Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
συγνώμη που δε σου έγραψα τόσες μέρες, αλά δεν είχα καμία απολύτος δγιάθεση. Πάλι με τη δουλιά στενοχωργιόμουν, σε έχω πρήξει το ξέρω, αλά δεν έχω και πουθενά αλού να τα πω. Όπως ξέρις εμένα μου αρέσι η ντίσκο και η ποπ του ογδώντα, σπίτι όλο ΡΣΟ ακούω, όταν θέλω να χαλαρόσω. Στη δουλιά λοιπόν βάζουν συνέχεια έναν παλιοσταθμό το Μελοδικό Εφέμ, που δε φτάνει ό,τι παίζει συνέχια ελαφρολαϊκά και σκυλλάδικα, έχει και πλέι λήστ. Κάθε μέρα ακούμαι τα ίδγια τραγούδια και κοντεύω να σαλτάρο. Δηλαδή κάθε μέρα ακόυγαμαι τα ίδγια τραγούδια.
Που λες, εγώ πήγα τη Δεφτέρα και μίλησα στη σκύλλα την υποδιεφθίντρια, αλα αφτή είναι μεγάλη πουτάνα και μου ήπε ό,τι δεν είναι δική της δουλιά τι παίζει το ραδγιόφονο και να πάω να μιλήσω στη Μαριάνα που το γραφίο της είναι δίπλα από το ραδγιόφονο. Εγώ ήπα στη Μαριάνα να βάλουμαι κανένα άλο σταθμό, ΡΣΟ για παράδηγμα, αλά αφτή μου ήπε ότι εγώ δουλέβω στο τιλεμάρκετινγκ και δεμ πρέπει να με νιάζει τι πέζει το ραδγιόφονο, αφού όλο με τους μαλάκες μηλάω και δεν ακούω τη μουσηκή. Εγώ σκέφτηκα λίγο και της είπα μετά εντάξη, αλά της πρότινα να έρθη από το σπίτοι μου για καφέ την Τρίτη το προΐ, δειλαδή εχτές.
Πάλι σκατοδουλιά είναι το τιλεμάρκετινγκ, αλά τόρα τουλάχιστον ακούμε τη μουσηκή που μου αρέση, άλαξα γραφίο και τώρα κάθομε στο γραφίο της Μαριάνας. Δεν μπορεί να μου πει και τέιποτα η σκύλλα η υποδιεφθίντρια που βάζω συνέχια ΡΣΟ, αφού δεν είναι δική της δουλιά τι παίζει το ραδγιόφονο, χαχα.
Πρέπει όμως τόρα να σε αφίσσω αγαπημένο μου ημερολόγιο, τελύωσαν πάλι οι αλκαλικές μπαταρήες και πρέπει να πάο μέχρι το ψηληκατζίδικο να αγοράσω.
Η Λίτσα σηκώθηκε ανακουφισμένη από το γραφείο της και προχώρησε προς το διάδρομο. Κακώς δεν είχε γράψει τόσες μέρες, αφού ήξερε πόσο την ηρεμούσε να γράφει στο ημερολόγιό της. Καθώς φορούσε το κόκκινο παλτό της, έλεγξε αν έχει μέσα τα κλειδιά και το προτοφολάκι της και υποσχέθηκε στον εαυτό της ότι θα ξανάρχιζε να γράφει καθημερινά.
Κατέβηκε γρήγορα τις σκάλες και πέρασε τρέχοντας το δρόμο, από την ανυπομονησία της να ξαναρχίσει να λειτουργεί το ντίσκμαν. Μέσα από τη βιτρίνα είδε ότι εξυπηρετούσε στο ψιλικατζίδικο ο Δημήτρης. «Ωρέο παλυκάρι» σκέφτηκε «και ξέρη πολλά από μουσηκή.» Ο Δημήτρης πράγματι έπαιζε πολύ ωραία μουσική στο ψιλικατζίδικο, όπως κι ο Πάρης ο συνέταιρός του, είχαν δουλέψει για χρόνια πόρτα και μπάρμαν σε Μύκονο και Σαντορίνη και είχαν πολλούς φίλους ντιτζέι.
