυχη δημιουργικότητα συγκεκριμένων πρότζεκτ στο μπλογκ, διδακτορικό που κλείνει επιτέλους έναν πρώτο κύκλο, ωραίοι νέοι άνθρωποι που με ηρεμούν και με βαθαίνουν. Και προτού χαρείτε υπερβολικά για μένα, αυτήν την περίοδο δουλεύω σαν το σκυλί, αναρωτιέμαι πότε μου ήρθε ακριβώς να κάνω καριέρα και κυρίως για ποιο λόγο, ενώ δηλώνω ταυτόχρονα ευτυχής για τον τρόπο που κυλά φέτος η ζωή μου (κι αν έχει βγάλει κανείς συμπέρασμα, τον παρακαλώ να είναι επιεικής μαζί μου στα σχόλια). Δεν είχα συνηθίσει να είμαι τόσο δραστήριος, κι ενώ το απολαμβάνω, έφτασα πια να νοσταλγώ τους χαλαρούς επαγγελματικούς μου ρυθμούς της Θεσσαλονίκης, την άμεση πρόσβαση που είχα σε διασκέδαση και δουλειές μένοντας κέντρο, το καλό της φαγητό και την κουλτούρα του αράγματος. Θα ανεβώ μιάμιση μέρα νωρίτερα από το συνέδριο, για να πάρω και μια τζούρα από αυτά.
[Πάνος Μουζουράκης «
Το ποντίκι του Βορρά» από το Μάντεψε ποιος.]
Δε νοσταλγώ βέβαια μόνο τον τρόπο ζωής που είχα πάνω, αλλά αισθάνομαι και το βάρος των δέκα χρόνων της πρώτης μου νεότητας που κύλησαν εκεί: από τα δεκαεννιά ως τα τριάντα, με ένα εννιάμηνο διάλειμμα για το στρατό. Άνθρωποι ήρθαν κι έφυγαν με καταιγιστικούς ρυθμούς, ένα πρώτο πτυχίο και ένα μεταπτυχιακό, χίλιες δυο δουλειές που θα μπορούσε να κάνει ένας φιλόλογος (από συγγραφέας σε εκδοτικό οίκο μέχρι δάσκαλος σε φυλακές, ανάλογα με τη διάθεση του αναγνώστη το βιογραφικό μου με βγάζει τύπο είτε ικανό είτε μισότρελο), εν ολίγοις ωραία, γεμάτα χρόνια. Ένα στοίχημα που έχασα στη Σαλονίκη ήταν δυστυχώς να βρω πώς μεταφράζεται η κοινωνικότητα και η δημιουργικότητα σε χαρά, αν όχι σε ευτυχία – εύχομαι ειλικρινά να με αδικώ, αλλά αυτά τα δέκα χρόνια υπήρξαν κατά βάση θλιμμένα. Από την άλλη έμαθα νομίζω να αγαπάω και να είμαι συντροφικός κι οφείλω να γράψω εδώ ένα ρητό ευχαριστώ στην Εύα και τη Φιλίνα, που με παιδέψανε, με εκπαιδεύσανε και με αγαπήσανε με πολύ διαφορετικό τρόπο και σε ολότελα διαφορετικό πεδίο, αλλά και στις δύο περιπτώσεις για καλό.
[Διονύσης Σαββόπουλος και Γλυκερία «Φιλημένη μες στους κινηματογράφους» από το Μην πετάξεις τίποτα.]
Η Θεσσαλονίκη δεν είναι όμως μόνο οι άνθρωποι και οι δραστηριότητες, είναι και το φυσικό με το κτισμένο περιβάλλον, ο καιρός, η ομίχλη, η θάλασσα, το Σέιχ Σου, τα κάστρα, τα νεοκλασικά και οι πολυκατοικίες της. Οι περίοδοι της θλίψης μου είχαν και μερικά ξεκάθαρα θετικά: ερμητικά κλεισμένος στον εαυτό μου όπως ήμουν, διάβαζα και περπάταγα πολύ. Κάπως έτσι προέκυψε να έχω διαβάσει όλο το Φουκώ και τον περισσότερο Καστοριάδη (άσχετοι και οι δύο με το καθ’ αυτό αντικείμενο των σπουδών μου), κάπως έτσι περιπλανήθηκα στα σοκάκια της Άνω Πόλης και στο λιμάνι για άπειρα βράδια, όπως και σε γειτονιές που σπάνια αποτελούν επιλογή για βόλτες (Τούμπα, λεωφόρο Στρατού και Όλγας, Μοναστηρίου και Βαρδάρι), αν και η πραγματική εικόνα της πόλης είναι αυτή, χωρίς λούστρο τουριστικό και αξιοθέατα. Τα χαρούμενα απογεύματα και βράδια, που ομολογώ δεν ήταν λίγα, καθισμένος ή χορεύοντας και όχι περπατώντας, ήπια και γλέντησα πολύ: στο ευδιάθετο Residence, το δυνατό Berlin, στο ήπιο Gesualto και την παρεΐστικη Μικρή Στοά, στο πολύβουο Μπιτ Παζάρ (αρχικά στο Φλώρο και το Λάιο, προς το τέλος στη Σελήνη) στο δροσερό Τσινάρι και την τουριστική Άθωνος, αλλά και σε συγκεκριμένες γωνίες, σκορπισμένες ανάκατα σε διάφορα σημεία της πόλης (το Μακεδονικό, ο Κήπος, το Ίγκλις και η Ληθηνόη στην Άνω Πόλη, η ταβέρνα του Κουφού στις Συκιές, η Δόξα και η Ανδρομέδα στην Κασσάνδρου). Σε μια κατάληψη στην Άνω Πόλη, τη Μαύρη Γάτα, συμμετέχοντας για δύο χρόνια στην οργάνωση της «συντροφικής κουζίνας» έμαθα να μαγειρεύω με φαντασία και εφευρετικότητα, ενώ τριγυρίζοντας σε τόσα μαγαζιά κατάφερα κάποια στιγμή να ξεχωρίζω το αλκοόλ απ’ το πετρέλαιο, το καλομαγειρεμένο φαγητό από τους εντυπωσιασμούς των μπαχαρικών και του ψευτοfusion. Για αυτή τη σοφία των απλών πραγμάτων την ευγνωμονώ ειλικρινά τη Σαλονίκη.

[Ευανθία Ρεμπούτσικα, Μιχάλης Γκανάς και Νατάσα Θεοδωρίδου (σε μια ‘ποιοτική στροφή’ που κράτησε μόλις μια σεζόν) «Σαλονίκη» από το Έρωτα δεν ξέρεις να αγαπάς.]
Τη συγκεκριμένη περίοδο βαριέμαι να γκρινιάζω, ίσως γιατί το έκανα πολύ στη ζωή μου (και κυρίως μόνος μου μιλώντας με τον εαυτό μου), δεν έχει νόημα λοιπόν να αναλύσω πώς και γιατί έφυγα από τη Θεσσαλονίκη. Η θετική πλευρά ήταν ότι είχα ερωτευτεί μια Αθηναία, η αρνητική ότι τα ακαδημαϊκά, συγγραφικά και επαγγελματικά μου είχαν φτάσει σε τέλμα, με τους περισσότερους φίλους και γνωστούς να πλησιάζουν την κρίση των τριάντα είτε γινόμενοι μικροαστοί, είτε επιστρέφοντας στις επαρχιακές τους πόλεις. Εκεί λοιπόν που ήμουν έτοιμος να φύγω, επί της ουσίας απογοητευμένος από την πόλη και τους ανθρώπους της, έσκασαν στο παραπέντε μερικοί καινούριοι άνθρωποι που συνεχίζουν να αποτελούν το βασικότερο λόγο για να επανέρχομαι στην πόλη: ο Γιώργος, ο Αντώνης, ο Μιχάλης και η Ολίβια, η Λίτσα. Αγαθή τύχη φέρνει αυτή τη φορά και μια ξενιτεμένη στο Βουκουρέστι φίλη, τη Δώρα, την ίδια μέρα με μένα στην πόλη.

[Δήμος Μούτσης, Γιάννης Λογοθέτης, Βίκυ Μοσχολιού «
Και γεια χαρά» από τις Στροφές.]
Κλείνοντας, οφείλω να αναγνωρίσω πως όλα αυτά δεν είναι τίποτα παραπάνω από σχήματα και αφαιρέσεις, εμπειρίες μια συγκεκριμένης ζωής από πρωτεύουσες με χιλιάδες πρόσωπα. Είναι εύκολο να νοσταλγείς το παρελθόν και να μυθοποιείς το μέλλον σου (ή σε πλήρη αντιστροφή να ρίχνεις μαύρη πέτρα πίσω σου και να φρίττεις με τα επερχόμενα), η πραγματική ζωή όμως είναι πολύ πιο περίπλοκη και πολύχρωμη. Μου αρέσει συχνά να σκέφτομαι αυτό το κάπως απλουστευτικό απόφθεγμα, πως πατρίδα είναι εκεί που βρίσκεις δουλειά κι αγάπη, κι έτσι τελικά χαίρομαι που αφήνω προσωρινά μια νεότατη πατρίδα για να βρω μία νεότερη, αλλά και που με τα στραβά και τα καλά μου, έριξα τελικά ρίζες όπου και να βρέθηκα.

