Ακούμπησε πρώτα τα δάχτυλα των ποδιών της Λουκίας, περνώντας από την καλοσχηματισμένη καμάρα και σταματώντας για λίγο στο χαριτωμένο εξόγκωμα του αστραγάλου. Τα πόδια της ήταν λυγισμένα, με τα γόνατα να ακουμπούν στην άκρη του σώματος του Ηλία, που ήταν ξαπλωμένος δίπλα της. Ταξίδεψε πάνω στις λείες γάμπες, επιμένοντας και σε μια γρατζουνιά που της είχε μείνει από μια πρόσφατη εκδρομή και σταμάτησε για λίγο στα γόνατά της. Άγγιξε τότε τις πατούσες του Ηλία και στη συνέχεια προχώρησε ταυτόχρονα, χαιδεύοντας τις γάμπες και τους μηρούς του, ενώ άγγιζε τους στρογγυλούς, κατάλευκους γλουτούς της Λουκίας.
Το ένα χέρι της ήταν περασμένο στη μέση του Ηλία, ενώ το κεφάλι της αναπαυόταν στην κοιλιά του, με τα κόκκινα μαλλιά της να έχουν απλωθεί στη λεκάνη του. Το πέος του Ηλία ήταν μισορεθισμένο και είχε αρχίσει να ξεπροβάλλει ανάμεσα στην πλημμύρα των μαλλιών της. Συνέχισε να ταξιδεύει πάνω στα σώματα τους, κάνοντας τη στύση του Ηλία να φανεί ακόμη περισσότερο και φιλώντας πρώτα το λαιμό και στη συνέχεια τα χείλη, τα μάτια και το μέτωπό της Λουκίας.
Το άλλο της χέρι ακουμπούσε στο στέρνο του Ηλία, με τα δάχτυλα να μπερδεύονται με τις τις πυκνές τρίχες του. Πέρασε λοιπόν και από εκεί, αφήνοντας το χάδι του στο στέρνο του, το βραχίονα της και τους καλοσχηματισμένους του ώμους. Στη συνέχεια άγγιξε το λαιμό του και άρχισε να απλώνεται στα χέρια του που ήταν διπλωμένα κάτω από το κεφάλι του. Ακούμπησε πρώτα το πηγούνι, μετά τα χείλη και έφτασε κάποια στιγμή στα μάτια.
Ο Ηλίας άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε μισοζαλισμένος τον ήλιο που έμπαινε εδώ και ώρα από το παράθυρο. Το φως είχε πλημμυρίσει το δώμάτιο και ανασηκώνοντας το κεφάλι του είδε πόσο όμορφο έκανε να φανεί το σώμα της Λουκίας, με τους υπέροχους γλουτούς, τη λεπτή μέση και τα κατακόκκινα μαλλιά. Σκέφτηκε να ξανακοιμηθεί, ήξερε όμως ότι θα ξυπνούσε κάθε δέκα λεπτά με τον ήλιο απέναντί του. Μετατόπισε προσεκτικά το κεφάλι της από την κοιλιά του, ξεμπέρδεψε το πέος του από τα μαλλιά της και σηκώθηκε. Η Λουκία κατάλαβε την κίνηση του και άνοιξε κι αυτή τα μάτια της. Ετοιμαζόταν να τραβήξει την κουρτίνα, όταν την άκουσε να του λέει: "Άσε το φως να μπαίνει, θέλω να σε βλέπω...". Την πλησίασε, έγειρε από πάνω της και της έδωσε το πρώτο φιλί της ημέρας. Το φως τους έλουζε πια ολόκληρους.
Το ένα χέρι της ήταν περασμένο στη μέση του Ηλία, ενώ το κεφάλι της αναπαυόταν στην κοιλιά του, με τα κόκκινα μαλλιά της να έχουν απλωθεί στη λεκάνη του. Το πέος του Ηλία ήταν μισορεθισμένο και είχε αρχίσει να ξεπροβάλλει ανάμεσα στην πλημμύρα των μαλλιών της. Συνέχισε να ταξιδεύει πάνω στα σώματα τους, κάνοντας τη στύση του Ηλία να φανεί ακόμη περισσότερο και φιλώντας πρώτα το λαιμό και στη συνέχεια τα χείλη, τα μάτια και το μέτωπό της Λουκίας.
Το άλλο της χέρι ακουμπούσε στο στέρνο του Ηλία, με τα δάχτυλα να μπερδεύονται με τις τις πυκνές τρίχες του. Πέρασε λοιπόν και από εκεί, αφήνοντας το χάδι του στο στέρνο του, το βραχίονα της και τους καλοσχηματισμένους του ώμους. Στη συνέχεια άγγιξε το λαιμό του και άρχισε να απλώνεται στα χέρια του που ήταν διπλωμένα κάτω από το κεφάλι του. Ακούμπησε πρώτα το πηγούνι, μετά τα χείλη και έφτασε κάποια στιγμή στα μάτια.
Ο Ηλίας άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε μισοζαλισμένος τον ήλιο που έμπαινε εδώ και ώρα από το παράθυρο. Το φως είχε πλημμυρίσει το δώμάτιο και ανασηκώνοντας το κεφάλι του είδε πόσο όμορφο έκανε να φανεί το σώμα της Λουκίας, με τους υπέροχους γλουτούς, τη λεπτή μέση και τα κατακόκκινα μαλλιά. Σκέφτηκε να ξανακοιμηθεί, ήξερε όμως ότι θα ξυπνούσε κάθε δέκα λεπτά με τον ήλιο απέναντί του. Μετατόπισε προσεκτικά το κεφάλι της από την κοιλιά του, ξεμπέρδεψε το πέος του από τα μαλλιά της και σηκώθηκε. Η Λουκία κατάλαβε την κίνηση του και άνοιξε κι αυτή τα μάτια της. Ετοιμαζόταν να τραβήξει την κουρτίνα, όταν την άκουσε να του λέει: "Άσε το φως να μπαίνει, θέλω να σε βλέπω...". Την πλησίασε, έγειρε από πάνω της και της έδωσε το πρώτο φιλί της ημέρας. Το φως τους έλουζε πια ολόκληρους.
6 σχόλια:
Βεβαίως οι κουρτίνες δεν πρέπει να κρύβουν το φώς!
Εξάλλου, υπάρχουν και οι απέναντι θεατές, γιατί να τους τη σπάμε τραβώντας τις κουρτίνες; :-)
*
Ωραίο!
Έτσι Πάνο, έτσι, αυτό το κοινωνικό μήνυμα προσπαθώ να περάσω κι εγώ, αλλά δεν βλέπω πολλούς/ές να πείθονται.
αγαπητέ μου φίλε Άμμο, τα τακτικά σου δώρα μου φέρνουν πάντα ένα χαμόγελο στα χείλη.
δε σε επισκέπτομαι συχνά γιατί σε φυλάω για τις στιγμές που σε χρειάζομαι περισσότερο.
συνέχισε να ξεδιπλώνεσαι!
φιλιά :)
Ρόδο της ερήμου:
Πολλά πολλά φιλιά.
Μετά κοιμήθηκαν;
Μπορείς να αφήσεις τη φαντασία σου να οργιάσει. Αυτό που λες πάντως είναι το πιθανότερο.
Δημοσίευση σχολίου