«Καλώς την Ευαγγελία», φώναξε ο Δημήτρης, μόλις η Λίτσα μπήκε στο μαγαζί. «Τι λέει; Πώς περνάς;» Η Λίτσα χαμογέλασε και πήγε τους ώμους της προς τα πίσω για να φανεί το στήθος της. «Μια χαρά ώλα, Δημήτρη μου, όπος τα ξέρις. Δουλιά, σπίτι, καμιά βώλτα το σαβατοκύργιακο, αφτά.» «Έτσι, ησυχία…» είπε ο Δημήτρης, «Κι εγώ στα ίδια είμαι.» «Λιπόν, Δημήτρη επειδή βγιάζομαι λίγο, θα μου δόσεις δγυο κουτάκια με αλκαλικές μπαταρήες;» «Τι έγινε ρε Ευαγγελία, και χτες δύο κουτάκια αγόρασες;» «Εεε, χρησιμοπχιώ πολλύ το ντίσκμαν αφτές τις μέρες, γιαφτό.» Ο Δημήτρης της έδωσε με ένα λαμπερό χαμόγελο τις μπαταρίες, η Λίτσα τον πλήρωσε και βγήκε ψευτοτρέχοντας προς τα έξω. «Ωραίο βυζί έχει», σκέφτηκε ο Δημήτρης, «μήπως να της ζητούσα να βγούμε;» Η Λίτσα το είχε ήδη σκεφτεί από τη μεριά της, αλλά είχε αποφασίσει ότι ήταν καλύτερο να το άφηναν στο φιλικό με το Δημήτρη, ποιος ξέρει αν θα έβρισκε ο Πάρης κάποιον να τον αντικαταστήσει. Δεν ήθελε να χαλάσει τη δουλειά των παιδιών, ήξερε τι αγώνα κάνανε. Στο κάτω κάτω, δεν είχε βγει καν με τον πωλητή από τη δουλειά, που της άρεσε πολύ περισσότερο.
Ανέβηκε γρήγορα τις σκάλες και ξεκλείδωσε την εξώπορτα του σπιτιού της. Αφού έβγαλε τις μπαταρίες από το παλτό της, το ξεκούμπωσε και το άφησε στον καλόγερο, γλιστρώντας και τα πόδια της έξω από τα χαμηλά της παπούτσια. Κατευθύνθηκε προς το μπάνιο σκεπτόμενη ότι είχε βολέψει πολύ τελικά που ήταν τόσο άνετο, ένα σωρό πράγματα χωρούσε.
Στη μέση του μπάνιου ήταν δεμένη σε μια καρέκλα η Μαριάννα με το τζιν της υγρό από τα ούρα δύο ημερών και βγάζοντας έντονα τη μυρωδιά των περιττωμάτων. Η Μαριάννα με το που την είδε, άρχισε να λέει κάτι με τα μάτια γουρλωμένα από τον πανικό, ήταν όμως φιμωμένη και δεν έβγαινε άκρη. Η Λίτσα έλεγξε ατάραχη το ντίσκμαν, βεβαιώθηκε ότι δε δούλευε πλέον και άλλαξε τις μπαταρίες. Χαμογελώντας γλυκά προς τη Μαριάννα, πάτησε το play.
«Έτσι, για να μάθης πος είναι να ακούς το ίδγιο τραγούδι συνέχια!» είπε και έκλεισε την πόρτα με δύναμη πίσω της. Θυμήθηκε ότι έπρεπε να ψάξει στο google πόσο αντέχει ένας άνθρωπος χωρίς νερό και φαΐ, ευχόταν πάντως να άντεχε μέχρι το σαββατοκύριακο, ήταν πολύ αγχωτικό να σκάβεις λάκκους στο Σέιχ Σου, όταν ξυπνούσες νωρίς την επόμενη ημέρα.
συγνώμη που δε σου έγραψα τόσες μέρες, αλά δεν είχα καμία απολύτος δγιάθεση. Πάλι με τη δουλιά στενοχωργιόμουν, σε έχω πρήξει το ξέρω, αλά δεν έχω και πουθενά αλού να τα πω. Όπως ξέρις εμένα μου αρέσι η ντίσκο και η ποπ του ογδώντα, σπίτι όλο ΡΣΟ ακούω, όταν θέλω να χαλαρόσω. Στη δουλιά λοιπόν βάζουν συνέχεια έναν παλιοσταθμό το Μελοδικό Εφέμ, που δε φτάνει ό,τι παίζει συνέχια ελαφρολαϊκά και σκυλλάδικα, έχει και πλέι λήστ. Κάθε μέρα ακούμαι τα ίδγια τραγούδια και κοντεύω να σαλτάρο. Δηλαδή κάθε μέρα ακόυγαμαι τα ίδγια τραγούδια.