[Μελίνα Τανάγρη «Νοσταλγία» από την Κόντρα καρδιάς
Ρόδες «
Απομυθοποίηση τώρα» από το Στη γιορτή της φαντασίας.]

15.10.08

Λύκε a virgin!

Σε προηγούμενο κείμενο ο Άμμος έθιξε το θέμα του προσώπου & του προσωπείου. Με προβλημάτισε. Δεν είμαι σίγουρη αν αυτά που βρίσκω εδώ είναι απαντήσεις ή δικαιολογίες. Και δε μου αρέσουν οι δικαιολογίες ...

Στην πρώτη έξοδο πίναμε ποτά στο Kazu. Πολλά ποτά και δεν λέγαμε να το βουλώσουμε- λες και δε θα ξαναβλεπόμασταν κι έπρεπε να τα πούμε όλα εκείνο το συγκεκριμένο απόγευμα. Η κουβέντα μετά από 3 τζιν τόνικ και 3 λευκές Jimador είχε φτάσει στην προσπάθεια να κάνουμε στατιστικά –με πόσους για μια νύχτα, με πόσους χάλια, με πόσους bisexual, με πόσους παρθένους.

-1 και δεν το ήξερα ότι ήμουν η πρώτη του.
-Εγώ πάλι 4, 5, …8. Και πάω εν γνώσει μου γιατί με ρωτάνε πρώτα «μωρέ, θα το κάνεις»;
-8 παρθένες!;! Σε κοιτάω.
-Ναι γαμώ τη γκαντεμιά μου, με βλέπουνε συμπαθητικούλη και υπομονετικό και όλες με χώνουν για τη χαμαλοδουλειά, να το κάνω εγώ να τους φύγει η «ρετσινιά» .
-Είσαι ένας άγιος, σου λέω! Εγώ πάντως –just for the record- δεν είμαι παρθένα!
-Το καλό που σου θέλω, λες. Δεν είμαι να πλένω σεντόνια νυχτιάτικα!

Που ποια σεντόνια, ποιες κουβέρτες, το στρώμα είχε μεταμορφωθεί σε σχεδία να βολοδέρνει στην τρικυμία μας. Όταν ξαφνικά άκουσα ένα «ωχ». Και δεν ήταν ένα ενθουσιώδες «ωωωχ».
-Τι; είπα.
-Έχεις περίοδο; Με ρωτάς
-Όχι…
-Ε, χμ, πονάς… πόναγες, εννοώ, τόση ώρα;
Πετάγομαι από το κρεβάτι
-Πλάκα μου κάνεις, λέω και κοιτάω το ματωμένο κάλυμμα.
-Εγώ; Εσύ ήταν που δεν ήσουν παρθένα?

Σηκώνομαι να πάω στο μπάνιο. Ποτάμι το αίμα. Δεν πονάω αλλά αιμορραγώ. Τι διάολο; Κάθομαι στη μπανιέρα βαρελάκι και πάω μπρος- πίσω κάτω απ’ την ανοιχτή ντουζιέρα σαν εκκρεμές. «Τι έγινε τώρα; Να ναι ψιλοτραυματισμός; Κι αν είναι εσωτερικός τραυματισμός λες να με κόλλησε τίποτα. Γαμώτο, κι έχει πάει με τη μισή Αθήνα. Πάνω που πήγε να φτιάξει η τύχη μου θα κολλήσω κανένα AIDS».
Δεδομένου ότι είχαμε πάρει όλες τις προφυλάξεις γίνεται σαφές ότι αυτά τα ερωτήματα και οι φόβοι δεν είχαν βάση, ήταν όμως οι εκφραστικοί δορυφόροι του κεντρικού κι ανομολόγητου ερωτήματος «μήπως υπάρχει τιμωρία για τόσο πολύ και τόσο καλό σεξ την πρώτη βραδιά με κάποιον; Μήπως πήρα ότι μου άξιζε ως τσούλα»;

Βγαίνω έξω. Με περιμένεις στην πόρτα της τουαλέτας.
-Είσαι καλά;
-Ναι… Συγνώμη αν σε τρόμαξα. Τρόμαξα κι εγώ πάντως!
-Το φαντάζομαι, έλα δω, και με πήρες αγκαλιά.
Γυρνώντας στο υπνοδωμάτιο άλλαξες το σεντόνι. Ξεκίνησα να ντύνομαι.
-Πού πας;
-Σπίτι μου…
-Πας καλά; Φυσικά και θα σε κοιμίσω εδώ! Τι, μισές δουλειές θα κάνουμε; Αφού ήρθες θα πάρεις όλο το πακέτο, να έχεις μια ολοκληρωμένη εμπειρία. Και τέλος πάντως δε θα τη βγάλεις έτσι εύκολα καθαρή, έχεις να καθαρίσεις κι ένα σεντόνι το πρωί κυρία μου!
-Δεν ξέρω μωρέ, καλύτερα να γυρίσω. Δε μπορώ να κοιμηθώ σε ξένα σπίτια.

Ε, αφού δε με έδιωχνες και δε με τιμωρούσες εσύ έπρεπε να αυτομαστιγωθώ, να γυρίσω σπίτι να κοιμηθώ μόνη μου.
-Θα σε νανουρίσω εγώ, θα σου διηγηθώ την Κοκκινοσεντονίτσα- την Κοκκινοσκουφίτσα εννοούσα. Θα στην πω στην γαλλική παραλλαγή που συμβολίζει το πέρασμα απ’ την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση.
-Α μπα, τι μου λες;
-Καταρχάς, εκείνη την εποχή κόκκινες κάπες φορούσαν μόνο οι ώριμες σεξουαλικά γυναίκες, δει οι…περπατημένες. Άρα δεν ήταν και τόσο αθώα η μικρά! Επίσης στην εκδοχή αυτή ο Λύκος την ρωτά ποιο μονοπάτι θα διαλέξει για να πάει στη γιαγιά της, με τις Βελόνες ή με τις Καρφίτσες, κι εκείνη επιλέγει με τις καρφίτσες –γιατί τότε τα κορίτσια στην εφηβεία πήγαιναν μαθητευόμενες σε ράφτρες –οι οποίες εκτός από την ραπτική τις μυούσαν και στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση.
-Κομματάκι τραβηγμένο!
-Καλά υπάρχει ακόμα καλύτερη σημειολογία: οι καρφίτσες συμβολίζουν την παιδική ηλικία -μπαίνουν στα ρούχα των μεγάλων και τα «στενεύουν» για να χωράνε στα παιδιά. Ενώ οι βελόνες, που προσθέτουν κομμάτια και μεταποιούν τα στενά ρούχα του παιδιού που μεγαλώνει, συμβολίζουν το πέρασμα στην ενηλικίωση.
-Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο; Ο Λύκος την τρώει την Κοκκινοσκουφίτσα?
-Ναι, αλλά η ιστορία τελειώνει εκεί. Δεν την ξαναβγάζει ολόκληρη ο κυνηγός, σαν τον Ιωνά από την κοιλιά του κήτους. Πεθαίνει για να μάθει να μη μιλάει σε ξένους το παλιοκόριτσο! Άσε που σε άλλη εκδοχή ο Λύκος αφού την έχει ταΐσει ένα κομμάτι από τη γιαγιά της…
-Μπλιαχ, σταμάτα, θα ξεράσω
-Μα είναι συμβολικό…
-Δε θα κλείσω μάτι με όλα αυτά!
-Έλα εδώ ρε κοτούλα.
Κι έσβησες το φως. Με πήρες αγκαλιά. Ο αγκώνας σου με ενοχλούσε και είχα στραβολαιμιάσει έτσι που με κράταγες.
-Καλά, εσένα δε σε ξεβολεύει να κοιμάσαι με αγνώστους; Σε ρώτησα
-Μ' αρέσει να κοιμάμαι με ανθρώπους, είχες πει.
Και λίγο μετά ροχάλιζες.
Ή βρυχώσουν σαν λύκος.
Όπως και αν το δεις, δεν έκλεισα μάτι…

Πέρασε ένας χρόνος. Φόραγα ωτοασπίδες πια, φόραγες επικαλαμίδες- πάντα κλωτσούσα στον ύπνο μου. Είχαμε κοιμηθεί μαζί και είχαμε ξυπνήσει μαζί. Ο ένας μέσα στον άλλο. Όταν ξαφνικά «Ωχ…» ακούω.
-Τι;
-Όχι κάτι ασυνήθιστο με εσένα, σ’ έσφαξα πάλι νομίζω…
- Δεν το πιστεύω. Ρε συ σόρρυ, δεν ξέρω τι έχω πάθει. Εννοώ δεν το έχω πάθει με άλλον αυτό…
-Ότι θα ήμουν και ο πρώτος σου σε κάτι, ε, αυτό δεν το περίμενα!

Γελάς και πας να πλυθείς.

