CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

17.1.07

Ένα αναζωογονητικό μπάνιο

Η μπανιέρα στο κέντρο της σάλας ήταν μισογεμάτη και η Έρσσεμπετ αποφάσισε να μπει. Άφησε με μια θεατρική κίνηση τη μεταξωτή ρόμπα να κυλήσει από το σώμα της, σπρώχνοντάς την από τους ώμους και τεντώνοντας τα χέρια προς τα πίσω. Η Άγκνες έτρεξε να μαζέψει τη ρόμπα από το πέτρινο, υγρό πάτωμα και η Έρσσεμπετ της χάιδεψε στοργικά τα μαλλιά. Η υπηρέτρια γύρισε το πρόσωπό της προς την κυρία της και χαμογέλασε, φανερώνοντας ένα στόμα με μισοσπασμένα και κίτρινα δόντια, κάτω από το ξανθό μουστάκι της.
Η Έρσσεμπετ έβαλε πρώτα το ένα της πόδι στη μπανιέρα και στη συνέχεια το άλλο. Στάθηκε για λίγο όρθια, της άρεσε αυτή η ζεστασία και το βαρύ άρωμα που αναδυόταν. Πέρασε τα χέρια της από τους γοφούς της και μάλαξε την περιοχή με την κυτταρίτιδα. Σε λίγο θα είχε φύγει, ήταν βέβαιη, αλλά για πόσο; Τα καλλυντικά και οι θεραπείες της κρατούσαν όλο και λιγότερο, και αυτό την ανησυχούσε. Έπιασε στη συνέχεια τα δύο της στήθη και τα ανασήκωσε, φέρνοντάς τα στη θέση που τα θυμόταν στα είκοσί της. Το περιδέραιο με τα ρουμπίνια στριμώχτηκε ανάμεσα στα δύο στήθη της και η Έρσσεμπετ σκέφτηκε για μια στιγμή ότι θα έπρεπε να το βγάλει. Το λουτρό όμως μπορεί να τόνωνε το χρώμα τους, αποφάσισε λοιπόν να το κρατήσει.
Βυθίστηκε στο χλιαρό υγρό και άπλωσε τα πόδια της στη μπανιέρα. Ζήτησε από την Άγκνες τον ασημένιο καθρέφτη και τον έφερε μπροστά από το πρόσωπό της. Καμία αλλαγή ακόμα. Ήταν ανυπόμονη, το ήξερε, αλλά δεν την άντεχε αυτήν την επίθεση των γηρατειών, δεν την άντεχε. Βύθισε για λίγο το χέρι της στην μπανιέρα και το έφερε μετά στο πρόσωπό της, τραβώντας το μάγουλο προς τα πίσω. Σκέφτηκε: "Είναι το καθήκον μου να είμαι καλή για τον σύζυγό μου και να κρατηθώ όμορφη για αυτόν. Ο Θεός μου παρουσίασε πώς να το κάνω…" και τίναξε τα κατάμαυρα, στιλπνά μαλλιά της, φέρνοντας αρκετά από αυτά μπροστά στο πρόσωπό της. Θα περίμενε μέχρι να βελτιωθεί η όψη της, δεν ήθελε να βλέπει άλλο.
Πέταξε το χέρι της έξω από την μπανιέρα, με τον καθρέφτη έτοιμο να πέσει κάτω. Η Άγκνες έτρεξε κοντά στην κυρία της και πήρε τον καθρέφτη από τα χέρια της, φιλώντας της ένα ένα τα δάχτυλα, βαμμένα με κόκκινη χέννα. Η Έρσσεμπετ την έπιασε από το λαιμό και έφερε το κεφάλι της κοντά στο πρόσωπό της. Φιλήθηκαν για λίγο, αλλά η Άγκνες τραβήχτηκε. Δεν της άρεσε η μυρωδία που έβγαινε από τη μπανιέρα, ήταν τόσο βαριά που την έκανε να ανακατεύεται.
Προσπάθησε να βυθιστεί τελείως, αλλά δε γινόταν, εφόσον κάλυπτε τελείως τον κορμό της, ξεπρόβαλλαν τα γόνατά της και όταν τέντωνε τα πόδια της, τα στήθη της και οι ώμοι της έμεναν απέξω. Δεν μπορούσε να το διακινδυνεύσει όπως την άλλη φορά, που κυκλοφορούσε για δύο ολόκληρες εβδομάδες με σφιχτό κώλο και πεσμένα στήθη, μέχρι το επόμενο λουτρό της. Είπε στην Άγκνες ότι θα χρειαζόταν τελικά να γεμίσουν τελείως την μπανιέρα και αυτή έτρεξε να ενημερώσει το Γιοχάνες.
Η Έρσσεμπετ είχε αφεθεί στις σκέψεις της, αναπολώντας το όργιο του προηγούμενου μήνα στο σπίτι της θείας Κάρλα, τόσοι άντρες και γυναίκες, τόση ηδονή, την επανέφεραν όμως στην πραγματικότητα τα ουρλιαχτά της νεαρής παρθένας. Ο Γιοχάνες έδινε οδηγίες σε δύο υπηρέτες που έσπρωχναν μέσα από τη μεγάλη καμάρα μια ξύλινη κατασκευή που έμοιαζε με κρεμάλα. Από την κορυφή της κατασκευής κρεμόταν ένα κοντό σκοινί, στο οποίο ήταν δεμένα τα πόδια της γυμνής χωρικής. Αυτή σφάδαζε και ταλαντευόταν πέρα δώθε, αλλά με χέρια και πόδια δεμένα, το περισσότερο που μπορούσε να κάνει ήταν να τσιρίζει και να φωνάζει. Δε θα κρατούσε όμως για πολύ, ο Γιοχάνες έβγαλε τα μαχαίρια με τις κοφτερές λεπίδες από τη ζώνη του και ρώτησε την Έρσσεμπετ: "Κυρία, είστε έτοιμη για το ντους σας;" Η Έρσσεμπετ ένευσε καταφατικά και σηκώθηκε όρθια.
Το αίμα έτρεχε πλέον καυτό πάνω της μουλιάζοντας τα μαλλιά της και κυλώντας αργά πάνω στο σώμα της. Τίποτα δεν έμοιαζε με αυτήν την αίσθηση, ήξερε όμως ότι δεν ήταν πλέον αρκετό. Ευτυχώς η μπανιέρα είχε γεμίσει πια, θα περνούσε δύο ώρες ακόμα μέσα και μετά θα έμοιαζε πάλι είκοσι χρονών. O Φέρεντς θα επέστρεφε αύριο, ήθελε να τον υποδεχτεί όσο πιο όμορφη γινόταν. Τη σκληρότητα και τη μαύρη ψυχή του δεν την είχε συναντήσει σε κανέναν άλλον.