Που λες, εγώ πήγα τη Δεφτέρα και μίλησα στη σκύλλα την υποδιεφθίντρια, αλα αφτή είναι μεγάλη πουτάνα και μου ήπε ό,τι δεν είναι δική της δουλιά τι παίζει το ραδγιόφονο και να πάω να μιλήσω στη Μαριάνα που το γραφίο της είναι δίπλα από το ραδγιόφονο. Εγώ ήπα στη Μαριάνα να βάλουμαι κανένα άλο σταθμό, ΡΣΟ για παράδηγμα, αλά αφτή μου ήπε ότι εγώ δουλέβω στο τιλεμάρκετινγκ και δεμ πρέπει να με νιάζει τι πέζει το ραδγιόφονο, αφού όλο με τους μαλάκες μηλάω και δεν ακούω τη μουσηκή. Εγώ σκέφτηκα λίγο και της είπα μετά εντάξη, αλά της πρότινα να έρθη από το σπίτοι μου για καφέ την Τρίτη το προΐ, δειλαδή εχτές.
Πάλι σκατοδουλιά είναι το τιλεμάρκετινγκ, αλά τόρα τουλάχιστον ακούμε τη μουσηκή που μου αρέση, άλαξα γραφίο και τώρα κάθομε στο γραφίο της Μαριάνας. Δεν μπορεί να μου πει και τέιποτα η σκύλλα η υποδιεφθίντρια που βάζω συνέχια ΡΣΟ, αφού δεν είναι δική της δουλιά τι παίζει το ραδγιόφονο, χαχα.
Πρέπει όμως τόρα να σε αφίσσω αγαπημένο μου ημερολόγιο, τελύωσαν πάλι οι αλκαλικές μπαταρήες και πρέπει να πάο μέχρι το ψηληκατζίδικο να αγοράσω.
Η Λίτσα σηκώθηκε ανακουφισμένη από το γραφείο της και προχώρησε προς το διάδρομο. Κακώς δεν είχε γράψει τόσες μέρες, αφού ήξερε πόσο την ηρεμούσε να γράφει στο ημερολόγιό της. Καθώς φορούσε το κόκκινο παλτό της, έλεγξε αν έχει μέσα τα κλειδιά και το προτοφολάκι της και υποσχέθηκε στον εαυτό της ότι θα ξανάρχιζε να γράφει καθημερινά.
Κατέβηκε γρήγορα τις σκάλες και πέρασε τρέχοντας το δρόμο, από την ανυπομονησία της να ξαναρχίσει να λειτουργεί το ντίσκμαν. Μέσα από τη βιτρίνα είδε ότι εξυπηρετούσε στο ψιλικατζίδικο ο Δημήτρης. «Ωρέο παλυκάρι» σκέφτηκε «και ξέρη πολλά από μουσηκή.» Ο Δημήτρης πράγματι έπαιζε πολύ ωραία μουσική στο ψιλικατζίδικο, όπως κι ο Πάρης ο συνέταιρός του, είχαν δουλέψει για χρόνια πόρτα και μπάρμαν σε Μύκονο και Σαντορίνη και είχαν πολλούς φίλους ντιτζέι.
«Καλώς την Ευαγγελία», φώναξε ο Δημήτρης, μόλις η Λίτσα μπήκε στο μαγαζί. «Τι λέει; Πώς περνάς;» Η Λίτσα χαμογέλασε και πήγε τους ώμους της προς τα πίσω για να φανεί το στήθος της. «Μια χαρά ώλα, Δημήτρη μου, όπος τα ξέρις. Δουλιά, σπίτι, καμιά βώλτα το σαβατοκύργιακο, αφτά.» «Έτσι, ησυχία…» είπε ο Δημήτρης, «Κι εγώ στα ίδια είμαι.» «Λιπόν, Δημήτρη επειδή βγιάζομαι λίγο, θα μου δόσεις δγυο κουτάκια με αλκαλικές μπαταρήες;» «Τι έγινε ρε Ευαγγελία, και χτες δύο κουτάκια αγόρασες;» «Εεε, χρησιμοπχιώ πολλύ το ντίσκμαν αφτές τις μέρες, γιαφτό.» Ο Δημήτρης της έδωσε με ένα λαμπερό χαμόγελο τις μπαταρίες, η Λίτσα τον πλήρωσε και βγήκε ψευτοτρέχοντας προς τα έξω. «Ωραίο βυζί έχει», σκέφτηκε ο Δημήτρης, «μήπως να της ζητούσα να βγούμε;» Η Λίτσα το είχε ήδη σκεφτεί από τη μεριά της, αλλά είχε αποφασίσει ότι ήταν καλύτερο να το άφηναν στο φιλικό με το Δημήτρη, ποιος ξέρει αν θα έβρισκε ο Πάρης κάποιον να τον αντικαταστήσει. Δεν ήθελε να χαλάσει τη δουλειά των παιδιών, ήξερε τι αγώνα κάνανε. Στο κάτω κάτω, δεν είχε βγει καν με τον πωλητή από τη δουλειά, που της άρεσε πολύ περισσότερο.