Σηκώνομαι κι εγώ και φέρνω να μουσκέψω το σεντόνι - άμα στεγνώσει δυσκολεύει η δουλειά. Είμαι κάπως ανήσυχη. «Τι διάολο έχω πάθει» σκέφτομαι. «Ούτε την πρώτη μου φορά δεν είχα αίμα και έχω 15 χρόνια μετά»; Και τότε το κατάλαβα. Η πρώτη φορά στον έρωτα δεν πάει γραμμικά. Η πρώτη φορά δεν ταυτίζεται με την πρώτη σεξουαλική επαφή. «We can fuck forever but you’ ll never get my soul» ήταν πάντα το μότο μου. Μπορεί να γνώρισα πολλούς μα κράταγα μια απάτητη, παρθενική περιοχή μέσα μου. Μπορεί να μοίραζα το σώμα μου μα κράταγα αλώβητη την υπαρξιακή μου ακεραιότητα. Θα έπρεπε να έχω δοθεί ολοκληρωτικά στο πρώτο μου αγόρι- αν μη τι άλλο γι’ αυτό το σεξ λέγεται και «ολοκλήρωση» μιας σχέσης: έχεις ανοίξει την ψυχή σου και τελικά ανοίγεις το κορμί σου στον άλλο. Αλλά μ’ εκείνον απλά συνειδητοποίησα ότι το σεξ- για το οποίο έχω ακούσει και διαβάσει και φανταστεί- γίνεται και πρακτικά. Με τον δεύτερο έμαθα ότι μπορώ να διεκδικώ και να έχω οργασμούς και με τον επόμενο να τους προσποιούμαι. Και πολλά άλλα έμαθα εν καιρώ- εκτός απ’ το να αφήνομαι. Να δίνομαι ολοκληρωτικά.
Γιατί έτσι με έμαθαν, ότι αν αφεθείς αφελώς χωρίς αντιστάσεις, πάει σε έφαγε ο Λύκος, Κοκκινοσκουφίτσα. Με τέτοιες νουθεσίες, ταμπού και ηθικές μας γαλούχησαν, για να μας προστατεύσουν απ’ την σωματική και κυρίως ψυχική εκμετάλλευση. Μα στην πορεία όλα αυτά μας υπέβαλλαν σε «ερωτικό ιδρυματισμό»: δε μπορούμε να λειτουργήσουμε μέσα τους μα ούτε χωρίς αυτά –αφού αν εγκαταλείψεις τις «αρχές» σου εγκαταλείπεις τον εαυτό σου.
Όμως τελικά είναι τόσο κακό να «εγκαταλείπεις τον εαυτό σου; Είναι τόσο καταστροφικό να πεις «δε με νοιάζει τι ήμουν κυρ Λύκε μου, ήμουν καλά τότε στο κουκούλι του Εαυτού μου, αλλά τώρα είναι άλλο και θέλω να με κάνεις αυτό που είμαι. Κατασπάραξε τις σάρκες μου και βγάλε με νέα από εκεί μέσα. Σαν τα ρούχα που δε μου χωράνε πια γιατί μεγάλωσα, σκίσε το δέρμα μου γιατί δε με χωράει και άσε με να απλωθώ μέσα στο δικό σου, φάε με να ενωθούμε εις σάρκαν μια, εγκαταλείπω τον εαυτό μου και μετοικώ μέσα σου για λίγο».
Απίστευτο μα τόσα χρόνια που νομίζω ότι προχωράω μπροστά, στην ουσία κάνω βήματα πίσω. Στο παρελθόν, στο σκοτεινό, παρθένο δάσος μου. Κάθε φορά όλο και λιγότερο προφυλάσσω την ήσυχη ζωούλα μου και όλο περισσότερο πλησιάζω τον άγριο Λύκο. Και πια πλησίασα πολύ. Τον κοίταξα στα μάτια. Είσαι εσύ. Που παρότι είσαι ο τελευταίος μου έχεις πάρει τη παρθενιά μου. Όχι του κορμιού. Ολόκληρου του Εαυτού μου. We may not fuck forever but you’ ll always keep my soul

-Τι;
-Τίποτα.
-Αφού έχεις σκεπτικό βλέμμα, τι;
-Σκέφτομαι ότι δεν ξέρω τι τρέχει. Ο γυναικολόγος και την πρώτη φορά δε μου βρήκε τίποτα.
-Μα φωνάζεις κι εσύ κι εγώ νομίζω ότι σ’ αρέσει! Πονάς ρε βλαμμένο και δε μου το λες;
γυρνάς και με κοιτάς αυστηρά.
-Όχι, δεν πονάω. Σκέφτομαι επίσης ότι, technically speaking, την πρώτη φορά που λερώσαμε το σεντόνι δεν ήμουν παρθένα.
-Και ήσουν τη δεύτερη;
-Όχι, νομίζω ότι ήμουν τελικά και την πρώτη.
Ανοίγεις το στόμα δήθεν μου τάχα απορημένος.
-I made it through the wilderness, somehow I made it through -didn’t know how lost I was until I found youuuu…
-Ωχ Παναγία μου, θα σε είχα πάει στη Μαντόνα αν ήξερα ότι θα σου άφηνε τέτοιο απωθημένο!
-Μπα, νιώθω περισσότερο σαν παρθένα στην εκδοχή του Marilyn Manson! You’ re so fine and you’ re mine, I’ ll be yours till the end of time, cause you make me feel, yeah, you make me feel shiny and newww! Like a virgin touched for the very first time! Like a viiiiiiirgin, with your heart beat next to mine…
-Σταμάτα ρε παγανιστικό όργιο να χορεύεις και να τραγουδάς θα ξυπνήσουμε τον Μάριο δίπλα. Κάτσε παιδί μου να πλύνω το σεντόνι! Ε, μα εσύ το θες το ξυλίκι σου για να συνέλθεις.

Τ
α παρατάς όλα και με βάζεις στον ώμο.

-Καλέ πού με πας σαν αμνό προς τη σφαγή!
-Μη μιλάς καημένη μου γιατί τώρα την έβαψες. Θα χυθεί αίμα!

ΥΓ. Μερικές απόψεις για την παραλλαγή της Κοκκινοσκουφίτσας θα βρείτε εδώ (παραδόξως όχι, δεν σκέφτηκα εγώ όλα αυτά τα σεξιστικά σύμβολα για το παραμύθι)! Η αυθεντική ιστορία των Γκριμ είναι εδώ. Όσο για το original άσμα της Madonna εδώ

15 Οκτώβρη: Blog Action Day για τη φτώχια LOL

Ας απολαύσουμε πρώτα το βίντεο:


Blog Action Day 2008 Poverty from Blog Action Day on Vimeo.

Λοιπόν για την περυσινή Blog Action Day τα έγραψα τότε αρκετά αναλυτικά (και παραπάνω προσεκτικά από όσο χρειαζόταν), φέτος όμως μου φαίνεται ότι οποιαδήποτε ανάλυση αναπαράγει τη γελοιότητα. Κρίνω ως δεδομένο ότι "ευαισθητοποιείς" κάποιον/α για ένα θέμα που δε γνωρίζει ή το θεωρεί άλυτο, οπότε φτάνω να αναρωτιέμαι:
Ευαισθητοποίηση για τη φτώχια μέσω του μπλόγκινγκ;!; Φιλανθρωπία υπάρχει προ αμνημονεύτων χρόνων, η αριστερά το παλεύει με τον τρόπο της κοντά δυο αιώνες, άσε το κράτος πρόνοιας ως κατάκτηση του εικοστού αιώνα, άσε την άτακτη υποχώρησή του σήμερα, άσε τις προτάσεις του φιλελευθερισμού και της οικολογίας – και η μπλογκόσφαιρα θα ανακαλύψει επιτέλους το αυγό του Κολόμβου; Έλεος! Πόσο πιο απολίτικη μπορεί να είναι μια διαδικτυακή κινητοποίηση; Τρομάζω και μόνο που σκέφτομαι το Blog Action Day 2009. Αυτά.

13.10.08

Θεώρημα περί περσόνας με αφορμή την περσόνα της Theorema

[Ευανάγνωστη εκδοχή του κειμένου, μετά από πρόταση του Αντώνη.]