[Το κείμενο αυτό αντλεί την παλαιά αφορμή του και το τωρινό υλικό του από τις επισκέψεις μου στο μπλογκ Έγκλημα και Τιμωρία και βασίζεται σε κάποιους λαϊκούς μύθους για ένα πραγματικό ιστορικό πρόσωπο, την κόμησσα Erzsebet ή Elizabeth Bathory από την Ουγγαρία. Είναι μάλλον ιστορικό γεγονός ότι στον πύργο της βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν πολλές νεαρές γυναίκες, η φήμη της όμως ως καννίβαλης - βρυκόλακα ή παρανοϊκής που έκανε μπάνιο σε αίμα παρθένων για να διατηρήσει τη νεότητά της, μάλλον δεν ευσταθεί.
Ο φιλοπεριέργος αναγνώστης ή αναγνώστρια που δεν αρκείται ούτε στη λογοτεχνική μου προσέγγιση (αναμενόμενο), ούτε στην αναλυτική παρουσίαση της Μαράτας Δ. στο Έγκλημα και Τιμωρία (λιγότερο αναμενόμενο) μπορεί να διαβάσει στα αγγλικά το λήμμα από τη Wikipedia, την κατατοπιστική ανάλυση μιας κλινικής ψυχολόγου στο Crime Library, αλλά και ένα σχετικά αναλυτικό άρθρο από το δικτυακό τόπο του BBC. Αν φυσικά έχει αντέξει ως εδώ το λουτρό αίματος της συγκεκριμένης δημοσίευσης.]

9 σχόλια:

o kairos είπε...

Πραγματικα αναζωογονητικο,κυριως για την αναζητηση του συγγραφεα σε πλουσιες πηγες.Να ειστε καλα.

αμμος είπε...

Αγαπητέ Καιρέ,
καλωσορίσατε στο φτωχικό μου και ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια.
Δεν ήξερα ότι ανοίξατε και δεύτερο ημερολόγιο, πέραν της Ελευθεροτυπίας, το σχόλιο σας έφερε λοιπόν διπλή χαρά.

Να είστε κι εσείς καλά

Lorelei Am Rhein είπε...

Ανατριχιαστικό!

Η λογοτεχνία λατρεύει να φλερτάρει
με την κατάκτηση της αιώνιας νεότητας, σε συνδυασμό με το αίμα...

Ζωντανή αφήγηση!
:-))

Sia+Meza είπε...

Μπρρρρρ!
Κι ακομα πιο μπρρρρρ γιατι η τυπισσα οντως υπηρξε!

αμμος είπε...

Καλή μου Λούσυ, θα έλεγα ότι η λογοτεχνία γοητεύεται γενικότερα από το σκοτάδι και την τρέλα. Οι δικοί μου ήρωες τουλάχιστον την κάνουν πάντα τη βόλτα τους από την άλλη μεριά (η συγκεκριμένη βέβαια το παράκανε).

Αγαπητή Σία, αγαπητή Μέζα
στη λίγη ηλεκτρονική βιβλιογραφία που διάβασα φαίνεται ότι ως ιστορικό πρόσωπο ήταν λιγότερο μυθιστορηματική: σκότωσε αρκετές νέες γυναίκες, αλλά μάλλον για τη σαδιστική της ευχαρίστηση να βασανίζει. Εξάλλου στην Ουγγαρία του 16ου αιώνα το να σκοτώνεις χωρικούς αν ήσουν ευγενής δεν ήταν κάτι μεμπτό ακριβώς, το ζήτημα κρινόταν στην ποσότητα (αυτή ομολογουμένως υπερέβαλλε στην προσπάθεια: τα θύματα της υπολογίζονται από 50 ως 600!)

Sigmataf είπε...

Φαντασία βασισμένη σε αληθινά γεγονότα.
Πολύ καλό.

αμμος είπε...

Να 'σαι καλά Σιγματάφ και καλωσόρισες. Ούτε το δικό σου μπλογκ ήξερα, πέρασα μια βόλτα και μου άρεσε πολύ.

Sia+Meza είπε...

Διαβασα κι εγω το αρθρο στο Εγκλημα και τιμωρια κι εκει ηταν που φρικιασα μεχρι που ανασηκωθηκαν και οι τριχες στη γλωσσα μου.(που εχει μαλιασσει εδω και καιρο)

NinaC είπε...

Σαν να βρισκόσαστε εκεί την ώρα του μπάνιου!!!

Γλαφυρότατο!