Ανέβηκε γρήγορα τις σκάλες και ξεκλείδωσε την εξώπορτα του σπιτιού της. Αφού έβγαλε τις μπαταρίες από το παλτό της, το ξεκούμπωσε και το άφησε στον καλόγερο, γλιστρώντας και τα πόδια της έξω από τα χαμηλά της παπούτσια. Κατευθύνθηκε προς το μπάνιο σκεπτόμενη ότι είχε βολέψει πολύ τελικά που ήταν τόσο άνετο, ένα σωρό πράγματα χωρούσε.
Στη μέση του μπάνιου ήταν δεμένη σε μια καρέκλα η Μαριάννα με το τζιν της υγρό από τα ούρα δύο ημερών και βγάζοντας έντονα τη μυρωδιά των περιττωμάτων. Η Μαριάννα με το που την είδε, άρχισε να λέει κάτι με τα μάτια γουρλωμένα από τον πανικό, ήταν όμως φιμωμένη και δεν έβγαινε άκρη. Η Λίτσα έλεγξε ατάραχη το ντίσκμαν, βεβαιώθηκε ότι δε δούλευε πλέον και άλλαξε τις μπαταρίες. Χαμογελώντας γλυκά προς τη Μαριάννα, πάτησε το play.
«Έτσι, για να μάθης πος είναι να ακούς το ίδγιο τραγούδι συνέχια!» είπε και έκλεισε την πόρτα με δύναμη πίσω της. Θυμήθηκε ότι έπρεπε να ψάξει στο google πόσο αντέχει ένας άνθρωπος χωρίς νερό και φαΐ, ευχόταν πάντως να άντεχε μέχρι το σαββατοκύριακο, ήταν πολύ αγχωτικό να σκάβεις λάκκους στο Σέιχ Σου, όταν ξυπνούσες νωρίς την επόμενη ημέρα.
[Προηγούμενες ιστορίες της Λίτσας μπορεί κανείς να διαβάσει εδώ και εδώ.]
20 σχόλια:
Είχα ακούσει για αυτή τη Λίτσα, αλλά μόλις σήμερα μ δώθηκε η ευκαιρία να τη γνωρίσω! Λέω όμως καλύτερα να κρατήσω τις αποστάσεις μου, δεν ξέρεις ποτέ... :Ρ
εμένα πάλι μου φάνηκε υπερβολική η προσπάθεια της "Λίτσας" να κρατηθεί Λίτσα... κάπως σαν το σενάριο της "Μαρίας της Άσχημης"... δεν ήσουν σε φόρμα όταν το έγραφες, φίλε.
τίποτα,τζαμπα φήμη έχει βγάλει αυτός ο μπέκας...
όλα τα καλά παιδιά(κ η λίτσα μαζί) έξω κυκλοφορούν.
καλησπέρα σας :)
Κάθε φορά την απολαμβάνω τη Λίτσα σου:)
Σήμερα είναι μια μεγάλη ημέρα για αυτό το μπλόγκ και δεν αστειεύομαι καθόλου. Είχα το πρώτο μου αρνητικό σχόλιο! Ξεκινώ από αυτό.
Φίλε/η ανώνυμε/η
Η Λίτσα είναι ένα καρτούν που με διασκεδάζει, δεν είναι ακριβώς θρίλερ. Δεν ξέρω αν έβλεπες μικρός/η Μπαγκς Μπάνι (εγώ βλέπω ακόμα) όπου το κογιότ την πατάει κάθε μα κάθε φορά από το μπιπ μπιπ. Κάπως έτσι πηγαίνει και με τη Λίτσα ,τα φονικά και τις ανορθογραφίες, μια ευχάριστη μανιέρα που επαναλαμβάνεται. Σε ευχαριστώ πολύ.
Αγαπητή Ίσις,
χαρά μου να διασκεδάζω το πιστό κοινό μου. Να είστε καλά.
Αγαπητή Μοντρέσορ, μην ανησυχείτε, η Λίτσα δε σκοτώνει εξωγήινους, τουλάχιστον ακόμα. Έχει να φάει τόσο κόσμο από το κοντινό της περιβάλλον, που δεν προλαβαίνει η κακομοίρα.