Ας υποθέσουμε ένα ανθρώπινο πλάσμα, άντρα ή γυναίκα δεν έχει σημασία, που ξύπνησε γερό και ευδιάθετο, ένα ηλιόλουστο πρωινό του φθινοπώρου. Απολαμβάνει τις πρόσφατες αναμνήσεις που το επισκέπτονται καταιγιστικά: τις εξαιρετικές συζητήσεις της προηγούμενης ημέρας, τους/τις καλούς/ές του φίλους/ες που τις προκαλέσαν, το καθαρό αλκόολ που έρευσε άφθονο, τους αλλεπάλληλους οργασμούς με τους οποίους έληξε η βραδιά. Χαζεύει το ωραίο, γυμνό, σώμα που συνεχίζει να κοιμάται στο κρεβάτι του, ερεθίζεται, αλλά περισσότερο χαίρεται τη γύμνια του, παρά επιθυμεί να το ξυπνήσει για να κάνουν έρωτα, νιώθει ήρεμα και καλά, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του πλήρες.
Και κάπως έτσι, αφού πλύνει τα δόντια του στο μπάνιο, προτού να φτιάξει τον πρωινό καφέ του, αποφασίζει πώς δε χρειάζεται πια τη μάσκα του, αυτή που του φόρεσαν στην οικογένειά του, την έκοψε και έραψε στην εφηβεία και την πρώτη νεότητά του, τη μακιγιάρισε καλόγουστα και προσεκτικά όλα τα τελευταία χρόνια. Πλένει το πρόσωπό του με μπόλικο σαπούνι για να φύγει το κονσίλερ που κρύβει τις ενώσεις με το δέρμα, απολυμαίνει με Betadine τα δάχτυλά του (αγαπάει πια πολύ τον εαυτό του για να τον τραυματίσει ή τον μολύνει από απροσεξία) και αρχίζει να τραβάει με ήρεμη δύναμη το άυλο υλικό. Η μάσκα τελικά εγκαταλείπει το κεφάλι του, για να αποκαλύψει ότι δεν υπάρχει πλέον πρόσωπο, και όπως αναγνωρίζει πια με τρόμο, μάλλον δεν υπήρξε και ποτέ.
Τρέχει γυμνό στο υπνοδωμάτιο για να κοιταχτεί στο μεγάλο, ολόσωμο καθρέφτη, ψηλαφεί το στήθος του, τα γεννητικά του όργανα, τραβάει τα μαλλιά του απαλά. Ρούχα κι αυτά, λεπτά, κατάσαρκα αλλά ρούχα. Συνειδητοποιεί πόσες μοδίστρες κομμωτές, αισθητικοί, γιατροί και γυμναστές χρειάστηκαν για να καμαρώνει την ωραία του εικόνα, να αντιλαμβάνεται τη γύμνια του ως αλήθεια.
Του είναι εύκολο να σκεφτεί πως δεν υπάρχει, πώς όλα πάνω του είναι πολύ συμβατικά και κατασκευασμένα για να έχουν οποιοδήποτε νόημα, έχει γνωρίσει όμως τις ανέσεις της κατάθλιψης, τον τραχύ μαύρο της μανδύα και δεν το ενδιαφέρει πια. Αποφασίζει να γδυθεί τελείως, να νιώσει έστω και για λίγο πώς είναι να φαίνεσαι κανένα ή οποιοδήποτε, βγάζει τα μαλλιά του και το δέρμα του και μένει μόνο με τη σάρκα.
Καθισμένο πια στην κουνιστή του πολυθρόνα, πίνοντας τον πρωινό καφέ του, παραξενεύεται που δεν πονάει στην επαφή του με το έπιπλο και το φλιτζάνι, σκέφτεται πόσο οδυνηρό είναι κανονικά έστω κι ένα βαθύ έγκαυμα, πόσο ολόκληρο γδαρμένο ζωντανό είναι πλέον. Θυμάται τον παλιό του φίλο κύριο Κ. που ένα πρωί μεταμορφώθηκε σε κατσαρίδα, πόσο φυσικά περιέγραφε πως του φανήκαν όλα γύρω του, αλλά κυρίως ο εαυτός του, στενοχωριέται λίγο για τον πρόωρό θάνατο του Κ., δε γινόταν δυστυχώς αλλιώς. Φοβάται ότι ίσως είναι και το δικό του τελευταίο πρωινό σε αυτόν τον κόσμο, αποφασίζει να το απολαύσει και ψάχνει στα σκουπίδια της κουζίνας τον καπνό του. Ας μην το κόψει τελικά, πόση σημασία έχει πλέον;
Τα βήματα του/της συντρόφου του από το υπνοδωμάτιο στο μπάνιο τα ακούει με ήρεμη εγκαρτέρηση, πολύ σύντομα θα αρχίσουν οι κραυγές, οι σειρήνες του ασθενοφόρου, το νοσοκομείο και τα δελτία ειδήσεων. Καπνίζει την τελευταία τζούρα από το τσιγάρο του και τελειώνει τον καφέ του. Τα βλέμματα τους συναντιούνται επιτελούς, αλλά εκεί που περίμενε να βρει τη φρίκη συναντάει το θαυμασμό. «Ρε μωρό, πώς ομόρφυνες έτσι σε ένα βράδυ; Τι έκανες;» Σκαρφαλώνει κι εκείνος/ή πάνω στην κουνιστή πολυθρόνα, φιλιούνται, σε λίγα λεπτά έχουν οργάσει με επαφή ελάχιστη, το σώμα το δικό του αναγκαστικά έχει γίνει πολύ πιο ευαίσθητο, αλλά εκείνος/η τι έπαθε και κυρίως πώς μπορεί ακόμα να τον/την ερεθίζει;
Βρίσκει το θάρρος και τον/την ρωτάει τελικά γιατί δεν τρομάζει με την εικόνα του, με τη γυμνή του σάρκα. Εκείνος/η γελάει και το τραβάει από το χέρι πίσω στο υπνοδωμάτιο, του δείχνει το είδωλό του στον καθρέφτη, του περιγράφει πόσο στιλπνά έχουν γίνει τα μαλλιά του, το δέρμα του πόσο καθαρό και λαμπερό, ακόμη και τα δόντια του σαν να έχασαν λίγη από την κιτρινίλα του καπνού. Με γλυκόπικρη ανακούφιση συνειδητοποιεί ότι πίσω από τη μάσκα υπάρχει άλλη μάσκα (και πίσω αυτήν την άλλη ακόμη μία και άλλη μία) κάτω από τα ρούχα άλλα ρούχα, ότι όσους καθρέφτες και να σπάσεις το είδωλο δε θα μπορέσεις να το καταργήσεις. Δεν έχει μάθει ακόμη να τη βλέπει, αλλά θα τη δει, τη νέα ομορφιά του.

[Αρχική μορφή του κειμένου, (είχε εξαφανιστεί και επανήλθε μετά από την επισήμανση της Theorema.)]