Καλησπέρα και σε σένα Περσσεφόνη! Λές να εντάξω ως ήρωα κανέναν επιθεωρητή κολλημένο με την ορθογραφία, που προσπαθεί να λύσει το αίνιγμα με τα πτώματα στο Σείχ Σου;
Καλό μου τίποτα, κι εγω απολαμβάνω πολύ να τη γράφω. Να είσαι καλά.
Όλα τα είχε η Λίτσα, ο Μπαμπινιώτης της έλειπε:Ρ
ναι-ναι!και η λίτσα θα στέλνει στον επιθεωρητή ερωτικά ραβασάκια τίγκα στα ορθογραφικά!
Μπαμπινιώτης εναντίον Λίτσας, πιο πολύ "Bambie meets Godzilla" μου θυμίζει αυτό. Γκοτζιλίτσα για την ακρίβεια...
Καλοί/ές μου ΈΛικα, Τίποτα, Περσσεφόνη,
να είστε καλά, ήδη σχηματίζεται στο μυαλό μου η προσωπικότητα του επιθεωρητή Μπάμπη Νιώτη. Να μην το παραξηλώσουμε με τα φονικά, αλλά δεσμέυομαι ότι οι ιστορίες της Λίτσας θα πάρουν σύντομα μια αστυνομική τροπή.
Ετοιμάζομαι για Θανάση Παπακωνσταντίνου, τα λέμε αύριο πάλι ή ξημερώματα.
Λοιπόν αυτό είναι ένα ιστορικό ποστ. Όχι μόνο είχα το πρώτο μου αρνητικό σχόλιο, αλλά έγινε και ένας μικροκαυγάς ανάμεσα στη Λουίζα και ένα φίλο, τον "ως πότε, ως το τέλος" (τα σχόλια που έσβησα, αφού μου το ζήτησαν). Δεν είδα πάντως τις επισκέψεις να ανεβαίνουν, μαλακία, τσάμπα τα φιτίλια που άναβα.
[Το σχόλιο του "ως πότε" επαναλαμβάνεται αμέσως μετά, χωρίς το επίμαχο σημείο.]
Αλήθεια, πώς τα περάσαμε χτες στο Θανάση;
Βγαίνω λιγάκι off topic, αλλά νομίζω ότι εκφράζω τη συλλογική βούληση!
Προσέτι, καταθέτω ως φιλόλογος την δική μου πρόταση για το όνομα του Επιθεωρητού...θα είναι ο Χαράλαμπος Νεότητος! Από παλιά είχα αυτή την ιδέα για την παράφραση του επιθέτου του Θεού (κοινή εσωτερική επονομασία του στο Γλωσσολογικό της Φιλολογίας στην Αθήνα!).
Και από το βήμα αυτό, αφήνω κλείνοντας, και τους συντροφικούς μου χαιρετισμούς στη Λουϊζούλα, τη συγκάτοικο.
Δεν παίζεται η Λίτσα!!! Ονορθόγραφες σκέψεις!!! Δολοφονικο μυαλό!!! Ελπίζω να υπάρχει στ' αλήθεια!!!
(επίσης, όποιος (ξανα)πειράξει τη Λουίζα, θα έχει να κάνει με μένα)
Αγαπητέ Nada,
εγώ αντιθέτως ελπίζω να μην υπάρχει στην πραγματικότητα καμία αντίστοιχη Λίτσα, μέσα σε ένα μήνα έχει φάει τρεις και συνεχίζει ακάθεκτη.
[Α ρε Λουίζα, σφάζονται παλικάρια στην ποδιά σου.]
Το καλύτερο με τις ιστορίες της Λίτσας είναι το κομμάτι του αφηγητή στο οποίο δεν ξέρω εάν εσκεμμένα ή απο παραδρομή όταν μιλάει η Λίτσα συνεχίζει να είναι ανορθόγραφη.
Αγαπητή Νερίνα, ποια παραδρομή, πονοκέφαλος με πιάνει, μέσα στο ίδιο κείμενο πρέπει να συνυπάρχουν κομμάτια με ορθογραφικό χάος και άλλα με σωστά ελληνικά. Ο ορθογράφος του word σηκώνει τα χέρια ψηλά, οπότε όπως καταλαβαίνετε, σειρά σειρά την ελέγχω τη Λίτσα προτου τη δημοσιεύσω.
''..και Δήλος ιαδηλος έσεται, και Σάμος ΑΜΜΟΣ ΄΄ Καλησπερα σας και η παρανκελια σας εκτελέστηκε -στα 6 μετρα- over.
Δημοσίευση σχολίου