Ας υποθέσουμε ένα νέο άνθρωπο, άντρα ή γυναίκα δεν έχει σημασία, που ξύπνησε γερός/ή και ευδιάθετος/η, ένα ηλιόλουστο πρωινό του φθινοπώρου. Απολαμβάνει τις πρόσφατες αναμνήσεις που τον/την επισκέπτονται καταιγιστικά: τις εξαιρετικές συζητήσεις της προηγούμενης ημέρας, τους/τις καλούς/ές του/της φίλους/ες που τις προκαλέσαν, το καθαρό αλκόολ που έρευσε άφθονο, τους αλλεπάλληλους οργασμούς με τους οποίους έληξε η βραδιά. Χαζεύει το ωραίο, γυμνό, σώμα που συνεχίζει να κοιμάται στο κρεβάτι του/της, ερεθίζεται, αλλά περισσότερο χαίρεται τη γύμνια του/της, παρά επιθυμεί να το ξυπνήσει για να κάνουν έρωτα, νιώθει ήρεμα και καλά, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του/της πλήρης.
Και κάπως έτσι, αφού πλύνει τα δόντια του/της στο μπάνιο, προτού να φτιάξει τον πρωινό καφέ του/της, αποφασίζει πώς δε χρειάζεται πια τη μάσκα του/της, αυτή που του/της φόρεσαν στην οικογένειά του, την έκοψε και έραψε στην εφηβεία και την πρώτη νεότητά του/της, τη μακιγιάρισε καλόγουστα και προσεκτικά όλα τα τελευταία χρόνια. Πλένει το πρόσωπό του/της με μπόλικο σαπούνι για να φύγει το κονσίλερ που κρύβει τις ενώσεις με το δέρμα, απολυμαίνει με Betadine τα δάχτυλά του/της (αγαπάει πια πολύ τον εαυτό του/της για να τον τραυματίσει ή τον μολύνει από απροσεξία) και αρχίζει να τραβάει με ήρεμη δύναμη το άυλο υλικό. Η μάσκα τελικά εγκαταλείπει το κεφάλι του/της, για να αποκαλύψει ότι δεν υπάρχει πλέον πρόσωπο, και όπως αναγνωρίζει πια με τρόμο, μάλλον δεν υπήρξε και ποτέ.
Τρέχει γυμνός/ή στο υπνοδωμάτιο για να κοιταχτεί στο μεγάλο, ολόσωμο καθρέφτη, ψηλαφεί το στήθος του/της, τα γεννητικά του/της όργανα, τραβάει τα μαλλιά του/της απαλά. Ρούχα κι αυτά, λεπτά, κατάσαρκα, αλλά ρούχα. Συνειδητοποιεί πόσες μοδίστρες κομμωτές, αισθητικοί, γιατροί και γυμναστές χρειάστηκαν για να καμαρώνει την ωραία του/της εικόνα, να αντιλαμβάνεται τη γύμνια του/της ως αλήθεια.
Του/της είναι εύκολο να σκεφτεί πως δεν υπάρχει, πως όλα πάνω του/της είναι πολύ συμβατικά και κατασκευασμένα για να έχουν οποιοδήποτε νόημα, έχει γνωρίσει όμως τις ανέσεις της κατάθλιψης, τον τραχύ μαύρο της μανδύα και δεν τον/την ενδιαφέρει πια. Αποφασίζει να γδυθεί τελείως, να νιώσει έστω και για λίγο πώς είναι να φαίνεσαι κανένας/μία ή οποιοσδήποτε/αδήποτε, βγάζει τα μαλλιά του/της και το δέρμα του/της και μένει μόνο με τη σάρκα.
Καθισμένο πια στην κουνιστή του/της πολυθρόνα, πίνοντας τον πρωινό καφέ του/της, παραξενεύεται που δεν πονάει στην επαφή του/της με το έπιπλο και το φλιτζάνι, σκέφτεται πόσο οδυνηρό είναι κανονικά έστω κι ένα βαθύ έγκαυμα, πόσο ολόκληρος/η γδαρμένος/η ζωντανός/ή είναι πλέον. Θυμάται τον παλιό του φίλο κύριο Κ. που ένα πρωί μεταμορφώθηκε σε κατσαρίδα, πόσο φυσικά περιέγραφε πως του φανήκαν όλα γύρω του, αλλά κυρίως ο εαυτός του, στενοχωριέται λίγο για τον πρόωρό θάνατο του Κ., δε γινόταν δυστυχώς αλλιώς. Φοβάται ότι ίσως είναι και το δικό του/της τελευταίο πρωινό σε αυτόν τον κόσμο, αποφασίζει να το απολαύσει και ψάχνει στα σκουπίδια της κουζίνας τον καπνό του/της. Ας μην το κόψει τελικά, πόση σημασία έχει πλέον;
Τα βήματα του/της συντρόφου του/της από το υπνοδωμάτιο στο μπάνιο τα ακούει με ήρεμη εγκαρτέρηση, πολύ σύντομα θα αρχίσουν οι κραυγές, οι σειρήνες του ασθενοφόρου, το νοσοκομείο και τα δελτία ειδήσεων. Καπνίζει την τελευταία τζούρα από το τσιγάρο του/της και τελειώνει τον καφέ του/της. Τα βλέμματα τους συναντιούνται επιτελούς, αλλά εκεί που περίμενε να βρει τη φρίκη συναντάει το θαυμασμό. «Ρε μωρό, πώς ομόρφυνες έτσι σε ένα βράδυ; Τι έκανες;» Σκαρφαλώνει κι εκείνος/ή πάνω στην κουνιστή πολυθρόνα, φιλιούνται, σε λίγα λεπτά έχουν οργάσει με επαφή ελάχιστη, το σώμα το δικό του/της αναγκαστικά έχει γίνει πολύ πιο ευαίσθητο, αλλά εκείνος/η τι έπαθε και κυρίως πώς μπορεί ακόμα να τον/την ερεθίζει;
Βρίσκει το θάρρος και τον/την ρωτάει τελικά γιατί δεν τρομάζει με την εικόνα του/της, με τη γυμνή του σάρκα. Εκείνος/η γελάει και τον/την τραβάει από το χέρι πίσω στο υπνοδωμάτιο, του/της δείχνει το είδωλό του/της στον καθρέφτη, του περιγράφει πόσο στιλπνά έχουν γίνει τα μαλλιά του/της, το δέρμα του/της πόσο καθαρό και λαμπερό, ακόμη και τα δόντια του/της σαν να έχασαν λίγη από την κιτρινίλα του καπνού. Με γλυκόπικρη ανακούφιση συνειδητοποιεί ότι πίσω από τη μάσκα υπάρχει άλλη μάσκα (και πίσω αυτήν την άλλη ακόμη μία και άλλη μία) κάτω από τα ρούχα άλλα ρούχα, ότι όσους καθρέφτες και να σπάσεις το είδωλο δε θα μπορέσεις να το καταργήσεις. Δεν έχει μάθει ακόμη να τη βλέπει, αλλά θα τη δει, τη νέα ομορφιά του/της.

[Την κουβέντα την ξεκίνησαν ο Φοίβος και η Λένα πριν χρόνια, και την τοποθέτησε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο η Theorema με ένα κείμενό της εδώ. Από τη μεριά μου, όπως αγαπώ συχνά να κάνω, τη συνέχισα με ιστορία.]

12.10.08

Σημασία δεν έχει τι μπορείς, αλλά τι θες να κάνεις - indieannalog set 47

Γη... Θα μπορούσα να συνεχίσω να δουλεύω ως εκπαιδευτικός ή να προχωρήσω για Ακαδημαϊκή καριέρα. Ή να τα παρατήσω όλα και να ασχοληθώ σοβαρά με το γράψιμο και την τελευταία μου εμμονή: τα κόμικ. Ίσως θα μπορούσα να δουλέψω ως dj κάπου ή να φτιάξουμε με τις φίλες μου μια indie- rock μπάντα- πια η κάθε πολυκατοικία έχει μια τέτοια. Ή επιτέλους να παντρευτώ κάποιον και να (προσ)γειωθώ στην πραγματικότητα της καθημερινής βαρύτητας. Desert hearts - Gravitas (θυμίζουν Bokomolech και αυτό είναι προς τιμήν τους!)

Φωτιά... Θα μπορούσα να μετακομίσω στη Θεσσαλονίκη (τα κίνητρα όσο πάνε και πληθαίνουν), ή στην Αμβέρσα (είμαι ένα βήμα απ’ το να γραφτώ να μάθω Ολλανδικά). Σε λίγο καιρό θα υπάρχει ένα σπίτι με καλή παρέα στη Νορβηγία και πάντα υπάρχει ένα σπίτι στο χωριό, που δε μπορεί να σε εντοπίσει κανείς. Girls in Hawai - Short song for a short mind (μετά τους I'm from Barcelona που είναι Καναδοί, τους Portugal- the man που είναι Αμερικάνοι και τούτοι δεν είναι κορίτσια και έρχονται από το Βέλγιο)!

Νερό... Θα μπορούσα να βγαίνω με τον φίλο που μόλις χώρισε ή εκείνον που θέλει να συνεργαστούμε επαγγελματικά (ο δρόμος της καταξίωσης περνάει απ’ το κρεβάτι). Με το πρώτο μου αγόρι στο Δημοτικό που το βρίσκει καταπληκτικό να παντρευτεί την πρώτη του αγάπη ή με εκείνον τον κρητικό- να ξε-παρεξηγηθεί και η ξαδέλφη που έφτυσα το προξενιό της (η ξαδέρφη δε μου μίλαγε επί 40 μέρες- άουτς, πόνεσε αυτό)! It' s musical - Pain song

Αέρας... Θα μπορούσα να είμαι κάθε μέρα έξω και να κάνω απ’ τα πιο συνηθισμένα μέχρι τα πιο παλαβά πράγματα του κόσμου. Το γεγονός ότι από όλες τις επιλογές παραμένω στην Αθήνα, στο δωμάτιό μου, διαβάζοντας ή γράφοντας μόνο για φυσική, περιμένοντας ένα μηνυμα να 'ρθει και μετρώντας το χρόνο με μπουκιές σοκολάτας, δείχνει απλούστατα ότι από όλες τις επιλογές διαλέγω την πιο αυτοκαταστροφική. Και το χειρότερο. Νιώθω καλά…! (Οι Hello sequence όπως τραγουδούν το lately θυμίζουν Oasis όταν τραγουδούσαν maybe στο Live forever)

10.10.08

Καταγγελία για απάνθρωπη κατάσταση στις φυλακές Πατρών

[Αναδημοσιεύω από τον Gazmend Kapllani, με μόνο σχόλιο ότι είμαι συγκινημένος που υπάρχουν άνθρωποι με κοινωνική ευαισθησία και στοιχειώδη ανθρωπισμό, σε ένα χώρο - κυψέλη του κοινωνικού αποκλεισμού όπως οι φυλακές (η εκπαιδευτική μου εμπειρία από τις Δικαστικές Φυλακές Διαβατών εμφαίνει στο ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν υπάρχουν μόνο στην Πατρα). Έτσι έφτασε η ώρα που θα το έγραφα κι εγώ: ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ.]

ΕΚΚΛΗΣΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ

στείλτε αυτό το μήνυμα στα Μέσα Ενημέρωσης και στα τηλ. (τηλ. 2610 647254, 2610 647253) της Κλειστής Φυλακής Πατρών,

πιέστε για να πάρουν μέτρα.

Αξιότιμοι κύριοι,
συγχωρήστε μας που δεν δίνουμε τα ονόματα μας και αυτό για να μην μετατεθούμε εκδικητικά "λόγω υπηρεσιακών αναγκών", δεν σημαίνει όμως ότι περιγράφουμε παρακάτω δεν είναι αλήθεια.
Είμαστε αναγκασμένοι μετά από τόσο καιρό που δεν λύνονται τα προβλήματα μας, να τα δημοσιοποιήσουμε, όχι για να "αποκαλυφθεί" ένα ακόμη σκάνδαλο αλλά για ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΟΥΣ καθαρά λόγους.
Είμαστε νέοι εργαζόμενοι στο χώρο της Κλειστής Φυλακής Πατρών, άνθρωποι που όλοι μας έχουμε κάνει σπουδές, κύρια στην Ανωτέρα εκπαίδευση, και πού λόγω της υποαπασχόλησης και της ανεργίας υποβάλαμε τα χαρτιά μας εδώ και ένα χρόνο και προσληφθήκαμε ως Σωφρονιστικοί υπάλληλοι στη Πάτρα.
Δεν περιμέναμε να βρούμε μια τέτοια κατάσταση, γιατί όλοι μας λίγο η πολύ και σε εργοστάσια έχουμε δουλέψει και τετραωρίτες κ.λ.π.
Ότι υπάρχει όχι απλώς υπερκάλυψη στους χώρους κράτησης δεν αποτελεί, δυστυχώς είδηση, το ότι οι κρατούμενοι στοιβάζονται ανά 11 η 12 σε χώρους για 5 άτομα, εάν δεν είναι ΑΠΑΝΘΡΩΠΟ τότε πως αλλιώς να χαρακτηρισθεί; Αυτό βέβαια έχει να κάνει με αποφάσεις της Κεντρικής Διοίκησης που ελπίζουμε σε λόγο καιρό θα βελτιωθεί με τη λειτουργία των νέων καταστημάτων.
Το ότι δίνεται ΕΝΑ ρολό χαρτί τουαλέτας σε κάθε κρατούμενο ΤΟ ΜΗΝΑ έχει να κάνει με αποφάσεις της Τοπικής Διεύθυνσης (Διευθυντής και Αρχιφύλακας).
Το ότι δεν λειτουργεί κανένα πρόγραμμα εκμάθησης η σεμινάριο η σχολείο δεύτερης ευκαιρίας, ποιός φταίει γι αυτό?
Το ότι δεν πλένονται οι κοινόχρηστοι χώροι (προαύλια κρατουμένων) με αποτέλεσμα να υπάρχει μια αφόρητη βρώμα που ούτε στα πιο βρώμικα βουστάσια δεν υπάρχει, αυτό έχει να κάνει με αδιαφορία της Τοπικής Διεύθυνσης (τηλ. 2610 647254, 2610 647253)
Οι ακαθαρσίες που έχουν κολλήσει στα προαύλια, συνέπεια της μη ύπαρξης ούτε ενός κάδου για απορρίμματα, με συνδυασμό είτε με τις υψηλές θερμοκρασίες είτε με την συνεχή υγρασία, δημιουργεί πρόβλημα όχι μόνο δυσωδίας αλλά για αρρώστιες που και λόγω του υπερπληθυσμού που από τη μια στιγμή στην άλλη θα δημιουργήσουν ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ-ΕΠΙΔΗΜΙΕΣ.
Η μη ύπαρξη κάδων μέσα στη φυλακή εάν δεν είναι θέμα της Τοπικής Διεύθυνσης (Διευθυντής και Αρχιφύλακας) τότε ποιανού είναι?
Εάν συλλογιστείτε ότι καθημερινά δύο φορές την ημέρα πετάγονται όγκοι σκουπιδιών, για 24 κάδους και πλέον, από ένα χώρο που "φιλοξενεί" πάνω από 800 άτομα (ένα κανονικό χωριό δηλαδή), χωρίς να γίνεται έστω υποτυπωδώς ανακύκλωση του χαρτιού και μετάλλου, φανταστείτε τι σπατάλη γίνεται? κάτι που αδιαφορεί τελείως η Τοπική Διεύθυνση.
Όσον αφορά εμάς, παρόλο που είμαστε τελείως ανεκπαίδευτοι και προσπαθούμε με βάση το συναίσθημα να βοηθήσουμε στην καθημερινή διαβίωση των κρατουμένων (γιαυτό ότι και εάν έκαναν, πάνω από όλα είναι άνθρωποι που χρίζουν τουλάχιστον το σεβασμό των στοιχειωδών δικαιωμάτων.
Εμείς ως εργαζόμενοι εκτός ότι είμαστε αναγκασμένοι να υποφέρουμε από την ΜΟΝΙΜΗ (που ούτε κτήνη δεν μπορούν να υποφέρουν) δυσωδία, να κάνουμε κυριολεκτικά ¨σλάλομ¨ ανάμεσα σε σάπια φαγητά, σκουλήκια, ποντίκια και κολλημένες ακαθαρσίες μηνών, πατώντας πάνω σε ένα μαύρο ζελέ βρωμιάς, το χειρότερο όμως όλων είναι το μεσαιωνικό ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ωράριο εργασίας, δηλαδή να μην παίρνουμε ΟΥΤΕ ΡΕΠΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Αυτό φυσικά δεν υπόκειται σε αποφάσεις της ηγεσίας του Υπουργείου αλλά της Τοπικής Διεύθυνσης (Διευθυντής και Αρχιφύλακας).
Αν και παλιότεροι συνάδελφοι, καταθέσαν υπόμνημα στον προϊστάμενο Αρχιφύλακα για να βελτιωθεί το ωράριο, η απάντηση ήταν η πλήρης αδιαφορία.
Φανταστείτε λοιπόν εργαζόμενους που πρέπει καθημερινά να πρέπει να εξυπηρετούν πάνω από 800 κρατούμενους, και κάθε περίπτωση να χρήζει ξεχωριστής σημασίας, εμείς να είμαστε σε κατάσταση συνεχούς κούρασης, γιατί απλά ΑΔΙΑΦΟΡΕΙ η τοπική διεύθυνση και αρχιφυλακείο.

Αξιότιμοι κύριοι των Μέσων Ενημέρωσης ελπίζουμε και σας ζητάμε να βοηθήσετε, έστω με την δημοσιοποίηση, αυτών των πιο στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Σωφρονιστικοί Υπάλληλοι Κ.Φ.Πατρών

Υ.Γ. Να μας συγχωρήσετε γιατί δεν δίνουμε τα ονόματα μας αλλά η μόνη αλήθεια είναι ότι ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ με όλη τη σημασία της λέξης να μην βρεθούμε "λόγω υπηρεσιακών αναγκών" μετατιθέμενοι εκδικητικά.
Δυστυχώς στην υπηρεσία μας ισχύει "ότι δεν ακούγεται σημαίνει ότι λειτουργεί καλά" και άρα το Υπουργείο θεωρεί ότι η τοπική διεύθυνση (Διευθυντής -Αρχιφύλακας) δουλεύει καλά, όσο δεν υπάρχουν παράπονα.

ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

9.10.08

Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον ΙΙ

(μετά από απαιτηση των αναγνωστών, η ιστορία "το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον" συνεχίζεται. Για να να διαβάσετε το πρώτο μέρος κάνετε κλικ εδώ)

Είχε περάσει καιρός, σίγουρα πάνω από μήνας γιατί μου ήρθε περίοδος κάποια στιγμή. Και από τότε ξαναπέρασαν μέρες. Ο Σάκης δεν πτοήθηκε. «Θα αφήσουμε τη βρόμικη τρυπούλα σου και θα ασχοληθούμε με την άλλη» μου λέγε. Και το έκανε ξανά.
Πόναγα; Φυσικά και πόναγα. Ούρλιαζα; Όχι δεν ούρλιαζα. Δε θα του έδινα τη χαρά να ουρλιάξω. Είχα αποφασίσει από την πρώτη στιγμή ότι θα το δεχτώ «σαν αντράκι» όλο αυτό. Ναι, δε θα έσταζα δάκρυ, δε θα έβγαζα κιχ.
Για καλή μου τύχη ο Σάκης δεν ήταν τόσο κτήνος όσο τον είχα φοβηθεί. Μου άφηνε πάντα δυο πλήρεις μέρες καιρό για να συνέλθω και την τρίτη με επισκεπτόταν. Και πάντα εγώ δεν μίλαγα και πάντα αυτός μου έλεγε τα ίδια: αν μου αρέσει να με γαμάνε σαν αγόρι ή αν άλλαξα γνώμη, αν αποφάσισα να γυρίσω στη φύση μου.
Μια μέρα την ώρα που είχε μπει τον ρώτησα
«Αφού θες τόσο πολύ να πηδήξεις άντρα γιατί ταλαιπωρείς εμένα»
«Κάνεις μεγάλο λάθος, ποτέ δεν ήθελα να πηδήξω άντρες, δε μου αρέσει το αντρικό κορμί, μου αρέσουν οι γυναίκες»
«Γυναίκες που τις πηδάς σαν άντρες»;
«Γυναίκες που έχουν μπερδευτεί και δε θυμούνται ότι είναι γυναίκες. Σου υπενθυμίζω ποια είναι η φύση σου τονίζοντας αυτήν που δεν είναι»
«Α, το παρά φύσην έτσι το μεταφράζεις εσύ- πολύ βολικό»
«Λέμε κι εξυπνάδες»; Ρώτησε και μπήκε τόσο βαθιά που νόμιζα ότι με μαχαίρωνε. «Θα πεις κι άλλες εξυπνάδες; Άκου εδώ, εγώ θέλω να σε διδάξω κάτι αγοράκι μου, θέλω να σε διδάξω ότι αν δεν ακολουθείς τη φύση σου δε θα χαρείς ποτέ πραγματικά, η χαρά σου θα χει πάντα μια δόση πόνου μέσα της».
Και με έσπρωξε κι άλλο μπροστά και δάγκωσα το μαξιλάρι για να αντέξω τον πόνο.

Λοιπόν, πρέπει να είχε περάσει πάνω από μήνας και κανείς δεν με είχε βρει. Το σπίτι του Σάκη ήταν μια μονοκατοικία στη Φιλοθέη, στην αρχή ενός δάσους. Παρότι ήμουν αφίμωτη και όταν έλειπε καλούσα σε βοήθεια και χτυπούσα με το κρεβάτι τον τοίχο, κανείς δεν μ' άκουγε. Είχα προσπαθήσει να ξελυθώ αλλά καμία επιτυχία. Και πια είχα αρχίσει να κουράζομαι. Ναι, πια είχε αρχίσει να σπάει κάτι μέσα μου. Όταν ο Σάκης έμπαινε στο δωμάτιο την τρίτη μέρα, με το που με ακουμπούσε ήθελα να αρχίσω να κλαίω. Και τότε κατάλαβα ότι έπρεπε να γλυτώσω απ΄ τα χέρια του.
«Λοιπόν σ αρέσει να σε γαμάνε σαν πουστράκι» με ρώτησε ως συνήθως. «
Καλά είναι» του είπα εγώ «αλλά έχω αρχίσει να νοσταλγώ την γλύκα στην άλλη τρυπούλα μου» του είπα.
«Τι;» είπε σα να μην άκουσε
«Έχω αρχίσει να νοσταλγώ τις χαρές της γυναικείας ηδονής» του είπα ξανά.
Αλήθεια το λες»; Μου είπε

«Ναι» είπα.
Κι εκείνος βγήκε, άλλαξε προφυλακτικό και αυτή τη φορά με πήρε κανονικά.
Δεν ένιωθα τίποτα- μόνο πόνο, ξανά. Αλλά βογκούσα προσποιούμενη την ερεθισμένη. Κι εκείνος χάρηκε.
Δε με έλυσε, μα αυτή τη φορά ήρθε την επόμενη μέρα. Και με ξαναπήρε ιεραποστολικά αυτή τη φορά. Πάνω από μια φορά. Κι εγώ συνέχισα να κάνω ότι το απολαμβάνω.
Και πια την τρίτη μέρα του είπα «Λύσε με, λύσε με επιτέλους να σε πάρω μια αγκαλιά. Δεν είμαι ζώο».
Κι εκείνος είπε «όχι δεν είσαι, είσαι γυναίκα πια, σε έκανα γυναίκα» .
Και με έλυσε.
Το κάναμε τρεις φορές στη σειρά μέχρι που έπεσε διαλυμένος στο κρεβάτι και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε ήταν δεμένος στο χειροπόδαρα. Με κοίταξε γελώντας πονηρά, «έλα, κόψε τα αστεία, λύσε με».
«Θα σε λύσω» του χαμογέλασα.
«Λύσε με δεν είναι αστείο» είπε.
Κι εγώ είπα «το ξέρω ότι δεν είναι αστείο. Ξέρεις χτες κάθισα και σκέφτηκα ότι εμείς οι γυναίκες –όπως αυτή που με έκανες δηλαδή- είμαστε κατά κύριο λόγο ριγμένες στο κρεβάτι. Θέλω να πω, είναι πολύ περισσότερο πιθανό να σας πάρουμε εμείς πίπα παρά εσείς σε εμάς. Εντάξει, ένα γλυψιματάκι μπορεί να το κάνετε αλλά πίπα, μέχρι τέλους, να χύσουμε, δεν».
«Μη μιλάς σαν νταλικιέρης, με αηδιάζεις» είπε ο Σάκης, «λύσε με».
«Θα σε λύσω. Αφού πρώτα σαν σωστή γυναικούλα μου πάρεις μια καλή πίπα. Σ’ εμένα στο αγοράκι σου».
«Είσαι τρελή» είπε κι έσφιξε τα χείλη του.
«Όχι, απλά νιώθω ριγμένη. Εσύ διασκέδασες τόσο μαζί μου, τόσες μέρες κι εγώ καθόλου. Έλα, πάρε μια πίπα στο αγοράκι σου»
Κατέβασα το εσώρουχο και πήγα κι έκατσα πάνω στο πρόσωπό του.
«Φύγε σιχαμένη, θα με πνίξεις», έστριβε και απέστρεφε το πρόσωπό του γεμάτος αηδία.
«Σάκη, αν δε με γλύψεις μέχρι τέλους θα αρχίσω να πιστεύω αλήθεια ότι προτιμάς τα πραγματικά αγοράκια τελικά. Άνοιξε το στόμα και μη διανοηθείς να με δαγκώσεις. Θα σε αφήσω να πεθάνεις εδώ μέσα από ασιτία- θα σαπίσεις μέσα στα κάτουρα και τα σκατά σου. Λοιπόν, ξεκίνα».
Ο Σάκης έσφιξε τα μάτια του και άνοιξε το στόμα. Και δεν ξαναμίλησε. Για πολλή ώρα.

Τον άφησα εκεί δεμένο και ειδοποίησα την αστυνομία. Στη δίκη έφαγε 5 χρόνια για σεξουαλική κακοποίηση και κατ’ εξακολούθηση βιασμό. Καθώς τον έπαιρναν από μπροστά μου του είπα «μην ανησυχείς, θα έχεις πολλή παρέα στη φυλακή μόλις μάθουν τι καλές πίπες παίρνεις, γλύκα». Κι εκείνος άρχισε να κλαίει. Σαν γυναικούλα.

5.10.08

ακόμα δηλώνω άγνοια σε βασικά ζητήματα - indieannalog set 46

Αέρας... Έβλεπα πάλι στον ύπνο μου άλλα αντ' άλλων -ταυτόχρονα την αποψινή συναυλία στο Καλλιμάρμαρο (που δεν είχε -λέει- headliners τους REM αλλά τον Morrissey) και ότι έβγαινα με τον κούκλο γυμναστή μας! Αν τα όνειρα -κατά Φρόυντ- είναι επιθυμίες, τι συμβαίνει γιατρέ μου, μου αρέσουν δυο ...gay? Morrissey - I like you & Moog- I like you

Νερό... "Αν μετά τους αυτιστικούς αρχίσουν να σου αρέσουν και οι gay, έχουμε χάσει τη μπάλα, μόνο με πρεζάκι και φυλακισμένο δεν έχεις βγει ακόμα", είπε η Α τις προάλλες. "Λες να βρω ένα πρεζάκι γκέι φυλακισμένο να γλιτώσω και χρόνο" της είπα. Πάντα ήμουν με το μέρος των "αδύναμων", μάλλον στο μυαλό μου έχω ότι οι μειονότητες είναι αδικημένες και κάτι με τραβάει στο πλευρό τους. "Μας έφαγε η διαπολιτισμική και η αποδοχή της ετερότητας" λέει η Π. "Ε, καλά, βοηθάει εδώ που τα λέμε ότι ο συγκεκριμένος αυτιστικός είναι και σέξι" και γελάω! Joggers - Hot autism

Φωτιά... Και τέλος πάντων, δεν επιλέγεις τι θα ζήσεις στα όνειρά σου και κάπως έτσι δεν επιλέγεις τι θα ονειρευτείς στη ζωή σου. Δεν ξέρεις αν θα δεις όνειρο ή εφιάλτη ούτε τι ζωή θα σου ξημερώσει την επόμενη μέρα. Ας το θεωρήσουμε απ' τα καλά αυτό, το στοιχείο της "άγνοιας". "It's cool to know nothing" όπως λένε στο καινούριο τους single οι Kaiser Chiefs (για το κλιπ και τους στίχους επισκεφθείτε τον Sot).

Γη... Για να δούμε και πώς θα είναι live οι υπερεκτιμημένοι Άγγλοι απόψε... Τους οποίους απαξιώνω γιατί ο ήχος τους εξαρχής μου φαινόταν τόσο "κοινός" και οι μελωδίες τόσο μουντές λες και ακούω 80ς ροκ (π.χ Sunny Boys) απλά με πιο πλούσια παραγωγή. Μα γιατί δεν έφερναν τους Kooks που έχουν και λίγο "χρώμα"?

4.10.08

Βιντεοκλίπ, ραντεβού, απορία ψάλτου βηξ, απορία μπλόγκερ ποστ

Αγαπητοί/ες μας αναγνώστες/τριες, το συγκεκριμένο βιντεοκλίπ

κλείνει άσχετα από τους στίχους του τραγουδιού, ή εγώ κατάλαβα τελείως λάθος;

2.10.08

Χαμένοι στη μετάφραση

Στο προηγούμενο κείμενο ο Άμμος καταλήγει πως "τους ανθρώπους τους ενώνει η μέσα φωτιά. Κι αυτό είναι που κάνει τις διεισδύσεις και τις υποδοχές μας ξεκάθαρα πολιτικές. Το στοίχημα είναι αν θα τις αφήσουμε να μας πυρπολήσουν με πάθος προς την αυθεντικότητα". Δεν ξερω αν ο Άμμος λέγοντας "πολιτικές" εννοεί τον έρωτα ως statement (δήλωση, θέση, στάση ζωής). Εγώ πάντως ως τέτοιο τον αντιλαμβάνομαι.

«Τι σκατά του βρίσκεις, δεν βλέπεις πώς σου συμπεριφέρεται, πώς σου μιλάει!» ωρύεται ο LX.

«Είναι δυνατόν να κάθεσαι μαζί του για το καλό σεξ»; αναφωνεί η Άρια έτοιμη να με χαστουκίσει.
Σεξ;

Δεν ξέρω αν μιλάμε για το ίδιο πράγμα όταν αναφερόμαστε στο «σεξ».

Για εμένα αυτό που συμβαίνει στο κρεβάτι δεν είναι «σεξ». Αυτό που έχουμε εμείς είναι μια γλώσσα ακατάληπτη που κανείς δε μπορεί να συλλάβει. Γιατί αυτή η γλώσσα δεν υπάρχει πουθενά. Κι όπως η λάβα φτιάχνει το βράχο μα δεν ήταν στ’ αλήθεια αυτό το πέτρωμα, έτσι και του έρωτα η διάλεκτος μπορεί να μπει σε λέξεις μα είναι μόνο κέλυφος.
Και όταν μιλάμε ύστερα για όσα έχουν γίνει, όταν το αφηγούμαστε σαν κριτικοί στεκόμαστε και όχι σαν καλλιτέχνες. Το έργο περιγράφουμε μα όχι την πράξη- τέχνη.
Κι όταν μου λες «γιατί σου αρέσει τόσο πολύ έτσι;» κι εγώ σου λέω «γιατί είναι σα να με αγαπάς» -ξέρω ότι δε με αγαπάς, το έχεις πει. Μα εκείνη την ώρα που είσαι ολόκληρος μαζί μου -όχι μόνο τα λόγια μα οι ματιές και το ύφος σου, εκείνη την ώρα που η αναπνοή σου αλλάζει, που τα πόδια σου κρατούν παγιδευμένα τα δικά μου και τα δόντια σου μπήγονται πάνω από την κλείδα μου, που το make up φεύγει και ο ιδρώτας στάζει και φοβάμαι μη λιώσεις σαν κερί και σε χάσω απ’ τα χέρια μου, εκείνη την ώρα που με σφίγγεις και τσιρίζω σε μια άγρια χαρά και εσύ γελάς κι εγώ σε κοιτάω και με φιλάς και ψιθυρίζεις «γιατί σου αρέσει τόσο αυτό, πες μου», «γιατί έτσι που με κρατάς είναι σα να με αγαπάς», ναι το ξέρω.
Ξέρω ότι δεν θα το παραδεχτείς ποτέ αλλά εκείνη την ώρα με αγαπάς. Και όχι με το στόμα. Ούτε με το σώμα σου. Με όλο σου το Είναι. Γιατί μαζί μου εκείνη την ώρα καταλύεις το χρόνο δημιουργώντας το μοναδικό έργο τέχνης που γινόμαστε ο ένας μες στον άλλο. Το απολύτως προσωπικό μας αριστούργημα. Και αυτό γινόμαστε μόνο μαζί. Με άλλες κάνεις άλλα. Όχι αυτό όμως.


-Δεν είναι ότι δε μου αρέσεις ή ότι δεν είσαι έξυπνη. Αλλά δε γίνεται να είμαστε ζευγάρι γιατί είμαστε τόσο διαφορετικοί που πρέπει συνέχεια να σου εξηγώ και να μου εξηγείς τι εννοείς. Πιστεύω ότι υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω πιο ταιριαστοί για εμάς που δε χρειάζεται να αναλώνουμε τόσο χρόνο στο να εξηγούμε πώς εννοούσαμε αυτό ή εκείνο.
Και με κοιτάς.
-Όχι, εντάξει, μην εξηγείς άλλο, το κατάλαβα, σου λέω.
-Δεν ξέρω τι να κάνω, θες να σου λέω ψέματα; Θες να σε αφήνω στον μικρόκοσμο των φαντασιώσεών σου, στον κόσμο που νομίζεις ότι είμαστε μαζί, μα δεν είμαστε και πρέπει να το ξέρεις- δεν πρέπει να σε ενημερώσω;
-Αλίμονο, λέω, είμαστε πάντα υπέρ της πληροφόρησης.

Είμαι ξαπλωμένη με τα ρούχα στο κρεβάτι και θέλω να βρω κουράγιο να σηκωθώ να φύγω, αλλά δε μπορώ. Δεν ξέρω ποιον να κατηγορήσω για το βάρος που νιώθω και κατηγορώ τα ρούχα. Απ’ την ώρα που χωριστήκαμε στο στρώμα και ντυθήκαμε άρχισε η αποσύνθεση όλης της ευτυχίας μου. Τα ρούχα ταυτίζονται με λέξεις, ο πολιτισμός είναι ο «εγγραμματισμός» και με τις λέξεις ου μπλέξεις, καμία ευτυχία δε μπορεί να κρατήσει πολύ μέσα στις δαγκάνες του «πλαισίου συμφραζομένων» μέσα στον «θόρυβο» της επικοινωνίας –τα λέει ο Βέλτσος αλλά ποιος ακούει. Μια χαρά δεν ήμασταν χωμένοι στο ερωτικό κουκούλι μας κλωσμένο απ’ την "ολική σωματική γλώσσα" του Jousse; Ποιος μπορεί να μεταφράσει λάθος ένα χάδι ή έναν αναστεναγμό; Κι άντε να περιγράψω με το αλφάβητο τη μυρωδιά σου που δε μοιάζει με τίποτα και με δένει σαν ξόρκι πάνω σου.

-Οπότε για να καταλάβω, αφού δεν έχουμε «σχέση» τι έχουμε;
-Έχουμε σχέση αλλά όχι όπως την εννοείς εσύ. Δεν έχουμε σχέση-«σχέση», έχουμε φιλική σχέση και κάνουμε σεξ πού και πού.
-Συνήθως αν κάνεις αυτά που κάνουμε μαζί- βγαίνουμε, πίνουμε, βλέπουμε dvd, κάνουμε έρωτα, κοιμόμαστε και το πρωί φεύγουμε χέρι- χέρι για τη δουλειά- κάποιοι το λένε «σχέση».
-Να τώρα βλέπεις; Πρέπει κάθε φορά να συζητάμε για το πώς θα μεταφράσουμε κάθε μας λέξη γιατί ανάλογα με το context δίνουμε άλλο νόημα ο καθένας.

Θα ήθελα να μπορούσαμε να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με τις «λέξεις» και τα «πλαίσια» και να μην χρειάζεται να επικυρώσουμε λεκτικά αυτό που ζούμε, να μην πασχίσουμε να του δώσουμε διάρκεια κρατώντας το σε νάρθηκες λογικών προτάσεων. Θα ήθελα να μη χρειάζομαι να το ονομάσω «σχέση» όλο αυτό για να νιώθω ασφάλεια και θα ήθελα να μην χρειαζόταν να το ονομάσεις «sex- buddies» για να νιώσεις εσύ ασφάλεια. Και θα ήθελα να μπορούσες να καταλάβεις ότι όταν με ρωτάς «γιατί σου αρέσει τόσο έτσι» έχεις ήδη απαντήσει με τη φωνή σου σε αυτή την ερώτηση: γιατί είσαι εσύ εκεί. Και θα μου άρεσαν τα πάντα. Αφού είσαι εσύ ολόκληρος, ατόφιος, εκείνη την ώρα στην πιο πλήρη επικοινωνία που μπορούμε να έχουμε.

-Θα φύγεις τώρα; Με ρωτάς
-Ναι.
-Πρέπει να πάω κι εγώ για δουλειά, θα με αφήσεις στο ΜΕΤΡΟ;
-Ναι.
-Κοίτα δε γίνεται να φύγεις με τέτοια μούτρα, να σε δουν από απέναντι οι οικοδόμοι που σε καμάκωναν χτες και θα καταλάβουν ότι εγώ σε έκανα έτσι. Με τι κούτελο θα βγω στην κοινωνία;
-Ναι ε;
-Πρέπει να σου φτιάξω το κέφι.

-…στα γρήγορα;

-Αχ, μ αρέσει έτσι…
-Γιατί; Ρωτάς ψιθυρίζοντας μέσα στο αφτί μου
-Γιατί στο χω πει χίλιες φορές, έτσι όπως με κρατάς είναι σαν να με αγαπάς- και μην αρχίσεις τα…
-Σκάσε. Σκάσε… και με φιλάς.

Σκάω.
Από ευτυχία.

«Και καλά αφού δεν επικοινωνείτε τότε γιατί συνεχίζει να βγαίνει μαζί σου και να σε μπερδεύει» λέει ο LX.
«Ναι, γιατί δε βρίσκει άλλη;» ρωτά η Άρια.
«Γιατί με τις άλλες επικοινωνεί λεκτικά αλλά όχι στο κρεβάτι».
«Χμ, άρα δεν είσαι εσύ τελικά η χαμένη στη μετάφραση»λέει η Άρια.
«Ναι κι εγώ έτσι σκέφτομαι, ότι μάλλον είμαι η κερδισμένη στη μετάφραση» και συνεχίζω να γελάω σαν ηλίθια.
«Οh, that cum smile» λέει ο LX και παραγγέλνει κι άλλο ποτό.